Βγαίνοντας για Kαφέ με τον Άνθρωπο που Προσπάθησε να με Βιάσει

Kοινοποίηση

Eικονογράφηση: Julia Kuo

Το θέμα δημοσιεύτηκε αρχικά στο Broadly.

H καρδιά μου χτυπάει δυνατά καθώς μπαίνω στην καφετέρια και σκανάρω τον χώρο, ψάχνοντας για ένα συγκεκριμένο και γνώριμο πρόσωπο. Αναγνωρίζω αμέσως την ψηλόλιγνη μορφή του, καθώς εκείνος κάθεται στο πίσω μέρος του καταστήματος διαβάζοντας την έκδοση της Evening Standard εκείνης της ημέρας. Αγνοώντας το ανακάτεμα που νιώθω στο στομάχι, περπατάω προς το μέρος του. Σηκώνει το βλέμμα του και προσπαθεί να μου προσφέρει το καλύτερο χαμόγελό του.

Videos by VICE

«Θα ήθελες να δοκιμάσεις το blueberry muffin μου;», με ρωτάει σκουπίζοντας ψίχουλα από το κοστούμι του. Αρνούμαι και, απλά, κάθομαι. Μετά από μια στιγμή άβολης σιωπής, μου λέει: «Μπορείς να μου εξηγήσεις γιατί είμαστε εδώ;».

Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, το πιάνω από την αρχή.

Ήμασταν και οι δύο στα 22, καινούριοι στο Λονδίνο και είχαμε πολλούς κοινούς φίλους. Εκείνος ήταν φοβερά ντροπαλός -από τους τύπους που χάνονται μέσα σε μεγάλες παρέες- αλλά είχα ακούσει ότι είχε πει σε κόσμο ότι με γούσταρε. Κολακευμένη, αποφάσισα να του πιάσω την κουβέντα στην επόμενη έξοδο της κοινής μας παρέας, σε ένα από τα βρωμερά μπαρ του Camden, τα οποία επισκεπτόμασταν για να γιορτάσουμε την έλευση του Σαββατοκύριακου. Προς έκπληξή μου, ήταν αρκετά θορυβώδης, μιας και έμαθα ότι είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας του πίνοντας, κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο.

Περάσαμε το απόγευμά μας κουβεντιάζοντας και εκείνος έφερνε συνέχεια ποτά. Προς το τέλος της νύχτας, μου είπε να γυρίσουμε μαζί σπίτι με το τρένο, μιας και παίρναμε την ίδια γραμμή. Καταφέραμε να μπούμε στο τελευταίο τρένο της βραδιάς, αφήνοντας πίσω μας τα φώτα του βόρειου Λονδίνου.

Καθώς κατεβαίνω από το τρένο, γυρίζω και τον βλέπω να στέκεται στην πλατφόρμα, με το τρένο να φεύγει. Ταράζομαι λίγο, αλλά κυρίως εκνευρίζομαι. «Έχασες το τελευταίο τραίνο. Γιατί κατέβηκες;», τον ρωτάω.

«Δεν τρέχει τίποτα», μου απαντάει αδιάφορα, «θα μείνω σε εσένα». Εκείνη τη στιγμή, θυμάμαι ότι το διαμέρισμά μου είναι άδειο.

«Καλά», του απαντάω. «Αλλά δεν θα κοιμηθείς στο κρεβάτι μου. Μπορείς να μείνεις στο δωμάτιο του συγκατοίκου μου».

Ξαφνικά εκνευρίζεται και φωνάζει: «ΓΙΑΤΙ;».

Του εξηγώ ότι δεν θέλω να κάνουμε τίποτα, αλλά εκνευρίζομαι που αναγκάζομαι να το εξηγήσω. Τα μάτια του είναι πλέον κρύα και νευριασμένα. Λέω στον εαυτό μου να μην παίξει το παιχνίδι του.

Όταν φθάνουμε στο σπίτι, αποφασίζει να πάει το «παιχνίδι» ένα βήμα παραπέρα. Μπλοκάρει την είσοδο του δωματίου μου και με τραβάει στο κρεβάτι μου, προσπαθώντας να με γδύσει. Καταφέρνω να σηκωθώ, παραμένοντας όσο ευγενική μπορώ, νιώθοντας πολύ φοβισμένη ώστε να κάνω σαματά. Όταν σηκώνομαι και πάω να βάλω νερό σε μια προσπάθεια να «σπάσω» την κατάσταση, εκείνος με ακολουθεί και με σπρώχνει στον καναπέ του σαλονιού.

Πλέον, με έχει ακινητοποιήσει με το βάρος του σώματός του. Τραβάει το φόρεμά μου προς τα επάνω και βάζει το χέρι του μέσα στο εσώρουχό μου, ενώ με φιλάει άγρια στον λαιμό. Παραμένει απόλυτα σιωπηλός κατά τη διάρκεια της «επίθεσης» και αγνοεί τα παρακάλια μου, καθώς του λέω να σηκωθεί. Με πιάνει ένας πανικός. Η όλη επίθεση διαρκεί περίπου ένα λεπτό. Στο μυαλό μου διαρκεί τον δεκαπλάσιο χρόνο.

Ξαφνικά σταματάει. Ακούει κάποιον να ανεβαίνει τις σκάλες και ένας από τους συγκατοίκους μου εμφανίζεται στην πόρτα. «Τι συμβαίνει εδώ;», λέει και κοιτάει καχύποπτα τον επισκέπτη. Νιώθοντας να με πνίγει η ντροπή, δεν λέω τίποτα και απλά τον σπρώχνω από πάνω μου. Ο τύπος που με τόσο θάρρος θέλησε να με βιάσει, έχει επιστρέψει στον γνωστό ντροπαλό εαυτό του.

Καθώς όμως κλείνω την πόρτα του δωματίου μου, με κοιτάει για μια ακόμη φορά και μου λέει «Ούτως ή άλλως δεν σε γούσταρα».

Πηγαίνω κατευθείαν στο δωμάτιο του συγκατοίκου μου και του εξηγώ τι έκανε ο επισκέπτης μας – ότι του έλεγα όχι και ότι προσπάθησα να αντισταθώ. Εκείνος μου λέει πως δεν θέλει να τον πετάξει έξω, επειδή είναι φίλος. Μεθυσμένος και κουρασμένος, με αφήνει στο δωμάτιό μου να κοιμηθώ.

Ξαπλώνω στο κρεβάτι μου με τα μάτια μου «καρφωμένα» στην πόρτα, περιμένοντας να ανοίξει για να ουρλιάξω. Στις 5 το πρωί, ο επισκέπτης περνάει μπροστά από το δωμάτιό μου για να μαζέψει τα πράγματά του.

Ακούω το κάθε του βήμα, μέχρι που ο ήχος από το περπάτημά του χάνεται και ξέρω πως έχει φύγει από το διαμέρισμα. Τότε είναι που παρατηρώ ότι τρέμω.

Οι εβδομάδες που ακολουθούν είναι περίεργες. Δεν κοιμάμαι σχεδόν καθόλου και πετάω στα σκουπίδια το φόρεμα που φορούσα εκείνο το βράδυ, μιας και με ανακατεύει και μόνο η όψη του.

Προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου να πάει στην αστυνομία αλλά ποτέ δεν το κάνω. Αν δεν μιλήσω με τις Αρχές, μπορεί να το κάνει ξανά. Γνωρίζω όμως ότι οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος μου, καθώς υπάρχουν ολοένα και λιγότερες καταδικαστικές αποφάσεις σε υποθέσεις απόπειρας βιασμού και σεξουαλικής επίθεσης.

Ο βασικός λόγος που δεν πηγαίνω στις Αρχές είναι εξαιτίας των αντιδράσεων των πιο κοντινών μου προσώπων. «Να τι παθαίνεις όταν βγαίνεις και πίνεις με άνδρες», λέει ένας μέλος της οικογένειάς μου.

Ανησυχώ πως δεν ταιριάζω στο κοινωνικό αποδεκτό προφίλ ενός «πραγματικού θύματος», μιας νηφάλιας νεαρής κοπέλας, δηλαδή, που δέχεται την επίθεση ενός αγνώστου σε ένα σοκάκι. Οι φωνές κατηγορίας στο κεφάλι μου συνεχίζουν να επιτίθενται στα κίνητρά μου. «Πόσο είχες πιεί;». «Γιατί τον άφησες να έρθει σπίτι μαζί σου;».

Καθώς περνούν οι μήνες, γίνομαι όλο και πιο νευρική και αποφασίζω πως πρέπει να αντιμετωπίσω την κατάσταση. Αφού δεν θα καταδικαστεί, πρέπει τουλάχιστον να μάθει πόσο επικίνδυνη είναι η μεθυσμένη του συμπεριφορά. Τον εντοπίζω μέσω Facebook και του στέλνω ένα προσωπικό μήνυμα.

Το γράφω και το επεξεργάζομαι 4 φορές μέχρι να αποκτήσει τη μορφή που θέλω. Περιέργως, δεν θέλω να φανώ πολύ επιθετική και να τον φοβίσω. Του γράφω:

Γεια.
Φαντάζομαι πως δεν περίμενες ένα μήνυμα από εμένα, αλλά ένιωσα πως έπρεπε να επικοινωνήσω. Θα ήθελα να σου μιλήσω για αυτό που έγινε το καλοκαίρι, μιας και δείχνεις να μην έχεις ιδέα πόσο μου στοίχισε. Θέλω να το αφήσω πίσω μου, μιας και ήδη έχει επηρεάσει τη ζωή μου αρκετά. Μπορεί να σου φαίνεται αρκετά άκυρο, αλλά θα ήθελα να πάμε για έναν καφέ, ή κάτι τέτοιο, αν μπορείς. Το αφήνω πάνω σου. Ενημέρωσέ με.
Leonie.

Μισή ώρα μετά, το τηλέφωνό μου χτυπάει και αμέσως γεμίζω με αδρεναλίνη. Υποστηρίζει πως δεν είναι σίγουρος για το τι έχει κάνει, αλλά πως η συμπεριφορά του προφανώς και έχει δημιουργήσει ένα πρόβλημα που «πρέπει να συζητηθεί κατά πρόσωπο». Συμφωνούμε να πάμε για καφέ εκείνη την εβδομάδα.

Καθώς του εξηγώ τι έγινε εκείνο το βράδυ, η γλώσσα του σώματός του σταδιακά αλλάζει. Δεν με κοιτάζει πλέον στα μάτια, έχοντας ρίξει το βλέμμα του στα ψίχουλα που έχει μπροστά του. Δεν με διακόπτει, μέχρι που του λέω τι έγινε στον καναπέ. «Έπεσες από πάνω μου. Σου έλεγα να σταματήσεις, αλλά εσύ με αγνόησες και έβαλες τα χέρια σου με το ζόρι μέσα στο εσώρουχό μου. Δεν ξέρεις πόσο απαίσιο είναι αυτό;».

«Όχι», μου φωνάζει με δάκρυα στα μάτια. «Αυτό δεν ακούγεται σαν κάτι που θα έκανα. Ποτέ». Τον ρωτάω να μου πει γιατί νομίζει ότι μπορεί να ψεύδομαι. Μου λέει ότι με πιστεύει, αλλά πως δεν είναι κακός άνθρωπος.

Βλέποντάς τον να είναι έτοιμος να ξεσπάσει σε κλάματα, νιώθω πιο δυνατή. Συνεχίζω, ρωτώντας τον αν φέρεται πάντα έτσι στις γυναίκες, αν ξέρει ότι αυτό που κάνει αποτελεί εγκληματική πράξη. Του λέω πως αν ακούσω πως έχει εμπλοκή και σε άλλα παρόμοια περιστατικά, τότε θα καταθέσω εναντίον του. Μου ζητά επανειλημμένα συγγνώμη, λέγοντάς μου πως θα επανεξετάσει την συμπεριφορά του όταν πίνει.

Πριν φύγουμε, μου λέει, «Ένιωσα καλά που το ξεκαθαρίσαμε. Ίσως μια ημέρα γίνουμε και φίλοι». Του λέω πως αυτό δεν θα συμβεί ποτέ. Δεν του έχω μιλήσει πάλι έκτοτε.

Δεν έλαβα και πολλή υποστήριξη από τους γύρω μου, μετά από την επίθεση που δέχτηκα, οπότε αποφάσισα να το αντιμετωπίσω μόνη μου. Ήθελα ουσιαστικά να σώσω τον ίδιο μου τον εαυτό, ήθελα να τον ταρακουνήσω μέχρι το μεδούλι, όπως ακριβώς έκανε κι αυτός με εμένα. Καθώς τον έβλεπα να καταρρέει απέναντί μου, σε εκείνη την καφετέρια, ένιωσα πως επιτέλους οι ρόλοι αντιστράφηκαν.

Μια φορά στο τόσο, τον πετυχαίνω στα μέσα μεταφοράς και το στομάχι μου αμέσως γίνεται κόμπος. Αλλά δεν θα τον αφήσω ποτέ ξανά να με τρομοκρατήσει.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.