Διασκέδαση

Για τον Αντώνη Καφετζόπουλο ο «Ακάλυπτος» Υπάρχει σε Όλες τις Εποχές

6
Kοινοποίηση

Εβδομήντα ταινίες, κάτι λιγότερο από δέκα σειρές, πολύ θέατρο. Ο Αντώνης Καφετζόπουλος σε λίγο καιρό θα κλείσει 50 ολόκληρα χρόνια στη δουλειά – κι αυτό είναι κάτι που λίγοι μπορούν να πουν. Μια από τις πρώτες πραγματικά χειμωνιάτικες ημέρες της φετινής χρονιάς, τον συναντώ μετά την πρόβα του στο θέατρο Επί Κολωνώ για το «Τάο», θεατρικό έργο που έγραψε ο γιος του, Γιώργος Καφετζόπουλος, και στο οποίο συμπρωταγωνιστούν.

Καθόμαστε στα τραπέζια στην αυλή του θέατρου, που μοιάζει με καφέ, για να μπορεί να καπνίζει. Με αφορμή το «Τάο», μια ιστορία σύγκρουσης για εξουσία και χρήμα στον υπόκοσμο, ανάμεσα σε τρεις γενιές μαφιόζων, όπου ο ίδιος υποδύεται τον γερο-γκάνγκστερ, η κουβέντα μας ξεκινάει παράδοξα, από εκείνη την περίοδο της ζωής του που συναναστράφηκε περισσότερο τέτοιους τύπους, στα 80s, την εποχή που τα «σκυλάδικα» ήταν στα πάνω τους, «όχι τα κοσμικά κέντρα ή τα μπουζούκια», διευκρινίζει.

Videos by VICE

«Το δίδυμο που πηγαίναμε τότε παρέα στα σκυλάδικα ήταν με τον Μήτσο τον Ευθυμιάδη (σ.σ. σημαντικός θεατρικός συγγραφέας). Θα λέγαμε στη μία η ώρα το βράδυ “πάμε Ιερά Οδό;’’ και ξεκινούσαμε οι δυο μας». Ένα σκηνικό που του έχει μείνει από εκείνη τη μακρινή εποχή περιλαμβάνει πιστόλια, πανικό κι έναν φοβισμένο αστυφύλακα.

«Μια φορά ήμασταν με τον Μήτσο και είχαν βγει κάτι πιστόλια μέσα στο μαγαζί και μας λέει ο μετρ “φύγετε, φύγετε!’’. Και βγήκαμε στα τέσσερα. Είχαν σκύψει όλοι κάτω από τα τραπέζια και καλού κακού βγήκαμε στα τέσσερα. Έξω βλέπουμε ένα περιπολικό. Λέει ο αστυφύλακας, ανήσυχος, στον Μήτσο «τι γίνεται μέσα ρε παιδιά;». Εκείνος σηκώνεται κύριος από κάτω που είναι στα τέσσερα και του απαντάει “τίποτα μωρέ’’ και ξεσκονίζει το παντελόνι του (σ.σ. αναπαριστά τη σκηνή). Εμείς πήραμε ένα ταξί και φύγαμε, αλλά ο αστυφύλακας δεν έμπαινε μέσα με τίποτα».

Στη ζωή του Αντώνη Καφετζόπουλου πάντα συνυπήρχε το χιούμορ και η εξωστρέφεια με τα σκοτάδια, «μια κληρονομική προδιάθεση προς την κατάθλιψη», γεγονός που όταν ήταν νέος ταύτιζε με μια ποιητική καλλιτεχνική φύση, αλλά τώρα έχει πια αναγνωρίσει ότι ήταν μάλλον παθολογικό. Όσο μιλάμε, καταλαβαίνω ότι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του που τον έχει σώσει, είναι το πόσο μεγάλο πειραχτήρι –λίγο παλιακή λέξη αλλά του ταιριάζει- μπορεί να γίνει.

1.jpg

Απέναντι στη σοβαροφάνεια, αντιδράει ο οργανισμός του και ενστικτωδώς θα επιχειρήσει να την ανατρέψει, ξεγυμνώνοντάς την. Κανείς, πάνω απ’ όλα ο ίδιος, δεν χρειάζεται να παίρνει τον εαυτό του τόσο σοβαρά. Μου διηγείται μια ιστορία από τους διαδρόμους του Εφετείου, όπου διέλυσε με μια κίνηση το «θέατρο» των πάρα πολύ σοβαρών δράσεων που λάμβαναν χώρα, με πρωταγωνιστή έναν πολύ γνώριμό μας δικηγόρο:

«Ήμουν συμμαθητής στο σχολείο με έναν πολύ σοβαροφανή, αντρουά, πολύ μάτσο, αντι-γκέι, τον πιο διάσημο δικηγόρο που έχουμε αυτήν τη στιγμή και κακό παράδειγμα για τα παιδιά μας. Αν είχα μικρά παιδιά θα τους έλεγα “μη γίνεις σαν κι αυτόν’’. Τον πέτυχα στον διάδρομο του Εφετείου μια μέρα και του έπιασα τον κώλο ενώπιον όλων (γελάει). Αντέδρασε σαν να τον έβαλες στην ηλεκτρική καρέκλα. Έπαθε!

»Τον λυπήθηκα. Μόλις με είδε, άρχισε να φωνάζει ότι είμαστε παλιοί συμμαθητές και κάνουμε αστεία. Δεν μπορούσα να κρατηθώ, μου φάνηκε πολύ αστείο να συμβεί αυτό σ’ εκείνο το συγκεκριμένο περιβάλλον, που ήταν όλοι με τα κοστούμια τους, δικηγόροι παρ’ Αρείω Πάγω. Είναι πάρα πολύ ωραίο να ανατρέπεις τη σοβαροφάνεια».

ΤΑΟ_01.jpg
ΤΡΕΙΣ ΓΕΝΙΕΣ ΜΑΦΙΟΖΩΝ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΝ ΣΤΟ «ΤΑΟ» ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΦΕΤΖΟΠΟΛΟΥ (ΑΡΙΣΤΕΡΑ)

Η συζήτηση μαζί του είναι απολαυστική, γιατί δεν θα στρογγυλέψει τις γωνίες αυτού που θέλει να πει. Δεν θα φοβηθεί να γίνει δυσάρεστος μιλώντας για τη θητεία του στην πολιτική και την «αρχοντοξιπασιά», στην κατά τ’ άλλα συγκινητική φιέστα της ΑΕΚ. Θα αναφερθεί στην περίοδο της κλινικής κατάθλιψης ανοιχτά, στην εποχή του Ακάλυπτου στο «Και οι Παντρεμένοι Έχουν Ψυχή», στη μυθολογία της δεκαετίας του ’60 και τους φίλους του, Παύλο Σιδηρόπουλο και Κατερίνα Γώγου, το τέλος των οποίων τον έκανε να αναθεωρήσει σε έναν βαθμό τη ζωή του, όταν οι ρομαντικές ιδέες της γενιάς του συγκρούστηκαν με την πραγματικότητα.

VICE: Τι ήταν αυτό που σας τραβούσε στη νύχτα, την περίοδο που ήσασταν θαμώνας στα σκυλάδικα;
Αντώνης Καφετζόπουλος
: Δεν είχαν παρακμάσει ακόμα αυτά τα μαγαζιά, ήταν λαϊκά μαγαζιά στην ακμή τους. Μιλάμε για τη δεκαετία του ’80. Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ όμορφη με ωραία μουσική. Το «14» ήταν το αγαπημένο μου, αλλά πηγαίναμε και στα «Αραπάκια», στην Ιερά Οδό και σε διάφορα άλλα. Καμιά φορά κάναμε κάτι τρέλες και πηγαίναμε στη Χαλκίδα. Ήταν κανονικά μαγαζιά, αλλά πήγαιναν κι άνθρωποι της νύχτας ή τα «έτρεχαν» άνθρωποι της νύχτας. Ήμασταν φτωχαδάκια τότε, ότι δεν πίναμε απ’ την μπουκάλα ουίσκι το κρατούσαμε «κάβα» για την επόμενη φορά.

Θυμάμαι ένα μαγαζί στην Αγία Βαρβάρα, που επειδή η συνοικία εκεί έχει και πολλούς Ρομά, τρεις η ώρα το πρωί, ήταν αρκετές οικογένειες Ρομά που είχαν έρθει να διασκεδάσουν και επειδή δεν είχαν μπέιμπι-σίτερ να αφήσουν τα παιδιά τους, τα είχαν πάρει μαζί τους και κοιμούνταν εκεί, δίπλα.

5.jpg

Σας έχω ακούσει να χαρακτηρίζετε τον εαυτό σας ως έναν τύπο που από μικρός βασανιζόταν πολύ με τα πράγματα.
Ναι. Πιθανόν αυτό να ήταν και λίγο παθολογικό, γιατί έχω μια κληρονομική προδιάθεση προς την κατάθλιψη. Δηλαδή για ένα μεγάλο διάστημα είχα διαγνωστεί με κλινική κατάθλιψη, έπαιρνα αντικαταθλιπτικά. Φαίνεται ότι κάτι υπάρχει, δεν ξέρουν ακριβώς οι ψυχίατροι, αλλά υπάρχει κάποια ένδειξη κληρονομικότητας γιατί ο παππούς μου αυτοκτόνησε, ο πατέρας μου ήταν με κατάθλιψη για μεγάλο διάστημα και μετά ήταν σε μια ήπια μανία, είχε διπολική διαταραχή. Φαίνεται ότι υπάρχει κάτι κληρονομικό ή φταίει το περιβάλλον, δεν ξέρω. Οπότε ναι, ήμουν τύπος που βασανιζόταν, αλλά μπορεί να συνέβαινε και εξαιτίας αυτού.

Όταν σας συνέβαινε, πώς το αντιμετωπίζατε; Υπήρχε κάτι το ανικανοποίητο, μια θλίψη;
Ναι, αλλά όταν είσαι 18 χρονών και περνάς κάτι δίμηνα θλιμμένος, ας το πούμε έτσι, αισθάνεσαι ότι μπορεί να είναι και ωραίο αυτό, ποιητικό. Δηλαδή, μέχρι τα 30-35 μου το αντιμετώπιζα έτσι. Έλεγα «τι να κάνουμε; εγώ έτσι είμαι», αλλά τελικά μπορεί και να ήταν παθολογικό.

Φαντάζομαι, το είχατε συνδυάσει και με την εικόνα του καλλιτέχνη;
Μέσα στη μυθολογία μας, τουλάχιστον στη δική μου γενιά του ’60, ήταν και όλοι αυτοί που πέθαναν πολύ νωρίς, από τον Τζιμ Μόρισον μέχρι τον Τζακ Κέρουακ. Ζούσαμε στον απόηχο των καταραμένων ποιητών, των αρχών του αιώνα. Βέβαια, η μυθολογία συγκρούεται με την πραγματικότητα, όταν βλέπεις να πεθαίνει από ένα ατύχημα ο Σιδηρόπουλος που ήμασταν σχεδόν συνομήλικοι, πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο.

Όταν συμβαίνουν τέτοια πράγματα γύρω σου, αρχίζεις και αναρωτιέσαι μήπως τελικά βρε παιδί μου, δεν φταίει η ποιητική καλλιτεχνική φύση; Διότι ο Σιδηρόπουλος ήταν πολύ ταλαντούχος, ένας σπουδαίος τραγουδιστής και ίσως τον αδικεί ότι είναι γνωστός ως ο τύπος που έφυγε νωρίς.

Τέτοιοι θάνατοι ανθρώπων που έφυγαν νέοι, σας ταρακούνησαν και είπατε ότι πρέπει να το αντιμετωπίσω αλλιώς;
Ναι. Ο Μήτσος ο Ευθυμιάδης που έλεγα πριν, ήταν βαριά αλκοολικός, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, δεν πέθανε όμως από αυτό, πέθανε από καρκίνο. Επίσης, ήταν μεγάλο σοκ το ότι σταματήσαμε να επικοινωνούμε με την Κατερίνα (σ.σ Γώγου), που συμπτωματικά ήταν και πολύ κοντινό μου πρόσωπο, ήταν λίγο σαν τη μεγάλη μου αδερφή.

ΤΑΟ_05.jpg
ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ «ΤΑΟ» ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ

Επειδή κινούσασταν και σε αυτό το περιβάλλον, φλερτάρατε ποτέ με κάποιου είδους εξάρτηση;
Ναι, εγώ με το αλκοόλ πιο πολύ. Υπήρχαν εποχές που έπινα πάρα πολύ, αλλά φαίνεται ότι και εκεί υπάρχει κάτι γονιδιακό, γιατί ήμασταν πολλοί άνθρωποι που πίναμε πολύ, αλλά κάποιοι έγιναν αλκοολικοί. Άλλοι απλώς συνέχισαν να πίνουν. Εγώ τα τελευταία χρόνια έχω σταματήσει να πίνω πολύ, γιατί άρχισε πια να με πειράζει το στομάχι μου. Το πεπτικό μου σύστημα επαναστάτησε. Σε μένα δεν έγινε ποτέ εθισμός, αν και έπινα συστηματικά κάθε βράδυ.

«Με απειλούν ακόμα, λέγοντάς μου ‘‘δεν θα έρθεις στο γήπεδο;’’. Φυσικά και θα πάω. Είμαι ΑΕΚτζής εκ γενετής.»

Είχα έναν κανόνα βέβαια: δεν έπινα ποτέ πριν τη δύση του ηλίου. Ήταν αστείος κανόνας. Αν θες να τον παραβιάσεις, τον παραβιάζεις πολύ εύκολα. Δεν ήταν αυτό που με κράτησε. Όμως δεν μου άρεσε ποτέ η εικόνα του μεθυσμένου, μεσημεριάτικα.

Ένα βράδυ, πήγα να πλησιάσω την μπάρα για να παραγγείλω. Είχε πολύ κόσμο μπροστά μου, αργούσε να έρθει το ποτό μου και με έπιασαν τα νεύρα μου. Και λέω «τι μαλακία είναι αυτή να εκνευρίζομαι που δεν έρχεται αμέσως το ποτό μου»; Έξι μήνες δεν ήπια σταγόνα.

Γράφετε εδώ και χρόνια, στο Facebook κυρίως, την άποψή σας για θέματα της επικαιρότητας. Υπάρχουν αυτοί συμφωνούν μαζί σας και από την άλλη πλευρά…
Αυτοί που με βρίζουν πατόκορφα.

Αυτό συνέβη και μετά τη φιέστα για το γήπεδο της ΑΕΚ, που γράψατε ότι ο αετός δεν είχε καμία θέση εκεί.
Ναι, δεν είναι ΑΕΚ αυτός ο αετός, είναι ένα καημένο ζωντανό. Το ότι ήταν εκεί, μας προσέβαλε όλους. Με έβριζαν (γελάει), με απειλούσαν, με απειλούν ακόμα, λέγοντάς μου «δεν θα έρθεις στο γήπεδο;».

Θα πάτε λοιπόν στο γήπεδο;
Φυσικά και θα πάω, σιγά. Γιατί, τι θα μου κάνουν; Δεν είναι ευχάριστο να σου λένε όλοι «όταν σε δω από κοντά, θα σου ξηγηθώ», αισθάνεσαι μια απειλή, αλλά εντάξει. Άλλωστε, πολύ πιο εύκολα γράφει κάτι ο άλλος, παρά το κάνει.

Έτσι κι αλλιώς, είναι γνωστά τα αισθήματά σας για την ΑΕΚ.
Είμαι ΑΕΚτζής εκ γενετής, διότι γεννήθηκα στην Κωνσταντινούπολη. Εγώ δεν είμαι φανατικός, τα παιδιά μου είναι φανατικά. Ο μικρός τσαντίστηκε πάρα πολύ με αυτούς που με έβριζαν και απαντούσε. Τα παιδιά συμφωνούν ότι ο αετός ήταν καραγκιοζιλίκι, τσίρκο.

Δεν έχει σχέση με την ΑΕΚ. Είναι άλλο να έχεις σύμβολο τον δικέφαλο αετό, γιατί κάποιοι άνθρωποι, πριν έναν αιώνα, ίδρυσαν μια ομάδα που έλκει την καταγωγή της από την κάποτε πρωτεύουσα του Βυζαντίου. Είναι άλλο να σου αρέσει αυτό ως σύμβολο και άλλο να ταλαιπωρείς ένα ζωντανό.

Πώς την είδατε αυτή τη φιέστα πέρα από το θέμα του αετού;
Εντάξει, έχει γείρει λίγο προς τον ποντιακό ελληνισμό το πράγμα (γελάει), γεγονός που εμάς τους παλιούς ΑΕΚτζήδες, που είχαμε σχέση με τη Φιλαδέλφεια και την Κωνσταντινούπολη, μας ξενίζει. Κατά τα άλλα, είχε συγκινητικές στιγμές. Πήραν μέρος οι παλαίμαχοι, άνθρωποι που ξέρω ότι ένα μέρος της ζωής τους ήταν αυτή η Κυριακή με την ΑΕΚ, ξαναμπήκαν σε ένα μέρος που ήταν Ευρώπη στο περίβλημα και αισθάνθηκαν πολύ κοντά μεταξύ τους. Αυτό είναι συγκινητικό. Δεν είναι πολλοί, είναι 30.000 άνθρωποι που όμως είναι έτσι.

2.jpg

Τι ήταν αυτό που σας ξένισε όμως;
Λίγο η αρχοντοξιπασιά. Δηλαδή, αν το όργανωνα εγώ αυτό, θα ήταν πιο συναισθηματικό μάλλον, γιατί είμαι και λίγο μελούρα και λιγότερο φανφάρες και μεγαλεία.

Ένα από τα συνθήματα του κόσμου της ΑΕΚ, το «είναι διαφορετικό να είσαι ΑΕΚ», τι σημαίνει για εσάς;
Είναι πολύ απλό. Η ΑΕΚ όποτε έπαιρνε πρωταθλήματα ή διακρινόταν, κανένας δεν μπορούσε να αμφισβητήσει ότι το πετύχαινε, επειδή έπαιζε και καλή μπάλα. Δεν υπήρχαν δηλαδή αυτά με τα πέναλτι ή την εύνοια. Αυτό είναι όλο.

Επειδή πολλά πράγματα που έχετε γράψει, έχουν προκαλέσει αντιδράσεις, υπάρχει κάτι που σας έχουν προσάψει και σας έχει μείνει;
Όχι. Τα μόνα που με εκνευρίζουν είναι διάφορα συκοφαντικά, δηλαδή το ότι κάποιου δεν του αρέσει αυτό που έγραψα και λέει ξέρω ‘γω ότι είμαι κρατικοδίαιτος, εγώ που δεν έχω δουλέψει ποτέ για το κράτος. Αυτό με κάνει τούρκο για μερικά λεπτά και μετά θα σκεφτώ ποιος είναι αυτός που το έγραψε κι ότι δεν έχει σημασία. Υπάρχουν όμως πράγματα που μου πατάνε τον κάλο και εκνευρίζομαι, αλλά το αφήνω.

Ο χαρακτήρας του Ακάλυπτου που υποδυθήκατε στο «Και οι Παντρεμένοι Έχουν Ψυχή» κι έχει «γράψει», ευδοκιμεί ακόμα το 2022;
Αυτός ο τύπος, δηλαδή ο άνθρωπος που προσπαθεί να ζήσει εις βάρος των άλλων, νομίζω ότι είναι πολύ κλασικό πράγμα και υπάρχει σε όλες τις εποχές. Αν δει κανείς τα έργα του Αριστοφάνη, υπάρχει σε όλα.

Για τον Ακάλυπτο όλα γυρνάνε λίγο γύρω από τα λεφτά, τα λεφτά που δεν έχει, τα λεφτά που κάποτε θα βγάλει.
Και γύρω από τον τεράστιο εγωισμό του. Θέλει να τα έχει όλα δικά του, να έχει τη γυναίκα του δική του και να την κερατώνει με άλλες 50. Δηλαδή είναι το απόλυτα εγωιστικό, ναρκισσιστικό άτομο που τα θέλει όλα δικά του.

 Η διαφορά έγινε επειδή είχαμε βάλει στον Ακάλυπτο ένα στοιχείο που δεν υπάρχει στους ναρκισσιστές, στη ναρκισσιστική διαταραχή. Ήταν ταυτόχρονα και αξιαγάπητος, με την έννοια ότι πόναγε τον φίλο του, όντως αγαπούσε τη γυναίκα του, νοιαζόταν αν κάποιος έπεφτε μπροστά του, δεν θα τον πάταγε στο λαιμό. Γι’ αυτό ήταν δημοφιλής. Είχαμε βάλει αυτό το εξωπραγματικό στοιχείο, το οποίο οι ναρκισσιστές δεν το έχουν, σε πατάνε στον λαιμό και συνεχίζουν.

«Η πιάτσα είναι επιρρεπής στο να σε βάζει να κάνεις συνέχεια το ίδιο, αρκεί να δουν ότι μια φορά το έκανες καλά. Κι αυτό ήταν πάντα μια πίεση στη ζωή μου.»

Ο Ακάλυπτος ήταν ένας εξαιρετικός ρόλος. Και αισθάνομαι πάρα πολύ καλά, γιατί ήταν δικό μου δημιούργημα. Ήταν κάτι που το φτιάξαμε μαζί με τον Καπώνη, τον σεναριογράφο. Με τον Παρτσαλάκη και τη Λουιζίδου, εξελίξαμε αυτούς τους ρόλους, αυτό το τρίο. Την πρώτη μέρα που ζήτησα ζελέ για να κάνω τα καρφάκια του Ακάλυπτου, έπεσε πανικός, δεν ήθελαν.

 Σας ενοχλούσε που για χρόνια μετά απ΄αυτή την τεράστια επιτυχία, το κοινό σας ταύτιζε με τον Ακάλυπτο;
Ναι. Ωστόσο, το κοινό πιο εύκολα μπορεί να εκτιμήσει το να κάνεις διαφορετικά πράγματα. Η πιάτσα, ακόμα και η πιο σκεπτόμενη πλευρά του θεάτρου και του σινεμά, αλλά και η πιο εμπορική φυσικά, είναι επιρρεπής στο να σε βάζει να κάνεις συνέχεια το ίδιο και το ίδιο, αρκεί να δουν ότι μια φορά το έκανες καλά. Κι αυτό ήταν πάντα μια πίεση στη ζωή μου, γιατί εγώ δεν ήθελα να κάνω αυτό που έκανα κάποια στιγμή καλά.

Ο Ακάλυπτος ήταν εξαιρετικός ρόλος. Και αισθάνομαι πάρα πολύ καλά, γιατί ήταν δικό μου δημιούργημα, μαζί με τον σεναριογράφο. Με τον Παρτσαλάκη και τη Λουιζίδου, αυτό το τρίο, εξελίξαμε αυτούς τους ρόλους.»

Θυμάμαι, είχα μείνει έξω, σχεδόν από κάθε δουλειά, για κανά δυο χρόνια μετά την «Αστροφεγγιά», γιατί μου πρότειναν συνεχώς κάτι ρόλους φυματικού φοιτητή που πεθαίνει από έρωτα. Μετά τον Ακάλυπτο, μου πρότειναν μόνο κωμωδίες και τίποτα άλλο. Έμεινα εντελώς εκτός τηλεόρασης για πολλά χρόνια.

3.jpg

Την ώρα που υποδυόσασταν τον Ακάλυπτο, σκεφτόσασταν ότι είναι ένας ρόλος που θα μείνει;
Όχι, την πρώτη χρονιά οι «Παντρεμένοι» δεν πήγαιναν τόσο καλά. Εμείς βέβαια περνούσαμε πολύ ωραία, μας άρεσε αυτή η δουλειά. Το καλοκαίρι με τις επαναλήψεις κάτι έγινε. Αρχικά, πίστευα ότι θα έλεγα αργότερα «δείτε και αυτή μου τη δουλειά, γιατί είναι πάρα πολύ ωραία». Και μετά έγινε τρομερά εμπορικό, τη δεύτερη και την τρίτη χρονιά. Μετά την τρίτη σεζόν, το σταματήσαμε εμείς. Οι υπόλοιποι θα ήθελαν να συνεχίσουμε.

Γιατί σταματήσατε;
Εγώ θεώρησα ότι τελείωσε αυτό και με κατηγορούν για αυτό μερικοί μερικοί -όχι οι ηθοποιοί- αλλά ήταν η ώρα του. Ολοκληρώθηκε.

Κάποια στιγμή είχατε μπλέξει και με την πολιτική.
Πάντα είμαι μπλεγμένος με την πολιτική. Από το σπίτι μου άλλες φορές, γράφοντας ή μιλώντας και κάνα δυο φορές πιο ενεργά. Μια φορά που θεώρησα ότι ο Κώστας Καραμανλής θα είναι η καταστροφή, αποφάσισα να υποστηρίξω τον Παπανδρέου, για να υπάρχει ένα αντίπαλο δέος σ’ αυτήν τη λαίλαπα. Γιατί αν θυμάστε, ήταν ο Καραμανλής, ο Αλογοσκούφης και ένας Βουλγαράκης και φώναζε ότι αυτό θα είναι καταστροφή, πράγμα που επιβεβαιώθηκε.

Σ’ αυτούς κυρίως οφείλουμε το ότι εκτροχιάστηκε το δημόσιο χρέος – ίσως, το ότι το ιδιωτικό εκτροχιάστηκε, το οφείλουμε και στον Σημίτη. Είπα λοιπόν να υποστηρίξω τον Παπανδρέου να υπάρχει ένα αντίπαλο δέος, να μην παίζουν μπάλα μόνοι τους. Τι έχω ακούσει και για αυτό, ότι είμαι πασόκος…

Θα το ξανακάνατε;
Ναι, βέβαια εννοείται. Μετά, όταν άρχισε να δείχνει το ΠΑΣΟΚ με τον Παπανδρέου ότι μπορεί να επιστρέψει στην εξουσία, είπα ότι δεν θέλω να έχω καμία σχέση με αυτό και υποστήριξα τους Οικολόγους Πράσινους. Ήμουν σε μια τιμητική θέση, στο ψηφοδέλτιο. Μετά όταν βγάλανε ευρωβουλευτή, σκοτώθηκαν για την κρατική επιχορήγηση, άρχισαν να τσακώνονται μεταξύ τους.

«Δεν ψάχνω για καβγά, αλλά υπάρχουν μερικά πράγματα που τα θεωρώ ζητήματα αρχής, στα οποία και να χαλάσει ο κόσμος, θα κάνω αυτό που νομίζω.»

Κι έκανα και δύο χρόνια στο Δημοτικό Συμβούλιο της Αθήνας, με τον Γιώργο Καμίνη, ο οποίος ήταν μια απογοήτευση. Αυτό που είναι τώρα, δείχνει να ήταν το ιδανικό του, να είναι ένας βουλευτής Επικρατείας που αποφεύγει να συγκρουστεί, αποφεύγει να καινοτομήσει και θέλει μια θέση να τον αφήσουν στην ησυχία του.

Εσείς φαίνεται ότι δεν φοβάστε να δυσαρεστήσετε, να συγκρουστείτε.
Δεν έχει νόημα η ζωή αλλιώς, αν δεν κάνεις αυτό που νομίζεις εσύ σωστό. Κι εγώ δεν ψάχνω για καβγά, αλλά υπάρχουν μερικά πράγματα που τα θεωρώ πολύ σοβαρά ή ζητήματα αρχής, στα οποία και να χαλάσει ο κόσμος, θα κάνω αυτό που νομίζω.

Ήθελα να σας ρωτήσω πώς φανταζόσασταν στα 30 ότι θα είναι τα 70 και πως είναι πραγματικά.
Στα 30 μου θυμάμαι ότι θεωρούσα πως θα εξελιχθώ σε έναν από τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς της γενιά μου. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν πήγε κι άσχημα, είμαι. Τώρα που το συζητάμε, το σκέφτηκα. Επίσης, όταν ήμουν 30, εξακολουθούσα να είχα το σχέδιο ότι θα κάνω ταινίες και ότι στην πραγματικότητα αυτό θέλω να κάνω.

«Θυμάμαι τη Λαμπέτη σε μια παράσταση που παίζαμε μαζί, έβγαινε από τη σκηνή και μου έλεγε κάθε φορά απολογητικά ότι σήμερα δεν ήταν καλή».

Το ενδιαφέρον είναι ότι στα 20 φανταζόμουν ότι δεν θα ζήσω μετά τα 30. Ήταν και της μόδας τότε αυτό. Ένα από τα συνθήματα της γενιάς του Γούντστοκ ήταν το «όποιος είναι πάνω από 30, είναι κάθαρμα». Το πιστεύαμε αυτό και θεωρούσαμε ότι πρέπει να ζήσεις έντονα, να πεθάνεις νέος, γιατί αυτό είναι το πιο ηθικά άμεμπτο, για να μην προλάβεις να γίνεις κάθαρμα. Ακούγεται αφελές, αλλά είχε ένα μεγαλείο αυτή η γενιά, για αυτό έκανε και κάνα δυο σημαντικά πράγματα, όπως η σεξουαλική επανάσταση.

4.jpg

Και τώρα, τα 70 πώς είναι;
Δεν φανταζόμουν καθόλου πώς θα ήμουν στα 70. Τώρα που το ζω, βλέπω ότι είμαι όπως ήμουν στα 50, αλλά με πολύ λιγότερες δυνάμεις. Δηλαδή δυσκολεύομαι να περπατήσω 5 χλμ, δεν μπορώ να τρέξω πια, ξυπνάω κι έχω διάφορους πόνους στα κόκαλα (γελάει). Είναι ένα βάρος που δεν το είχα και τώρα έχω αυτό το βάρος. Δεν βλέπω άλλη διαφορά.

Φαντάζομαι η μεγάλη διαφορά είναι όταν αρχίσω και το χάνω, το οποίο πρέπει να είναι μια πολύ δύσκολη στιγμή για κάποιον που συνειδητοποιεί ότι το μυαλό του δεν λειτουργεί.

Από εδώ και πέρα, τι θα θέλατε για τον εαυτό σας;
Θα ήθελα να μην είμαι εξαρτημένος από τη δουλειά μου, γιατί ενώ κατά καιρούς πέρασαν λεφτά από τα χέρια μου, δεν φέρθηκα με την κοινή σοφία μας, να έχω μια καβάτζα που λέμε. Ως εκ τούτου, πρέπει να δουλεύω. Μ’ αρέσει η δουλειά μου και θα ήθελα να δουλεύω μέχρι να μην μπορώ άλλο σωματικά. Όμως, θα ήθελα να μην το κάνω από ανάγκη, να μπορώ να κάνω καλύτερες επιλογές.

«Όταν θεώρησα ότι ο Κώστας Καραμανλής θα είναι η καταστροφή, αποφάσισα να υποστηρίξω τον Παπανδρέου, για να υπάρχει ένα αντίπαλο δέος σ’ αυτήν τη λαίλαπα».

Να βγάλουμε κάπως το χειμώνα, γιατί οικονομικά είναι δύσκολο. Κάθε τόσο βγαίνει ο Χατζιδάκης και λέει «εντάξει, το λύσαμε το θέμα με τις εκκρεμείς συντάξεις για το 90%».  Εγώ είμαι πάντα στο άλλο ποσοστό, είναι εκκρεμής η σύνταξή μου, πολλά χρόνια, γιατί είναι περίπλοκο.

Σας θυμώνει αυτό ή σας απογοητεύει; 
Όχι, είναι δικό μου θέμα αυτό, εγώ το έκανα έτσι. Τα οικονομικά μου μπορούσα να τα έχω διαχειριστεί αλλιώς. Όταν είχα λεφτά, αντί να κάνω αυτό που έκαναν άλλοι που έβγαζαν ανάλογα χρήματα, πήγα και πήρα μια βάρκα, την «Κουτσομούρα». Έβλεπα διάφορους νεόπλουτους που έβγαζαν τα σκάφη τους “Braveheart’’ ή “My only dream’’ και  μου φάνηκε ωραίο όνομα το «Κουτσομούρα». Έτσι, είναι σαν να πετάς στη θάλασσα τα λεφτά σου, ξέρεις ότι δεν θα τα πάρεις ποτέ πίσω. Αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη για τα οικονομικά μου.

Έχετε πει ότι από μικρό σας απασχολούσαν ερωτήματα σε σχέση με το ποιοι είμαστε, πού πάμε, γιατί γίνονται τα πράγματα. Τώρα νιώθετε ότι έχετε φτάσει πιο κοντά σε κάποιου είδους απάντηση, τουλάχιστον για τον εαυτό σας;
Εδώ και πολλά χρόνια, λίγο-πολύ ξέρω μερικά πράγματα για τον εαυτό μου, ναι. Είμαι πολύ ευχαριστημένος από τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκα τον φυσικό ναρκισσισμό μου. Πρέπει να ισορροπήσει κανείς ανάμεσα σε αυτό που θέλει να πετύχει και αυτό που πετυχαίνει, γνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται να πετύχει όλα αυτά που ονειρεύτηκε κάποτε.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτό είναι το φυσιολογικό, αυτός είναι ο κανόνας. Συμβαίνει σε όλους. Αν διαβάσει κανείς τη βιογραφία του Μπέργκμαν, σε όλο το βιβλίο γκρινιάζει που δεν έγινε συγγραφέας – αυτό ήταν το όνειρό του και κατάντησε να κάνει κάτι ταινίες (γελάει).

Ο Ελία Καζάν προσπαθούσε μια ζωή να αποδείξει στον πατέρα του ότι άξιζε να κάνει ταινίες – μου το έχει πει και ο ίδιος από κοντά. Είχαν μια οικογενειακή επιχείρηση με χαλιά και είναι σαν να απολογείται που δεν πούλαγε χαλιά, αλλά και πολλοί άλλοι άνθρωποι που έχω γνωρίσει, άλλοι νεκροί, άλλοι ζωντανοί ήταν έτσι.

Θυμάμαι τη Λαμπέτη σε μια παράσταση που παίζαμε μαζί, έβγαινε από τη σκηνή και επειδή την στράβωναν τα φώτα και δεν έβλεπε καλά, την περίμενα για να μη σκοτωθεί και μου έλεγε κάθε φορά απολογητικά ότι σήμερα δεν ήταν καλή.

Προσωπικά, είμαι ευχαριστημένος από αυτά που έχω κάνει. Ναι, θα ήθελα να έχω κάνει πολύ περισσότερα, πολύ πολύ περισσότερα αλλά αυτά έγιναν και είμαι μια χαρά.

Ποιο είναι το δικό σας «απωθημένο»;
Θα ήθελα να είμαι μουσικός, αλλά δεν το είχα. Εγώ δεν ήθελα ποτέ να είμαι ηθοποιός. Ταινίες ήθελα να κάνω, σκηνοθέτησα μερικές αλλά ως ηθοποιός, είχα πολύ μεγαλύτερη ευκολία, πολύ περισσότερη δουλειά και περισσότερα χρήματα, όχι από το θέατρο ή την τηλεόραση, από τις διαφημίσεις κυρίως.

* Το «Τάο» του Γιώργου Καφετζόπουλου σε σκηνοθεσία Δανάης Σπηλιώτη παρουσιάζεται από τις 16 Ιανουαρίου στην Κεντρική Σκηνή του θεάτρου Επί Κολωνώ. Για εισιτήρια, πατήστε εδώ.

Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.

Περισσότερα από το VICE

«Στελέχη Είχαν Σεξουαλικές Σχέσεις με Τρόφιμες» – Όσα Έζησα στην Κιβωτό Μαζί με τα Αδέρφια μου

«Ήθελε να Βάψει τη Ferrari του Μέσα σε 96 Ώρες» – Η Τρελή Ζωή των Βοηθών Πολυτελείας των Ποδοσφαιριστών

Γιατί Κάποιοι Άνθρωποι Τηγανίζουν το Νερό;

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.