
«Δέκα χρόνια τραβάει ζόρι ο Αμντούλ, ρε» μου λέει στρίβοντας τσιγάρο όταν τον ρωτάω πότε ξεκίνησε το ταξίδι του. Την τζίβα δεν την έχει πια, μόνο το σκουλαρίκι στο πηγούνι.
Ήρθε στην Ελλάδα Σεπτέμβριο του 2004. Τον ρωτώ πώς. Κομπιάζει. «Δώδεκα μέρες περπατούσα, τι νομίζεις πως είναι απλό;» Από την πόλη Χαλέπι της Συρίας, μαζί με τον θείο του και έναν φίλο του θείου του, πέρασαν με βίζα στην Τουρκία, μετά από την Σμύρνη πέρασαν Αλεξανδρούπολη, ποδαράτο, μετά Κομοτηνή, ποδαράτο Ξάνθη και από ‘κει Λεωφορείο για Θεσσαλονίκη και μετά τρένο για Αθήνα. «Και δεν σε πιάσανε πουθενά» απορώ. «Αυτό που σου λέω είναι η δεύτερη φορά» απαντάει «την πρώτη φορά μας πιάσανε στην Αλεξανδρούπολη, ήμασταν πάλι οι τρεις μας και μετά από τέσσερις ημέρες που περπατούσαμε, κοιμόμασταν κάτω από κάτι δέντρα και ήρθαστυνομία από πάνω μας και μας πιάσανε "μαλάκες σηκωθείτε" μας είπαν, μας έβαλαν φυλακή και το βράδυ μας πέταξαν απέναντι, Τουρκία, με το καράβι. Μετά ξαναγυρίσαμε».Πως ξαναγύρισαν, με τι κουράγιο, αναρωτιέμαι. «Περπατήσαμε πολύ στην Τουρκία, μέρες σου λέω, φτάσαμε σε ένα χωριό και πήραμε από 'κει λεωφορείο για Κωνσταντινούπολη, μείναμε εκεί μια εβδομάδα και μετά ξαναπεράσαμε». Πως και δεν σας ξαναέπιασαν, απορώ. «Ε, την δεύτερη φορά είχαμε ήδη πάρει χαμπάρι, περπατούσαμε παράλληλα στις γραμμές του τρένου, μόνο βράδυ, μέχρι την Κομοτηνή».Το κόλπο της μάνας του Μα καλά με τι λεφτά, με τι ασφάλεια, τον διακόπτω (κάνει και κάτι διακοπές το skype). «Α, να σου πω τι κόλπο είχε κάνει η μάνα. Στα γόνατα του παντελονιού του τζιν είχε φτιάξει από μέσα τσέπες κρυφές και είχαμε από 300 ευρώ σε κάθε γόνατο. Μας είχε βάλει και κονσέρβες. Μια βδομάδα προετοιμαζόμασταν στη Συρία. Μετά μπήκαμε σε ένα ταξί στο Χαλέπι και έτσι ξεκίνησαν όλα». Από τότε δεν έχει ξαναπάει στην Συρία.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ