FYI.

This story is over 5 years old.

The Third Eye

Ο Γιάννης Βεσλεμές (aka Felizol) Καταφέρνει να Κατεβάσει τη «Νορβηγία» στη Μεσόγειο

Και επιδιώκει να φτιάξει έναν κόσμο που θα κινείται παράλληλα με τον δικό μας.

Ο Γιάννης Βεσλεμές (τον οποίο ίσως γνωρίζεις και ως Felizol) γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1979. Σπούδασε κινηματογράφο στη σχολή Σταυράκου στην Πατησίων στα τέλη της δεκαετίας του '90, και το επίθετό του στα τουρκικά σημαίνει «ψυχογιός/θρεφτάρι». Το Felizol «δεν σημαίνει τίποτα, ηχεί όμως κάπως τρυφερά και αγαπησιάρικα», σύμφωνα, πάντα, με τα λεγόμενά του. Το χρησιμοποιεί από το 2004 - μουσική όμως παίζει από τότε που τον θυμάται.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

H «Νορβηγία»-η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία-, πραγματοποίησε στις αρχές του μήνα την παγκόσμια πρεμιέρα της στο 49ο Φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές και κάνοντας μας να περιμένουμε εναγωνίως την προβολή της και στις αθηναϊκές αίθουσες, το ερχόμενο φθινόπωρο.

Η «Νορβηγία» αφηγείται την ιστορία του βρυκόλακα Ζανό (βλ. Βαγγέλη Μουρίκη), ο οποίος το μόνο που ζητάει είναι ένα «ζεστό κορίτσι». Στη Ντίσκο Ζαρντόζ, ένα καταγώγιο -άντρο παρανόμων-, ο Ζανό συναντά την πόρνη Αλίκη (βλ. Αλεξία Καλτσίκη) και τον Νορβηγό ντίλερ Πίτερ (βλ. Ντάνιελ Μπόλντα). Μαζί τους αναλαμβάνει μια ύποπτη δουλειά που τον οδηγεί στο βουνό της Πάρνηθας, στα έγκατα της γης, και στο βασίλειο του Μαθουσάλα.

Το σενάριο είναι επίσης γραμμένο από τον Γιάννη Βεσλεμέ, ενώ οι παραγωγοί είναι ο Γιώργος Τσούργιαννης, Χρήστος Β. Κωνσταντακόπουλος και συμπαραγωγοί είναι η Ελένη Μπερντέ, και ο Γιάννης Βεσλεμές. Διευθυντής Φωτογραφίας είναι ο Χρήστος Καραμάνης, το μοντάζ έχει κάνει ο Γιάννης Χαλκιαδάκης, την σκηνογραφία ο Γιάννης Βεσλεμές, τα κοστούμια η Άλκηστη Μάμαλη, και τον ήχο οι Δημήτρης Κανελλόπουλος, Περσεφόνη Μήλιου, Βάλια Τσέρου και Κώστας Βαρυμποπιώτης.

VICE: Μίλησέ μου λίγο για την «Νορβηγία». Πώς εμπνεύστηκες την ιστορία της, πότε πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα και πώς αισθάνθηκες όταν τελείωσαν;

Γιάννης Βεσλεμές: Όλα ξεκίνησαν από τον στίχο των Χωρίς Περιδέραιο «Η Νορβηγία κατεβαίνει στη Μεσόγειο». Ο Νίκος Αγγελής έγραψε το 1984 αυτό το new wave παραλήρημα και έτσι η δικιά μου Νορβηγία εξελίσσεται στη new wave  Αθήνα του 1984. Τα γυρίσματα πραγματοποιηθήκαν πριν από δυο καλοκαίρια και η ταινία ολοκληρώθηκε πριν λίγο καιρό. Ήταν μια δύσκολη ταινία, είναι η πρώτη μου μεγάλους μήκους και προς το παρόν είμαι πολύ ερωτευμένος μαζί της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κάποια γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στον χώρο της Rebound, σωστά;

Η Rebound είναι από τους λίγους χώρους (διασκέδασης) στην Αθήνα που έχουν μείνει αναλλοίωτοι στο χρόνο. Είναι μια χρονομήχανη η Rebound που σε πηγαίνει πολύ πίσω αλλά και πολύ μπροστά. Στην ταινία μας λέγεται Nτίσκο Ζαρντόζ.

Η μουσική της ταινίας; Είναι δική σου;

Πέρα από τη «Νορβηγία» των Χωρίς Περιδέραιο και το «Ντράκουλα» των Tζων Στάκας/Βασίλης Τσιτσάνης όλα τα άλλα τραγούδια και μουσικά θέματα της ταινίας είναι δικές μου συνθέσεις. Ηχογογράφησα κυρίως με vintage αναλογικά synthesizers και drum machines και με πολύ αγάπη για τα '70s και '80s ιταλικά σάουντρακ τρόμου και φυσικά τον John Carpenter.

Πώς ήταν το κλίμα στο φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι και τι σχόλια αποσπάσατε;

H ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της σε ένα «θέατρο- σινεμά» του 1886. Είδα την προβολή και κυρίως τους θεατές κάτω απο ένα θεωρείο με ξύλινα καθίσματα και βελούδινες κουρτίνες παρέα με το κορίτσι μου και τους συνεργάτες μου. Ένιωθα όλη την ώρα ότι έχω κάνει την πιο παράξενη ταινία του κόσμου. Ο κόσμος ανταποκρίθηκε στο τέλος πολύ ζεστά και την επόμενη μέρα διάβασα κάποια πολύ όμορφα λόγια στο χαρτί.

Η σχέση σου με τη μουσική; Πότε ξεκίνησε και πώς εξελίχθηκε;

Ξεκίνησα κλασικό πιάνο στο δημοτικό, έπαιζα στα πλήκτρα μου ατμοσφαιρικά intro και outro για καμένες metal μπάντες στο γυμνάσιο και στο λύκειο αφού άκουσα τυχαία ένα δίσκο του Xenakis άρχισα να γράφω «σοβαρή» ηλεκτρονική μουσική με ένα MPC sampler, ένα σύνθι και ένα κασετόφωνο. Το 2003 ξεκινήσαμε με τον Βούλγαρη μια μπάντα τους Sportex και μαζί με τον Dr. Hector (Έκτορα) ξαναγράψαμε (στο μυαλό μας) μια ιστορία παρόμοια με των Βeatles. Μετά  πήρε ο καθένας τον δρόμο του.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Tι ακούς συνήθως στο σπίτι;

Ακούω βινύλια της Death Waltz Rec. και της  Ghost Box, '80s σάουντρακ του Δημήτρη Παπαδημητρίου, άλμπουμ του Vangelis και αρκετή σύγχρονη techno και house.

Τι θυμάσαι πιο έντονα από τα γυρίσματα της πρώτης σου ταινίας, μικρού μήκους βέβαια (βλ. «Tugo Tugo», 1998);

Το Tugo Tugo το σκηνοθετήσαμε σαν ομάδα ο Αλέξης Αλεξίου, ο Βαγγέλης Μυλωνάς, ο Ναπολέων Στρατογιαννάκης κι εγώ  Είναι μια χαριτωμένη ασπρόμαυρη 16mm ταινία επιστημονικής φαντασίας και την κάναμε στο πρώτο έτος της σχολής μας με δική μας πρωτοβουλία και χρηματοδότηση. Αυτή η ταινία ήταν στην πραγματικότητα οι σπουδές μου.

Πόσα άλλαξαν από τότε μέχρι τώρα (όσον αφορά στις αντιλήψεις σου, στον τρόπο που δουλεύεις κ.τ.λ.);

Όλα έχουν αλλάξει και τίποτα. Στα 15 μου γύριζα ερασιτεχνικές ταινίες super 8mm με τους φίλους μου. Προσπαθούσα να φτιάξω με τα πιο ευτελή υλικά έναν κόσμο που κινείται παράλληλα με τον δικό μας. Που πατάει ταυτόχρονα στο παρελθόν και ονειρεύεται το μέλλον. Το ίδιο νομίζω ότι κάνω και τώρα Τα πλάσματα που κατοικούν αυτόν τον κόσμο έχουν ξαναζήσει στους δίσκους, στις ταινίες, στην παιδική μου ηλικία.

Ακολουθούν ο «Φωταγωγός» το 2000, το «Goal» το 2003 και το «ΟΣΙΚΙ» το 2009. Επίσης μικρού μήκους. Όλα έχουν κάτι ποιητικό. Κάτι αλληγορικό. Και φυσικά αρκετή μουσική. Στοιχεία που διαθέτει και η Νορβηγία, αν κρίνουμε από το trailer. Όσον αφορά στις συνεργασίες σου τώρα, είσαι σταθερός ή επιδιώκεις να συνεργάζεσαι κάθε φορά με καινούρια άτομα;

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κάθε ταινία μου και δίσκος χαρτογραφεί κάπως τον κόσμο που θέλω να φτιάξω. Κάποια πράγματα μένουν για πάντα μέσα - ιδέες, πρόσωπα, συνεργάτες, κάποια χάνονται στην πορεία. Προς το παρόν δεν μπορώ να με  φανταστώ να γράφω μουσική χωρίς τον Αλέξανδρο Βούλγαρη κάπου κοντά ή να κάνω ταινία χωρίς το φως του φωτογράφου μου Χρήστου Καραμάνη.

Τη σχέση σου με τους ηθοποιούς πώς θα τη χαρακτήριζες; Πώς δουλεύεις συνήθως μαζί τους;

Αγαπώ πολύ τους ηθοποιούς όταν γυρίζουμε μια ταινία αλλά δε δένομαι μετά  -στον πραγματικό κόσμο- μαζί τους. Αυτή είναι μια αλήθεια για τον κόσμο του σινεμά. Περνάς με το συνεργείο και τους ηθοποιούς κάποιους πολύ έντονους μήνες που νιώθεις ότι είναι η οικογένεια σου και μετά αυτό, βίαια, σταματάει. Μέχρι την επόμενη φορά.

Κάποιοι νέοι Έλληνες ηθοποιοί που ξεχωρίζεις;

Τα φετίχ μου τελευταία είναι οι σκηνοθέτες/ηθοποιοί Έκτορας Λυγίζος και Ντάνιελ Μπόλντα.

Πες μου τρεις από τις πιο αγαπημένες σου ταινίες και ένα από τα πιο αγαπημένα σου σάουντρακ.

Οι αγαπημένες μου ταινίες δε χωράνε εύκολα σε λίστες. Θα σου πως τρεις ελληνικές ταινίες που βλέπω αυτό το καλοκαίρι ξανά και ξανά. Η  γυναίκα που έβλεπε τα όνειρα (Νίκος Παναγιωτόπουλος, 1988), Σχετικά με τον Βασίλη (Σταύρος Τσιώλης, 1986), Υπόγεια Διαδρομή (Απόστολος Δοξιάδης 1983). Για τον ελαφρύ αθηναϊκό χειμώνα θα πρότεινα τα σάουντρακ του Γιώργου Χατζηνάσιου για τις ταινίες του Νίκου Νικολαΐδη: Γλυκιά Συμμορία (1983) και Πρωινή Περίπολος (1987).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ένας κινηματογραφιστής το έργο του οποίου, κατά κάποιο τρόπο, έχει αποτελέσει για 'σένα έμπνευση;

Το υβρίδιο Ridley Scott - Σταύρος Τορνές;

Στα πλαίσια του φετινού Open Air Film Festival συνόδευσες μουσικά δύο θρυλικές ταινίες του Kenneth Anger. Μιας ξεκάθαρης αδυναμίας σου. Πότε ήρθες σε επαφή με τον avant garde κινηματογράφο και τι είναι αυτό που θαυμάζεις περισσότερο στις ταινίες, στην αισθητική του Anger;

Παρόλο που είμαι κυρίως φίλος του αφηγηματικού σινεμά, αγαπώ το πειραματικό σινεμά της δεκαετίας του '20 & '30 (Man Ray, Germaine Dulac) και αργότερα το σινεμά του Anger, ειδικά το Inauguration of the Pleasure Dome (1954) και το Lucifer Rising (1972). Ο Κenneth Anger μακριά από το αποστειρωμένο avant garde της εποχής του φτιάχνει νεοπαγανιστικό πανκ σινεμά, απόλυτα προσωπικό και γεμάτο πάθος, ψυχεδέλεια και έρωτα.

Και τώρα θέλω να μου πεις μερικά πράγματα και για τον τελευταίο σου δίσκο(Πάρνηθα), αλλά και το Like Cannibal Father Like Cannbial Son - σε συνεργασία με τον Αλέξανδρο Βούλγαρη (βλ. The Boy). Για τις επιρροές σου-ας, για την συνεργασία σας (που φυσικά δεν είναι η πρώτη), γενικά.

Η Πάρνηθα είναι ο πρώτος ελληνόφωνος δίσκος μου και ο πρώτος που βγάζω με τη δική μου μίνι δισκογραφική (Sportex Audio). Αποτελείται από δέκα ημερολογιακά τραγούδια που μιλάνε για της ζωή μου στους Αμπελόκηπους, για τις εκδρομές στην Πάρνηθα, για τον έρωτα, τους φίλους, το διάστημα. Έχει μια φόρμα ποπ χορευτική και εμπνέεται πολύ από τα ελληνικά '80s - την Αρλέτα, τον Ντέμη Ρούσσο, τις αεροπειρατίες, τα νέον, τις βιντεοκασέτες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Το Like Cannibal Father Like Cannibal Son είναι το πρώτο μεγάλο μας album ως Felizol And The Boy (μετά το Timemachine - Mary & The Boy/Felzol 2009 και κάποια 12'' EPs). Μόλις κυκλοφόρησε από την εκλεκτική σκοτσέζικη δισκογραφική Optimo Music του JD Twich (Optimo) και είναι ο δίσκος που είχαμε απόλυτη ελευθερία - από τις επιλογές των τραγουδιών μέχρι το εξώφυλλο. Είναι ένα ελληνικό giallo, ένα κανιβαλικό νησιώτικο, ένα Χατζιδακικό acid house. O επόμενος δίσκος μας ως Felizol And The Boy θα είναι ελληνόφωνος και θα λέγεται Θρίλερ.

Πώς προέκυψε ο τίτλος του κομματιού Νεκρό Σκιουράκι Μάλλον Ξεκαθάρισμα Λογαριασμών (στον τελευταίο σου δίσκο); Θέλω πολύ να μάθω.

Σκεφτόμουν κάπως αφηρημένα τοΨωνιστήρι (1980) του Γουίλιαμ Φρίντκιν και τι θα γινόταν αν αντί για τον Αλ Πατσίνο και τα αλάνια των Gay/S & M. Clubs πρωταγωνιστούσαν ζωάκια του Νεοϋορκέζικου πάρκου.

Το τελευταίο βιβλίο που διάβασες;

Το Altman On Altman ένα βιβλίο-ποταμός με συνεντεύξεις του Robert Altman για την συναρπαστική φιλμογραφία του. O άνθρωπος μέχρι τα 81 του γύρισε πάνω από 40 ταινίες, επιβλήθηκε -αφού συγκρούστηκε- σε όλα τα αμερικάνικα στούντιο, έζησε με πάθος τα ψυχεδελικά '70s, άλλαξε δυο καρδιές και το σύγχρονο αμερικάνικο σινεμά.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter Facebook και Instagram.