FYI.

This story is over 5 years old.

Stuff

Η Γυναίκα που «Έπιασε» τον Snowden

Το ντοκιμαντέρ της Laura Poitras με θέμα την κατασκοπεία, που κατέληξε σε «θρίλερ».
ALEX PASTERNACK
Κείμενο ALEX PASTERNACK

Με φωτογραφίζουν και μου τυπώνουν μια προσωρινή ταυτότητα την οποία βάζω σε μια σχισμή, μπαίνω σε έναν ανελκυστήρα και εν συνεχεία οδηγούμαι προς το τέλος ενός διαδρόμου. Σε ένα γραφείο, εντοπίζω ένα υπογεγραμμένο γράμμα που φέρει την σφραγίδα του Αντιπροέδρου. Με φέρνουν σε ένα δωμάτιο χωρίς παράθυρα, μέσα στο οποίο κάθεται η κινηματογραφίστρια Laura Poitras. Σε ένα τραπεζάκι βλέπω ένα MacBook Pro με ένα αυτοκόλλητο που λέει «Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας - Παρακολουθούμενη Συσκευή». Πίσω της υπάρχει μια αφίσα του Ricky Gervais. Βρισκόμαστε στα γραφεία του HBO, του καναλιού που έχει ξεκινήσει συζητήσεις για να αποκτήσει τα τηλεοπτικά δικαιώματα της νέας της ταινίας Citizenfour, πριν καν  ολοκληρωθούν τα γυρίσματα. Λίγο καιρό αργότερα, η ταινία θα αποσπάσει διθυραμβικά σχόλια στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Νέας Υόρκης. Χαιρετιόμαστε δια χειραψίας και της δείχνω το κασετοφωνάκι μου. «Σε πειράζει να γράφει;», την ρωτάω.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Γελάει στιγμιαία πριν συμφωνήσει. «Εξαιρετικά ευγενική ερώτηση, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς το πλαίσιο αυτής της ιστορίας», μου λέει.

Το πλαίσιο είναι αρκετά σοβαρό. Τον Ιούνιο του 2013, η Poitras έφτιαξε ένα βίντεο που έδινε πρόσωπο και όνομα, σάρκα και οστά στις αποκαλύψεις σχετικά με ένα τεράστιο μυστικό και ένα νομικά αμφίβολο παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης. Ένα χρόνο αργότερα, η Poitras έγινε η πρώτη δημοσιογράφος που επικοινώνησε με τον συνεργάτη του NSA Edward J Snowden, που τότε της μίλησε ανώνυμα. Έκτοτε, το μεγαλύτερο μέρος των άρθρων που έχουν γραφεί με βάση αυτήν τη επικοινωνία φέρουν την υπογραφή του συνεργάτη της Glenn Greenwald μεταξύ άλλων και έχουν δημοσιευτεί κυρίως μέσω του The Intercept, του μέσου δηλαδή που έστησε η Poitras. Η ίδια ξόδεψε τον χρόνο της ολοκληρώνοντας το πολυαναμενόμενο ντοκιμαντέρ της σε ένα στούντιο του Βερολίνου, μετακομίζοντας εκεί από την Νέα Υόρκη το 2012, προσπαθώντας να ξεφύγει από τους συνεχείς ελέγχους ασφαλείας που αναγκαζόταν να περάσει κάθε φορά που έμπαινε σε αεροπλάνο. Από το 2006 και μετά, τα αεροπορικά της εισιτήρια έφεραν πάντα την σφραγίδα SSSS ή αλλιώς Secondary Security Screening Selection.

Πλέον αυτή η διαδικασία έχει σταματήσει, αλλά στοιχηματίζει πως ακόμα παρακολουθείται από την κυβέρνηση της χώρας της. Χρησιμοποιεί το κινητό της σπάνια και έχει γίνει ειδική στις κρυπτογραφημένες επικοινωνίες. «Πραγματικά πιστεύω πως υπάρχουν μερικοί πάρα πολύ εκνευρισμένοι και ισχυροί άνθρωποι που είναι έξω φρενών που ασχολούμαι με αυτήν την ιστορία», μου είπε. «Φαντάζομαι ότι παρακολουθούν τόσο τις επικοινωνίες μου, όσο και με το ποιον συχνάζω».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η Laura Poitras στοιχηματίζει πως ακόμα και σήμερα παρακολουθείται από την κυβέρνηση της χώρας της

Στο τέλος της εξαιρετικής της ταινίας, υπάρχει μια αποκάλυψη για το μέγεθος της λίστας παρακολούθησης της αμερικάνικης κυβέρνησης. Την ρωτάω αν θα μπορούσα να μπω σε αυτήν την λίστα επειδή της μίλησα.

Η Poitras γελά. «Όταν ο Snowden μου μιλούσε, είχα προειδοποιήσει τους φίλους μου. Τους είπα ότι αν αυτά που μου έλεγε ήταν αληθινά, θα επακολουθούσε μια τεράστια έρευνα σχετικά με αυτές τις διαρροές, πράγμα που σημαίνει πως όλοι οι άνθρωποι που ξέρω και στους οποίους μιλάω, θα γίνουν κομμάτι αυτής της έρευνας. Μπορεί να μην το μάθουν, ή να μη επικοινωνήσει ποτέ κάποιος μαζί τους». Με καθησύχασε όμως και μου είπε πως «δεν νομίζω ότι είσαι σε αυτήν την κατηγορία».

Παρά το βαρύ θέμα της ταινίας της, μερικές από τις πιο δυνατές στιγμές του Citizenfour που θα προβληθεί στις αίθουσες από τις 24 Οκτωβρίου, είναι αυτές οι μικρές στιγμές οικειότητας που καταφέρνει να «πιάσει» η Poitras μέσα στην καρδιά των αποκαλύψεων και της έντασης. Στιγμές που είναι καθημερινές, βαρετές, ακόμα και αστείες.

«Θα σου δώσω μια επαγγελματική συμβουλή» λέει ο Snowden σε ένα σημείο, καθώς κάθεται σε ένα τσαλακωμένο κρεβάτι και ανακαλύπτει πως ο Greenwald έχει αφήσει μια κάρτα SD με απόρρητα έγγραφα στον υπολογιστή του. «Να θυμάσαι να την αλλάζεις αυτήν ανά τακτά χρονικά διαστήματα». Το αστείο σε αυτό το σημείο, είναι από αυτά που σε κάνουν να γελάς κάπως άβολα. Είναι αστείο γιατί ουσιαστικά δεν είναι και τόσο αστείο. Βλέπουμε έναν τεχνολογικό τεχνικό να την «λέει» σε έναν δημοσιογράφο για την κακή του σχέση με την ψηφιακή ασφάλεια, ένα σενάριο που πολλοί από εμάς γνωρίζουμε καλά. Μόνο που εδώ, αυτά που διακυβεύονται είναι σε μια απείρως πιο υψηλή κλίμακα. Σχεδόν κωμικά υψηλή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τότε είναι που ο Snowden ρίχνει μια κόκκινη κουκούλα πάνω από το κεφάλι του και τον υπολογιστή του. Είναι μια στιγμή γραφικής παράνοιας. Η κάμερα γυρίζει στο προβληματισμένο και αγχωμένο πρόσωπο του Greenwald, που εκφράζει πλήρως το μέγεθος και την σουρεαλιστική φύση της κατάστασης.

«Δεν πρόκειται για επιστημονική φαντασία», λέει ο Snowden στον Greenwald σε κάποιο σημείο, «αυτό που ζεις αυτήν την στιγμή, συμβαίνει, είναι αλήθεια». Σε εκείνο το δωμάτιο, εκείνη την στιγμή γράφεται ιστορία και είμαστε και εμείς εκεί, μαζί με αυτούς που την γράφουν. Η έκφραση του Greenwald είναι η έκφραση όλων μας, κάπου ανάμεσα στην αμηχανία και στην αίσθηση ότι βρισκόμαστε σε πολύ βαθιά και επικίνδυνα νερά. Είναι η έκφραση που συμβολίζει αυτήν την υπερφόρτωση πληροφορίας που δεχόμαστε, την ιστορική μοναδικότητα της στιγμής, της πλήρους σύγχυσης που προκαλεί η εικόνα ενός νεαρού ανθρώπου που φαίνεται να έχει καταδικάσει τον εαυτό σε μια ζωή αιώνιου πόνου.

«Με ρωτάς γιατί σε διάλεξα», έλεγε στην Poitras ο Snowden στην αρχή του ντοκιμαντέρ. «Δεν το έκανα εγώ. Εσύ με διάλεξες»

Ο Snowden είχε επικοινωνήσει αρχικά με την Poitras, όπως λέει ο ίδιος, γιατί είχε δει το The Program, μια ταινία μικρού μήκους που είχε φτιάξει η κινηματογραφίστρια σχετικά με τον μαθηματικό του NSA Bill Binney και τις προσπάθειες που κατέβαλε ο ίδιος να αλλάξει το πώς αντιμετώπιζε η υπηρεσία του την έννοια της εγχώριας παρακολούθησης, μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, δουλεύοντας πάντα «μέσα στο σύστημα». Το 2007, πράκτορες του FBI πραγματοποίησαν έφοδο στο σπίτι του, στο πλαίσιο έρευνας που ξεκίνησε με αφορμή ένα άρθρο των New York Times από το 2005, με θέμα το χωρίς φραγμούς πρόγραμμα παρακολούθησης της υπηρεσίας. Το The Program ήταν μια ασυνήθιστη ταινία για την Poitras, καθώς στην θέση της όποιας δράσης, ήταν απλά μια συνέντευξη με έναν άνθρωπο, που «έσπαγε» με μερικά πλάνα μιας οικοδομής στην Utah. Έστω κι έτσι όμως, παρέμενε συναρπαστική και δραματική.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Με ρωτάς γιατί σε διάλεξα», έλεγε στην Poitras ο Snowden στην αρχή της όλης διαδικασίας. «Δεν το έκανα εγώ. Εσύ με διάλεξες. Η παρακολούθηση την οποία έχεις υποστεί, σημαίνει ότι σε έχουν επιλέξει. Από εδώ και πέρα, να ξέρεις πως κάθε σύνορο που περνάς, κάθε αγορά που πραγματοποιείς, κάθε τηλεφώνημα που κάνεις, κάθε φίλος που έχεις, κάθε άρθρο που γράφεις, κάθε ιστότοπος που επισκέπτεσαι, κάθε γραμμή που γράφεις και κάθε πακέτο που στέλνεις, βρίσκονται στα χέρια ενός συστήματος, το οποίο μπορεί να σε «φτάσει» όπου κι αν βρίσκεσαι». Η τελευταία του φράση ήταν αυτή που έδεσε αυτόν και την Poitras. «Είσαι ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που μπορούν να πουν αυτήν την ιστορία».

Από το 2001, η Poitras έχει γυρίσει άλλα τρία ντοκιμαντέρ. Το Flag Wars, με θέμα τις εντάσεις μεταξύ της ομοφυλοφιλικής και της μαύρης κοινότητας με φόντο ένα ολοένα και πιο εξευγενισμένο Colombus, στο Ohio, καθώς και το πρώτο εκ των δύο ντοκιμαντέρ της με θέμα την 11η Σεπτεμβρίου. Η Poitras, ξοδεύει τόσο καιρό με τα άτομα τα οποία κινηματογραφεί που πολλές φορές, ξεχνούν ότι είναι εκεί. Το ίδιο κι εμείς. Στο Citizenfour, η ίδια εμφανίζεται ελάχιστα. Εντούτοις, αυτής της η δημιουργία είναι μια πιο προσωπική δουλειά σε σύγκριση με οτιδήποτε άλλο έχει κάνει, καθώς χρωματίζεται και από τις δικές τις εμπειρίες με τους συνοριακούς ελέγχους. Μπορεί να αφήνει τον Snowden να πρωταγωνιστήσει, αλλά σε έναν κόσμο που παρακολουθείται τόσο στενά, η ιστορία που μας λέει το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας αφορά και την ίδια.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Από το να επικεντρωθεί στα έγγραφα τα οποία έχουν διαρρεύσει - τα οποία τελικά δεν βλέπουμε καθόλου κατά την διάρκεια της ταινίας - η κάμερα της Poitras εστιάζει στις ανθρώπινες στιγμές της ιστορίας, αποκαλύπτοντας μια άλυτη εσωτερική διαμάχη. Οι σκηνές στο δωμάτιο του ξενοδοχείου - που αποτελούν το μάτι του κυκλώνα της ταινίας - είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα σχετικά με το πώς πλευρίζει την ιστορία του Snowden και μας χαρίζουν τις πιο αγωνιώδεις στιγμές του ντοκιμαντέρ. Η Poitras αποθανατίζει την σκηνή χωρίς να την διακόπτει, πράγμα που είναι ούτως ή άλλως δύσκολο, καθώς αποτελεί κομμάτι της.

Από την μεριά του ο Snowden είναι εύγλωττος, σκεπτικός, αποφασισμένος, με εξαιρετική αίσθηση του χιούμορ και ασυναγώνιστα κουλ, αλλά δείχνει επίσης και μια στενοχώρια για την κοπέλα του που άφησε στην Αμερική, καθώς και έντονη ανησυχία για την δική του ολοένα και πιο σκοτεινή μοίρα. Βλέπουμε τον Snowden να γράφει μηνύματα στην κοπέλα του, να βλέπει το CNN καθώς γίνονται οι αποκαλύψεις της υπόθεσης, να προσπαθεί να βρει μια νέα μεταμφίεση, που θα τον βοηθήσει να ξεφύγει. Η κάμερα της Poitras παρακολουθεί όμως και μια σειρά από άλλα γεγονότα που συνδέονται με το ευρύτερο πλαίσιο της ιστορίας της: ένα σεμινάριο παρακολούθησης του Occupy Wall Street από τον Jacob Appelbaum, ένα δικαστήριο όπου εκδικάζεται μια υπόθεση του NSA και στο αεροδρόμιο μαζί με τους υπόλοιπους εκπροσώπους των μέσων μαζικής ενημέρωσης, καθώς συλλαμβάνεται ο σύζυγος του Glenn Greenwald, David Michael Miranda κατηγορούμενος για τρομοκρατία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Snowden είναι εύγλωττος, σκεπτικός, αποφασισμένος, με εξαιρετική αίσθηση του χιούμορ και ασυναγώνιστα κουλ

Το πρωινό της 3ης Ιουνίου, η Poitras και ο Greenwald συναντούν τον Snowden σε ένα εστιατόριο στο Hong Kong και τον ακολουθούν στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του. Η κινηματογράφηση ξεκινάει με το που κλείνει η πόρτα του δωματίου. Ο κύβος του Rubik που χρησιμοποίησε ο Snowden ως σημάδι για το ποιος είναι, φαίνεται στο κομοδίνο.

Για να φτάσει βέβαια αυτή η στιγμή χρειάστηκε προσεκτικός σχεδιασμός και αρκετή πειθώ. Με φρέσκο ακόμα τον τρόπο που αντιμετώπισε η αμερικάνικη κυβέρνηση άλλες περιπτώσεις δημοσιογράφων σε υποθέσεις διαρροών, όπως ο James Rosen και ο James Risen, η Poitras απευθύνθηκε σε δικηγόρους πριν πάρει την απόφαση να ταξιδέψει στο Hong Kong. Τον Απρίλιο, η ανώνυμη πηγή της την είχε ενημερώσει πως δεν ήθελε πια να παραμένει ανώνυμος. Ούτως ή άλλως, μόλις δημοσιοποιούνταν οι αποκαλύψεις, το όνομα του θα γινόταν γνωστό από πηγές της κυβέρνησης. «Θέλω να καρφώσεις τον στόχο στην πλάτη μου», είπε ο Snowden σε ένα από τα πρώτα email που έστειλε στην Poitras. Αντί να επιτρέψει στην κυβέρνηση να τον «ξεσκεπάσει» ή να υπονοήσει πως οι ενέργειές του περιείχαν δόλο, ο Snowden απαίτησε να καρφωθεί στον σταυρό, αντί να προστατευτεί ως πηγή. Από την ώρα που πήρε την απόφασή του, η Poitras άρχισε να προσπαθεί να τον πείσει να βγει μπροστά στην κάμερα. Ο Snowden δεν φαινόταν να πείθεται.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η Poitras όμως, που ήδη έτρεχε το ντοκιμαντέρ της για έναν χρόνο, δεν ήταν διατεθειμένη να κάνει πίσω. «Του είπα πως ήταν εξαιρετικά σημαντικό να εξηγήσει τα κίνητρά του για να μπορέσω να τα καταλάβω κι εγώ. Ο κόσμος που θα τον έβλεπε χωρίς αυτές τις εξηγήσεις θα έβγαζε δικά του συμπεράσματα». Ο Snowden, πρόσθεσε, «είχε πάρει κάθε ρίσκο που θα μπορούσε να πάρει. Η κάμερα προσέθετε ένα ρίσκο ναι, αλλά μπροστά σε αυτά που είχε ήδη ρισκάρει, είχε πλέον σημασία; Του είπα λοιπόν ότι θα ήταν σημαντικό να έχουμε ένα ντοκουμέντο. Δεν συναντάς συχνά κάποιον που ρισκάρει τόσα πολλά».

Το Citizenfour δεν είναι απλώς μια δημοσιογραφική ιστορία για ένα τεράστιο δίκτυο παρακολούθησης. Είναι μια πρωταρχική πηγή, μια υποκειμενική ματιά σε ένα σημαντικότατο κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας

Η Poitras δεν εμφανίζεται εντελώς αντίθετη με την έννοια της παρακολούθησης ή των κρατικών μυστικών, αλλά πιστεύει ότι και τα δύο υπάρχουν σε μεγαλύτερη κλίμακα από όσο χρειάζεται. «Αυτό το οποίο λένε τόσο ο Snowden, όσο και ο Glenn και με το οποίο συμφωνώ, είναι πως αυτή η μαζική καχυποψία, πέρα από το γεγονός ότι οδηγεί στην καταπάτηση βασικών μας δικαιωμάτων, εν τέλει κάνει την συλλογή πληροφοριών πολύ πιο δύσκολη, μιας και πλέον δεν ξέρεις ποιους πρέπει να παρακολουθήσεις περισσότερο».Σκέφτηκα πως το επιχείρημά της σχετικά με το γιατί ο Snowden έπρεπε να εμφανιστεί μπροστά από την κάμερα, αντηχούσε ως ένα σημείο τις δοκιμασίες και τα ερωτήματα που αντιμετωπίζει ευρύτερα η σύγχρονη δημοσιογραφία. Κοινώς, πόσο ρίσκο αξίζει να πάρει κάποιος για να πει μια ιστορία; Τα οφέλη από μια ιστορία δημοσιοποίησης απόρρητων πληροφοριών, υπερνικούν το προσωπικό κόστος που πρέπει να αναλάβει ο δημοσιογράφος; Και τελικά, ποιος πρέπει να είναι ο υπεύθυνος για τέτοιου είδους αποφάσεις;

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η ιστορία γύρω από την ιστορία

Το Citizenfour δεν είναι απλώς μια δημοσιογραφική ιστορία για ένα τεράστιο δίκτυο παρακολούθησης και τον άνθρωπο που το ξεσκέπασε. Δεν είναι απλώς μια καταγραφή «της πιο σοβαρής διαρροής απόρρητων πληροφοριών στην ιστορία των μυστικών υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών», όπως την χαρακτήρισε ο αναπληρωτής διευθυντής της CIA Michael Morell. Είναι μια πρωταρχική πηγή, μια υποκειμενική ματιά σε ένα σημαντικότατο κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας και φυσικά είναι και μια ιστορία για την ίδια την δημοσιογραφία και τους περίπλοκους τρόπους μέσω των οποίων ασκείται στην σημερινή εποχή.

Για την Poitras και τον Greenwald, που αξιολόγησαν κάποια από τα έγγραφα κατά την διάρκεια της πτήσης προς το Hong Kong, ο Snowden φάνταζε μια απόλυτα αξιόπιστη πηγή. Εντούτοις, αποδείχθηκε πολύ νεαρότερος - και πολύ πιο ήρεμος - από όσο μπορούσαν να φανταστούν. «Ήταν φοβερό», μου είπε η Poitras. «Όταν φτάσαμε ήμασταν αρκετά νευρικοί και ξαφνικά συναντήσαμε έναν απόλυτα ήρεμο νεαρό, ο οποίος μας είπε ότι μας εμπιστευόταν».

Υπάρχει και μια ιδέα σκεπτικισμού στην ταινία και αυτή έχει την μορφή του βετεράνου δημοσιογράφου της εφημερίδας Guardian, Ewen MacAskill, o οποίος εμφανίζεται μια μέρα αργότερα από την Poitras και τον Greenwald και αναλαμβάνει τον ρόλο της «μπέημπι σίτερ», καθώς και τον ρόλο αυτού που πρέπει να επιβεβαιώσει ότι ο Snowden είναι αυτός που δηλώνει πως είναι. Ο καχύποπτος τρόπος που κοιτάει τον Snowden, είναι ενδεικτικός. «Δεν ξέρω τίποτα για σένα», του λέει σε ένα σημείο. «Δεν ξέρω καν πως σε λένε».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Ξόδεψα δύο ώρες προσπαθώντας βασικά να καταλάβω ποιος είναι», μου είπε ο MacAskill. Μόνο όταν ο Snowden του έδειξε τις επαγγελματικές του κάρτες και ταυτότητες άρχισε να χαλαρώνει. Η εμπιστοσύνη του προς τον Snowden παρέμεινε ασταθής μέχρι που έλαβε τις επιβεβαιώσεις που χρειαζόταν τόσο από το NSΑ, όσο και από τον Λευκό Οίκο, πως τα έγγραφα για τα οποία γινόταν λόγος, ήταν αληθινά.

«Από το να περιοριστεί η πνευματική μου ελευθερία, προτιμώ να φυλακιστώ», λέει ο Snowden

Η ένταση αυτών των σκηνών ενισχύεται ακόμα περισσότερο από το πόσο υπεράνθρωπα κουλ φαίνεται ο Snowden όταν βρίσκεται μπροστά στην κάμερα. «Από το να περιοριστεί η πνευματική μου ελευθερία, προτιμώ να φυλακιστώ», λέει ο Snowden. «Θυμάμαι πως ήταν το internet πριν αρχίσουν να το παρακολουθούν. Δεν έχει υπάρξει κάτι αντίστοιχο στον κόσμο».

Ο πατέρας του Edward, ο Lonnie Snowden, βρέθηκε στην πρεμιέρα της ταινίας στην Νέα Υόρκη και βρήκα την ευκαιρία να τον ρωτήσω αν πίστευε πως το ντοκιμαντέρ προσέθετε μια νέα διάσταση στο πως μπορεί να αντιληφθεί το κοινό τον γιό του.

«Κοίτα, η ουσία είναι πως έχουμε μπει στην διαδικασία αυτής της συζήτησης, αυτής της κάλπικης συζήτησης, σχετικά με το αν ο γιος μου είναι ήρωας, πατριώτης ή προδότης. Μας αρέσει να χρησιμοποιούμε τέτοιες λέξεις. Στην πραγματικότητα απλά είπε την αλήθεια. Και τον σταυρώνουν για αυτό».

«Τα ντοκιμαντέρ είναι ένα ισχυρό μέσο για να ακουστεί η αλήθεια», συνέχισε. «Όταν έχεις πανίσχυρους ανθρώπους στην κοινωνία που φοβούνται την αλήθεια, τότε είναι που έχεις στα αλήθεια ένα πρόβλημα».

Η Poitras γεννήθηκε στην Βοστώνη της Μασαχουσέτης και μετά το λύκειο μετακόμισε στο Σαν Φρανσίσκο για να δουλέψει ως σεφ, σε ακριβά γαλλικά εστιατόρια. Όταν οι εργαζόμενοι στα εστιατόρια οργάνωσαν το σωματείο τους και η δουλειά της Poitras μειώθηκε σε ένα πιο ανθρώπινο οχτάωρο, εκείνη βρήκε τον χρόνο και άρχισε να φοιτά στο San Francisco Art Institute. Εκεί, σπούδασε κινηματογραφία δίπλα σε avant-garde κινηματογραφιστές όπως ο Ernie Gehr και ο George Kahr. To 1992 μετακόμισε στην Νέα Υόρκη για να σπουδάσει πολιτική θεωρία και κινηματογράφηση ντοκιμαντέρ στο New School of Social Research. Την 11η Σεπτεμβρίου την βίωσε στο Manhattan. Επηρεασμένη από το ιστορικό γεγονός, άρχισε να πραγματοποιεί ταξίδια στο Ιράκ το 2004, για να γυρίσει το "My Country My Country", ενώ το 2006, βίωσε τον πρώτο από τους 40 συνολικά συνοριακούς ελέγχους που θα δεχόταν.

Η κυβέρνηση άρχισε να παρακολουθεί την Poitras από την ημέρα που λέγεται πως κινηματογράφησε μια ανταλλαγή πυρών μεταξύ Ιρακινών και Αμερικάνων στρατιωτών, θεωρώντας ότι η κινηματογραφίστρια είχε ενημερωθεί για το συμβάν πριν αυτό λάβει χώρα. Η ίδια συνεχίζει να αρνείται κάτι τέτοιο, δηλώνοντας πως εξακολουθεί να μην κατανοεί πως βρέθηκε στη λίστα παρακολούθησης της κυβέρνησης, μια άγνοια και απορία που ουσιαστικά κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον της για αυτό το θέμα.

Είναι πιθανό η Poitras και ο Greenwald να εμπλακούν στο δικαστικό «κυνηγητό» της αμερικάνικης κυβέρνησης με στόχο τον Snowden, o οποίος κατηγορείται για παραβίαση του νόμου περί αντικατασκοπείας, αλλά η Poitras παραμένει αισιόδοξη. «Είμαι σίγουρη πως η κυβέρνηση έχει εξετάσει όλες τις πιθανότητες, αλλά το να κυνηγήσει εμάς θα προκαλούσε μεγάλες αντιδράσεις στα μέσα ενημέρωσης.  Είναι κοινώς αποδεκτό ότι αυτή η ιστορία είναι εξαιρετικά σημαντική και ότι τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης θα μας προστατέψουν».

Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, το πρόσωπο του Snowden παραμένει κατά κύριο λόγο ανέκφραστο. Η γαλήνη στην καρδιά του κυκλώνα. Σε ένα πλάνο λίγο πριν το τέλος, τον βλέπουμε πλέον σε Ρωσικό έδαφος, να μαγειρεύει μαζί με την κοπέλα του, που πλέον ζει μαζί του ανά διαστήματα. Λίγο πριν πέσουν οι τίτλοι, βλέπουμε έναν σαφώς πιο ήρεμο Greenwald να κάθεται με τον Snowden σε ένα άλλο δωμάτιο ξενοδοχείου και να συζητάνε μια νέα αποκάλυψη από μια καινούργια κυβερνητική πηγή. Ο Greenwald σχολιάζει το πόσο ατρόμητος είναι ο Snowden και στην συνέχεια γράφει κάτι σε ένα κομμάτι χαρτί και του το δίνει. Εικάζουμε ότι είναι το νούμερο των ανθρώπων που βρίσκονται στην κυβερνητική λίστα παρακολούθησης - που υπολογίζεται στις 700.000 - καθώς και μια ακόμα πληροφορία σχετικά με την πηγή αυτής της διαρροής.

«Αυτό θα μπορούσε να ανεβάσει το επίπεδο αυτής της ιστορίας πολύ ψηλότερα», λέει ο Snowden με έναν συνδυασμό συγκίνησης και έκπληξης να διαγράφεται στο πρόσωπό του.

Το ίδιο αισθανόμαστε κι εμείς καθώς το βλέπουμε και όχι μόνο λόγω της συγκεκριμένης αποκάλυψης. Μας κάνει εντύπωση που βλέπουμε την έκπληξη στο πρόσωπο του Snowden, γιατί για πρώτη φορά πιάνεται απροετοίμαστος από το σύστημα μέσα στο οποίο κάποτε δούλευε, έστω και αν δεν βλέπουμε τι είναι ακριβώς αυτό που προκάλεσε αυτήν του την αντίδραση.  Το χαρτί σκίζεται στο τέλος, οπότε μας μένει μόνο το ανθρώπινο στοιχείο, το πρόσωπο του Snowden. Κοιτάζοντάς το, η κάμερα της Poitras μας αναγκάζει να κοιτάξουμε το σκοτάδι και το χάος που προκαλεί η αποκάλυψη ενός τέτοιου μυστικού. Στο πρόσωπό του - που έχει μια γκριμάτσα που δεν έχουμε ξαναδεί - βλέπουμε την αληθινή ανθρώπινη έκπληξη που όλοι μας μπορούμε να νιώσουμε και να καταλάβουμε.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter Facebook και Instagram.