Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE UK.
Όταν πέθανε ο Hugh Hefner, θάφτηκε στο νεκροταφείο Westwood Memorial Park, δίπλα στη Marilyn Monroe. Δεν ήταν σύμπτωση: Είχε αγοράσει τον τάφο το 1992 για 75.000 δολάρια (63.781 ευρώ) και καυχιόταν στους δημοσιογράφους με τόση ικανοποίηση, ώστε να προκαλεί έκπληξη που δεν προσπάθησε να καβατζώσει τον τάφο που βρίσκεται ακριβώς από πάνω της – ναι, τάφος-μεζονέτα. Η χήρα του προηγούμενου «ενοίκου» αυτού του τάφου, Richard Ponchner, τον πούλησε το 2009.
Videos by VICE
Η Marilyn Monroe διατηρεί τη γνώριμη, άυλη ύπαρξη των διάσημων νεκρών: είναι μια δημόσια φιγούρα, η εικόνα της οποίας υπάρχει, ασχέτως αν ζει ή αν πέθανε, και αυτό την καθιστά αγία της εκκλησίας της ποπ κουλτούρας (ο τάφος της είναι συχνά γεμάτος με αποτυπώματα κραγιόν απ’ όσους έρχονται να αποδώσουν τα δέοντα – ένας τρόπος λατρείας που έχει εκδηλωθεί και στον τάφο του Oscar Wilde). Αλλά, ενώ ο μύθος της ζει, οι νεκροί ανήκουν και στα νεκροταφεία και δεν έχουν άποψη για το ποιος θα τους κάνει παρέα. Για τον Hefner, ήταν ευκαιρία να αξιοποιήσει την άκρα του τάφου σιωπή, για να κερδίσει την αθανασία που προσφέρει η ποπ κουλτούρα.
Διαβάστε ακόμη : Αν Αναρωτήθηκες Ποτέ, Γι’ Αυτό Δεν σου Επιτρέπουν να Αποτεφρωθείς στην Ελλάδα Μετά τον Θάνατό σου
Ο συμβολισμός και η ηθική της ταφής των νεκρών πάντα αποτελούσε ζήτημα έντασης για τους ζωντανούς (ο Hefner είχε επίγνωση προφανώς του συμβολισμού και τον απασχολούσε λιγότερο η ηθική του να ταφεί δίπλα στη γυναίκα με της οποίας τις ανεπίσημες γυμνές φωτογραφίες ξεκίνησε το Playboy). Στο βιβλίο της 199 Cemeteries to See Before You Die (εκδ. Black Dog & Leventhal – 199 Νεκροταφεία που Πρέπει να Δεις Προτού Πεθάνεις), η Loren Rhoads φαινομενικά παρουσιάζει έναν ταξιδιωτικό οδηγό για τα νεκροταφεία, πολλά από τα οποία αποτελούν τουριστικές ατραξιόν. Υπάρχουν αρκετοί συνήθεις ύποπτοι, όπως οι Πυραμίδες και η Πομπηία. Αλλά το πιο ενδιαφέρον είναι η ιστορία πίσω από λιγότερο γνωστά μέρη. Οι νεκροί, πάντως, δεν απολαμβάνουν ούτε κατά διάνοια τόση μονιμότητα όση θα περιμέναμε.
Καθόλη τη διάρκεια της ιστορίας, το σώμα έχει αντιμετωπιστεί με ευλάβεια, αλλά και στυγνό πραγματισμό. Οι κατακόμβες, ήταν για τους νεκρούς για τους οποίους δεν υπήρχε χώρος στην καθαγιασμένη γη. Οι τοποθεσίες των νεκροταφείων ορίζονται τόσο από την πολιτική, όσο και από την ευσέβεια. Η υπόσχεση αιώνιας ανάπαυσης συχνά είναι προσωρινή. Ανάμεσα στις προτάσεις της Rhoad που προκαλούν τα πιο έντονα συναισθήματα, είναι το Aître Saint-Maclou στη Ρουέν, ένα μέρος όπου έθαβαν όσους πέθαιναν από πανούκλα. Το 1348, όταν η πανούκλα αποδεκάτισε τα 3/4 των κατοίκων της πόλης, «όλα τα πτώματα, ασχέτως κοινωνικής θέσης, μπήκαν στον ομαδικό τάφο».
[VICE Video] Είναι Πολύ Ακριβό να Πεθαίνεις στην Ελλάδα
Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.
Όταν η αρρώστια επέστρεψε τον 16ο αιώνα, τα πτώματα στο Saint Maclou μετακινήθηκαν, για να ανοίξει χώρος για τους απογόνους τους – και όταν το νεκροταφείο έκλεισε με βασιλικό διάταγμα το 1781, οι νεκροί μεταφέρθηκαν και πάλι. Η ιστορία της Rhoad τελειώνει εδώ, αλλά για όσους έχουν μακάβρια περιέργεια, οι νεκροί από πανούκλα τώρα βρίσκονται στο κοντινό νεκροταφείο Mont Gargan – εκτός από τα πτώματα που ανακαλύφθηκαν στο προαύλιο, κατά τη διάρκεια ανασκαφών, το 2016 και τη μαύρη γάτα που εντοιχίστηκε πριν από αιώνες, για να μην πλησιάζει ο διάβολος.
Τέτοια μακάβρια περιφρούρηση ακούγεται ανόητη, αλλά ο θάνατος συνηθίζει να μας στερεί τη λογική και ο φόβος τον πνευμάτων που προκύπτει από έναν τάφο που έχει διαταραχθεί γίνεται πολύ πιο άμεσος, όταν τα πτώματα υπόκεινται σε μετακίνηση, όπως οποιοσδήποτε άλλος ένοικος. Εν μέρει, γι’ αυτό αφήνουμε φαγητό για να παρηγορήσουμε τους νεκρούς, γι’ αυτό προσπαθούμε να το σκάσουμε με ένα κομμάτι από τον τάφο του Elvis, γι’ αυτό φοράμε κοσμήματα πένθους φτιαγμένα από τα μαλλιά ενός χαμένου αγαπημένου. Ο θάνατος είναι τρομακτικός και η μνήμη των ανθρώπων ελαττωματική. Τουλάχιστον, όμως, ξέρουμε ότι το φαγητό είναι παρηγοριά και ότι μια καρφίτσα είναι πιο δύσκολο να χαλάσει σε σχέση με έναν τόπο υποτιθέμενα αιώνιας ανάπαυσης που υπάρχει μόνο και μόνο από ανοχή.
Αυτή η ανοχή βρίσκεται παντού στο 199 Cemeteries, όποτε η Rhoads αναφέρει τις πολιτικές διεργασίες πίσω από την εξασφάλιση ενός τόπου να αναπαυθούν τα κόκαλα κάποιου. Για παράδειγμα, το «God’s Little Acre», ένα νεκροταφείο σκλάβων στο Νιούπορτ, στο Ρόουντ Άιλαντ, είναι ένα ξεχωριστό τμήμα δημόσιας γης. Από την άλλη, η δημόσια γη ήταν μια αβρότητα που δεν αφορούσε τον εβραϊκό πληθυσμό του Νιούπορτ, δεδομένου ότι έπρεπε να αγοράσουν γη στο Touro Jewish Cemetery. Την καταχώρηση για το Μανζανάρ, την περιοχή της Καλιφόρνια με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους αμερικανοϊάπωνες κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, συνοδεύει μια απόκοσμη φωτογραφία του «Soul Consoling Tower» – ένα μνημείο που πλήρωσαν ιαπωνικές οικογένειες, οι οποίες φυλακίστηκαν εκεί από την Αμερικανική Κυβέρνηση, ώστε να έχουν ένα μέρος να μνημονεύουν τους νεκρούς τους.
Αρκετές φορές το βιβλίο θίγει το κατά πόσο οι νεκροί ανήκουν στους ζωντανούς. Τα νεκροταφεία είναι μέρη δημόσιας και ιδιωτικής μνήμης και αυτή είναι μια απόσταση που δεν διασχίζεται εύκολα. Στο τέλος, αυτό είναι που μένει περισσότερο από το 199 Cemeteries. Ένας ατομικός τάφος είναι μια βιογραφία. Ένα νεκροταφείο με ατομικούς τάφους, είναι ένα κομμάτι ιστορίας. Σαν σύνολο όμως –ως ένα αρχείο τόσων ανθρώπων που έζησαν σε ένα μέρος κι έφυγαν από αυτό- ένα νεκροταφείο είναι κάτι για να σκεφτούμε περισσότερο. Ξέρουμε ποιους πενθούμε. Το 199 Cemeteries ρωτά: πού πενθούμε και γιατί;
Ακολουθήστε την Genevieve Valentine στο Twitter.
Περισσότερα από το VICE
«Έχεις Πολύ Ωραίο Στήθος» – Πέρασα Έναν Μήνα Λέγοντας σε Όλους Μόνο την Αλήθεια
Όσα Έζησα στην Αίθουσα 100Α, στην Πολύωρη Δίκη της Ηριάννας και του Περικλή
Κόφτες, Παπάκια και Σκόνη: Μια Συνηθισμένη Μέρα στην Κατάληψη του ΕΠΑΛ Τυρνάβου