Κείμενο: Μελπομένη ΜαραγκίδουΚοντεύει 4.00 τα ξημερώματα Σαββάτου. Μέσα στο προκάτ δωματιάκι κάνει τόσο κρύο που το σώμα του παλαιολιθικού ηλεκτρικού καλοριφέρ, όπως και το κλιματιστικό στον τοίχο, δεν έχουν καταφέρει να ζεστάνουν τον χώρο. Απόκτημα από την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, αυτά τα λίγα τετραγωνικά στο Πεδίον του Άρεως με τα 2 μονά κρεβάτια, την κουκέτα, την παλιά τηλεόραση και τις 2 χημικές τουαλέτες απ' έξω, αποτελούν τον χώρο αναμονής των πληρωμάτων του ΕΚΑΒ ανάμεσα στα περιστατικά. Από τις 10.00 το βράδυ που ξεκίνησε η βάρδια, μέχρι τώρα, ευτυχώς δεν έχει τύχει κανένα βαρύ περιστατικό, αν και οι βραδινές βάρδιες της Παρασκευής και του Σαββάτου, που ο κόσμος βγαίνει και πίνει, ανεβάζουν την επικινδυνότητα για τροχαία.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Καθόμαστε για λίγα λεπτά στο δωμάτιο περιμένοντας το επόμενο σήμα. «Για καμία βάρδια δεν μπορείς να πεις ότι είναι ήσυχη μέχρι να τελειώσει», μου λέει ο Παναγιώτης και ο Γιάννης συμφωνεί. Δουλεύουν μαζί πλήρωμα στο ίδιο ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ από το 2010 - οι δυο τους έχουν έρθει από την επαρχία στην Αθήνα γι' αυτό το σκοπό κι έχουν αντιμετωπίσει πολλές καταστάσεις στις βάρδιές τους όπως μου εξιστορούν. Τα μάτια μου σχεδόν κλείνουν από την κούραση και αναρωτιέμαι πώς αντέχουν τέτοιο βάρβαρο ωράριο, αφού είχαν ξανά οχτάωρη βάρδια το ίδιο πρωί.
Στο ξύλινο τραπεζάκι είναι ακουμπισμένος ο ασύρματος από τον οποίο ακούγονται τα σήματα για τα περιστατικά. Το ρολόι δείχνει 4.00 ακριβώς όταν ο διαβιβαστής ακούγεται από την άλλη άκρη να φωνάζει «Α10 Α10». Το Α10 είναι το νούμερο του ασθενοφόρου όπου πλήρωμα είναι ο Παναγιώτης και ο Γιάννης. «Ανακοπή», ακούγεται από τον ασύρματο που μας δίνει την διεύθυνση για το περιστατικό έξω από ένα νυχτερινό μαγαζί και από εκεί που καθόμαστε ήρεμοι, μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου αρχίζουμε να τρέχουμε προς το ασθενοφόρο. Όλα κρίνονται στο πόσο γρήγορα θα καταφέρει να βρεθεί το ασθενοφόρο στο σημείο.
Αν και οι δρόμοι είναι σχετικά άδειοι ανοίγουμε την σειρήνα και ο Γιάννης, που γι' αυτήν την βάρδια οδηγεί κιόλας, πατάει τέρμα το γκάζι. Κάθομαι στο πίσω μέρος του ασθενοφόρου και τους παρακολουθώ από το ενδιάμεσο παραθυράκι να δείχνουν σίγουροι και ήρεμοι. Από την άλλη παρά το ότι έχω περάσει μαζί τους δύο βραδινές βάρδιες δεν έχει τύχει να βρεθώ σε βαρύ περιστατικό κι έτσι έχω αρχίσει και αγχώνομαι. Τρέχουμε τόσο γρήγορα που μέσα σε 3 λεπτά έχουμε βρεθεί από το Πεδίον του Άρεως, στην Αγίου Κωνσταντίνου, κοντά στην Ομόνοια. Η σειρήνα όμως ξαφνικά σβήνει και μου λένε ότι το σήμα ακυρώθηκε, χωρίς να δίνουν περισσότερες εξηγήσεις από τον ασύρματο. Όταν φτάνουμε πίσω στο δωματιάκι συζητάμε ότι πολλές φορές ο κόσμος μπορεί να είναι υπερβολικός όταν καλεί το ΕΚΑΒ. Σκεφτόμαστε διάφορες εκδοχές. Ίσως κάποιος να λιποθύμησε από μέθη, η παρέα του να νόμιζε ότι έπαθε καρδιά, να πήρε το ΕΚΑΒ και μέχρι να πάμε να είχε απλά συνέλθει και να ακύρωσαν το ασθενοφόρο. «Ποιος ξέρει», λένε.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Είναι η δεύτερη βραδινή βάρδια που περνάω με τον Γιάννη και τον Παναγιώτη. Το Α10 καλύπτει τον τομέα στο κέντρο της Αθήνας κυρίως στις περιοχές γύρω από το Μοναστηράκι και την Ομόνοια, αλλά λόγω της έλλειψης ασθενοφόρων η νύχτα μπορεί να τους οδηγήσει σε οποιαδήποτε περιοχή στο λεκανοπέδιο υπάρχει ανάγκη.Στην πρώτη βάρδια που περνάω μαζί τους το Σάββατο, από τις 10.00 το βράδυ μέχρι τις 6.00 το πρωί, βρέχει καταρρακτωδώς και σε κάποια σημεία το ασθενοφόρο μπάζει νερά, ενώ δυσκολεύεται να ανέβει τις ανηφόρες. Κινούμαστε κυρίως στο κέντρο με εξαίρεση ένα περιστατικό στο Περιστέρι και μας τυχαίνουν «ελαφριά» περιστατικά, όπως λιποθυμίες, μέθη και οσφυαλγίες, τα οποία τα μεταφέρουμε στα επείγοντα των νοσοκομείων που διανυκτερεύουν. Οι περισσότεροι είναι ηλικιωμένοι και ευτυχώς δεν συμβαίνει κανένα βαρύ έκτακτο περιστατικό. Η δεύτερη βραδιά είναι ανάλογη, με εξαίρεση έναν ξυλοδαρμό με ληστεία μπροστά από το Πάρκο στο Πεδίον του Άρεως στο οποίο έχει επέμβει και η αστυνομία, αλλά τελικά ο νεαρός που έχει δεχτεί την επίθεση αρνείται τη μεταφορά του στο νοσοκομείο.
Μάλιστα, μου κάνει εντύπωση το γεγονός ότι η ομάδας ΔΙΑΣ έχει κάνει πανκινητοποίηση στο σημείο. Μετά από λίγο βρίσκει έναν μετάναστη που περνάει από εκεί, τον οδηγεί προς το θύμα της επίθεσης, το οποίο όμως δεν τον αναγνωρίζει ως δράστη κι έτσι τον αφήνουν να φύγει. Σε όλη τη διαδικασία, ο Γιάννης και ο Παναγιώτης μιλούν με το θύμα του ξυλοδαρμού, παίρνουν το ιστορικό του και αρχίζουν να του κάνουν ψυχολογική συμπαράσταση. Δεν είναι άλλωστε αρκετά χτυπημένος. «Για να την κάνεις αυτήν τη δουλειά πρέπει να μην τη φοβάσαι και να σου αρέσει. Και να βάζεις στο κέντρο τον άνθρωπο», μου λέει ο Παναγιώτης και μου εξηγεί ότι «Είσαι κάθε μέρα στο κενό, δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις. Ο κάθε άνθρωπος είναι άνθρωπος και είσαι εκεί όχι για να τον κρίνεις αλλά για να τον βοηθήσεις. Δε σε νοιάζει τι δουλειά κάνει, αν είναι άστεγος, από πού κατάγεται, τίποτα».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τους ρωτώ να μου πουν γιατί μπορεί να αργεί ένα ασθενοφόρο. Όπως μου εξηγούν, τα τηλεφωνήματα του κόσμου τα διαχειρίζονται στο κέντρο το οποίο είναι υπεύθυνο να κρίνει την σημασία κάθε περιστατικού για να στέλνει σε ανάλογο χρόνο ασθενοφόρο δίνοντας πάντα προτεραιότητα στα επείγοντα. Από τη στιγμή που φτάσει το σήμα στο ασθενοφόρο αυτό επεμβαίνει άμεσα. «Τα ασθενοφόρα αργούν γιατί έχουμε λίγα οχήματα», λέει ο Παναγιώτης και δίνει ένα παράδειγμα: «Πες ότι για παράδειγμα έχεις 30 ασθενοφόρα που έχουμε περίπου κατά τη διάρκεια της νύχτας. Κι έχεις 500 κλήσεις. Πώς θα τις μοιράσεις; Πάνε πίσω τα περιστατικά, όμως αν προκύψει κάτι επείγον λειτουργούμε τάχιστα», υποστηρίζει και ο Γιάννης συμφωνεί πως: «Τα επείγοντα περιστατικά πιστεύω ότι καλύπτονται από το ΕΚΑΒ ακόμα και με αυτά τα 30 ασθενοφόρα».Αρχίζουμε και απαριθμούμε προβλήματα που έχουν να κάνουν κυρίως με την έλλειψη προσωπικού και οχημάτων, την κατάσταση των οχημάτων καθώς και συνδυαστικά την κακή χρήση του ασθενοφόρου του ΕΚΑΒ από τους πολίτες που πολλές φορές χρησιμοποιείται σαν «ταξί» ή με το σκεπτικό του να αποφύγει κάποιος την ουρά στα επείγοντα αφού το ΕΚΑΒ παραδίδει απευθείας μέσα στον γιατρό. «Τα προβλήματα έχουν να κάνουν με τα αυτοκίνητα, το προσωπικό, τη συντήρηση των αυτοκινήτων», λέει ο Γιάννης και ο Παναγιώτης προσθέτει: «Και με τους πελάτες. Γίνεται κακή χρήση ασθενοφόρου. Ο κόσμος καλεί ασθενοφόρο γιατί νομίζει ότι πεθαίνει όμως δεν πεθαίνει. Εμάς το αντικείμενό μας είναι τα επείγοντα». «Έχουμε πάει να παραλάβουμε περιστατικό που χρειαζόταν δερματολόγο και οδοντίατρο. Ακόμα και για να μετρήσουμε την πίεση. Φυσικά δεν μπορούμε να αρνηθούμε σε κανέναν», σημειώνει ο Γιάννης. Μέσα στην εβδομάδα αναμένουν νέο προσωπικό στο ΕΚΑΒ. Όμως αν δεν μεγαλώσει ο στόλος των ασθενοφόρων δεν μπορεί να λυθεί το πρόβλημα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το κυλιόμενο ωράριο είναι ένα ακόμα «αγκάθι». «Κάνουμε 2 απογεύματα στην σειρά, μετά ένα πρωί και μετά ένα πρωί-βράδυ. Οπότε, βγαίνει 16ωρο σχεδόν σερί», μου δίνει ένα παράδειγμα ο Παναγιώτης.
Τους ρωτάω πόσες μειώσεις έχουν δει στον μισθό τους από το 2010 που έπιασαν δουλειά, αλλά πια έχουν χάσει το μέτρημα. Ο μισθός τους πλέον όπως μου λένε είναι περίπου 800 ευρώ το μήνα και με τα βραδινά μπορεί να φτάσει μάξιμουμ 1.000 ευρώ. Ο Γιάννης έχει τρία παιδιά και η γυναίκα του δεν δουλεύει. Με αυτά τα 1000 ευρώ λοιπόν πρέπει να ζήσουν πέντε άνθρωποι. «Έχω κάποια βοήθεια από το χωριό, γιατί εδώ έχω ενοίκιο».Εκείνοι δουλεύουν στο κέντρο της Αθήνας που έχει βιώσει έντονα τα τελευταία χρόνια την κρίση. Πώς αυτό έχει αποτυπωθεί άραγε στα περιστατικά που έχουν; «Κάθε περιστατικό δεν έχει μόνο την παθολογική του πλευρά. Έχει και την κοινωνική του. Μπορεί να είναι και μοιρασμένα τώρα με την κρίση. Άνθρωποι εξαθλιωμένοι, κακές συνθήκες διαβίωσης, ελλειπή σίτιση, καθόλου σίτιση. Δίνουμε κάποιες συμβουλές, έχουμε γίνει και ψυχολόγοι. Σφουγγαρίστρες πόνου μας αποκάλεσε ένας ψυχίατρος», λέει ο Παναγιώτης και προσθέτει: «Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει ότι η κρίση έχει επηρεάσει τα περιστατικά. Υπάρχει έξαρση των ψυχιατρικών. Και υπήρχε και μεγάλη έξαρση στις αυτοκτονίες. Ειδικά το 2012. Άλλοι δεν έχουν λεφτά να πάρουν τα φάρμακά τους. Και υπάρχουν και πάρα πολλοί άστεγοι».
Όσο συζητάμε και πηγαίνουμε από το ένα περιστατικό στο άλλο φεύγοντας αναρωτιέμαι πώς διαχειρίζονται όλο αυτόν τον ανθρώπινο πόνο που κουβαλούν μέσα στο βανάκι. «Εγώ δεν τα κουβαλάω σπίτι. Έχω μία αρχή. Ξεκλειδώνω την πόρτα του σπιτιού μου και κλείνω της δουλειάς», λέει ο Παναγιώτης με τον Γιάννη να συμφωνεί. Οι ίδιοι μου λένε ότι στην πραγματικότητα η μνήμη τους διαγράφει τα περιστατικά μετά από κάθε βάρδια. Από το περασμένο Σάββατο όμως κάθε φορά που περνάω από το ξενοδοχείο στην Ομόνοια, θυμάμαι το περιστατικό με τον άντρα από την Νιγυρία που μετέφερε στον Ερυθρό Σταυρό ο Παναγιώτης και ο Γιάννης.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Περισσότερα από το VICEΟι Έλληνες Είναι «Άρρωστοι» με τα SneakersΈναν Χρόνο Μετά Κανείς δεν Χόρευε το Bella Ciao στο Tae Kwon DoΗ Goth Κοινότητα της Αθήνας