Τι Έμαθα Γυρίζοντας μια Χώρα με Οτοστόπ

Kοινοποίηση
To άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE US.

Το ομότιτλο άλμπουμ των Blink 182 βαράει στα ηχεία. Παίρνω άλλη μια γουλιά από μια Molson Canadian και την πασάρω στον Nathan, καθώς κατευθυνόμαστε στην πόλη του Sault Ste. Marie στα βόρεια του Ontario, καθισμένοι στο πίσω κάθισμα ενός στραπατσαρισμένου ασημένιου σεντάν. Η Helena κάθεται στην θέση του συνοδηγού και πίνει Wild Vines από το μπουκάλι. Είναι 32 χρονών και ο γκόμενός της ο Larry, ο οποίος τυγχάνει και να οδηγεί, πίνει την πρώτη μπύρα της ημέρας. Έτσι λέει τουλάχιστον. Δουλεύει σε ένα σφαγείο και είναι δύσκολα από ότι μας λέει μιας και «όλη μέρα σκοτώνεις πράγματα». Πριν από μια ώρα, ο Larry και η Helena έκαναν μια στάση για να πηδηχτούν στην τουαλέτα ενός Tim Horton’s και τώρα είναι μέσα στην τρελή χαρά.

Videos by VICE

Η Helena και ο Larry είναι το ενδέκατο όχημα από τα συνολικά 45 που «καβαλάμε» με οτοστόπ εγώ και ο Nathan σε ένα ταξίδι που διαρκεί έναν μήνα, «καταπίνει» 5,600 μίλια και μας πάει από το Toronto στο Salt Spring Island της British Columbia και πίσω. Έχουμε την περιέργεια να εξερευνήσουμε, βαρεθήκαμε την πόλη και δεν φοβόμαστε το οτοστόπ.

Κουβαλάμε όλα τα εργαλεία «επιβίωσης»: υπνόσακους, σκηνές, γκαζάκια, ξηρά τροφή, ταμπλέτες καθαρισμού νερού, εντομοαπωθητικό, κουτί πρώτων βοηθειών, ρούχα, κολλητική ταινία, μουσαμάδες, σχοινί σε μεγάλες ποσότητες, καθώς και εξίσου μεγάλες ποσότητες χόρτου.

Το Ontario είναι ένα μουσκεμένο, αργόσυρτο όργιο κουνουπιών. Αποφεύγουμε το νεκροταφείο του οτοστόπ που ακούει στο όνομα Wawa, αλλά «κολλάμε» στο Sault Ste. Marie και στο Thunder Bay. Οι κάτοικοι του Ontario είναι αδίστακτοι. Μας παίρνει πέντε ημέρες για να διασχίσουμε την πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή του Καναδά, ενώ σε άλλες πέντε ημέρες καταφέρνουμε να διασχίσουμε όλη την υπόλοιπη χώρα.

Υπάρχουν συγκεκριμένες τεχνικές που είναι απαραίτητες για το οτοστόπ. Τον περισσότερο χρόνο τον περνάμε προσπαθώντας να υπολογίσουμε το Καλύτερο Μέρος Για Να Σταθούμε, κάτι που στηρίζεται στην εύρεση ενός σημείου όπου τα αυτοκίνητα μπορούν να σταματήσουν ασφαλώς, ώστε να σε μαζέψουν. Επιπλέον, πρέπει να βρίσκεται στην έξοδο μιας πόλης, σε σημείο όπου η κίνηση των αυτοκινήτων δεν γίνεται με υψηλές ταχύτητες. Οποιοδήποτε σημείο μετά από φανάρι ή σε ζώνη κίνησης κάτω από τα 35 μίλια ανά ώρα, είναι ιδανικό. Συνήθως κάθομαι μπροστά από τον Nathan, μιας και ένας περαστικός οδηγός σταματάει πιο εύκολα για μια κοπέλα, από ότι για έναν μουσάτο τύπο. Αν το όχημα που μας παίρνει έχει γυναίκα μόνη για οδηγό (πράγμα σπάνιο), τότε κάθομαι στην θέση του συνοδηγού.

Οι στάσεις όπου αράζουν οι νταλίκες, σε αντίθεση με ό,τι μπορεί να πιστεύει κανείς, δεν είναι ιδανικές. Οι οδηγοί των φορτηγών δεν πρέπει εμφανώς να μαζεύουν περαστικούς, μιας και είναι αντίθετο με τους κανονισμούς των περισσότερων μεταφορικών εταιριών. Στον ανοιχτό δρόμο, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Στις νταλίκες, η αίσθηση ασφάλειας είναι πιο έντονη, μιας και υπάρχει χώρος και στο τιμόνι βρίσκεται ένας επαγγελματίας οδηγός που τον νοιάζει περισσότερο η δουλειά του παρά το να δοκιμάσει τίποτα περίεργο. Η εξαίρεση στον κανόνα ήταν ο Delroy, ένας γλυκύτατος Τζαμαϊκανός, ο οποίος κάνει τρεις στάσεις για να καπνίσει ισάριθμα joints.

Ως βασικό κανόνα, έχουμε αυτόν που λέει πως δεν παρεκκλίνεις εντυπωσιακά από την πορεία σου. Κάθε βράδυ, ψάχνουμε στα σκοτεινά, προσπαθώντας να βρούμε ένα σημείο πίσω από κάποιο μοτέλ για να στήσουμε την σκηνή μας, πάντα όμως κοντά στον αυτοκινητόδρομο.

Τρώμε κυρίως ό,τι υπάρχει στο σακίδιό μας: πλιγούρι βρώμης για πρωινό, φασόλια και ρύζι για δείπνο και ξηρούς καρπούς στα ενδιάμεσα. Καμιά φορά, λυγίζουμε και χτυπάμε κάποιο μπέργκερ, ένα σάντουιτς ή κάτι παρόμοιο. Ψάχνουμε για βατόμουρα και φράουλες, οι οποίες υπάρχουν σε αφθονία στην British Columbia. Όταν φτάνουμε στο Calgary, μπαίνουμε σε ένα Comfort Inn λες και είμαστε μέτοχοι, αφήνουμε τα πράγματα μας σε ένα ξεκλείδωτο δωμάτιο δίπλα στην πισίνα και τρώμε ένα ωραιότατο πρωινό.

Κατά μέσο όρο, το 60% των ανθρώπων που μας μαζεύουν με τα αυτοκίνητά τους είναι επιτυχημένοι, μεσήλικες πατέρες. Μας αγοράζουν φαγητό και μας μιλάνε για τα καλά της σκληρής δουλειάς. Πολλοί από αυτούς έκαναν οτοστόπ στα νιάτα τους και δεν μπορούν να αγνοήσουν κάποιους που κάνουν το ίδιο.

Καταλαβαίνουμε γρήγορα ότι το γεγονός ότι βλέπουν ένα λευκό, αρτιμελές, «straight» ζευγάρι ανθρώπων, λειτουργεί υπέρ μας. Μας αποκαλούν «γλυκούληδες» παρά το γεγονός ότι είμαστε θεοβρώμικοι και κουβαλάμε μαχαίρια. Μας λούζουν με φαγώσιμα από το Subway, με πρωινά, με μπισκότα, με λεφτά, με εμφιαλωμένα νερά, με μπύρες, με παγωτά, με ναρκωτικά, με σπιτικό φαγητό, με luncheon meat. Για όλους αυτούς δεν είμαστε «περίεργοι», είμαστε απλά ταξιδιώτες. Εκείνοι που ταξιδεύουν μόνοι και είναι έγχρωμοι, τα βρίσκουν σαφώς πιο σκούρα από εμάς.

Ένα ακόμα από τα σημαντικά στοιχεία της εμπειρίας, είναι το πόσες διαφορετικές φυσιογνωμίες συναντάς στον δρόμο. Μην έχοντας ουσιαστικά επιλογή στο ποιος σταματάει να σε μαζέψει, το λεύκωμα χαρακτήρων στο τέλος του ταξιδιού είναι πολυσυλλεκτικό.

Ο νεόπλουτος με το σκάφος, ο παππούς με το χόρτο, ο Τζον ο ρατσιστής, ο κύριος Τέσσερα Διαζύγια, ο καλός Mike, οι χίπηδες, οι τύποι με τα τυριά, τέτοια.

Ένας από τους πρώτους οδηγούς μας είναι τεράστιος φαν του Bill O’ Reilly. Ακούει την γνωστή περσόνα του Fox News στο ραδιόφωνο, όταν μπαίνουμε στο φορτηγό του. Ακολουθεί ένας εντονότατος διάλογος φυλετικού χαρακτήρα, κατά τον οποίο δεν λέμε και πολλά για να μην μας πετάξει στον δρόμο. Γενικά, οι σκατιάρηδες άνθρωποι είναι καλοί στο να σε ενημερώνουν ότι είναι σκατιάρηδες. Συναντάμε δύο ακόμα τέτοιους. Έναν τύπο που μας λέει να μείνουμε μακριά από το βόρειο Winnipeg γιατί είναι γεμάτο «ιθαγενείς» και έναν άλλο που μας λέει ότι το οτοστόπ «πέθανε» επειδή οι γυναίκες στην δεκαετία του 70, «έλεγαν παραμύθια» περί βιασμού και στην συνέχεια έκαναν μηνύσεις σε αθώους άντρες και τους έπαιρναν τα λεφτά.

Άλλοι οδηγοί είναι απλά, πανέμορφα εκκεντρικοί. O Robert, ένας φορτηγατζής που πάει για το Thunder Bay, καταρρίπτει όλα τα στερεότυπα που συνδέει κανείς με το επάγγελμα. Στα ταξίδια του παίρνει μαζί κρακεράκια και μπισκοτάκια και φτιάχνει σκαλιστά ομοιώματα πριγκιπισσών του Ντίσνεϊ για τους φίλους του.

Άλλοι δύο εκκεντρικοί τύποι είναι ο Glenn και η Tammy, που μας μαζεύουν στο Golden της British Columbia. To εσωτερικό του αμαξιού τους είναι καλυμμένο με αυτοκόλλητα, πλαστικά λουλούδια και άλλα μικροαντικείμενα. Παντρεύτηκαν ανεπίσημα φέτος. Η Tammy είναι περίπου 50 αλλά μοιάζει με 75 και είναι ο πιο χαρούμενος άνθρωπος που έχω συναντήσει ποτέ μου. Μιλάει διαρκώς για δύο ώρες, καπνίζει πολύ χόρτο και σε κάποια φάση γυρνάει και μας λέει: «είμαι τόσο χαρούμενη που είστε εδώ μαζί μας».

Λίγο έξω από το Winnipeg, μια “chillout electronic” μπάντα από το Toronto, μας μαζεύει με το tour bus της, το οποίο είναι ένα μεταποιημένο παγωτατζίδικο. Μαζεύουν τον οποιονδήποτε κάνει οτοστόπ. Μέσα στο λεωφορείο τους βρίσκουμε ένα PS3, πέντε κρεβάτια, εξοπλισμό και μια γνώριμη μυρωδιά απλυσιάς. Τα πάμε καλά και μας δίνουν βραχιόλια φιλίας. Οι δρόμοι μας χωρίζουν στην Regina, αλλά τους ξαναβρίσκουμε στο Revelstoke κατά λάθος, όταν και τους πετυχαίνουμε να παίζουν την μουσική τους σε μια εγκαταλειμμένη pub. Χαίρονται που μας ξαναβλέπουν.

Την ένατη ημέρα του ταξιδιού μας μπαίνουμε στα βουνά, περνώντας από την Alberta στην British Columbia, εκεί που ο χρόνος ρίχνει ταχύτητες κατά 200%. Στο Field, μια βουνίσια πόλη 169 κατοίκων, επιπλέουμε σε μια παγετώδη λίμνη ενώ τα βουνά μας σφίγγουν στην αγκαλιά τους. Το ταξίδι μας άξιζε τον κόπο.

Αφού περνάμε δέκα μέρες κάνοντας οτοστόπ στην British Columbia, την χώρα του χόρτου και την έδρα των καλών “vibes”, κολυμπώντας στον ωκεανό κοντά στο Salt Spring Island και μιλώντας με κόσμο στα πάρκα, φτάνει η ώρα της επιστροφής.

Δίνουμε στον εαυτό μας άλλες δέκα ημέρες για να επιστρέψουμε στην πραγματικότητά μας, στην δουλειά και τις ευθύνες μας. Η αυτοσχέδια πινακίδα μας που λέει απλά «ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ», μας βρίσκει έναν οδηγό που οδηγάει όλη την νύχτα από το Vancouver στο Calgary, ενώ κάπου πιο κάτω μας μαζεύουν ένας παππούς και μια γιαγιά που καπνίζουν χόρτο (και το εγγόνι τους), οι οποίοι μας πάνε από το Winnipeg στο Sudbury και με έναν μαγικό τρόπο βρισκόμαστε πάλι στο Ontario σε πέντε ημέρες, πολύ πιο γρήγορα από ό,τι φανταζόμασταν.

Ο τελευταίος μας οδηγός είναι ένας αστυνομικός του Ontario που μας μαζεύει με το περιπολικό του. Δεν μας κερνάει μιλκ σέηκ ή κάτι τέτοιο απλά μας πάει ακριβώς εκεί που του λέμε:

«Πηγαίνουμε στον σταθμό λεωφορείων του Barrie παρακαλώ».

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.