Οι περισσότεροι από εμάς μεγαλώσαμε με την πεποίθηση πως ό,τι και να συμβεί στη δουλειά, όπως και να μας φερθούν, πρέπει να ξέρουμε να αντέχουμε, να έχουμε γερό στομάχι και να το ξεπερνάμε γρήγορα. «Έτσι είναι οι δουλειές».
Η casual «κόλαση» της μισθωτής εργασίας -σε μερικές περιπτώσεις- θεωρείται μια απολύτως νορμάλ και αυτονόητη κατάσταση. Το μόνο ζήτημα για κάποιους είναι ποιος τη διαχειρίζεται καλύτερα, διότι αν η κακοπληρωμένη δουλειά σε πολύ άσχημες εργασιακές συνθήκες μάς τσακίσει, θα μειωθεί η παραγωγικότητά μας – κι αυτό δεν το θέλει κανένας εργοδότης.
Videos by VICE
Ύστερα ήρθαν οι Zoomers, που πολύ φυσικά και χωρίς να το κάνουν θέμα γυρίζουν την πλάτη σε δουλειές που τους κάνουν δυστυχισμένους. Τα μέλη της Gen-Z, που σήμερα είναι νέοι και νέες έως 25 ετών, δηλώνουν απερίφραστα ότι δεν είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν την ζωή τους για τη δουλειά, απλώς και μόνο επειδή αυτό έκαναν οι παλαιότερες γενιές, με τη ζωή να περνάει στον αυτόματο πιλότο.
Αντίθετα, οι εκπρόσωποι της γενιάς των Boomers (γεννημένοι από το 1946 μέχρι το 1964) και των Gen-X (όσοι έχουν γεννηθεί από το 1965 μέχρι το 1980) ήταν σχεδόν υπερήφανοι που υπέφεραν για να είναι όσο πιο αποδοτικότεροι επαγγελματίες γινόταν και καμάρωναν για την εξουθένωσή τους – μέχρι τελικής πτώσεως.
Οι έρευνες αποτυπώνουν αυτήν την αλλαγή στη νοοτροπία από τους Boomers μέχρι τους Zoomers, στους οποίους είχαν ήδη στρώσει το έδαφος οι Millennials (όσοι έχουν γεννηθεί το διάστημα 1981-1996). Πράγματι, το 2022, μελέτη της Randstad έδειξε ότι:
- Το 56% της Generation Z και το 55% των Milennials θα υπέβαλαν παραίτηση από τη δουλειά τους, αν η προσωπική τους ζωή επηρεαζόταν αρνητικά και δεν ήταν χαρούμενοι.
- Μόλις, κάτι παραπάνω από το 1/3 της γενιάς των Baby Boomers απάντησε ότι θα παραιτούνταν σε αντίστοιχη περίπτωση.
Τα προηγούμενα χρόνια, στη νοοτροπία των περισσότερων ο ανταγωνισμός, η προσπάθεια για εργασιακή ανέλιξη με κάθε τρόπο και η υπέρμετρη φιλοδοξία καταλάμβαναν κεντρική θέση. Τα χαρακτηριστικά αυτά θεωρούνταν απαραίτητες αρετές του ολοκληρωμένου ανθρώπου και η ποπ κουλτούρα υπερθεμάτιζε. Πλήθος ναΐφ ιστοριών παρουσίαζαν τον σκληρά εργαζόμενο/η να ανταμείβεται με γωνιακό γραφείο και αύξηση, λίγο πριν το burnout και τη διάλυση της ζωής του. Κι έζησε αυτός καλά και οι υφιστάμενοί του χειρότερα.
Οι Zoomers δεν δείχνουν να «αγοράζουν» αυτό το σενάριο, που έβγαζε ένα κάποιο νόημα όταν οι ζωές των ανθρώπων εξελίσσονταν πιο γραμμικά απ’ ό,τι σήμερα.
Οι γονείς μας έμεναν πάρα πολλά χρόνια στη δουλειά τους -μπορεί και για πάντα- και ήξεραν με βεβαιότητα ότι ο τελικός προορισμός είναι η συνταξιοδότηση. Ταυτόχρονα, στις περισσότερες περιπτώσεις, ο μισθός τους κάλυπτε τα βασικά τους έξοδα και μπορούσαν να σχεδιάσουν τη ζωή τους, ως ένα σημείο.
Αντίθετα σήμερα, με το πρόβλημα της στέγασης να γίνεται όλο και πιο πιεστικό και το κόστος διαβίωσης να ανεβαίνει, μόλις το 1/4 των Gen Zers (25%) δήλωσαν σε έρευνα της Deloitte ότι πληρώνουν με άνεση τα έξοδα του μήνα.
Επίσης, σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες ζουν με το άγχος για τον επόμενο μισθό. Τρεις στους δέκα φοβούνται ότι δεν θα συνταξιοδοτηθούν με ένα επαρκές ποσό, ενώ τα 3/4 των νέων απάντησαν ότι η οικονομική ανισότητα θα συνεχίσει να αυξάνεται.
Οι απαντήσεις τους δείχνουν μια γενιά χωρίς πολλές ελπίδες για το οικονομικό της μέλλον, χωρίς καθόλου εμπιστοσύνη για το εργασιακό σύστημα που έχουν χτίσει οι προηγούμενοι. Φυσικά, η πανδημία ήρθε να διαλύσει και την τελευταία ψευδαίσθηση βεβαιότητας και ελέγχου πάνω στα πράγματα.
Σε απλά λόγια, η Gen Z νιώθει ότι δεν έχει τίποτα να χάσει και δεν της βγάζει νόημα να κάνει δουλειές που δεν αντέχει, προσδοκώντας ένα απροσδιόριστο αύριο.
Τι θέλουν οι Zoomers
Οι Gen-Zers έχουν διαφορετική εικόνα για την επιτυχία από τις προηγούμενες γενιές, για τις οποίες κριτήρια αποτελούσαν μόνο η θέση στην εταιρική κλίμακα και το ύψος του μισθού.
Ποιες είναι οι προτεραιότητές τους, όταν επιλέγουν να εργαστούν κάπου; Σύμφωνα με έρευνες, το καλό και ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον, η καλύτερη ισορροπία μεταξύ ζωής και δουλειάς, η ψυχική τους υγεία αλλά και η εναρμόνιση των εταιρικών αξιών με τις δικές τους.
Η πολιτισμική μεταβολή είναι εμφανής. Οι πολύ νέοι άνθρωποι φαίνεται να έχουν καταλάβει ότι ο χρόνος είναι το πιο σημαντικό περουσιακό μας στοιχείο και δεν είναι διατεθειμένοι να πουλάνε φθηνά 40 ώρες την εβδομάδα – στην καλύτερη περίπτωση.
Θέλοντας να καταλάβουμε περισσότερα για τη στάση τους απέναντι στην εργασία, ρωτήσαμε τέσσερις Gen Zers για τους λόγους που απέρριψαν μια φαινομενικά καλή πρόταση για δουλειά, χωρίς να έχουν απαραίτητα άλλη εναλλακτική.
«Δεν θα ανεχόμουν τις άθλιες συνθήκες, για να λέω ότι δουλεύω σε γνωστό πολιτιστικό οργανισμό»
Μεγάλος πολιτιστικός οργανισμός, εντελώς καινούρια δημοσιογράφος εγώ με όνειρα για καριέρα στο πολιτιστικό ρεπορτάζ από αγνή αγάπη για τις τέχνες. Κάνω τη συνέντευξη με την υπεύθυνη του γραφείου Τύπου. Ευγενέστατη, φιλότεχνη και συντηρητική. Η δουλειά αφορούσε τη θέση του βοηθού της και ήταν part-time.
Όλα καλά μέχρι εδώ. Με προσλαμβάνει και δεν πιστεύω στην τύχη μου. Όπως και να το κάνεις, μιλάμε για έναν οργανισμό με κύρος. Το πρώτο καμπανάκι μού χτύπησε όταν μου είπε ότι το ωράριο είναι «ενδεικτικό» και συνέκρινε τη δουλειά μας με αυτή του γιατρού (!), γιατί λέει ότι κι εμείς επείγουσες κρίσεις καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε.
Και ο μισθός ενδεικτικός ήταν. Η δουλειά ήταν part-time μόνο στα χαρτιά και στα λεφτά – στην κυριολεξία τρεις και εξήντα. Από τη δεύτερη μέρα κατάλαβα πώς θα πάει το πράγμα. Το πόσες ώρες θα δούλευα εξαρτιόταν από τις διαθέσεις της υπεύθυνης. Αυτό ήταν το πιο ψυχοφθόρο, το ότι έμπαινα στο γραφείο και δεν ήξερα τι ώρα θα βγω, σε μία –το ξαναλέω– part-time δουλειά.
Και πες ότι έφευγα από το γραφείο, αυτό φυσικά δεν σήμαινε ότι οι εργάσιμες ώρες είχαν τελειώσει. Τηλέφωνα και μηνύματα στο Whats app για μικροδουλειές που θα μπορούσαν να γίνουν άνετα το πρωί.
Τη δουλειά δεν την ήξερα, θα μου τη μάθαινε εκείνη – μου είχε πει στη συνέντευξη. Οτιδήποτε και να τη ρωτούσα, ένιωθα ότι την ενοχλώ. Μπορεί να έκανε ότι δεν υπήρχα ή αν καταδεχόταν να μου απαντήσει, θα είχε ένα ύφος λες και με έβριζε.
Ο διάβολος φοράει καφτάνια, στη δική μου περίπτωση, γιατί ξεκίνησα ντάλα καλοκαίρι. Δεν είμαστε πια στο 2006, δεν υπήρχε περίπτωση να το ανεχτώ. Η πρώην iconic ατάκα της ταινίας «ένα εκατομμύριο κορίτσια, θα σκότωναν για αυτήν τη δουλειά» μ’ αφήνει παγερά αδιάφορη.
Ή μάλλον πρέπει να πάρει καινούργιο νόημα και να αφορά μια δουλειά που μπορείς να ζεις με τον μισθό σου, σου επιτρέπει να έχεις ζωή –παρόλο που υπάρχουν ακόμα εκείνοι που προσπαθούν να μας πείσουν ότι για κάποιες δουλειές αξίζει η θυσία– και σε κάνει να νιώθεις δημιουργική.
Παραιτήθηκα μετά από μια εβδομάδα και κρίνοντας από άλλες αντίστοιχες δουλειές στα media που έστειλαν τους φίλους μου στον ψυχολόγο, αυτή ήταν μια πολύ σωστή απόφαση. Δεν θα ανεχόμουν αυτές τις άθλιες συνθήκες ούτε για να βελτιώσω το βιογραφικό μου, ούτε για να λέω ότι δουλεύω στον Χ πολιτιστικό οργανισμό. Δεν με αφορά.
– Αντριάνα, 23 ετών
«Δεν με πείθει το μοντέλο εργασίας 9-5 σε μια εταιρεία»
Ακόμα και πριν τελειώσω τη σχολή μου, έψαχνα να αποκτήσω εργασιακή εμπειρία έστω και απλήρωτος. Έχω περάσει από μεγάλες εταιρείες, κυρίως σε mode πρακτικής που μπορούσε να εξελιχθεί σε πρόσληψη.
Πράγματι, στην τελευταία πρακτική που έκανα στο κομμάτι της έρευνας και ανάλυσης αγοράς, σε μια εταιρεία στον κλάδο της ενέργειας, μου πρότειναν να ξεκινήσω με σύμβαση ορισμένου χρόνου.
Όμως, γύρω μας αυτήν τη στιγμή επικρατεί ένα χάος, πόλεμος, πανδημία. Στη φάση που είμαι τώρα, δεν μπορεί να με πείσει το μοντέλο της δουλειάς 9-5 ή 9 με όσο πάει σε πολλές εταιρείες. Θα δουλεύουμε σε ένα γραφείο πέντε μέρες την εβδομάδα, θα κάνουμε και χαβαλέ στα εταιρικά events.
Ακόμη και αν είναι καλά τα λεφτά -που θα ήταν, αν έμενα- νιώθω ότι γίνονται πολύ πιο σημαντικά πράγματα γύρω μας. Όταν μου έκαναν την πρόταση, το σκέφτηκα πολύ και κατέληξα στο ότι θέλω να επενδύσω στον εαυτό μου.
Είπα «όχι» συνειδητά και ξεκίνησα να χτίζω κάτι δικό μου στον κλάδο του e-commerce, μαζί με άλλους δύο πρώην συμφοιτητές μου, που νιώθω ότι κοιτάμε προς την ίδια κατεύθυνση.
Θέλουμε να δημιουργήσουμε στην πράξη ένα καλό παράδειγμα κυκλικής οικονομίας και καινοτομίας. Ακόμα και να μη μας βγει, σίγουρα δεν θα μετανιώσουμε που δώσαμε στον εαυτό μας την ευκαιρία να δοκιμάσει τις δυνάμεις του, για να δει μέχρι πού μπορεί να φτάσει.
– Κωνσταντίνος, 25 ετών
«Προτίμησα να ζω με 20 ευρώ την εβδομάδα απ’ το να κάνω μια δουλειά που θα με έκανε δυστυχισμένη»
Αν δεχόμουν τη δουλειά, θα έπρεπε να πατήσω παύση στην εξειδίκευση που κάνω στην Ψυχολογία και σε όλα τα επαγγελματικά σχέδια που είχα για τον εαυτό μου. Οι άπειρες χαμένες ώρες στον χώρο αναμονής ενός ιατρείου, σκρολάροντας στον υπολογιστή της δουλειάς μου, φαίνονταν ο βέβαιος τρόπος για να πάθω κατάθλιψη.
Ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή. Το ήξερα ότι δεν θα ήταν εύκολο να βρω δουλειά ως ψυχολόγος και σίγουρα δεν είμαι ακόμα σε φάση να βγω στο ελεύθερο επάγγελμα και να ανοίξω δικό μου γραφείο. Όμως, είναι το μόνο που θα με φανταζόμουν να κάνω. Παίρνω το πτυχίο μου –βέβαια οι ψυχολόγοι κάνουμε περαιτέρω εξειδίκευση για πολλά χρόνια– και αρχίζω να σκέφτομαι τι θα κάνω μετά.
Στέλνω διάφορες αιτήσεις σε οργανισμούς, ΜΚΟ και εταιρείες, περισσότερο για να πάρω την «κρυάδα». Κάνω κάποιες συνεντεύξεις, αλλά δεν προχωράω μετά την πρώτη φάση. Οι γονείς μου έχουν αρχίσει να με πιέζουν να αρχίσω να κοιτάω για προσωρινή δουλειά, αλλά εγώ πραγματικά δεν μπορώ να με φανταστώ να κάνω κάτι άσχετο. Πιστεύω ότι θα με βγάλει εντελώς από την πορεία μου.
Αυτός είναι ο μόνιμος καβγάς με τους δικούς μου, γιατί δεν είμαστε οικογένεια με οικονομική άνεση – το αντίθετο. Τους είχα ξεκαθαρίσει όμως ότι δεν θέλω να αρχίσουν τα «ελληνικά» τους και να πάρουν τηλέφωνο γνωστούς και φίλους για να με βολέψουν κάπου. Αυτή η αντίληψη είναι ό,τι σιχαίνομαι σ’ αυτήν τη ζωή.
Εννοείται ότι δεν με άκουσαν και μια μέρα ήρθαν με την πρόταση έτοιμη. Ένας μεγαλο-γυναικολόγος, γνωστός γνωστού, αναζητά καινούρια γραμματέα. Τα λεφτά είναι σίγουρα πολύ καλά για τη φάση μου (850 ευρώ) και οι ώρες πολλές, πάρα πολλές. Θα τελείωνα κάθε μέρα μετά τις 9.
Το σκέφτηκα πολύ. Χρησιμοποίησα μια τεχνική που έχουμε κάνει στην ψυχολογία: να φανταστώ πώς θα ήταν η μέρα μου στη δουλειά, αν αποφάσιζα να δεχτώ. Δεν πήγε καλά αυτό. Είπα «όχι», γιατί έτσι κι αλλιώς δεν θα άντεχα εκεί πάνω από δύο μήνες.
Προτίμησα πολύ συνειδητά να μου δώσω χρόνο κι ας ζοριστώ πολύ οικονομικά. Συνέχισα να ζω με τα 20 ευρώ που μου δίνουν οι γονείς μου την εβδομάδα. Η έξοδός μου περιλάμβανε αυστηρά μόνο περιπτερόμπιρες σε παγκάκια και το μόνο delivery που ερχόταν ήταν από σουβλατζίδικα.
Παράλληλα, πήρα την απόφαση να ξεκινήσω μια απλήρωτη πρακτική σε έναν οργανισμό αντιμετώπισης των εξαρτήσεων, με την ελπίδα ότι θα με προσλάβουν. Είμαι από τους τυχερούς που ξέρουν ακριβώς το πεδίο με το οποίο θα ασχοληθούν, οπότε θεωρώ ότι πρέπει να μείνω σ’ αυτό τον δρόμο και να κάνω κινήσεις προς τον στόχο μου.
– Νάντια, 24 ετών
«Με φανταζόμουν με αυστηρό office look. Μετά κατάλαβα…»
Ήμουν σίγουρη ότι θέλω να ασχοληθώ με ένα επάγγελμα που να έχει επαφή με κόσμο, επικοινωνία και δημιουργικότητα. Με φανταζόμουν με αυστηρό office look και killer ψηλοτάκουνες γόβες να ανεβαίνω τα σκαλιά της ιεραρχίας, σε ένα corporate περιβάλλον. Αυτά όσο ήμουν ακόμα στο σχολείο. Μετά κατάλαβα…
Περνάω στο τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας της ΑΣΟΕΕ. Πριν πάρω πτυχίο, είχα ολοκληρώσει μια εξάμηνη πρακτική στην οποία κυρίως έμαθα πώς να φτιάχνω καφέ και να τον σερβίρω με κέφι, μπρίο και τσαχπινιά.
Τελειώνω στα τέσσερα χρόνια και κάνω στοχευμένες αιτήσεις σε μεγάλες εταιρείες που ήθελα πραγματικά να δουλέψω. Μετά από τρεις μήνες ξηρασίας, με πήραν τηλέφωνο από μια αρκετά γνωστή διαφημιστική εταιρεία.
Πήγα στη συνέντευξη, τα γραφεία τους ήταν σε ένα νεοκλασικό στο ιστορικό κέντρο και η μάνατζερ του τμήματος ήταν απ’ αυτές τις πολύ κουλ και αποτελεσματικές τύπισσες.
Πάνω που πίστευα ότι είμαι κοντά στο να βρω μια πάρα πολύ καλή δουλειά, εκείνη μου λέει ότι η συγκεκριμένη θέση περιλαμβάνει πολύ μεγάλο κομμάτι promotion προϊόντων σε εμπορικά καταστήματα – άρα αρκετές έξτρα ώρες, εκτός του οκτάωρου.
Ο μισθός ήταν σχετικά καλός. Υποτίθεται ότι οι υπερωρίες θα πληρώνονταν κι ότι υπήρχε η δυνατότητα να μεταπηδήσω σε άλλο πόστο στο γραφείο, αν τα πράγματα εξελίσσονταν καλά.
Δεν θα με πείραζε να γίνω βοηθός του βοηθού του copywriter, αλλά αυτήν τη δουλειά τη θεώρησα εκτός του αντικειμένου μου. Το πεδίο στο marketing είναι τόσο ευρύ, που μπορεί να πέσεις πάνω σε οποιαδήποτε δουλειά, που την έχουν τοποθετήσει για κάποιο λόγο κάτω από αυτή την ομπρέλα.
Επειδή τίποτα δεν είναι πιο μόνιμο απ΄ το προσωρινό, τους είπα ψέματα ότι βρήκα μια άλλη δουλειά, με περισσότερα χρήματα. Δεν μου έβγαζε νόημα να γίνω promoter, απλώς και μόνο για να λέω ότι εργάζομαι σε μια μεγάλη διαφημιστική.
Σκέφτηκα πώς θα ήταν η καθημερινότητά μου και αποφάσισα ότι θα συνεχίσω την αναζήτηση μιας δουλειάς, στην οποία είτε θα χαίρομαι να πηγαίνω, είτε θα βλέπω ξεκάθαρα την προοπτική της εξέλιξης.
Μάλιστα, απ΄ το να έχω μια θέση υποτίθεται κοντά στο αντικείμενό μου, που δεν με ικανοποιεί καθόλου, προτιμώ να κάνω κάτι εντελώς διαφορετικό που μ’ αρέσει, όπως το να προσέχω παιδιά.
– Γεωργία, 23 ετών
Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.
Περισσότερα από το VICE
Η Μαρία Διηγείται τη Φρικτή Εμπειρία της Παράνομης Άμβλωσης στην Πολωνία
Φωτογραφίες Δείχνουν Ναρκωτικά Αξίας Μισού Δισεκατομμυρίου να Γίνονται Καπνός