Δικαιώματα

Άφησε τα Παιδιά της στη Γεωργία το 2003, για να Δουλεύει σε Άλλες Οικογένειες στην Ελλάδα

Screenshot 2020-11-18 at 20
Kοινοποίηση

Ήταν Σεπτέμβρης του 2003 όταν η Κατερίνα φίλησε τη μητέρα της, την εξάχρονη κόρη της και τον 11 μηνών γιο της, κι έφυγε από το πατρικό της σπίτι, στη Γεωργία.

«Η κόρη μου αγκάλιασε τα πόδια μου και μου είπε “μη φεύγεις μαμά, μη με αφήνεις, σε παρακαλώ, δεν θα σου ξαναζητήσω τίποτα”», θυμάται 18 χρόνια μετά από εκείνο το βράδυ.

Videos by VICE

Όταν έφυγε από το Κουταΐσι, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Γεωργίας, η Κατερίνα ήταν 33 χρονών. Ήταν ήδη σε διάσταση με τον σύζυγό της και μεγάλωνε τα δύο παιδιά της με τη βοήθεια της μητέρας της. Βιοποριζόταν διοργανώνοντας πάρτι γενεθλίων, για τα οποία επιμελούνταν τη διακόσμηση του χώρου και το φαγητό.

Ωστόσο, εκείνη την περίοδο, η οικονομική κατάσταση της χώρας ήταν ασταθής και τα μεροκάματα που έκανε δεν ήταν αρκετά για να προσφέρει όσα ήθελε στα παιδιά της.

Θείες και ξαδέρφες της είχαν ήδη μεταναστεύσει για την Ελλάδα, όπου δούλευαν σε σπίτια παρέχοντας φροντίδα σε παιδιά και ηλικιωμένους. Η Κατερίνα επικοινώνησε με το γραφείο που είχε βοηθήσει τις συγγενείς της, να βρουν δουλειά στη χώρα.

«Επειδή είμαστε κι εμείς χριστιανοί ορθόδοξοι, ήθελα να πάω κάπου που να πιστεύουν στην ίδια θρησκεία. Κι επειδή είχα συγγενείς εδώ, πίστευα ότι θα ήταν πιο εύκολο για μένα», λέει.


VICE Video: «Φυλακισμένη» στην Αθήνα


Το γραφείο στη Γεωργία, της είπε ότι θα χρειαστεί να δώσει 1.200 ευρώ και 1.200 δολάρια για το ταξίδι. Ακόμα και σήμερα δεν γνωρίζει γιατί της ζητήθηκε το ποσό σε διαφορετικά νομίσματα. Θα ταξίδευε στην Ελλάδα με τουριστική visa. Εκεί, το ελληνικό γραφείο της εταιρείας στην Ομόνοια θα φρόντιζε να την φέρει σε επαφή με οικογένειες που ψάχνουν κάποια γυναίκα για να βοηθάει με τα παιδιά, τους παππούδες ή τις δουλειές του σπιτιού.

Έτσι, όταν έφυγε από το σπίτι της λίγο πριν τα ξημερώματα τον Σεπτέμβρη του 2003, η Κατερίνα επιβιβάστηκε σε ένα πούλμαν με 40 συμπατριώτισσές, οι οποίες ήλπιζαν να βρουν μία καλύτερη τύχη στην Ευρώπη. «Φύγαμε από τη Γεωργία σαν τουρίστριες», λέει. Δεν θα αποβιβάζονταν όλες στην Ελλάδα.

Από τη Γεωργία χρειάστηκαν περισσότερες από 24 ώρες για να φτάσουν στη Μόσχα. Εκεί έμειναν σε ένα ξενοδοχείο για τέσσερα βράδια. Συνέχισαν στη Φινλανδία και από εκεί πέρασαν με πλοίο στη Σουηδία, όπου έκαναν δεύτερη στάση για τέσσερις ημέρες. Ύστερα, το λεωφορείο συνέχισε σε Γερμανία και Ιταλία. Μετά από 17 ημέρες οδικού ταξιδιού η Κατερίνα έφτασε στην Ελλάδα, όπου και αποβιβάστηκε.

Screen Shot 2020-11-11 at 12.55.20 PM.png
Screenshot από Google Maps

Το γραφείο στην Ελλάδα την κατεύθυνε σε ένα σπίτι στην Πλατεία Βικτωρίας. Ήταν ένα τριάρι διαμέρισμα, όπου ζούσαν συνολικά 23 Γεωργιανές γυναίκες. «Μαγειρεύαμε, τρώγαμε και κοιμόμασταν μαζί», λέει η Κατερίνα. Ο χώρος ήταν εξαιρετικά περιορισμένος, με τον ύπνο να αποτελεί το πιο δύσκολο κομμάτι της συγκατοίκησης.

Καμία από τις 23 γυναίκες που ζούσαν σε αυτό το διαμέρισμα δεν μιλούσε ελληνικά. Πέρα από τη μητρική της, η Κατερίνα ήξερε να μιλάει και να γράφει στα ρωσικά, ενώ μπορούσε να επικοινωνήσει στοιχειωδώς στα αγγλικά. Τις πρώτες ελληνικές λέξεις τις έμαθε από λεξικό.

«Το άνοιγα και μάθαινα πώς λέγεται η κουζίνα, το κρεβάτι, το μπάνιο, η κατσαρόλα, το τηγάνι – ό,τι χρειαζόμουν. Μαθαίναμε όλες γρήγορα ελληνικά και πηγαίναμε στις δουλειές που μας έστελναν». Η Κατερίνα έμεινε σε αυτό το διαμέρισμα για μία εβδομάδα, μέχρι να μετακομίσει στο σπίτι μίας τετραμελούς οικογένειας στα βόρεια προάστια.

Τα παιδιά που φρόντιζε είχαν την ηλικία των δικών της παιδιών. Δούλευε από το πρωί μέχρι το βράδυ, έξι μέρες την εβδομάδα. Κοιμόταν σε ένα μικρό δωματιάκι στο υπόγειο. Έβγαινε από το σπίτι μόνο τις Κυριακές και συνήθως συναντιόταν με τη θεία της και τις ξαδέρφες για φαγητό.

Έτρωγε μαζί με την οικογένεια μόνο το μεσημέρι, όμως το βράδυ κατέβαινε πεινασμένη στο δωμάτιό της. Το πρωί έψαχνε υπολείμματα από το βραδινό τους στα σκουπίδια.

«Θυμάμαι μια φορά που η μητέρα των παιδιών είχε πάρει ντομάτες από τη λαϊκή για γεμιστά. Δεν ήξερα ότι τις είχε αγοράσει για αυτό και πήρα από το ψυγείο μία ντοματούλα με λίγο ψωμί, κατέβηκα κάτω στο δωμάτιό μου και την έφαγα κρυφά. Την άλλη μέρα με φώναξε και μου είπε ότι λείπει μία ντομάτα».

Η Κατερίνα τότε έβγαζε 550 ευρώ τον μήνα, όμως για τον εαυτό της κρατούσε 50 ή 100 και τα υπόλοιπα τα έστελνε πίσω στη Γεωργία, για να μεγαλώσουν τα παιδιά της με άνεση. «Τόσα χρόνια που δουλεύω εδώ, ποτέ δεν έχω κρατήσει ολόκληρο μισθό στα χέρια μου».

Πέρα από το να φροντίζει τα παιδιά, η Κατερίνα έπρεπε να σιδερώνει τα ρούχα όλης της οικογένειας και να καθαρίζει καθημερινά ένα τριώροφο σπίτι, το οποίο συχνά ήταν δύσκολη υπόθεση. «Καθάριζα τα τζάμια κι έλεγα στο μεγαλύτερο παιδί “σε παρακαλώ μη λερώσεις το τζάμι, μόλις το καθάρισα” και πήγαινε επίτηδες με λαδωμένα χέρια και το έπιανε από πάνω μέχρι κάτω». Μετά από τέσσερις μήνες παραιτήθηκε.

Στο επόμενο σπίτι που δούλεψε φρόντιζε τους παππούδες της οικογένειας, ηλικίας 92 και 95 ετών. Έμεινε σε αυτό το σπίτι για τρία χρόνια. «Την αγάπησα πολύ αυτή την οικογένεια και τα παιδιά τους με βοήθησαν πολύ, διότι όποτε μου έλειπαν τα δικά μου, αγκάλιαζα εκείνα. Όλη μου την αγάπη την έδωσα σε αυτά τα κορίτσια», λέει.

Όταν πέθανε ο παππούς και η γιαγιά, η οικογένεια από ευγνωμοσύνη τη βοήθησε να βγάλει τα χαρτιά της και την παρέπεμψε για δουλειά σε άλλες οικογένειες. «Είναι πολύ δύσκολο να αποχαιρετάς ανθρώπους που φροντίζεις, ειδικά όταν νιώθεις καλά μαζί τους. Είναι σαν να αποχωρίζομαι το σπίτι μου κάθε φορά. Επειδή ένας θεός ξέρει πώς θα είναι τα πράγματα στην επόμενη οικογένεια. Όλοι όσοι κάνουμε αυτή τη δουλειά, το νιώθουμε αυτό. Για μένα είναι πολύ σημαντική η δεύτερη οικογένεια».

Μέχρι πρότινος η Κατερίνα ανανέωνε την άδεια διαμονής της κάθε έξι μήνες. Όταν διαγνώστηκε με διαβήτη, ωστόσο, τα μεροκάματα που μπορούσε να κάνει ήταν περιορισμένα. Με τα λεφτά που έβγαζε έπρεπε να βιοποριστεί η ίδια, να στηρίξει οικονομικά τα παιδιά της και να καλύψει το κόστος των σπουδών της κόρης της. «Ήθελα πολύ να πάει η κόρη μου στο πανεπιστήμιο», λέει.

Αδυνατώντας να πληρώσει τις εισφορές της στο ΙΚΑ, η Κατερίνα έχασε την άδεια διαμονής και πλέον ζει στην Ελλάδα χωρίς έγγραφα.

Πρακτικά είναι εγκλωβισμένη στη χώρα. Εάν φύγει, δεν θα μπορέσει να γυρίσει πίσω. Αυτό το γραφειοκρατικό εμπόδιο αναγκαστικά καθυστερεί τη συνάντηση της Κατερίνας με παιδιά της, τα οποία δεν έχει καταφέρει να δει από τότε που έφυγε, το 2003.

Όλα αυτά τα χρόνια παρακολουθεί τις ζωές τους μέσω Ίντερνετ. Ο γιος της, που πλέον πλησιάζει τα 18, δεν έχει καμία ανάμνηση από τη μητέρα του. Της ζητά συχνά να επιστρέψει στη Γεωργία. «Μαμά, θέλω να σε γνωρίσω», της λέει.

Η Κατερίνα δεν κατάφερε να πάει ούτε στον γάμο της κόρης της, η οποία σύντομα θα γίνει μητέρα. Τώρα ανησυχεί ότι θα χάσει και τη γέννηση του πρώτου της εγγονιού. «Κάποτε πρέπει να φύγω από την Ελλάδα, για να γυρίσω στην πατρίδα μου».

Στη Γεωργία, όμως, δεν ξέρει αν θα καταφέρει να βρει δουλειά με αξιοπρεπή λεφτά. Συν τοις άλλοις, μετά από τόσα χρόνια απουσίας από την πατρίδα της, η Ελλάδα έχει γίνει το σπίτι της. «Δεν μπορώ να φανταστώ τη στιγμή που θα φύγω», λέει.

Ακολουθήστε την Κορίνα Πετρίδη στο Twitter.

Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.

Περισσότερα από το VICE

Η Ιστορία της Αφροδίτης, Μια Iστορία Aγάπης και Aνεργίας

Κάνε Βόλτα σαν Συνοδηγός στους Δρόμους Μεγάλων Πόλεων

Δύο Γυναίκες Επισκέπτονται το Μέρος Όπου Αυτοκτόνησαν Αγαπημένα τους Πρόσωπα

Ακολουθήστε το VICE σε Twitter, Facebook και Instagram.