Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE Canada.
Θυμάται τα αυτοκίνητα. Το σοκ που ένιωθε βλέποντας τόσα αυτοκίνητα να τρέχουν στους δρόμους, περιτριγυρισμένα από τεράστια κτίρια.
Videos by VICE
«Πρώτη φορά στη ζωή μου το έβλεπα αυτό. Στους δρόμους της Βόρειας Κορέας δεν υπάρχουν αυτοκίνητα. Βασικά, δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα».
Ήταν πριν από 12 χρόνια, όμως ο Jun Heo μιλάει για αυτό λες και ήταν χθες. Για την ημέρα που ο κόσμος, όπως τον ήξερε, κατέρρευσε. Για την ημέρα που ακολούθησε δύο Κινέζους διακινητές που είχε στείλει η μητέρα του και διέσχισε τον ποταμό Τιουμέν ανάμεσα στη Βόρεια Κορέα και την Κίνα μαζί τους.
«Όλη μου τη ζωή, πριν από εκείνη την ημέρα, μου είχαν μάθει ότι δεν υπάρχει πιο πλούσια χώρα από τη Βόρεια Κορέα. Πίστευα ότι η χώρα μου ήταν η καλύτερη στον κόσμο. Δεν είχαμε ιδέα πώς ήταν ο έξω κόσμος. Μετά κατάλαβα. Όταν είδα τα αυτοκίνητα και τα ψηλά κτίρια. Εκείνη τη στιγμή, όλα όσα ήξερα κατέρρευσαν».
Ο Jun μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια στο Τσονγκτζίν, μια παραλιακή πόλη στα βορειοανατολικά της Βόρειας Κορέας. Ήταν 13, το 2004, όταν η μητέρα του αποφάσισε να εγκαταλείψει τη Βόρεια Κορέα και να διαφύγει στην Κίνα. Περίπου έναν χρόνο αργότερα, κατάφερε να φτάσει στη Νότια Κορέα. Αυτός είναι ο απώτερος στόχος για τους αποστάτες της Βόρειας Κορέας, μιας και, μόλις φτάσουν εκεί, μπορούν να αιτηθούν προσφυγικό άσυλο.
Το πέρασμα στην Κίνα είναι μονάχα το πρώτο βήμα προς την ελευθερία.
Τα πράγματα δεν ήταν τόσο ευνοϊκά για τον Jun, όμως. Μία εβδομάδα αφότου έφτασε στην Κίνα, βρέθηκε με δέκα ακόμα αποστάτες να κρύβονται στο σπίτι ενός διακινητή, κοντά στο Πεκίνο. Τους είχε δοθεί η εντολή να μη φύγουν από το σπίτι. Ήταν παγίδα. Ο διακινητής επέστρεψε με ένοπλους αστυνομικούς. Ήταν κατάσκοπος ή απλώς τους κατέδωσε στις Αρχές, έναντι αμοιβής; Δεν είχε σημασία. Οι αποστάτες της Βόρειας Κορέας είχαν πέσει στα χέρια της κινεζικής Αστυνομίας.
Μέσα σε λίγες μέρες, στάλθηκαν πίσω στη Βόρεια Κορέα. Αυτή είναι η συμφωνία μεταξύ της Κίνας και της γείτονος χώρας-συμμάχου. Ο Jun Heo στάλθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου ο ύπνος στο πάτωμα ενός κελιού, τα βασανιστήρια και η καταναγκαστική εργασία ήταν καθημερινή ρουτίνα. Εκεί, ο Jun διδάχτηκε ότι αυτά που είχε δει στην Κίνα ήταν οφθαλμαπάτη. «Ξεκίνησα να αναρωτιέμαι μήπως ήμουν τρελός. Δεν ήξερα αν αυτό που είχα δει ήταν αληθινό. Μήπως ήταν όνειρο;».
Στη Βόρεια Κορέα, μια αποτυχημένη απόπειρα διαφυγής μπορεί να οδηγήσει σε μια ζωή σε αιχμαλωσία. Όμως, τα παιδιά γενικά γλιτώνουν από τέτοιες τιμωρίες. Μετά από μερικούς μήνες αιχμαλωσίας, ο Jun επέστρεψε στην πόλη του με τον μπαμπά του. Η ζωή του στη Βόρεια Κορέα, όμως, δεν θα ήταν ποτέ ξανά η ίδια.
Η απόδραση
Αν ο Jun μιλούσε για αυτά που είδε στην Κίνα στους συγγενείς του, θα σάπιζε στη φυλακή για το υπόλοιπο της ζωής του. «Δεν μπορούσα να μιλήσω σε κανέναν. Οι μυστικές υπηρεσίες με παρακολουθούσαν. Κάθε πρωί και κάθε βράδυ, έπρεπε να τους δίνω αναφορά».
Ο έφηβος δεν επιτρεπόταν πλέον να πηγαίνει σχολείο. Οι επαφές του με τους φίλους του περιορίστηκαν στο ελάχιστο. Σε μια πόλη χωρίς ηλεκτρισμό, τα πάντα μετατρέπονταν σε μια αργή αγωνία και σε νύχτες κακού ύπνου. Φαγητό δεν υπήρχε. Περνούσε τις περισσότερες μέρες του περιπλανώμενος.
«Θυμάμαι να ανεβαίνω στο ίδιο βουνό σχεδόν κάθε μέρα, για τρία χρόνια. Ήταν ένα από τα μοναδικά πράγματα που επιτρεπόταν να κάνω». Από εκεί ψηλά, μπορούσε να δει τα παιδιά που μπαινόβγαιναν στο σχολείο, όπου δεν μπορούσε να πάει πια ο ίδιος. Εκεί, μόνος στο βουνό, ο Jun Heo ξεκίνησε να καταστρώνει την επόμενη απόδρασή του.
Τον Δεκέμβριο του 2008, τρία χρόνια αφότου τον έστειλαν πίσω στη Βόρεια Κορέα, το σκάει και πάλι. Κάποιος τον βοηθάει να διασχίσει τον ποταμό Τιουμέν. Όμως και πάλι, προτιμάει να μη δώσει πληροφορίες για την ίδια την απόδραση. Δεν θέλει να δώσει στοιχεία στο βορειοκορεάτικο καθεστώς, το οποίο αύξησε τους ελέγχους των συνόρων το 2017, προσπαθώντας να αποτρέψει τους πεινασμένους πολίτες του από το να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Το πέρασμα στην Κίνα είναι μονάχα το πρώτο βήμα προς την ελευθερία. Ο Jun το έμαθε καλά αυτό, στην πρώτη του απόδραση. Περνάει τους πρώτους μήνες στην άλλη πλευρά του ποταμού, όπου κρύβεται στη Γιαντζί, μια πόλη στη βορειοανατολική Κίνα, κοντά στα σύνορα. «Βρισκόμουν σε κίνδυνο, επειδή ήμουν ακόμη πολύ κοντά στη Βόρεια Κορέα. Υπάρχουν πολλοί Βορειοκορεάτες κατάσκοποι στη Γιαντζί που προσπαθούν να πιάσουν αποστάτες. Μετά από τρεις μήνες, κατάφερα να φτάσω στη Σαγκάη, η οποία ήταν πιο ασφαλής για εμένα».
«Παρά τη δουλειά μου, ζούσα με τον διαρκή φόβο ότι θα αποκαλυφθεί η πραγματική μου ταυτότητα και ότι θα με στείλουν πίσω στη Βόρεια Κορέα»
Μόλις φτάνει στην κινεζική μεγαλούπολη, ο υπό καταδίωξη έφηβος καταφέρνει να βρει δουλειά σε ένα εστιατόριο που ειδικεύεται στην κορεατική κουζίνα. Ο Jun παριστάνει ότι είναι από τη Νότια Κορέα. Το εστιατόριο ανήκει σε Κινέζους και δεν αναγνωρίζουν την προφορά του. Δεν τον πληρώνουν καλά, όμως για πρώτη φορά στη ζωή του, μπορεί να φάει όσο θέλει. «Έτρωγα συνέχεια. Ήθελα να δοκιμάσω τα πάντα».
Από τη Σαγκάη, καταφέρνει να φτάσει στη μητέρα του. Το 2005, οι διακινητές του είχαν δώσει έναν τηλεφωνικό αριθμό, για να επικοινωνεί μαζί της στη Νότια Κορέα. Δεν τον ξέχασε ποτέ και, ευτυχώς, εκείνη δεν άλλαξε νούμερο.
«Παρά τη δουλειά μου, ζούσα με τον διαρκή φόβο ότι θα αποκαλυφθεί η πραγματική μου ταυτότητα και ότι θα με στείλουν πίσω στη Βόρεια Κορέα. Η μητέρα μου αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες, όμως μετά από δύο χρόνια, μάζεψε αρκετά χρήματα, για να στείλει έναν νέο διακινητή, ώστε να προσπαθήσει να με μεταφέρει στη Νότια Κορέα».
Με τη βοήθεια του διακινητή, ο Jun φτάνει στην Ταϊλάνδη, παράνομα. Από εκεί, μπορεί να αιτηθεί άσυλο στη Νότια Κορέα. Περνάει δυο μήνες μεταξύ Τσιανγκ Μάι και Μπανγκόκ και τελικά, φτάνει αεροπορικώς στη Σεούλ.
Ο πρόσφυγας-θαύμα
Χαμογελαστός, φρεσκοκουρεμένος και φορώντας ένα καθαρό γκρι πουκάμισο, ο Jun κουβεντιάζει μαζί μου σε σαιξπηρική γλώσσα, πίνοντας καφέ. Είναι Ιούνιος στη Σεούλ και ο ήλιος λάμπει. Η συνάντηση έχει κανονιστεί στο Κέντρο Διδασκαλίας Προσφύγων της Βόρειας Κορέας (TNKR), μια μη κερδοσκοπική αγγλική σχολή για τους πρόσφυγες, στην οποία ο φοιτητής πολιτικών επιστημών παρακολουθεί μαθήματα για περισσότερο από έναν χρόνο.
Τώρα, στα 27 του, ο Jun είναι ο πρώτος που παραδέχεται ότι δεν έχει καμία σχέση με τον νεαρό ενήλικα που ήταν πριν από έξι χρόνια, όταν έφτασε στη Σεούλ. Η μητέρα του ήταν εκείνη που του έμαθε πώς να χρησιμοποιεί smartphone, όπως αυτό που κρατάει, θυμάται γελώντας. «Δεν υπήρχε ρεύμα στην πόλη μου», λέει, νιώθοντας την ανάγκη να δικαιολογηθεί. «Ήταν σκέτη τρέλα στην αρχή. Ακόμη και τώρα, δεν το πιστεύω ότι χρησιμοποιώ smartphone. Εκεί που μένω, μπορώ να αναβοσβήνω τα φώτα. Είναι σαν να ζω στον παράδεισο ή στο μέλλον».
Η ζωή του στη Νότια Κορέα είναι αφιερωμένη στις σπουδές. Τα τελευταία χρόνια που πέρασε στη Βόρεια Κορέα του δημιούργησαν μια ακόρεστη δίψα για μάθηση. «Επί τρία χρόνια, έβλεπα όλους τους υπόλοιπους γύρω μου να πηγαίνουν σχολείο. Υποθέτω ότι ποτέ δεν συνειδητοποιούμε τι αξία έχει κάτι, μέχρι να το στερηθούμε. Ξέρω πώς είναι να μην έχεις τη δυνατότητα να σπουδάσεις. Δεν θέλω να σταματήσω ξανά».
Όταν έφτασε στη Σεούλ, το επίπεδο γνώσεών του δεν είχε καμία σχέση με το επίπεδο ενός τυπικού 20χρονου στη Νότια Κορέα. Ο Jun ξεκίνησε φοιτώντας σε ένα ιδιωτικό σχολείο για ενήλικες – το Ινστιτούτο Daesung. Ως πρόσφυγας, του δόθηκε οικονομική βοήθεια, για να πληρώσει για τα μαθήματα. Η σκληρή δουλειά του δεν πέρασε απαρατήρητη και σύντομα, η διοίκηση του σχολείου του επέτρεψε να παρακολουθεί όσα μαθήματα ήθελε, χωρίς να χρειάζεται να πληρώνει επιπλέον χρήματα.
«Στη Νότια Κορέα, συνειδητοποίησα γρήγορα ότι η ζωή ήταν ακόμα δύσκολη για τους περισσότερους Βορειοκορεάτες πρόσφυγες. Ζουν σε μικρά διαμερίσματα και έχουν επισφαλείς θέσεις εργασίας. Δεν ήθελα να επιστρέψω στη δυστυχία. Δεν ήθελα να ξεκινήσω πάλι να περιπλανιέμαι όλη μέρα χωρίς κανέναν στόχο. Είχα πάρει πολλά ρίσκα, για να φτάσω εκεί που ήμουν».
Έτσι, ο Jun Heo έβαλε έναν στόχο. Ήθελε να μπει στο πανεπιστήμιο – και όχι σε οποιοδήποτε πανεπιστήμιο. Στο πανεπιστήμιο της Σεούλ, το καλύτερο δημόσιο πανεπιστήμιο σε μια χώρα όπου η εκπαίδευση είναι εθνική εμμονή και περισσότεροι από το 80% των νέων εγγράφονται σε ανώτερα δευτεροβάθμια προγράμματα σπουδών. «Πρώτα από όλα, έπρεπε να έχω το αντίστοιχο πτυχίο του Λυκείου της Νότιας Κορέας».
«Είμαι αποστάτης από τη Βόρεια Κορέα. Κάποιοι λένε ότι είμαι “κουμμούνι,” κατάσκοπος ή προδότης»
Μετά από αυτό, σειρά είχε το Suneung, ένα τυποποιημένο τεστ ακαδημαϊκών ικανοτήτων, για το οποίο απαιτούνται γνώσεις κορεατικών, αγγλικών, μαθηματικών, οικονομικών και πολιτικής. Κάθε φοιτητής της Νότιας Κορέας που θέλει να πάει πανεπιστήμιο πρέπει να το περάσει. Οι μαθητές στη συνέχεια κατατάσσονται βάσει οκτώ βαθμών αριστείας – όσο πιο ψηλή η κατάταξη, τόσο το καλύτερο.
Μετά από μερικά χρόνια σπουδών στο Daesung, ο Jun κατάφερε να περάσει στη δεύτερη βαθμίδα. Ήταν ένα μέτριο αποτέλεσμα για κάποιον που κατάγεται από τη Σεούλ, όμως για έναν πρόσφυγα στην κατάστασή του, ήταν ένα θαύμα. Η επιτροπή υποδοχής του Πανεπιστημίου της Σεούλ το έλαβε αυτό υπόψη και του έδωσε τη δυνατότητα να κληθεί για συνέντευξη. Ήταν μια απίστευτη ευκαιρία, εξηγεί ο Jun, καθώς είναι ελάχιστοι οι Νοτιοκορεάτες που έχουν τη δυνατότητα να περάσουν συνέντευξη στο διακεκριμένο ίδρυμα.
«Ήταν η πρώτη συνέντευξη που έκανα ποτέ, καθώς και η ευκαιρία μου για μια καλύτερη ζωή. Μιλούσα ακόμη με προφορά από τη Βόρεια Κορέα. Τους διηγήθηκα την ιστορία μου και λίγο προτού φύγω, τους είπα: “Πραγματικά, έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα”».
«Πολλοί άνθρωποι που συναντώ αμφισβητούν ότι η κατάσταση στη Βόρεια Κορέα είναι τόσο άσχημη. Κάποιοι απλώς δεν το πιστεύουν. Όμως, είναι αλήθεια. Καθημερινά, οι άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα»
Έχουν πλέον περάσει μερικά χρόνια και ο Jun τώρα τελειώνει τις σπουδές του στις πολιτικές επιστήμες. «Υποθέτω ότι είμαι τυχερός. Ξυπνάω κάθε μέρα με ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μου. Όμως μελέτησα σκληρά, για να φτάσω εδώ. Πολύ σκληρά».
Κοινωνικά, το χάσμα μεταξύ του ίδιου και των συμφοιτητών του έχει ελαττωθεί πολύ. «Η διαφορά μεταξύ μας, στην αρχή, ήταν η εμπειρία της ζωής. Δεν ήταν κάτι το ανυπέρβλητο. Είμαι ακόμη περήφανος για την καταγωγή μου. Η ιστορία μου είναι μοναδική».
Υπάρχει, ωστόσο, ένα μέρος, όπου ο Jun Heo δεν πρόκειται ποτέ να ακολουθήσει τους συμφοιτητές του: πάνω στο βουνό. Η πεζοπορία είναι πολύ δημοφιλής στη Νότια Κορέα, όμως δεν είναι πια για τον Jun: «Σιχαίνομαι το βουνό».
Τα βάσανα ενός λαού
Οι περισσότεροι άνθρωποι, και πάνω από όλα οι Νοτιοκορεάτες, τείνουν να ασκούν σκληρή κριτική στους Βορειοκορεάτες, πιστεύει ο Jun. Στον λογαριασμό που πρόσφατα άνοιξε στο YouTube, το πρώτο του βίντεο τον δείχνει να στέκεται με δεμένα τα μάτια και τα χέρια του ανοιχτά στους δρόμους της Σεούλ. «Είμαι αποστάτης από τη Βόρεια Κορέα. Κάποιοι λένε ότι είμαι “κουμμούνι,” κατάσκοπος ή προδότης. Σας εμπιστεύομαι. Εσείς με εμπιστεύεστε; Κάντε μου μια αγκαλιά», γράφει η πινακίδα από κάτω του.
Ακόμη και στη Νότια Κορέα, μια χώρα που πριν από 70 χρόνια ήταν ενωμένη με τη Βόρεια Κορέα, οι άνθρωποι έχουν την τάση να βάζουν την οικογένεια Kim και όλους τους Βορειοκορεάτες στο ίδιο τσουβάλι. Οι πιο συντηρητικοί Νοτιοκορεάτες είναι συνήθως αντίθετοι με την ιδέα της παροχής βοήθειας σε Βορειοκορεάτες πρόσφυγες από την κυβέρνησή τους. Είναι καχύποπτοι απέναντι στους πρόσφυγες και θεωρούν ότι προσπαθούν να διεισδύσουν στη Νότια Κορέα, για να κατασκοπεύσουν για λογαριασμό του βορειοκορεατικού καθεστώτος.
«Όσοι οργίζονται με τη βοήθεια που παρέχει η κυβέρνηση της Νότιας Κορέας σε εμένα και άλλους πρόσφυγες, δεν νομίζω ότι καταλαβαίνουν».
Η συμπεριφορά του Kim Jong-un και το πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας κατακλύζουν τα Μέσα Ενημέρωσης στον κόσμο, όμως τι γίνεται με τον λαό της Βόρειας Κορέας, αναρωτιέται. Τι γίνεται με τα πραγματικά θύματα του Kim Jong-un;
«Καθημερινά, ακούμε για την οικογένεια Kim και την πολιτική της Βόρειας Κορέας. Είναι ενδιαφέρον, όμως πρέπει επίσης να μάθουμε και για τους ανθρώπους που ζουν στη Βόρεια Κορέα. Καθημερινά, τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται».
Τα ρεπορτάζ για την καθημερινή ζωή στη Βόρεια Κορέα δεν είναι εύκολη υπόθεση για τα διεθνή Μέσα, παραδέχεται. Τα ΜΜΕ δεν έχουν πρόσβαση στη χώρα, με εξαίρεση μερικές επίσημες προσκλήσεις στην Πιονγκγιάνγκ που στέλνει το καθεστώς. Η Βόρεια Κορέα που παρουσιάζεται είναι ψεύτικη, λέει ο Jun Heo. Και αυτός είναι ο λόγος που ο ίδιος και άλλοι πρόσφυγες έχουν χρέος να μιλήσουν. «Επειδή ξέρουμε την αλήθεια. Την είδαμε και τη ζήσαμε».
«Πολλοί άνθρωποι που συναντώ αμφισβητούν ότι η κατάσταση στη Βόρεια Κορέα είναι τόσο άσχημη. Κάποιοι απλώς δεν το πιστεύουν. Όμως, είναι αλήθεια. Καθημερινά, οι άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα. Πεθαίνουν κυριολεκτικά, επειδή δεν έχουν να φάνε. Καθημερινά, οι άνθρωποι που δεν έχουν στέγη πάνω από το κεφάλι τους κοιμούνται στους δρόμους και σε σιδηροδρομικούς σταθμούς. Αυτό είναι συνηθισμένο φαινόμενο στη Βόρεια Κορέα. Οι πολιτικοί σε όλον τον κόσμο θέλουν να βάλουν τέλος στο πυρηνικό πρόγραμμα. Καλούν τη Βόρεια Κορέα να το τερματίσει. Όμως, θα έπρεπε επίσης να ζητάνε από το καθεστώς της Βόρειας Κορέας να φέρεται σωστά στον λαό του».
VICE VIDEO: Μαθήματα Επιβίωσης στα Βουνά της Βόρειας Ελλάδας: Τροφή και Ανίχνευση Τόπου
Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook
Μια μέρα, λέει ο Jun, θα διηγηθεί την ιστορία του στον ΟΗΕ. Έχει υποχρέωση να το κάνει. Αργότερα στη συζήτηση, όμως, παραδέχεται ότι τα Ηνωμένη Έθνη δεν μπορούν να κάνουν και πολλά. «Δε νομίζω ότι έχουν εξουσία πάνω στη Βόρεια Κορέα. Δεν μπορούν να αναγκάσουν την κυβέρνηση να φέρεται καλύτερα στον λαό της. Πρέπει να υπάρξουν αλλαγές, όμως είναι πολύ δύσκολο. Δεν υπάρχουν λύσεις-θαύματα».
Το όνειρο της επανένωσης της Κορέας
Ανάμεσα στις απειλές για επίθεση κατά της Βόρειας Κορέας που εξαπολύει ο Trump μέσω Twitter και τις δηκτικές απαντήσεις του Kim Jong-un, η σκιά ενός πυρηνικού πολέμου ορθώνεται απειλητικά πάνω από την κορεατική χερσόνησο, τον τελευταίο χρόνο. Θα φανταζόταν κανείς ότι ο εκρηκτικός συνδυασμός του Trump και του Βορειοκορεάτη ομολόγου του είναι αρκετά αγχωτικός για έναν πρόσφυγα του οποίου η οικογένεια και οι φίλοι ζουν ακόμη στη Βόρεια Κορέα.
Ο Jun Heo δεν είχε καμία επαφή με τους συγγενείς του από τότε που εγκατέλειψε την πατρίδα του, πριν από εννέα χρόνια. Θα ήταν δύσκολο, όμως όχι απίθανο, να επικοινωνήσει μαζί τους μέσω Κινέζων διακινητών. Το κόστος για κάτι τέτοιο, όμως, είναι μεγάλο και μια τέτοια παράνομη επιχείρηση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τους ανθρώπους με τους οποίους προσπαθείς να έρθεις σε επαφή. Ο Jun προτιμάει να μην το επιχειρήσει.
«Οι ΗΠΑ δεν έχουν καμιά εξουσία πάνω στη Βόρεια Κορέα, όμως η Κίνα έχει»
Ωστόσο, η πιθανότητα επέμβασης Αμερικανών στρατιωτών στη Βόρεια Κορέα, δεν τον τρομάζει. Ή μάλλον, δεν τον τρομάζει τόσο, όσο η παρούσα κατάσταση. «Αν γίνει πόλεμος, οι φίλοι μου μπορεί να πεθάνουν από τους βομβαρδισμούς. Όμως, είτε υπάρχει πόλεμος είτε όχι, θα πεθάνουν. Δεν έχουν να φάνε. Δουλεύουν 15 ώρες την ημέρα. Ο πόλεμος δεν είναι χειρότερος από αυτό».
Πάντως, ο Jun δεν πιστεύει ότι η στρατιωτική επέμβαση είναι ο σωστός τρόπος, για να πραγματοποιηθεί το όνειρό του για επανένωση της Κορέας. Η πραγματική πτώση του καθεστώτος της Βόρειας Κορέας πρέπει να γίνει δεκτή και από την Κίνα. «Η Κίνα είναι απαραίτητη στη βορειοκορεάτικη πολιτική. Οι ΗΠΑ δεν έχουν καμιά εξουσία πάνω στη Βόρεια Κορέα, όμως η Κίνα έχει. Όταν έρθει η μέρα που η Κίνα θα θελήσει να δει αλλαγή στη Βόρεια Κορέα, τότε θα γίνει. Είναι ο μόνος τρόπος να ελευθερωθούν οι φίλοι μου».
Η πτώση της οικογένειας Kim από μόνη της δεν αρκεί, εκτιμά. «Θα αναλάβει την εξουσία κάποιος άλλος δικτάτορας». Η πολιτική ελίτ της Βόρειας Κορέας έχει μια προνομιούχα ζωή και θα φρόντιζε, ώστε ο αντικαταστάτης του Kim Jong-un να διατηρούσε το ίδιο σύστημα που τους εξυπηρετεί. «Η ελίτ δεν θέλει να αλλάξουν τα πράγματα».
Κάποια μέρα, όμως, θα γίνει η επανένωση, υποστηρίζει με αποφασιστικότητα. Αυτό είναι που τον παρακινεί καθημερινά. Αυτός είναι ο λόγος που σπούδασε πάνω στην πολιτική της Βόρειας Κορέας. Αυτός είναι ο λόγος που θέλει να κάνει μεταπτυχιακό στις ΗΠΑ ή την Αυστραλία και να ειδικευθεί στις κοινωνικές υπηρεσίες και την κοινωνική πρόνοια.
«Σκέφτομαι την πόλη μου ως το χειρότερο και το καλύτερο μέρος του κόσμου. Θέλω να επιστρέψω, όσο τίποτα. Μια μέρα, θέλω να γίνω ο αρχηγός της πόλης μου και να βοηθήσω τους συνανθρώπους μου να ξεφύγουν από τη φτώχεια. Αν δεν υπάρξει επανένωση, μπορώ να γίνω πολιτικός εδώ, στο Νότια Κορέα. Όμως έχω χρόνο. Νομίζω ότι έχω άλλα δέκα χρόνια σπουδών μπροστά μου. Δεν είμαι έτοιμος ακόμη. Όμως πρέπει να επιστρέψω κάποια μέρα. Ο πατέρας μου και οι φίλοι μου είναι ακόμη εκεί. Πρέπει να τους βοηθήσω. Η επανένωση θα είναι το πρώτο βήμα, όμως θα πρέπει να αλλάξουν και οι Βορειοκορεάτες, διαφορετικά δεν θα υπάρξει ποτέ πραγματική αλλαγή».
Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίοNewsletter μας.
Περισσότερα από το VICE
Ο Γιώργος Μαυρίδης τα Έχει Βρει με τον Εαυτό του
Η Ακροδεξιά Μόδα Υιοθετεί το Στιλ των Antifa