FYI.

This story is over 5 years old.

Stuff

Ρωτήσαμε Έναν Έλληνα Αναρχικό Γιατί Μισεί τους Δημοσιογράφους

Δεν χρειάζεται να είσαι αναρχικός για να μισείς τους δημοσιογράφους.
Άννα Νίνη
Κείμενο Άννα Νίνη

Το σύνθημα «Αλήτες-Ρουφιάνοι-Δημοσιογράφοι» είναι ίσως το δεύτερο πιο γνωστό σύνθημα μετά το «Μπάτσοι-Γουρούνια-Δολοφόνοι». Το λάθος εδώ είναι ότι θα έπρεπε να είναι το πιο δημοφιλές, αφού εκ των πραγμάτων το στιλό (ή το πληκτρολόγιο) ενός δημοσιογράφου έχει περισσότερη δύναμη από το γκλοπ ενός αστυνομικού. Διότι αν ο δημοσιογράφος δεν περιγράψει ή δεν μεταδώσει σωστά μια είδηση, ή αν ακόμα χειρότερα δεν είναι εκεί για να την αποτυπώσει, η είδηση δεν υπάρχει καν. Η δημοσιογραφία είναι λειτούργημα και αυτοί που το ασκούν είναι εκείνοι που ελέγχουν τη νομοθετική, την εκτελεστική και τη δικαστική εξουσία, με διαφάνεια. Παρέχουν την ενημέρωση που χρειάζονται οι πολίτες στα δημόσια ζητήματα και μεταφέρουν την άποψη και τον παλμό της κοινωνίας, την πολυφωνία που υπάρχει στο δημόσιο διάλογο διασφαλίζοντας πως θα ακουστεί κάθε άποψη. Είναι οι υποτιθέμενοι «φύλακες» της Δημοκρατίας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η πραγματικότητα όπως είναι, μέσα από το Newsletter του VICE Greece

Ή μάλλον θα ήταν έτσι, αν κατάφερναν να απελευθερωθούν από την εξουσία και τη δομή της και να ανεξαρτητοποιηθούν πλήρως. Θα ήταν έτσι αν τα media λειτουργούσαν από την κοινωνία για την κοινωνία, αλλά αυτό, δεν συνέβη καθολικά σε αυτό τον κλάδο ποτέ. Τα media στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ ανεξάρτητα, αφού πάντα το κάθε Μέσο εκτελούσε λίγο έως πολύ συγκεκριμένες γραμμές. Υπήρχαν ωστόσο μικρές αντίθετες φωνές που άφηναν ένα μικρό παράθυρο σε μια πιο αντικειμενική ενημέρωση. Από το 2008 και μετά αυτές οι φωνές ξεκίνησαν να μειώνονται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της εξόντωσης της πολυφωνίας είναι ότι όταν τα Μνημόνια ήρθαν στη χώρα, δεν υπήρξε καμιά άποψη-τουλάχιστον στην τηλεόραση που είναι το Μέσο με τη Μαζικότερη απήχηση - που να αντιτίθεται σε αυτό.

H θέση κατάταξης για την ελευθερία του Tύπου στην Ελλάδα, πέφτει. Από την 33η θέση που είχαμε το 2008, φτάσαμε στην 89η θέση σύμφωνα με τους Reporters Without Borders

Και όσες υπήρχαν, σιγά-σιγά απολύθηκαν και κατέληξαν να κάνουν άλλες δουλειές δημοσιογραφώντας σε προσωπικά ιστολόγια ή σε εναλλακτικά μέσα του Διαδικτύου. Δεν είναι τυχαίο πως η θέση κατάταξης για την ελευθερία του Tύπου στην Ελλάδα, πέφτει. Από την 33η θέση που είχαμε το 2008, φτάσαμε στην 89η θέση σύμφωνα με τους Reporters Without Borders, μέσα σε μόλις 6 χρόνια. Τα χρόνια της κρίσης.

Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν εκπληκτικοί δημοσιογράφοι στην Ελλάδα, που επιμένουν να κάνουν πολύ καλή δουλειά. Αλλά δεν θα τους δεις ποτέ στην τηλεόραση ή σε μεγάλες εφημερίδες. Βρίσκονται στο περιθώριο και στην εναλλακτική δημοσιογραφία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Και ποιοι δημοσιογράφοι έμειναν τον τελευταίο καιρό να έχουν βήμα για να εκφράζουν την άποψη τους; Όλοι όσοι μισούν οι αναρχικοί.

Έμειναν εκείνοι που όταν η Χρυσή Αυγή άρχισε να ανεβαίνει είδαν πως «πουλάει» και άρχισαν ξαφνικά να ασχολούνται με το «φαινόμενο». Έτσι το χαρακτήρισαν, αν και όλοι γνώριζαν τη μακρά ιστορία της οργάνωσης. Εκείνοι που προσπάθησαν να ξεπλύνουν τη νεοναζιστική της δράση με το να κάνουν lifestyle στα μέλη της, αντί να ασχολούνται με την επικινδυνότητα του φασισμού και εκείνοι που θεώρησαν πως είναι εντάξει το να χασκογελάνε σε παράθυρα και να λένε αστειάκια με φασίστες, χωρίς να μιλούν καν για τα πολιτικά χαρακτηριστικά της οργάνωσης, νομιμοποιώντας έτσι τη Χρυσή Αυγή στις συνειδήσεις του κόσμου.

Ποιος μπορεί να ξεχάσει εκείνους που μιλούσαν για τη σοβαρή Χρυσή Αυγή;

Ποιος μπορεί να ξεχάσει τους δημοσιογράφους που έγραφαν για τον «Άντρα πίσω από τον Πολιτικό» όταν έγραφαν για τον Ηλία Κασιδιάρη ή πόσο πολύ αδυνατισμένη ήταν η Ουρανία Μιχαλολιάκου και πόσο της πήγαινε η φούστα που φορούσε χωρίς να αναφερονται στην άρρωστη ιδεολογία που κουβαλούν. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τους δημοσιογράφους που σκηνοθέτησαν ρεπορτάζ με Χρυσαυγίτες που βοηθούν γριούλες να πάνε στα ΑΤΜ για να μην κινδυνεύσουν από μετανάστες ή εκείνους που άραζαν με τον Καιάδα γελώντας χαριτωμένα με το «Εγέρθητι» που είχε πει. Ακόμα χειρότερα ποιος μπορεί να ξεχάσει εκείνους που μιλούσαν για τη σοβαρή Χρυσή Αυγή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Έμειναν εκείνοι που δεν διστάζουν να ξεσπάσουν σε ομοφοβικά και σεξιστικά παραληρήματα και που αν και καταδικάστηκαν από την ΕΣΗΕΑ συνέχισαν να δημοσιογραφούν σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Το κείμενο συνεχίζεται από κάτω

Έμειναν εκείνοι που την περίοδο του δημοψηφίσματος κυριολεκτικά φώναζαν συνεχώς πως θα πτωχεύσουμε αν δεν θέλουμε να μείνουμε στην Ευρώπη. Και όχι μόνο οι μεγαλο-δημοσιογράφοι. Ακόμη και οι «μικροί» ρεπόρτερ που πρακτικά είναι αναλώσιμοι συντάχθηκαν με τη συγκεκριμένη γραμμή είτε το ήθελαν, είτε όχι. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τους ηλικιωμένους που απηυδησμένοι από την δημοσιογραφική καφρίλα έβλεπαν κάμερες έξω από τις τράπεζες να μεταδίδουν live και έβριζαν τους δημοσιογράφους με αποτέλεσμα να σπρώχνωνται ή απλώς να κόβεται η σύνδεση; To αποτέλεσμα; Κατά τη διάρκεια εκείνων των ημερών γράφτηκαν μερικές από τις πιο μελανές γραμμές της δημοσιογραφίας.

Έμειναν εκείνοι που χωρίς να έχουν πιεί ποτέ τους καφέ στα Εξάρχεια, εκφέρουν άποψη για το αν τα παιδιά στο «γκέτο» της Αθήνας μεγαλώνουν σωστά ή αν γίνονται εγκληματίες στοχοποιώντας μια ολόκληρη περιοχή. Την ίδια περιοχή που συνηθίζουν να χαρακτηρίζουν ως «Άβατο».

Έμειναν εκείνοι που μόνιμα ρίχουν τις ευθύνες για τα «Μπάχαλα» στους «Γνωστούς Αγνώστους» και όχι στις αστυνομικές πρακτικές και τη βιαιότητα των ένστολων Ματάδων που δεν έχουν διστάσει να επιτεθούν σε εφήβους και ΑΜΕΑ. Βέβαια αυτού του είδους οι βιαιότητες δεν προβλήθηκαν ποτέ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ενώ οι ουρές στα συσσίτια μεγαλώνουν η τηλεόραση επιλέγει ακόμη να προβάλλει ρεπορτάζ για τους καλύτερους κώλους στις αθηναικές παραλίες.

Έμειναν εκείνοι που ενώ έχουν καταπατήσει κάθε κανονισμό της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, αποφάσισαν να υποταχθούν στην απαγόρευση του ΕΣΡ όταν αυτό αποφάσισε να μην προβάλονται εικόνες εξαθλίωσης των πολιτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ οι ουρές στα συσσίτια μεγαλώνουν η τηλεόραση επιλέγει ακόμη να προβάλλει ρεπορτάζ για τους καλύτερους κώλους στις αθηναικές παραλίες. Αυτό την ώρα που η χώρα βιώνει μια απο τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές και οικονομικές κρίσης στην ιστορία της.

Έμειναν εκείνοι που βοήθησαν τον Ανδρέα Λοβέρδο να διαποπομπεύσει τις οροθετικές γυναίκες δημοσιοποιώντας τις φωτογραφίες τους. Οι κίτρινοι, οι Αυριανιστές και τα πιόνια.

Η επικράτηση της άποψης ότι όλοι οι αναρχικοί μισούν όλους τους δημοσιογράφους είναι λάθος.

Η επικράτηση της άποψης ότι όλοι οι αναρχικοί μισούν όλους τους δημοσιογράφους είναι λάθος. Έχει προκύψει και εδραιωθεί από εκείνους που μισούμε. Είναι πολύ λογικό όταν δεν κάνεις καλά τη δουλειά σου ή ακόμα καλύτερα όταν πληρώνεσαι για να παραπληροφορείς, να προσπαθείς να προβάλεις το φταίξιμο σε εκείνον που αντιδράει και να κρυφτείς πίσω από την άποψη ότι αυτοί που σε μισούν, μισούν τους πάντες.

Υπάρχουν εκεί έξω δημοσιογράφοι που παραιτήθηκαν επειδή αρνήθηκαν να λογοκριθούν ή ακόμα χειρότερα να αυτολογοκριθούν και να γίνουν πειθήνια σκυλάκια για να μην χάσουν τη δουλειά τους. Υπάρχουν κι εκείνοι με την εναλλασσόμενη πολιτική στήριξη, που αποκλείουν καλεσμένους και θέματα που καταπατούν κάθε κώδικα δεοντολογίας ή εκείνοι που βολεύτηκαν σε κομματικές εφημερίδες και λειτουργούν σαν γραφεία τύπου του κάθε κόμματος. Αυτούς μισεί το αναρχικό κίνημα. Εκείνους που στο job description τους είχαν βάλει πρώτη την δυνατότητα τους να κάνουν προπαγάνδα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η δημοσιογραφία υπάρχει επειδή οι κυβερνήσεις λένε ψέματα

Στην πραγματικότητα δεν είναι λίγες οι φορές που δημοσιογράφοι που κόντεψαν να φάνε ξύλο σε πορείες έχουν προστατευτεί από αναρχικούς και άλλους διαδηλωτές, ακριβώς γιατί πιστεύουμε στην ελευθερία της ενημέρωσης και καταδικάζουμε κάθε είδους φίμωση εναντίον τους. Ακόμη και όταν κυκλοφορούν αφίσες με το σύνθημα «Αλήτες-Ρουφιάνοι-Δημοσιογράφοι», από κάτω αναγράφονται ονομαστικά εκείνοι στους οποίους απευθυνόμαστε για να είναι ξεκάθαρο το μήνυμα. Όπως δεν είναι και λίγες οι φορές που το αναρχικό κίνημα έχει καταδικάσει τη φίμωση και τη λογοκρισία που ενισχύονται πρώτα απ' όλα από εκείνους που αυτοπροσδιορίζονται ως δημοσιογράφοι και δέχονται να πουν και να κάνουν πράγματα χωρίς να τα πιστεύουν.

Η δημοσιογραφία υπάρχει γιατί οι κυβερνήσεις λένε ψέματα έλεγε ο I.F Stone, ένας ερευνητής Αμερικανός δημοσιογράφος. Και είναι αλήθεια. Γι' αυτό και τα πάντα γυρίζουν γύρω από τη δημοσιογραφία. Ο κόσμος, η κοινωνία, η πολιτική, ακόμη και ο έρωτας. Δεν χρειάζεται οι δημοσιογράφοι να αλλάξουν τον κόσμο, αν επιχειρήσουν να τον καταγράψουν όπως ακριβώς είναι, ο κόσμος είναι θέμα χρόνου να αλλάξει. Κι εμείς, θα είναι θέμα χρόνου να σταματήσουμε να φωνάζουμε «Αλήτες-Ρουφιάνοι-Δημοσιογράφοι».
Aν και δεν είμαστε οι μόνοι:

*Η παραπάνω άποψη δεν εκφράζει όλο το αναρχικό κίνημα.

Περισσότερα από το VICE Τα ΜΑΤ στη Θεσσαλονίκη Θεώρησαν ότι Είναι Καλή Ιδέα να Ρίξουν Δακρυγόνα σε Καταλήψεις που Φιλοξενούν Πρόσφυγες Ποιες Τηλεοπτικές Άδειες; Το νέο Μέσο Είναι το Μήνυμα Δωρεάν Μαθήματα Δημοσιοκαφρίας: To Χειρότερο Σχόλιο για την Ομιλία της Μισέλ Ομπάμα

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.