Οι πρώτες χρεοκοπίες
«Η χρεοκοπία επί κυβερνήσεως Τρικούπη διαφέρει…», λέει σήμερα ο Θάνος Βερέμης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών, με ειδίκευση στην Πολιτική Ιστορία της νεότερης Ελλάδας. «Τα πρώτα βρετανικά δάνεια, έπειτα από τον αγώνα της απελευθερώσεως, ξοδεύθηκαν στις εμφυλιακές συγκρούσεις που ακολούθησαν την επανάσταση του 1821, σε ένα ρευστό και ασταθές περιβάλλον. Ουσιαστικά το ελληνικό κράτος δεν υπήρχε ακόμη. Αντιθέτως, η χρεοκοπία επί Χαριλάου Τρικούπη είχε διαφορετικά χαρακτηριστικά. Διότι ναι μεν υπήρξε και τότε υπερδανεισμός, όμως εκείνα τα δάνεια κατέληξαν σε έργα υποδομής. Δεν ήταν χαμένα λεφτά, κάθε άλλο, μπορώ να πω ότι επρόκειτο για την καλύτερη τοποθέτηση δανείων στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Επωφελήθηκε ο ελληνικός λαός -για παράδειγμα τότε δημιουργήθηκαν οι σιδηρόδρομοι, που υπάρχουν ακόμα και σήμερα. Ήταν μια χρεοκοπία που απέδωσε –η Ελλάδα εμφανίστηκε ισχυρότερη στα χρόνια που ακολούθησαν».Τρία μεγάλα δάνεια και μία πτώχευση μέχρι το 1827, πρέπει να αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ για ένα κράτος που ακόμα δεν έχει ιδρυθεί.
Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση και το 1932 οδηγείται σε νέα χρεοκοπία, η οποία οφείλεται στην αδυναμία του άλλου μεγάλου τοτέμ της ελληνικής πολιτικής, του Ελευθερίου Βενιζέλου, να κατανοήσει τις συνέπειες του κραχ του 1929 και να επιμείνει στην πρόσδεση της ελληνικής δραχμής στο νόμο του χρυσού και τη βρετανική στερλίνα. Ο ιστορικός Θάνος Βερέμης σημειώνει: «Η χρεοκοπία επί Ελευθερίου Βενιζέλου και Παναγή Τσαλδάρη, ανάγκασε την Ελλάδα να στραφεί στην εσωτερική αγορά, ενώ παράλληλα οδήγησε στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας –ούτε αυτή ήταν μια καταστροφική χρεοκοπία για τη χώρα. Δεν την αισθάνθηκε τόσο ο λαός –ουσιαστικά επλήγησαν περισσότερο όσοι άνηκαν στην αστική τάξη. Ο απλός κόσμος στην ύπαιθρο δεν αντιλαμβανόταν τι εστί κρίση κι αυτό διότι ήταν αυτάρκεις. Είχαν τα ζώα, τα χωράφια τους, δεν άλλαξε δραματικά κάτι γι' αυτούς –προβλήματα ουσιαστικά αντιμετώπισαν όσοι συναλλάσσονταν ελληνικά ομόλογα και οι αστοί που δεν ήταν ασφαλώς όσοι είναι σήμερα. Η Ελλάδα εκείνα τα χρόνια ήταν μια ευάλωτη οικονομία με μικρή παραγωγή και χωρίς βαριά βιομηχανία –μια αγροτική χώρα με λιγοστές εξαγωγές, κυρίως σταφίδα και καπνό και χωρίς τουρισμό, ο οποίος αναπτύχθηκε αργότερα για να συμπληρώσει τα κενά του προϋπολογισμού. Προσπαθούσε να επιβιώσει βασιζόμενη σε όσα λιγοστά διέθετε συν τα εμβάσματα κάποιων μεγαλοκεφαλαιούχων Ελλήνων του εξωτερικού όπως ο Συγγρός και άλλοι. Αυτή είναι η εικόνα της εποχής. Σήμερα ελλείψει εθνικών ευεργετών κι επειδή ο αστικός πληθυσμός της χώρας έχει αυξηθεί -την ώρα η ελληνική ύπαιθρος έχει συρρικνωθεί δραματικά- η κοινωνία βιώνει πολύ πιο επώδυνα την οικονομική κρίση».ΧΡΕΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Από τον 19ο αιώνα έως και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο
Η Γερμανία (Πρωσία) έκανε χρεοστάσιο το 1807, 1813, 1932 και 1939. Η Ισπανία το 1809, 1820, 1831, 1834, 1851, 1867, 1872, 1882, 1936, 1937, 1938, 1939. Η Αυστρία το 1868, 1914, 1932, η Πορτογαλία το 1828, 1837, 1841, 1845, 1952, 1890, ενώ η Γαλλία είχε την τιμητική της τον 18ο αιώνα, το 1701, το 1715, το 1770, το 1788 και το 1812».
Η Ελλάδα μετά τον μεγάλο πόλεμο
Ωστόσο, ούτε η ήττα των κομμουνιστών θα αλλάξει τις συνήθειες της ελληνικής αστικής τάξης. Τη δεκαετία του '50, οι ανταποκρίσεις των αμερικανών δημοσιογράφων από την Αθήνα κάνουν λόγο για ένα κλαν 5.000 ανθρώπων, βιομήχανων, εισαγωγέων και πολιτικών που μοιράζονται τη διεθνή χρηματοδότηση της Ελλάδας, φθάνοντας στο σημείο να χρησιμοποιούν τα καύσιμα που αποστέλλονται για τις αγροτικές μηχανές ως βενζίνη στα αμάξια τους. Ο ανταποκριτής της Christian Science Monitor στην Αθήνα, Joseph Harrison κάνει λόγο για μια συμμορία που «κραυγάζει όλη μέρα υπέρ της πατρίδας και της σωτηρίας της, αλλά δεν καταδέχεται να πληρώσει φόρους και διατηρεί το σύνολο των καταθέσεων της στη Νέα Υόρκη, την Ελβετία και την Αίγυπτο» -πρόταση που θα μπορούσε να είχε δραπετεύσει μέσα από το 2015, αν το τραπεζικό σύστημα της Αιγύπτου δεν είχε στο μεταξύ καταρρεύσει.Ο ανταποκριτής της Christian Science Monitor στην Αθήνα, κάνει λόγο για μια συμμορία που «κραυγάζει όλη μέρα υπέρ της πατρίδας (…) αλλά δεν καταδέχεται να πληρώσει φόρους και διατηρεί το σύνολο των καταθέσεων της στη Νέα Υόρκη, την Ελβετία και την Αίγυπτο»
Ο Ανδρέας έρχεται φορτσάτος
Η μεγάλη ιδέα του Σημίτη
Το «θαύμα» του χρηματιστηρίου και το νέο νόμισμα
Η εποχή της κρίσης
Ακολουθήστε το VICE στην καινούρια μας σελίδα στο Facebook
Όταν ξέσπασε η παγκόσμια τραπεζική κρίση η Ελλάδα βρέθηκε με μια οικονομία εντελώς ανυπεράσπιστη απέναντι στις συνέπειές της. Η αντιμετώπισή της από το νεοεκλεγέντα τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου δεν ήταν ακριβώς ιδανική. Οι φωνές ότι η Ελλάδα δεν έχει ούτε δεκάρα στα ταμεία της δε βοήθησαν πολύ την πιστοληπτική της δυνατότητα και ο πολιτικός που εξελέγη με την υπόσχεση να συνεχίσει το έργο αναδιανομής από εκεί όπου το είχε αφήσει ο πατέρας του, βρέθηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες να ανακοινώνει την υπαγωγή της Ελλάδας στον κορσέ του ΔΝΤ, της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας και την Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ανοίγοντας τον δρόμο για τη μεγαλύτερη κοινωνική κρίση της χώρας τα τελευταία 70 χρόνια. Οι πρωθυπουργικές βεβαιότητες και το αλησμόνητο «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου αντικαταστάθηκε σύντομα από την εξίσου ιστορική φράση του αγλαού Θεόδωρου Πάγκαλου «μαζί τα φάγαμε». Οι συντάξεις και οι μισθοί μειώθηκαν δραματικά, επιχειρήσεις έκλεισαν, η ανεργία εκτοξεύτηκε σε δυσθεώρητα επίπεδα, οι κοινωνικές υπηρεσίες συρρικνώθηκαν. Όσο για το δημόσιο χρέος, αυτό συνέχισε να ανεβαίνει, απόρροια της κατάρρευσης των δημόσιων εσόδων που προκάλεσε η ευφυής πολιτική της Τρόικας. Όταν ο Παπανδρέου, με εντελώς αψυχολόγητο τρόπο, δοκίμασε να προτείνει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη συνέχιση ή όχι αυτών των μέτρων, εν μέσω μεγάλων διαδηλώσεων και συγκρούσεων ενάντια στη λιτότητα, ανατράπηκε από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και ένα τμήμα της κοινοβουλευτικής του ομάδας μέσα σε μια νύχτα.
Στη θέση του, σε μια κυβέρνηση που ξεκινούσε από τους σοσιαλιστές και κατέληγε στην άκρα δεξιά, τοποθετήθηκε ένας τραπεζίτης. Όχι ένας τυχαίος τραπεζίτης όμως. Tοποθετήθηκε ο πρώην αρχιτραπεζίτης της χώρας. Και συγκεκριμένα εκείνος που χαμογελούσε δίπλα στον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη όταν κι εκείνος χαμογελούσε κρατώντας υπερήφανος το πρώτο χαρτονόμισμα του ευρώ στην Ελλάδα. Και για την ακρίβεια, εκείνος που είχε την ευθύνη για τα αμφιλεγόμενα στοιχεία με τα οποία η Ελλάδα μπήκε στο ευρώ. Και τοποθετήθηκε υπό τα χειροκροτήματα των Ευρωπαίων ηγετών που δήλωναν ταυτόχρονα έξαλλοι για τον τρόπο με τον οποίον η Ελλάδα μπήκε στο ευρώ. Έτσι ώστε να ολοκληρωθεί η σχιζοφρένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ελληνική κοινωνία να τη λάβει υπόψη της στις εκλογές που ακολούθησαν λίγους μήνες αργότερα: τον Μάη του 2012 το ναζιστικό γκρουπούσκουλο της Χρυσής Αυγής εκτοξεύτηκε από τις μερικές εκατοντάδες ψήφους στο 7%, παγώνοντας το αίμα όσων Ελλήνων διατηρούσαν ακόμα μυαλό στο κεφάλι τους. Δίπλα σε αυτό το τρομακτικό φαινόμενο, το παλιό πολιτικό σύστημα έγινε σκόνη. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα κατέρρευσε από το 43% στο 12%, μικρές διασπάσεις της δεξιάς και της αριστεράς μοιράστηκαν μικρά ποσοστά, ο ΣΥΡΙΖΑ τετραπλασίασε τη δύναμή του και στη συνέχεια, ένα μήνα αργότερα, την έφθασε στο 27%. Στον αφρό, αν και με πολύ συρρικνωμένη τη δύναμή του βγήκε ο ηγέτης του παραδοσιακού συντηρητικού κόμματος, που εκμεταλλευόμενος τη μεγάλη διασπορά ψήφων εξελέγη πρωθυπουργός με πολύ χαμηλό ποσοστό.Ξαφνικά ένας ολόκληρος λαός ζούσε με την αυταπάτη ότι ένας γυμνασμένος Ελληνας από το εξωτερικό έπαιρνε μόνος του εκδίκηση για λογαριασμό ενός λαού από όλους όσους τον πρόσβαλαν και τον ταλαιπώρησαν επί πέντε χρόνια.
Πρώτη φορά με Σαμαρά και ΜΕΤΑ Αριστερά
«Είναι πια φανερό ότι κυβέρνηση και αντιπολίτευση δεν είναι ούτε μνημονιακές, ούτε αντιμνημονιακές. Είναι απλώς και, εξ ίσου, μνημονιοδίαιτες. Αυτό το κατεστημένο χρειάζεται να υπερβούμε, ώστε να πάψουμε να ζούμε το μαρτύριο του Σίσυφου», λέει σήμερα ο Παντελής Οικονόμου, αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. «Στη πραγματικότητα, απατείται ένα σχέδιο πολιτικής αλλαγής ακυρώνοντας το έωλο σχίσμα μνημόνιο – αντιμνημόνιο και κόβοντας οριστικά τον ομφάλιο λώρο των παλαιών κομμάτων με τη άκυρη ρητορική, τον οπορτουνισμό και τη χυδαία ψηφοθηρία».Την ίδια ώρα η ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να παρακολουθεί με σχετική ικανοποίηση τις επαφές της κυβέρνησης με τη Ρωσία ή την Κίνα, και ίσως συχνά φαντασιώνεται ότι αυτές θα δώσουν την από μηχανής λύση της ελληνικής τραγωδίας που δεν έδωσε ο επικοινωνιακός Βαρουφάκης. Ταυτόχρονα εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις να ξορκίζει το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ, επιθυμώντας να κρατήσει για τον εαυτό της το δικαίωμα να φωτογραφίζεται χαμογελαστή δίπλα στα χαρτονομίσματα όπως ο Κώστας Σημίτης. Και κουρασμένη, μειώνει σταθερά τη δυναμική των κοινωνικών αγώνων και των διαμαρτυριών. Μοιάζει σαν να περιμένει παραδομένη ένα οποιοδήποτε θαύμα. Η συζήτηση για το αν το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο έχει αρχίσει επίσης να την κουράζει: όλοι ξέρουν πως δεν είναι, αλλά κανείς δεν θέλει να το παραδεχτεί. Τουλάχιστον όχι οι τράπεζες. Οι περισσότεροι είναι πεπεισμένοι ότι κάτι θα βρεθεί στο τέλος για να μη βγει η χώρα από το ευρώ, ενδεχόμενο που οι περισσότεροι θεωρούν εφιαλτικό. Το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση μοιάζει να ψάχνει τη λύση με την ίδια αμηχανία. Και πίσω από αυτήν δε φαίνεται να προβάλει τίποτα –ευτυχώς ούτε οι ναζιστές, που ασχολούνται με το να αποφύγουν τα ισόβια δεσμά στη δίκη τους που ξεκίνησε.Φθάσαμε λοιπόν στο τέλος της ελληνικής κοινωνίας, που πεθαίνει εξαντλημένη και μοιρολατρική; Αυτή η εικόνα, ακόμα κι αν στέκει λογικά, δε μπορεί να έχει κάποιο απτό αντίκρισμα στην πραγματικότητα, η οποία διαρκώς γεννά νέες ανάγκες. Άλλωστε κάθε φορά που αυτό το ενδεχόμενο συζητήθηκε, η ελληνική κοινωνία βρήκε τον τρόπο να ξεσηκωθεί, δικαιώνοντας ένα διάσημο αφελές πατριωτικό τραγουδάκι σχετικά με τη δυνατότητά της να πέφτει και να ξανασηκώνεται. Αν χρειαστεί να καταφύγει στη χρεοκοπία, μπορεί να αναζητήσει οδηγίες στις προηγούμενες τέσσερις της ιστορίας της, που σύντομα θα συμπληρώσει δύο αιώνες ως κρατική υπόσταση. Αν πάλι θέλει να διαπραγματευτεί πιο επιθετικά τη θέση της, πρέπει να κοιτάξει τη λίγο πιο πρόσφατη ιστορία της και να ανακτήσει τη χαμένη ζωτικότητα της περασμένης πενταετίας. Μια οικονομία σε κρίση είναι πάντα πρόβλημα για τον εαυτό της. Μια κοινωνία σε κρίση, όχι απαραίτητα.Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.Μια οικονομία σε κρίση είναι πάντα πρόβλημα για τον εαυτό της. Μια κοινωνία σε κρίση, όχι απαραίτητα.