Η Μαρίνα Σπανού είναι από τα τρανά παραδείγματα σωστής χρήσης των social media. Η νεαρή τραγουδοποιός ξεκίνησε να παίζει στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου κάπου στις αρχές της πανδημίας, όντας φρικαρισμένη από το άγχος των Πανελληνίων και της καραντίνας, καταφέρνοντας να δημιουργήσει τον δικό της «θρύλο».
Εξοπλισμένη με μια κιθάρα και έναν ενισχυτή κέρδιζε την προσοχή των περαστικών και όχι μόνο. Ανέβαζε μικρά βίντεο των εμφανίσεών της στο Tik Tok και έγινε viral. Τελικά, έφτασε σε σημείο να μαζεύει εκατοντάδες άτομα στον αγαπημένο της δρόμο και να που, σήμερα στα 19 της, γεμίζει μεγάλους συναυλιακούς χώρους και έχει ήδη ένα album στο ενεργητικό της.
Videos by VICE
Ένα ακόμη κατόρθωμα για το οποίο μπορεί να καυχιέται, είναι πως η πληροφορία ότι πρόκειται για την κόρη του γνωστού ηθοποιού Χρήστου Σπανού περνάει σε δεύτερη μοίρα. Και αυτό το κέρδισε με το σπαθί της. Tη συνάντησα μια βροχερή μέρα στο κέντρο της Αθήνας και έκανα μαζί της μια κουβέντα εφ’ό λης της ύλης.
VICE: Είναι η Διονυσίου Αρεοπαγίτου ο πιο όμορφος δρόμος της Αθήνας; Μαρίνα Σπανού: Είμαι πολύ συνδεδεμένη με αυτό τον δρόμο, για να είμαι ειλικρινής. Προτού τραγουδήσω εκεί, όμως, συνήθιζα να πηγαίνω για να αποφορτιστώ. Κατέβαινα σταθμό «Ακρόπολη» και περπατούσα όλη την Αρεοπαγίτου, την Απόστολου Παύλου, ξανά πίσω, ανηφόρα προς Πλάκα, γύρω στα στενά και όπου βγάλει.
Η Αρεοπαγίτου έχει χρώμα βουκαμβίλιας, φίλτρο από φιλμ, ποτό, κρύα μπύρα, ήχο κλασικής κιθάρας, μυρωδιά καλοκαιριού. Μου θυμίζει καλοκαίρι. Μου θυμίζει τα καλοκαίρια που έχουν περάσει και αυτά που θα έρθουν. Δεν ξέρω αν είναι ο πιο όμορφος δρόμος της Αθήνας, θα ήθελα να τους έχω περπατήσει όλους άλλωστε, αλλά σίγουρα είναι ο πιο όμορφος δικός μου δρόμος.
**Γιατί επέλεξες τον συγκεκριμένο δρόμο;
**Φιλοξένησε την πιο έντονη στιγμή μου, η οποία έστεκε αναποφάσιστη μεταξύ ηρεμίας, αισιοδοξίας και μελαγχολικού ρομαντισμού. Αυτή η στιγμή ήταν αρκετή για να αποφασίσω ότι θέλω αυτό μέρος να είναι η πρώτη μου απόπειρα ώστε να μοιραστώ όσα συνέβαιναν στο δωμάτιό μου τόσα χρόνια. Κάθε φορά που επαναφέρομαι στην Αρεοπαγίτου πηγαίνω πίσω σε αυτήν τη στιγμή και κατ’ επέκταση στον τότε εαυτό μου.
Μόλις τελείωνα το σχολείο και ανακάλυπτα τον κόσμο. Τον κόσμο των γύρω μου, αλλά και τον δικό μου. Πρώτος έρωτας, πρώτες μουσικές, πρώτα βήματα προς όλα αυτά που ονειρευόμουν. Θυμάμαι το θράσος που είχα όταν πήρα την κιθάρα μου την πρώτη Κυριακή για να τραγουδήσω. Και έχω ανάγκη μερικές φορές να θυμάμαι τη Μαρίνα μια ανάσα πριν την ενηλικίωση, που νόμιζε ότι της ανήκει το σύμπαν όλο.
**Performance στον δρόμο και sold out συναυλίες. Ποιες είναι οι βασικές διαφορές τους;
**Η μεγαλύτερη βρίσκεται στην ασφάλεια που νιώθει ο καλλιτέχνης την ώρα που τραγουδάει. Η συναυλία, είτε sold out είτε όχι, έχει κάποια δεδομένα που σου εμπνέουν μια σταθερότητα ακόμα κι αν υπάρχουν κάποιες αποκλίσεις. Συγκεκριμένος χώρος, αριθμός ανθρώπων, συγκεκριμένο πρόγραμμα, συγκεκριμένη ώρα, διάρκεια, προστατευμένο περιβάλλον. Δεν υπάρχουν παρεμβολές και αν υπάρξουν, η ευθύνη συνήθως μετατοπίζεται. Έτσι, το μόνο μέλημα του καλλιτέχνη είναι ό,τι συμβαίνει στη σκηνή.
Στον δρόμο δεν μπορείς να προβλέψεις αν θα υπάρχει κενό spot για να σταθείς, αν θα έρθει κόσμος και ποια στιγμή από όλη την ώρα που τραγουδάς θα μαζευτεί. Αν θα αποφασίσει κάποιος να σε πλησιάσει με οποιοδήποτε τρόπο για να αλλοιωθεί αυτό που έχεις χτίσει. Πρέπει να είσαι ένα βήμα μπροστά απ’ τις καταστάσεις. Μου έχουν συμβεί απρόοπτα παρότι από ένα σημείο και μετά ερχόταν δικός μου κόσμος και η street performance έπαιρνε τη μορφή μιας πιο οργανωμένης εμφάνισης.
Κάποιες φορές έχει τη γοητεία του να μη γνωρίζεις πού μπορεί να καταλήξει. Τις μέρες που έπαιζα με εξίταρε τόσο πολύ αυτό, που δοκίμαζα συνεχώς νέα τραγούδια, νέες προσεγγίσεις, διαδράσεις και καθόμουν τέσσερεις ώρες σερί. Η σκηνή, ωστόσο, έχει κάτι μεθυστικό. Ακόμα κι αν το ρίσκο φαινομενικά δεν είναι τόσο υψηλό. Έχω την ελευθερία να ρισκάρω αλλιώς. Προσπαθώ να φέρνω μαζί μου στις συναυλίες την αίσθηση του δρόμου. Έτσι κι αλλιώς είναι πάντα πλάι μου.
**Πρώτα ήρθε η αναγνώριση στα social media και μετά στον δρόμο ή το αντίστροφο;
**Ανέβαζα στο Instagram καιρό πριν (από το 2017) κάτι stories 15 δευτερολέπτων με διασκευές τραγουδιών και έκανα διαδικτυακά live τα οποία παρακολουθούσαν 20 με 30 άτομα, κυρίως γνωστοί μου. Τον Μάρτιο του 2020, στην καραντίνα, κατέβασα το TikTok μια μέρα που η βαρεμάρα μου είχε χτυπήσει «κόκκινο». Λίγες μέρες αργότερα ανέβασα -οριακά κατά λάθος- ένα βίντεο με το τραγούδι «Μιρέλα».
Μέσα σε λίγες ώρες άρχισε να γίνεται viral. Θυμάμαι ότι είχα βγει για «6αράκι», περπάτημα καθιερωμένο στη γειτονιά, και κουτουλούσα στις κολόνες γιατί έκανα συνεχώς refresh την αρχική μου. Η ανταπόκριση ήταν απίστευτη. Έτσι άρχισε να εκκολάπτεται μέσα μου η ιδέα να επικοινωνήσω άμεσα με αυτούς τους ανθρώπους -ή με όποιους ανθρώπους. Να επικοινωνήσω μουσικά.
Παρόλο το κοινό που με ακολουθούσε, στην Αρεοπαγίτου ξεκίνησα από το μηδέν. Οπότε ήταν σαν να χτίζονται παράλληλα δύο διαδρομές. Μια διαδικτυακή -γιατί συνέχιζα να ανεβάζω βίντεο- και μια φυσική – έστω από τις λίγες φορές που βγήκα στον δρόμο.
**Πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησες το πρώτο σου album με τίτλο «Κι αν Ποτέ Μαραθεί». Ποιο είναι το feedback που έχεις πάρει μέχρι στιγμής;
**Είναι υπέροχο. Ο δίσκος έχει αγκαλιαστεί και αισθάνομαι ότι με τον ίδιο τρόπο έχουν αγκαλιαστεί και τα κομμάτια μου, τα πιο προσωπικά μου. Έχω πάρει μηνύματα γεμάτα ποίηση και ρομαντισμό με αφορμή τη δική μου κατάθεση. Νιώθω πως έχω τη δυνατότητα να συναντηθώ με αυτούς τους ανθρώπους έστω για τρεισήμισι λεπτά. Κάπως. Στα ακουστικά τους ή στα ηχεία τους.
Εκεί βρισκόμαστε και μοιραζόμαστε κάτι. Τους βλέπω με σηκωμένα τα ποτά τους, κρατώντας ο ένας τον άλλον, να φωνάζουν όλα αυτά που κάποτε είχα σημειώσει με μουτζούρες σε ένα φύλλο σκισμένο από τετράδιο, να μου εμπιστεύονται τα δικά τους προσωπικά κομμάτια πάνω σε αυτή την αφορμή. Και σκέφτομαι: «φίλε, τι όμορφος που είναι ο κόσμος τελικά».
**Μίλα μου λίγο για την επιλογή των περιοχών που τιμάς στα κομμάτια που το απαρτίζουν.
**Αυτές με τίμησαν με τις ιστορίες τους. Δεν επέλεξα ακριβώς τις περιοχές για τις οποίες θα γράψω. Επέλεξα τις ιστορίες που θα «ασφαλίσω» και θα μοιραστώ. Τις ιστορίες που θέλω να θυμάμαι όσο δυνατά τις έζησα τότε. Όπως μπορούν να χωρέσουν σε στίχους και μελωδίες. Κάθε μια από αυτές έτυχε και πλαισιωνόταν από μια περιοχή της Αθήνας. Όταν ερωτεύτηκα πρώτη φορά γνώριζα και την Αθήνα. Είχα περιέργεια να την περπατήσω ξανά. Απλώς, όχι μόνη μου. Πλάι σε κάποιον ή μαζί με τη σκέψη του, που χρωμάτιζε την πόλη. Πήρα τα χρώματα αυτά για να φτιάξω τη δική μου παλέτα, να μην ξεθωριάσει.
**Πού μεγάλωσες και πώς ήσουν στην εφηβεία;
**Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Χαλάνδρι, σε ένα σπίτι που αγαπήθηκα και έμαθα να αγαπώ δυνατά. Να δίνω και να δίνομαι. Τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια δεν ήταν τόσο εύκολα. Η κοινωνική μου ζωή, οι εφηβικοί μου έρωτες, τα παιχνίδια. Ένιωθα πως ήμουν πάντα ένα αταίριαστο κομμάτι.
Υπήρξα το παιδί που έπαιζε μπάλα στο νηπιαγωγείο, αλλά ήταν «πολύ κορίτσι» για να είναι πρώτη επιλογή στις ομάδες. Το παιδί που τα απογεύματα έφευγε από το τένις και έβαζε το καλσόν του στο αμάξι για να πάει στο μπαλέτο, το παιδί που γυρνούσε σπίτι με μελανιές γιατί είχε τρομερή περιέργεια για να μην σκαρφαλώνει στα δέντρα, το παιδί που τις Τρίτες μάθαινε κλίμακες στο πιάνο στο ωδείο, το παιδί που είχε λίγα παραπάνω κιλά, που στο μπάνιο πάντα τραγουδούσε, το παιδί που δεν ήταν τόσο αρεστό και άρχισε να γράφει μελωδίες για να γίνει αρεστό, το παιδί που άρχισε να τρώει μόνο του στο προαύλιο, να μετακινείται από κύκλο σε κύκλο για να ανήκει κάπου αλλά να μην χωράει σε κανέναν.
Η μόνη μου διέξοδος ήταν το πιάνο και τα τραγούδια μου. Ήταν, είναι και θα είναι η παρέα που δεν θα με προδώσει ποτέ.
**Πώς είναι να είσαι το παιδί δύο καλλιτεχνών;
**Δεν ξέρω πώς είναι να μην είσαι το παιδί δύο καλλιτεχνών. Απλά μεγάλωσα στο αντίστοιχο περιβάλλον. Περνούσα τα Σάββατα στα παρασκήνια των παραστάσεων του μπαμπά, τις Κυριακές στις πρόβες της μαμάς, τα καλοκαίρια στην Επίδαυρο και στις περιοδείες τους, τα βράδια σε μαζώξεις καλλιτεχνών, τα απογεύματα στο πιάνο που υπήρχε στο σπίτι πριν από μένα διαλέγοντας στην τύχη μια παρτιτούρα από όλες αυτές που υπάρχουν στη βιβλιοθήκη. Προτιμούσα τις περισσότερες φορές, μέχρι να τελειώσω το σχολείο, να πηγαίνω στο θέατρο τις κενές μου μέρες ή να βγαίνω με τις παρέες των γονιών μου. Αισθάνομαι τυχερή γιατί έζησα από πολύ κοντά όλα αυτά που ονειρευόμουν να κάνω κι εγώ μεγαλώνοντας.
**Ποια είναι η αγαπημένη δουλειά στην πορεία του πατέρα σου; Ρωτάω επειδή συνεργάζεστε κιόλας για τις εμφανίσεις σου.
**Δεν νομίζω ότι μπορώ να ξεχωρίσω. Ο πατέρας μου έχει ένα χαρακτηριστικό που με κάνει να αγαπώ κάθε τι στο οποίο είναι μέσα. Δίνεται με όλη του τη δύναμη. Κάθε φορά ξεπερνά τα όρια του και δεν έχει σταματήσει να με εκπλήσσει. Νιώθω πως αυτό το πλάσμα έχει αστερόσκονη φυλαγμένη μέσα του και πάνω στη σκηνή, στην κάμερα, στο παρκέ, απελευθερώνεται. Θαυμάζω την αισθητική του και την ενέργειά του. Δεν συνεργαζόμαστε ως πατέρας και κόρη, αλλά ως Χρήστος και Μαρίνα που μοιράζονται το ίδιο επίθετο και το ίδιο όραμα.
**Κάτι αστείο που σου έχει συμβεί ενώ παίζεις έξω;
**Μου έρχεται ένα περιστατικό με το οποίο βέβαια τότε δεν γέλασα πολύ, αλλά ανατρέχοντας τώρα μου φαίνεται πως έχει τη θέση του σε αυτή την απάντηση. Είχαν περάσει γύρω στις δύο ώρες φουλ προγράμματος, που τραγουδούσα χωρίς διάλειμμα. Είχε μαζευτεί πολύς κόσμος και είχε καθίσει γύρω μου σε σημείο που είχαν κλείσει τα δύο δρομάκια. Μερικοί χόρευαν πίσω και το κλίμα ήταν έντονο. Τραγουδούσα μέσα στην αδρεναλίνη και βλέπω πως έρχονται τρεις μηχανές με αστυνομικούς. Κοκαλώνω.
Σταματάνε απέναντι. Αρχίζει να υποχωρεί η αίσθηση των γονάτων μου. Κατεβαίνουν από τις μηχανές. Είμαι πεπεισμένη πως ήρθε το τέλος μου – επειδή, γενικά, αντιμετωπίζω τη ζωή ψύχραιμα. Οι τύποι κάθισαν σε όλο το υπόλοιπο live και χειροκροτούσαν. Άραξαν μαζί μας μέχρι το τέλος και μετά με χαιρέτισαν.
**Από εδώ και στο εξής τι περιμένουμε από εσένα;
**Με βρίσκεις σε μια στιγμή που γράφω αρκετά και πειραματίζομαι. Αποθηκεύω. Σε λίγο καιρό θα αρχίσουν να σκάνε οι «αποθήκες». Τώρα που άνοιξε ο καιρός μαζί με τις «αποθήκες» θα σκάσουν και συναυλίες. Έχω ανάγκη να βρεθούμε ξανά και όσο έρχεται το καλοκαίρι αυτή η ανάγκη γίνεται μεγαλύτερη. Θα ανταμώσουμε σύντομα λοιπόν.
Ακολουθήστε τον Αντώνη Κωνσταντάρα στο Ιnstagram.
Περισσότερα από το VICE
Δύο Έλληνες Ομογενείς που Κατοικούν στο Κίεβο Περιγράφουν πώς Έζησαν την Εισβολή στην Ουκρανία
O Τύπος που Ανεβάζει στο TikTok τα Πιο Άκυρα Σκηνικά που Βρίσκει στο Google Street View