Το θέμα δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE Alps.
Το 1982, η φωτογράφος Barbara Davatz, φωτογράφισε δώδεκα ζευγάρια. Έξι, δεκαπέντε και τριάντα-δύο χρόνια αργότερα (διαδοχικά, το 1988, το 1997 και το 2014) έκανε το ίδιο, με τους ίδιους ανθρώπους – μόνο που κάθε φορά κάποια από τα ζευγάρια της είχαν κάνει καινούριες σχέσεις. Η σειρά φωτογραφιών που προέκυψε, As Time Goes By (δηλαδή, Όσο Περνάει ο Καιρός), είναι γενικά μια μακροχρόνια μελέτη των διαπροσωπικών σχέσεων, της ηλικίας και του στυλ.
Το As Time Goes By, αυτή τη στιγμή φιγουράρει στο Fotostiftung Winterthur στη Ζυρίχη, οπότε κάπως έτσι ήρθα σε επαφή με την Davatz για να κουβεντιάσουμε για το project της ζωής της.
Videos by VICE
Η πραγματικότητα όπως είναι, μέσα από το Newsletter του VICE Greece.
VICE: Πώς σου ήρθε η ιδέα για αυτό το έργο;
Barbara Davatz: Τότε που μου ήρθε η ιδέα, η Ζυρίχη «έβραζε». Οι νέοι άνθρωποι αγωνίζονταν, κάτι το οποίο οδήγησε σε ταραχές. Δεν συμμετείχα ενεργά στο κίνημα, καθώς ήμουν πολύ απασχολημένη με τη δουλειά μου, αλλά ένιωσα μια μεγάλη συμπάθεια για αυτούς που συμμετείχαν. Εκτίμησα επίσης τη δημιουργικότητά τους σε graffiti, αφίσες, εφημερίδες και συνθήματα.
Το έργο αυτό δεν δείχνει άμεσα τι συνέβαινε στην Ελβετία τότε, αλλά είναι έμμεσα συνδεδεμένο με εκείνη την περίοδο. Αρχικά, ήθελα να επικεντρωθώ στην εντύπωση που δίνουν οι άνθρωποι με την εμφάνισή τους – μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τη λέξη «στυλ» εναλλακτικά, αν και εμένα δεν μου πολυαρέσει. Ο τρόπος που οι άνθρωποι αυτο-παρουσιαζόματε -ρούχα, κουρέματα, αξεσουάρ- λέει αρκετά για εμάς και τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο. Όταν οι άνθρωποι ζευγαρώνουν, βλέπεις αυτό το «στυλ» δύο φορές πιο ισχυρό. Αυτό είναι που με γοήτευσε.
Πώς βρήκες τα ζευγάρια-θέματά σου;
Όλα ξεκίνησαν με τους Kurt και Nicola. Είναι φίλοι μου. Μου φαίνονταν συναρπαστικοί κι οι δυο μαζί. Είχαν και οι δύο ξανθά μαλλιά και σχεδόν πάντα φορούσαν μαύρα ρούχα, από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Τα ρούχα τους ήταν σπιτικά φτιαγμένα ή από δεύτερο χέρι. Ήταν η έμπνευσή μου για να ξεκινήσω πορτρέτα ανθρώπων που επικοινωνούν μια κοσμοθεωρία, έναν τρόπο ζωής μέσα από την εμφάνισή τους ως ζευγάρι. Έτσι άρχισα να ψάχνω για περισσότερα ζευγάρια που έκαναν το ίδιο με τo look τους.
Πώς επέλεξες τα συγκεκριμένα ζευγάρια;
Το βασικό κριτήριο ήταν ότι όλοι οι συμμετέχοντες θα έπρεπε να έχουν μια ασυνήθιστη και ενδιαφέρουσα όψη, από πλευράς εξωτερικής εμφάνισης. Δεν θα έπρεπε να ακολουθούν τη mainstream μόδα, δεδομένου ότι θα έπρεπε να έχουν ένα μήνυμα να περάσουν μέσα από την επικάλυψή τους. Πάρτε για παράδειγμα τους Beni και Andi, δύο από τους «Bewegler» (τους ανθρώπους που πήραν μέρος στις ταραχές της Ζυρίχης). Τα σκισμένα ρούχα τους ήταν μια συνειδητή διαμαρτυρία κατά του κατεστημένου. Αυτό ήταν το μήνυμα που μετέφεραν όταν περπατούσαν στον δρόμο.
Και πώς τους φωτογράφισες;
Στεκόμασταν σε μια μεγάλη ουρά σε ένα παντοπωλείο στο Seefeld. Ο ένας τους φορούσε ένα υφασμάτινο παλτό και ο άλλος ένα δερμάτινο παλτό με επένδυση που κρεμόταν απ’ έξω, καθώς κι ένα σκισμένο πουλόβερ. Θυμάμαι ότι το πράσινο πουλόβερ του Beni είχε μπαλωθεί με κόκκινο ύφασμα. Είχα λίγο χρόνο να τους παρατηρήσω και σκέφτηκα «Αυτοί οι δύο είναι φοβεροί». Έτσι, τους είπα: «Είμαι φωτογράφος και δουλεύω μια σειρά πορτρέτων – θα σκεφτόσασταν ποτέ να φωτογραφηθείτε;».
Ήταν αρκετά σκεπτικοί στην αρχή – είμαι και είκοσι χρόνια μεγαλύτερή τους. Ωστόσο, με κάλεσαν στο διαμέρισμά τους δύο ημέρες αργότερα και κάναμε κάτι σαν συνέντευξη. Ήπιαμε καφέ και τους έδειξα το portfolio μου. Η χημεία τους ήταν τέλεια και λίγο αργότερα βγάλαμε ένα θαυμάσιο διπλό πορτρέτο. Μια από τις αγαπημένες μου φωτογραφίες ήταν από εκείνη την ημέρα.
Φωτογράφιζες πάντα ανθρώπους για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα;
Όχι απαραίτητα. Απλώς μια μέρα, οι Nikolaus Wyss και Walter Keller ήρθαν από το στούντιό μου ψάχνοντας για φωτογραφίες ώστε να δημοσιεύσουν στο περιοδικό τους, το Der Alltag. Ο Walter κοίταξε τα πορτρέτα μου και είπε «Αν σκέφτεστε να επεκτείνετε αυτή τη σειρά φωτογραφιών, θα ήθελα να τη δημοσιεύσω στο περιοδικό». Είχα σκεφτεί να συνεχίσω το project έτσι κι αλλιώς, αλλά η δουλειά δεν μου άφηνε πολύ ελεύθερο χρόνο. Το ενδιαφέρον που έδειξαν αυτοί οι δύο για την ιδέα μου όμως, ήταν ένα απίστευτο κίνητρο. Έτσι, ξεκίνησα αμέσως να δουλεύω.
Υπάρχει ένα ηδονοβλεπτικό στοιχείο στο έργο σου, το οποίο αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου;
Ναι. Αναμφίβολα, υπάρχει ένα ηδονοβλεπτικό στοιχείο στο έργο. Είναι μια σειρά πορτρέτων όπου οι άνθρωποι φαίνονται ακριβώς όπως είναι στην πραγματικότητα. Και φυσικά η διαδικασία γήρανσης είναι τόσο προφανής που φαντάζει δύσκολο να μην αισθανθείς αυτές τις φωτογραφίες πιο οικείες.
Πώς έχει αλλάξει η σχέση σου με τα «θέματά» σου με την πάροδο του χρόνου;
Με την πάροδο του χρόνου, έμαθα πολλά για τη ζωή των «θεμάτων» μου. Κάθε φορά που ορίζαμε μια ημερομηνία για να συναντηθούμε, είχαμε και την πρώτη μεγάλη τηλεφωνική συνομιλία για να καλύψουμε τον χαμένο χρόνο. Και κάθε φορά σκεφτόμουν, «Πω πω, πόσο αστεία είναι η ζωή. Έχουν συμβεί όλα αυτά τα πράγματα από την τελευταία φορά που μίλησα με αυτόν τον άνθρωπο».
Τα «θέματά» μου έχουν γίνει ένα είδος οικογένειας για μένα, αλλά πιθανότατα σημαίνουν κάτι περισσότερο για μένα από ό,τι εγώ για αυτά. Με τα χρόνια, κάθε φορά που άκουγα νέα τους ή διάβαζα κάτι σχετικό με αυτούς στην εφημερίδα -ας πούμε, κάποιος από αυτούς να έκανε μια ταινία, μια έκθεση ή να κέρδισε ένα βραβείο σχεδίου- μάζευα τα άρθρα, τις προσκλήσεις, τα εισιτήρια ή τα σχόλια. Κρατάω ένα αρχείο με ό,τι έχουν κάνει αυτοί οι άνθρωποι, όπως θα έκανε και μια περήφανη μητέρα.
Το «Barbara Davatz – As Time Goes By», 1972-2014, βρίσκεται στο Fotostiftung Winterthur στη Ζυρίχη από τις 27 Φεβρουαρίου έως τη 16η Μάη 2016.
Περισσότερα από το VICE
Φαήλος Κρανιδιώτης, η Άνοδος και η Πτώση Ενός Επώνυμου Τρολ
Πώς το Ύψος και το Βάρος σας Επηρεάζουν τον Μισθό σας
Η Διοργανώτρια ενός Sex Party στο Βερολίνο μας Εξηγεί πώς Είναι να Βάζεις Μουσική σε ένα Όργιο