«Δεν Αντέχω να Μένω στη Φυλακή, Δεν Ήθελα να τον Σκοτώσω» – Η Ιστορία της Π. που Ζητά μια Δεύτερη Ευκαιρία

Kοινοποίηση

Τη νύχτα της 22ας Ιουνίου του 2016, ένας 46χρονος άνδρας, σωματώδης, με 22,8% αλκοόλ στο αίμα του, πλησίασε δύο κοπέλες που κάθονταν μόνες σ’ ένα παγκάκι στην Κόρινθο. Η μία ήταν η 22χρονη Π. και η άλλη η 17χρονη Κ. Ξεκίνησε να τις απειλεί: «Εσένα σε ξέρω. Τι ρούχα είναι αυτά που φοράς; Θα σας γαμήσω», έλεγε και κινούνταν προς το μέρος τους. Μετά, έπιασε τα στήθη της ανήλικης κοπέλας. Εκείνες αντέδρασαν. Τράβηξε την Π. από τα μαλλιά. Στη συνέχεια, έκανε μια κίνηση να βγάλει κάτι από τη τσέπη του. «Κρατάει μαχαίρι», φώναξε η 17χρονη Κ.

Ενδεχομένως, μέχρι εδώ, αυτή η ιστορία σ’ ένα κομμάτι του πληθυσμού να μην προξενεί καμία εντύπωση. Η πρακτική των ανδρών να παρενοχλούν, να απειλούν, να προσβάλλουν γυναίκες, να παραβιάζουν τον προσωπικό τους χώρο, είναι τόσο βαθιά ριζωμένη στις πατριαρχικές κοινωνίες που εκλαμβάνεται ως φυσική. Χιλιάδες τέτοιες ιστορίες συντελούνται καθημερινά στους σκοτεινούς δρόμους και τις απόμερες γωνιές του πλανήτη, αλλά και πίσω από τις πόρτες του «καθαγιασμένου» οικογενειακού θεσμού. Συνήθως καταλήγουν στη σεξουαλική παρενόχληση, τον ξυλοδαρμό, τον βιασμό, ακόμη και τη δολοφονία γυναικών. Πολλές δεν καταγγέλλονται. Τις μαθαίνουμε, μόνο όταν οι γυναίκες φεύγουν με φέρετρα από τον τόπο του μαρτυρίου τους. Το ανακοινώνουν οι ειδήσεις με τίτλους με «ψυχολογική» διάσταση που συσκοτίζουν, όπως «οικογενειακή τραγωδία» ή «δράκος-βιαστής». Λες και πρόκειται για ένα μεμονωμένο γεγονός μιας ιδιάζουσας ψυχοπαθολογίας και όχι για μια σταθερή συνθήκη έμφυλης βίας, εξαιτίας της οποίας κάθε 45”, σε κάποιο σημείο του κόσμου, μια γυναίκα βιάζεται.

Videos by VICE

Η Π. καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 15 έτη και τέσσερις μήνες για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, οπλοφορία και οπλοχρησία.

Αυτή η ιστορία έσπασε τα στεγανά της δημοσιότητας, επειδή δεν είχε την αναμενόμενη εξέλιξη. Η Π., κατά τη διάρκεια της επίθεση και αφού θεώρησε ότι ο 46χρονος οπλοφορεί, έβγαλε ένα μαχαίρι, δίνοντας ένα, αλλά μοιραίο χτύπημα στον θώρακα του επίδοξου βιαστή τους. Σε μια κατάσταση φόβου και πραγματικής απειλής, χρησιμοποίησε το μοναδικό μέσο που διέθετε, επιδιώκοντας να προστατέψει τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα και τη σεξουαλική αυτοδιάθεση τόσο της ίδιας , όσο και της ανήλικης φίλης της. Τα κορίτσια πανικοβλήθηκαν, πέταξαν το μαχαίρι κι έτρεξαν. Η Αστυνομία προχώρησε εύκολα στην ταυτοποίηση και τη σύλληψη. Η Π. καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 15 έτη και 4 μήνες για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, οπλοφορία και οπλοχρησία. Πλέον, συμπληρώνει δύο χρόνια στη φυλακή και την Τετάρτη 27 Ιουνίου το Εφετείο θα εξετάσει ξανά την υπόθεση.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που η Π. αναμετρήθηκε με την απειλή. Η βία ήταν η κυρίαρχη αναπαράσταση της ζωής της. Μεγάλωσε στην Περαχώρα, ένα χωριό έξω από την Κόρινθο, σε μια πάμφτωχη οικογένεια με τέσσερα παιδιά. Ο πατέρας της, αλκοολικός και άνεργος, κακοποιούσε συστηματικά τη μητέρα της, την ίδια και την αδερφή της. Η μητέρα της είναι μια καταρρακωμένη προσωπικότητα που δεν διεκδικεί τίποτα – δεν πάει καν στον γιατρό, παρότι σοβαρά άρρωστη. Στο σπίτι τους δεν υπήρχε ούτε ποτήρι για νερό – ήταν όλα σπασμένα. Κάποια στιγμή, η Π. μεταφέρθηκε σε ιδρυματική δομή στα Γιάννενα. Διαγνώστηκε με ελαφρά νοητική υστέρηση. Επέστρεψε ξανά στο σπίτι της.

Αν ζούσε σ’ ένα περιβάλλον αγάπης και φροντίδας, αυτό θα ήταν αμελητέο και η ίδια απολύτως λειτουργική. Αντίθετα, ζούσε σ’ ένα βάναυσο και στερητικό πλαίσιο που υποβαθμίζει την αντιληπτική ικανότητα. Παρά το γεγονός ότι δεν είχε καμιά υποστήριξη, κατάφερε να φτάσει μέχρι το Γυμνάσιο. Ήταν εντελώς αβοήθητη και δεν μπόρεσε να συνεχίσει. Μερικές φορές, ζητούσε χρήματα από την Εκκλησία, για να μπορέσει να φάει ή έκανε περιστασιακά μεροκάματα στα καλαμπόκια. Κάποια στιγμή, δεν άντεξε άλλο τη βία του πατέρα της και έφυγε. Περπάτησε μέχρι την Κόρινθο και περιπλανήθηκε εκεί, άστεγη, για περίπου τρεις μήνες. Ο στόχος της ήταν να βρει μια δουλειά και να νοικιάσει ένα σπίτι, για να μείνει με τη μητέρα της. Επειδή ζούσε στον δρόμο, κουβαλούσε μαζί της ένα μαχαίρι οικιακής χρήσης για αυτοπροστασία, το οποίο χρησιμοποίησε μια και μοναδική φορά, όταν ο 46 χρονος Ν.Ζ. επιτέθηκε στην ίδια και τη φίλη της.


[VICE Video] Ανήλικοι Πρόσφυγες Πέφτουν Θύματα Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης στο Κέντρο της Αθήνας

Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.


Η ταπείνωση της Π. συνεχίστηκε στο δικαστήριο που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβρη του 2016. Μέχρι και την τελευταία στιγμή, ο πατέρας της απειλούσε την ίδια και τη μητέρα της να μην αποκαλύψουν στο δικαστήριο το φάσμα της βίας που επικρατούσε στο σπίτι, για να μην τον κάνουν ρεζίλι. Στο τέλος, πείστηκε να ειπωθεί η αλήθεια, για να έχει μια ευνοϊκότερη μεταχείριση η Π. Η μητέρα της στην κατάθεσή της προσπάθησε να δικαιολογήσει τη βίαιη συμπεριφορά του συζύγου τη, επειδή «έπινε και ήταν άνεργος». Μια βολική ερμηνεία που αναπαράγεται εξάλλου μαζικά στη δημόσια σφαίρα. Το επιχείρημα της φτώχειας, της κρίσης ή της ανεργίας, γίνεται σφουγγάρι που σβήνει τις έμφυλες αντιθέσεις και ιεραρχήσεις, παραγνωρίζοντας σκοπίμως ότι οι άνεργες ή φτωχές γυναίκες δεν ξυλοκοπούν, ούτε βιάζουν τους συντρόφους τους.

Μέσα στη δικαστική αίθουσα αποτυπώθηκαν έμφυλα και ταξικά στερεότυπα, καθώς και οι μυθοπλαστικές κατασκευές για την έμφυλη βία. Η εισαγγελέας, για παράδειγμα, στην αγόρευσή της διατύπωσε απόψεις που κινούνταν στο όριο της ρατσιστικής προκατάληψης, λέγοντας ενδεικτικά ότι, «η κατηγορούμενη δεν μπορεί να αντιληφθεί την αξία της ανθρώπινης ζωής, όπως εμείς που είμαστε άλλου μορφωτικού επιπέδου» ή ότι «το θύμα πρέπει να παραδοθεί λευκό, χωρίς το στίγμα που του αποδίδει η κατηγορούμενη». Από την άλλη, ο δικηγόρος της πολιτικής αγωγής στην αγόρευσή του επικαλέστηκε ένα από τα πιο ντροπιαστικά και σεξιστικά επιχειρήματα για την εννοιολόγηση του βιασμού, αναφέροντας ότι αφού δεν υπήρξαν ίχνη πάλης, δεν υπήρξε και απόπειρα βιασμού. Είναι ένα επιχείρημα που αρθρώνεται σε όλες τις υποθέσεις βιασμού, ενοχοποιώντας και στιγματίζοντας το θύμα, αφού υπονοεί ότι η γυναίκα πρέπει να αποδείξει ότι βιάστηκε με το αίμα και το σώμα της. Η πράξη του βιασμού στενεύει, θέτοντας ως κριτήριο την πάλη και όχι την ανυπαρξία συναίνεσης, όπως ορίζει ο πυρήνας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Το δικαστήριο δεν δέχτηκε ότι υπήρξε άμυνα ή νομιζόμενη άμυνα, επειδή αποδείχτηκε ότι ο 46χρονος δεν έφερε μαζί του μαχαίρι – κάτι, βέβαια, που δεν θα μπορούσε να διαλευκανθεί από την Π. την ώρα της επίθεσης. Όταν ένας άνδρας κινείται βίαια απέναντι σε μια γυναίκα τη νύχτα και πάει να βγάλει κάτι από την τσέπη του, είναι πολύ πιθανό να έχει μαχαίρι ή να πιστέψει εκείνη ότι έχει μαχαίρι. Δεν έλαβε υπόψη του τη νοητική στέρηση της Π., όχι με την έννοια του μειωμένου καταλογισμού, αλλά για τον πολύ πιο οξυμένο τρόπο που μπορεί να αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο. Δεν έλαβε υπόψη του ότι η Π. υπήρξε θύμα πολλαπλής κακοποίησης από τον πατέρα της. Ενώ το δικαστήριο αποδέχτηκε ότι ο 46χρονος «κινήθηκε με ανάρμοστο τρόπο» απέναντί τους και ότι υπήρχε καθεστώς φόβου, την κατηγόρησε για ανθρωποκτονία από πρόθεση και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, που αποτελεί μεγάλη αντίφαση. Το μόνο ελαφρυντικό που αποδέχτηκε ήταν αυτό των «μη ταπεινών κινήτρων» και γι’ αυτό η Π. γλίτωσε την ισόβια κάθειρξη.

Η συνήγορός της Ιωάννα Στεντούμη, επισημαίνει στο VICE: «Η Π. είπε την αλήθεια από την αρχή. Δεν φτιάχτηκε μετά μια γραμμή υπεράσπισης. Βίωσε έναν πολύ έντονο φόβο για την ίδια και τη φίλη της. Αυτό υποβοηθήθηκε, επειδή νόμιζαν ότι είχε μαχαίρι. Όταν ένας άνθρωπος έχει ξεκινήσει ήδη την επίθεση και πάει να βγάλει κάτι από την τσέπη του, είναι δύσκολο να το ξεχωρίσεις. Της μεταφέρθηκε ότι έβγαζε μαχαίρι. Η Π. πέταξε το μαχαίρι στο σημείο. Άφησε εκεί τα αποτυπώματά της, προσωπικά της πράγματα, όπως το ποτό και τα τσιγάρα της. Μόνο την ταυτότητά της δεν άφησε. Πέρασε μπροστά από κάμερα. Έτρεξε προς την κατεύθυνση που ήταν το Αστυνομικό Τμήμα. Όλα αυτά δείχνουν ότι δεν πρόκειται για μια πράξη σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Δεν ήταν προμελετημένο. Η φυγή της ήταν μέσα στον πανικό. Ζητήθηκε δευτερευόντως το ελαφρυντικό των μη ταπεινών αιτίων και έγινε δεκτό. Λειτούργησε με μοναδικό γνώμονα να βοηθήσει τη φίλη της, που θεωρούσε ότι κινδύνευε. Κάθε γυναίκα στη θέση της θα βίωνε τον ίδιο κίνδυνο. Είναι ένα παιδί που έχει δεχτεί τεράστια βία από τον πατέρα της, γεγονός που ήταν γνωστό στους κρατικούς φορείς και με διαγνωσμένη νοητική υστέρηση. Επί 22 χρόνια ζούσε έναν εφιάλτη και δεν τη βοηθούσε κανείς. Για να έχει ένα μαχαίρι, σημαίνει ότι νιώθει εντελώς μόνη και ανυπεράσπιστη. Παρ’ όλα αυτά, δεν διέχυσε ποτέ τη βία που έχει υποστεί. Το μαχαίρι το χρησιμοποίησε μια φορά, σε ακραία κατάσταση. Είναι σκληρό, λοιπόν, να κατηγορείται για ήρεμη ψυχική κατάσταση, την οποία δεν είχε. Είναι μια τραυματική εμπειρία για την ίδια. Υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις που δεν ακουμπούν καθόλου την αλήθεια. Δεν θεωρώ ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι τέτοια. Έχει ορισμένα θετικά στοιχεία. Ασκήσαμε έφεση, ώστε να βοηθήσουμε το τωρινό δικαστήριο να προσεγγίσει ακόμη περισσότερο αυτό που πραγματικά συνέβη. Είναι κοινωνικά δύσκολο θέμα, από τη στιγμή που το 1/3 των ανθρώπων στη χώρα μας θεωρεί το βιασμό δικαιολογημένο υπό συνθήκες. Έτσι , διαιωνίζεται η έμφυλη βία και δεν αποδομούνται τα στερεότυπα. Παράλληλα, υπάρχει έλλειψη κατάρτισης και εκπαίδευσης στους φορείς πρώτης γραμμής, όπως η Αστυνομία, αλλά και έλλειψη κρατικών δομών υποστήριξης. Η ίδια η νομολογία προφανώς επηρεάζεται από τις κυρίαρχες αντιλήψεις και αυτό αντικατοπτρίζεται στις δικαστικές αποφάσεις. Σ’ αυτά τα συμφραζόμενα, το ότι βρέθηκε μια κοπέλα που αντέδρασε με μη αναμενόμενο τρόπο, ξενίζει κοινωνικά. Τουλάχιστον άνοιξε η κουβέντα. Το που θα καταλήξει είναι άγνωστο ακόμη, όπως συμβαίνει με κάθε κοινωνική μάχη. Εγώ στο δικαστήριο που θα γίνει την Τετάρτη θα υποστηρίξω την αλήθεια που έζησε η Π. Έζησε μια επίθεση που αίρει το άδικο της πράξης της».

Ό,τι δεν έκανε η Πολιτεία ως θεσμική οντότητα και η οικογένεια της Π., το έκανε το κίνημα αλληλεγγύης που συσπειρώθηκε γύρω της. Φεμινιστικές συλλογικότητες ενεργοποιήθηκαν με τη δημοσιοποίηση της είδησης και στάθηκαν στο πλευρό της, συνδράμοντας στην κάλυψη των δικαστικών εξόδων, στη διαβίωσή της μέσα στη φυλακή και κυρίως δίνοντας με τη συνεχή τους παρουσία αξία σε μια κοπέλα που είχε βιώσει μόνο την απαξίωση και την αδιαφορία. Πολλές γυναίκες ταυτίστηκαν μαζί της, επειδή είδαν στην υπόθεσή της να αναμοχλεύεται ο φόβος που όλες νιώθουμε, όταν μας κόβεται η ανάσα σ’ έναν έρημο δρόμο ή σε μια σκοτεινή υπόγεια διάβαση, όταν επιταχύνουμε με αγωνία τον βηματισμό μας, επειδή ένας άγνωστος μας ακολουθεί, όταν μπαίνουμε ταραγμένες στο σπίτι μας, επειδή περάσαμε πάλι ξυστά από τον κίνδυνο, όταν δυσφορούμε στο μετρό ή στο ασανσέρ, όταν σφίγγουμε τα δόντια στη δουλειά, μετά από ένα ανεπιθύμητο άγγιγμα, όταν ανακαλούμε με θυμό και πίκρα τις επιθυμίες μας που τσαλαπατήθηκαν από την επιβολή της ανδρικής κυριαρχίας. Ξέρουμε ότι θα μπορούσαμε να ήμασταν στη θέση της εκείνο το βράδυ. Μια απόφαση που δεν αναγνωρίζει το καθεστώς άμυνας στο οποίο έδρασε η Π. έχει ένα διπλό αντίκτυπο. Είναι σαν να μην αναγνωρίζει σε όλες μας την ανάγκη να προστατέψουμε τη ζωή μας και τη σεξουαλική μας ελευθερία, όταν διακυβεύονται.

Από το 2014 μέχρι το 2017 σημειώθηκαν 13.700 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, στα οποία το 70% των θυμάτων ήταν γυναίκες.

Η Π. είναι μια κοπέλα 24 ετών πλέον, που πέρασε 22 χρόνια στην πατρική κακοποίηση, σε ίδρυμα, στον δρόμο και περνάει τα τελευταία δύο χρόνια στη φυλακή. Η Σ. Ζ. είναι μια από τις γυναίκες που βρέθηκαν από την αρχή δίπλα στην Π. Την επισκέπτεται στη φυλακή, επικοινωνεί μαζί της και περιγράφει πώς αυτή η διαδικασία εξουθενώνει ψυχικά την υποκειμενικότητά της: «Διάβασα την είδηση και ταυτίστηκα αμέσως. Θεώρησα ότι θα μπορούσα να είμαι στη θέση της. Πόσο μάλλον, αν είχα μαζί μου και μια ανήλικη φίλη. Δεν θα κάνεις κάτι, αν κινδυνεύει μπροστά σου μια φίλη σου; Επιδίωξα να τη γνωρίσω. Όσο ήταν στον Κορυδαλλό την επισκεπτόμουν μαζί με άλλες γυναίκες, δυο φορές τον μήνα. Τώρα που έχει μεταφερθεί στη Θήβα, φροντίζουμε να τη βλέπουμε έστω μια φορά τον μήνα. Της πηγαίνουμε ρούχα, χρήματα και είδη πρώτης ανάγκης. Δεν έχει κάποιον άλλον. Οι γονείς της έρχονται πολύ αραιά. Ούτως ή άλλως, η παρουσία του πατέρα της λειτουργεί επιβαρυντικά. Την ενοχλεί. Να φανταστείς ότι ο πατέρας της ζήτησε ανοιχτό επισκεπτήριο και εκείνη το αρνήθηκε. Δεν θέλει να την αγγίζει. Η φυλακή την κάνει χειρότερα. Έχει αποπειραθεί να βλάψει τον εαυτό της. Δεν μπορεί να παρακολουθήσει προγράμματα. Έχει μια εντοπισμένη γνωσιακή ανωριμότητα. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται περισσότερη καθοδήγηση, για να ανταπεξέλθει. Στη φυλακή, όμως, δεν υπάρχει σταθερά ψυχολόγος και η ίδια δεν έχει χτίσει χαρακτήρα, ώστε να διεκδικεί τις ανάγκες της. Για ένα μεγάλο διάστημα μετά το συμβάν, έβλεπε εφιάλτες. Δεν μπορούσε ούτε να κοιμηθεί, ούτε να συγκεντρωθεί σε κάτι άλλο. Τώρα, της δίνουν επτά φάρμακα, για να είναι σε καταστολή. Αυτό το κορίτσι δεν έχει ζήσει ποτέ σ’ ένα περιβάλλον αρμονίας. Δεν έχει την εμπειρία της ηρεμίας, για να μπορέσει να την εγκαλέσει. Η βία είναι η μοναδική της αναφορά, την οποία, όμως, δεν έχει αναπαράξει ποτέ. Δεν έχει ιστορικό παραβατικότητας. Το μαχαίρι το χρησιμοποίησε, μόνο όταν κινδύνεψε – και έδωσε μια μαχαιριά. Ένας άνθρωπος που θέλει να εκτονώσει τη βία που έχει δεχτεί , θα έδινε μάλλον πολλές μαχαιριές. Στη φυλακή δεν τσακώνεται. Η συμπεριφορά της είναι άψογη. Αυτό που προσωπικά με έχει σοκάρει, είναι ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο που δεν έχει ένα ρημαδοφώς στη ζωή του. Μόνο εμάς έχει. Έχει εκπλαγεί από τη συμπαράσταση. Είναι κάτι πρωτόγνωρο για την ίδια. Αν το σκεφτείς, πάντως, είναι τρομερό ότι ένα δικαστήριο θα σου αναγνωρίσει πιο εύκολα την άμυνα, αν υπερασπίζεσαι την ιδιοκτησία σου, παρά αν είσαι γυναίκα και υπερασπίζεσαι τη ζωή και τη σεξουαλικότητά σου». Η Σ.Ζ. είναι μέλος της «Φεμινιστικής Δικτύωσης για το Δικαίωμα στην Αυτοάμυνα». Η πρωτοβουλία συγκροτήθηκε με αφορμή την υπόθεση της Π.

Αυτό που διαπιστώθηκε από ένα μέρος του φεμινιστικού κινήματος είναι ότι τα έμφυλα εγκλήματα αποεμφυλοποιούνται στη δημόσια σφαίρα και δεν αναλύονται με βάση το υπόβαθρο που μισογυνισμού. Το ίδιο το δικαστικό σύστημα αντιλαμβάνεται τη βία με ανδροκεντρικά κριτήρια, καταλήγοντας στην πειθάρχηση και την τιμωρία των γυναικών. Αν μια γυναίκα παγώσει και αποστασιοποιηθεί ψυχικά στο βιασμό, στο δικαστήριο θα στιγματιστεί επειδή δεν αντιστάθηκε. Αν μια γυναίκα αμυνθεί στην απόπειρα βιασμού, θα ενοχοποιηθεί επειδή αντιστάθηκε. Οι καταδίκες για την έμφυλη βία είναι ελάχιστες, ενώ το δικαστικό σώμα εξαντλεί την αυστηρότητα του στις γυναίκες που αμύνθηκαν. Η γυναίκα ,δηλαδή, πάντα τόσο στην αίθουσα του δικαστηρίου, όσο και στην κοινωνική συνείδηση ενοχοποιείται είτε συμβολικά , είτε κυριολεκτικά. Η μοναδική στάση που γίνεται αποδεκτή είναι η ανομολόγητη θλίψη. Η σιωπή. Γι’ αυτό και η στατιστική της έμφυλης βίας είναι πολύ πιο διευρυμένη και σκοτεινή από τα περιστατικά που καταγράφονται.”

Ο Ποινικός Κώδικας και οι υποθέσεις του παρελθόντος

Το άρθρο 22 του Ποινικού Κώδικα ορίζει το δικαίωμα στην άμυνα ως λόγο άρσης του άδικου, δηλαδή ο/η αμυνόμενος/η μένει ατιμώρητος/η, αν δέχεται επίθεση άμεση και παρούσα που απειλεί το έννομο αγαθό της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας. Η άμυνα ισχύει επίσης και υπέρ τρίτου. Ωστόσο, ελάχιστες φορές έχει εφαρμοστεί αυτή η διάταξη, όταν πρόκειται για άμυνα στην έμφυλη βία. Το μόνο δικαστικό προηγούμενο που υπάρχει είναι η περίπτωση της Γεωργίας Παπαδάτου, το 1990. Υπήρξε για πολλά χρόνια το θύμα μιας βάρβαρης σχέσης. Την προπαραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1990, ο άνδρας της την οδήγησε σε μια ερημική περιοχή, τη χτύπησε, την έγδυσε, την κατέβασε από το αυτοκίνητο, την έδεσε μ’ ένα σύρμα στο πορτ μπαγκάζ και την έσυρε για κάποια μέτρα. Στη συνέχεια, την έβαλε ξανά στο αυτοκίνητο, με σκοπό να ηχογραφήσει ένα αποχαιρετιστήριο μήνυμα προς τα παιδιά τους και να τη σκοτώσει. Εκείνη αντέδρασε και τον έπνιξε με τη γραβάτα του. Η 37χρονη γυναίκα κατευθύνθηκε μ’ ένα πρησμένο από τα χτυπήματα σώμα προς τη ΓΑΔΑ , όπου και παραδόθηκε. Έμεινε για ένα χρόνο προφυλακισμένη. Τα παιδιά της και οι γυναικείες οργανώσεις έδειξαν αλληλεγγύη. Ομόφωνα λαϊκοί και τακτικοί δικαστές δέχτηκαν ότι βρισκόταν σε άμυνα και την αθώωσαν.

Από ’κει και πέρα, η δικαιοσύνη φόρεσε ξανά τα πατριαρχικά της γυαλιά και καταδίκασε τις γυναίκες που αντέδρασαν στην κακοποίηση. Η Γεωργία Χρυσάκη που σκότωσε τον σύζυγό της, επειδή ασελγούσε και βίαζε τις κόρες τους τη δεκαετία του ’90, καταδικάστηκε σε 12 χρόνια κάθειρξη. Η Σανιέ Οσμανόγλου, πομάκα, που σκότωσε τον άνδρα της το 2005, μετά από χρόνια κακοποίησης, που ακόμη και εκείνο το βράδυ το σώμα της ήταν γεμάτο μώλωπες και έλειπε ένα μεγάλο κομμάτι του τριχωτού της κεφαλής της, καταδικάστηκε επίσης σε 12 χρόνια φυλάκιση. Τον Δεκέμβρη του 2017, το Εφετείο δεν αναγνώρισε άμυνα σε μια 70χρονη γυναίκα από το Λασίθι: Υπήρξε θύμα κακοποίησης σε όλη της τη ζωή και ένα βράδυ που ο σύζυγός της προσπάθησε να της βουτήξει το κεφάλι σε μια κατσαρόλα με καυτό νερό, εκείνη τον τραυμάτισε θανάσιμα. Παρά το γεγονός ότι τα παιδιά της ήταν με το μέρος της, της επιβλήθηκε ποινή επτά ετών. Τον Νοέμβριο του 2017, το Πρωτοδικείο Αθηνών καταδίκασε σε δέκα χρόνια και έξι μήνες τη 40χρονη Τ., μετανάστρια από τη Ρωσία, η οποία τραυμάτισε θανάσιμα τον άνδρα που την κακοποιούσε. Θετική απόφαση ήρθε ξανά από το Πλημμελειοδικείο Σύρου τον Νοέμβριο του 2017 και αφορούσε τη Ν. Είναι μια μετανάστρια δεύτερης γενιάς με αφρικανική καταγωγή. Είχε μια πολύ καταπιεστική και βίαιη σχέση μ’ έναν ελληνογάλλο. Μια μέρα της επιτέθηκε με τόση ένταση, που η ίδια φοβήθηκε για τη ζωή της και χρησιμοποίησε ένα μαχαίρι, για να τον ακινητοποιήσει τραυματίζοντάς τον. Το δικαστήριο την αθώωσε. Σύμφωνα με τις μελέτες που έχουν διεξαχθεί στις ελληνικές φυλακές, οκτώ στις δέκα γυναίκες που είναι καταδικασμένες για ανθρωποκτονία είναι θύματα έμφυλης βίας, αλλά αυτή η παράμετρος δεν έχει συνεκτιμηθεί στην ποινική αντιμετώπισή τους.

Στο 40% των δολοφονιών γυναικών, δράστης είναι ο σύζυγος ή ο σύντροφος.

Την ίδια στιγμή, η βία κατά των γυναικών αποτελεί διεθνώς την πρώτη αιτία θανάτου. Στο 40% των δολοφονιών γυναικών, δράστης είναι ο σύζυγος ή ο σύντροφος. Σύμφωνα με την έρευνα του European Union Agency for Fundamental Rights το 1/5 των γυναικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία από τον νυν ή πρώην σύντροφό της. Μόλις το 14%, όμως, των γυναικών που κακοποιούνται έχουν καταγγείλει στις Αρχές το περιστατικό. Με βάση τα στοιχεία που παρέθεσε η Ελληνική Αστυνομία, από το 2014 μέχρι το 2017 σημειώθηκαν 13.700 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, στα οποία το 70% των θυμάτων ήταν γυναίκες. Για την ίδια περίοδο, καταγράφηκαν 760 βιασμοί (τετελεσμένοι ή απόπειρες). Αυτή είναι η επίσημη αριθμοποίηση της φρίκης που βιώνουν οι γυναίκες διεθνώς και στη χώρα μας. Δεν είναι ψυχοπαθολογία. Είναι η αντανάκλαση στα σώματα και τις ψυχές μας της πατριαρχικής δόμησης των κοινωνιών που γαλουχεί τις γυναίκες από τα πρώτα στάδια της ύπαρξής τους να προσέχουν, να μην «προκαλούν», να καταπιέζονται, να κουβαλάνε ένα θρησκόληπτο προπατορικό σημάδι ενοχής, να ανέχονται τις προσβολές, να αποσιωπούν τη βία και να εσωτερικεύουν τον πόνο. Είναι η κουλτούρα του βιασμού που κάνει μπάτσους και δικαστές να μην αναζητούν τεκμήρια για την ενοχή του δράστη, αλλά για την αξιοπιστία του θύματος. Είναι η κοινωνική ανοχή στην έμφυλη βία που όλη η γειτονιά άκουγε, υποψιαζόταν, ήξερε, αλλά το είπε μόνο στα κανάλια, όταν ήρθε η νεκροφόρα να παραλάβει άλλο ένα κομματιασμένο γυναικείο σώμα. Σ’ αυτό το πλαίσιο της δομικής ανισότητας , του έμφυλου καταναγκασμού, του σεξισμού και της βίας πρέπει να ειδωθεί η υπόθεση της Π., επειδή σ’ αυτό το πλαίσιο συντελέστηκε.

«Φοβήθηκα πολύ. Μου είπε η φίλη μου ότι βγάζει μαχαίρι. Δεν αντέχω να μένω στη φυλακή. Η φυλακή με πνίγει. Κάνω κακό στον εαυτό μου».

«Δεν ήθελα να τον σκοτώσω. Φοβήθηκα πολύ. Μου είπε η φίλη μου ότι βγάζει μαχαίρι. Δεν αντέχω να μένω στη φυλακή. Η φυλακή με πνίγει. Κάνω κακό στον εαυτό μου. Ζητάω μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Θέλω να βγω έξω, να σπουδάσω, να φτιάξω ένα δικό μου σπίτι, να κάνω οικογένεια, να πάρω μαζί τη μητέρα μου και να γλιτώσουμε απ’ όλα αυτά. Νιώθω ευγνωμοσύνη για τις γυναίκες που στέκονται στο πλευρό μου. Είναι το μοναδικό μου στήριγμα», λέει η Π. στο VICE από τη φυλακή.

Την Τετάρτη, το Εφετείο στο Ναύπλιο θα αποφασίσει αν θα της δώσει -όχι μια δεύτερη, επειδή δεν της δόθηκε ποτέ η πρώτη– ευκαιρία στη ζωή. Μαζί μ’ αυτό, θα αποφασίσει ποιο μήνυμα θα στείλει στην ελληνική κοινωνία.

Περισσότερα από το VICE

Oι Δυστοπικές Μέρες που Ζούμε, Όπως τις Είχε Προβλέψει Ένας Πειραιώτης στα 90’s

Αυτοί που Φτιάχνουν τα Παπούτσια των Αντετοκούνμπο, του Καλάθη και του Ράπερ Slogan

Ο Ηλίας Παπανικολός Θέλει να Αποχωριστεί Σταδιακά τον Εισβολέα

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.