Η Πωλίνα Πιστεύει ότι η Ιστορία Γράφεται με Ανυπακοή

Kοινοποίηση

«Push Ups», «Το Ροζ Μπικίνι», «Μπιρίμπα», «Σεϋχέλλες»: Αυτή είναι η τετράδα των μεγάλων χιτ της Πωλίνας που λατρεύτηκαν για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και τις αρχές του ’90, ενώ τα τελευταία χρόνια δεν λείπουν από τα χορευτικά πάρτι των 20άρηδων και 30άρηδων. Λίγο προτού ανέβει στη σκηνή του Galazio Club για μια συναυλία αφιερωμένη στην πιο ανέμελη περίοδο των τελευταίων χρόνων, μαζί με τον Κώστα Μπίγαλη, τον Δάκη και τη Μαντώ, τη συνάντησα ένα απόγευμα στο σπίτι της, για μια συζήτηση τόσο για τη μουσική, όσο και για την πολιτική.

VICE: Πότε μπαίνει στη ζωή σας το τραγούδι;
Πωλίνα: Στα 18 μου πήρα πια τις αποφάσεις μου για το τι ήθελα να κάνω. Δεν είχα πει ποτέ στη ζωή μου ότι ήθελα να γίνω καλλιτέχνης. Πιο πολύ με το θέατρο ήθελα να ασχοληθώ. Η έκφραση του λόγου με σαγήνευε περισσότερο, παρά το να τραγουδάω Carpenters στο δωμάτιο, νομίζοντας ότι θα κάνω καριέρα.

Videos by VICE

Πώς ξεκινήσατε;
Με ένα στοίχημα. Είχα κάτι φίλους στο «On the Rocks», που με πήγαν εκεί ως πελάτισσα. Γνωρίζομαι με ένα συγκρότημα που έπαιζε εκεί κι έκανα ακρόαση. Θρασύτατα, χωρίς να ξέρω όλο το τραγούδι. Ήξερα το ρεφρέν κανονικά, αλλά στο κουπλέ, με θράσος έλεγα δικά μου αγγλικά. Έτσι ξεκίνησα, λοιπόν. Ερχόταν ο πατέρας μου και μου έλεγε «Δεν βαρέθηκες;». «Όχι, δεν βαρέθηκα», έλεγα.

Οτιδήποτε χαλασμένο και περίεργο μπορεί να συναντήσεις τη νύχτα, μπορεί να σου συμβεί και την ημέρα.

Τι αφίσες είχατε τότε στο δωμάτιό σας;
Δεν είχα ποτέ αφίσες. Ούτε αργότερα έβαζα χρυσούς δίσκους στα δωμάτια. Είχα, όμως, μεγάλη συλλογή από βινύλια. Άκουγα Carpenters, Beatles, πολύ γαλλικό τραγούδι. Το Salut les Copains ήταν ένα περιοδικό που έπαιρνα, επειδή μου άρεσε ό,τι συνέβαινε στο Παρίσι. Βέβαια, άκουγα και όλα τα rock συγκροτήματα.

Ήταν και ο Μάης του ’68 τότε στο Παρίσι.
Εμείς τότε βιώναμε τη Χούντα. Βέβαια, τα κορίτσια της Ευαγγελικής Σχολής Νέας Σμύρνης φέρναμε τα αντιστασιακά έντυπα κάτω από τα βιβλία. Τώρα, πώς δεν μας μπαγλάρωσαν και κάποιοι καθηγητές έκαναν τα στραβά μάτια, δεν ξέρω γιατί.

Όταν όμως μου έγινε η πρόταση από τον Πάριο να πάω στα «Δειλινά», είπα «Α, τώρα πάμε πιο επαγγελματικά».

Υπήρχε το επαναστατικό πνεύμα μέσα σας;
Ήταν όλη η οικογένεια έτσι. Τα βίωσα από πολύ μικρή αυτά. Ο πατέρας μου είχε φάει πολύ κυνήγι. Ήταν άνθρωπος που με μεγάλωσε με το αίσθημα της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας, της αυτοπεποίθησης, ότι μια γυναίκα πρέπει να έχει αυτά τα προσόντα, να είναι ανεξάρτητη οικονομικά. Η μητέρα μου, από τη μια κρατούσε τα παραδοσιακά και ήταν κλασική, από τη άλλη ήταν και αυτή στην Αντίσταση. Όπως καταλαβαίνεις, δεν σωζόμουν από πουθενά. Ήταν ωραία παιδικά χρόνια, με τις αταξίες τους, με τα κόλπα τους.

Πώς είναι για ένα νεαρό κορίτσι να μπαίνει στη νύχτα;
Η νύχτα είναι νύχτα. Έχει τη γοητεία της. Η νύχτα έχει πολλές πλευρές, όπως και η μέρα. Οτιδήποτε χαλασμένο και περίεργο μπορεί να συναντήσεις τη νύχτα, μπορεί να σου συμβεί και την ημέρα. Εγώ ήμουν προστατευμένη, επειδή είχα την απόλυτη επιλογή των κινήσεών μου. Όταν ήμουν στο «On the Rocks», αγαπούσα εκείνον τον χώρο, έκανα την πλάκα μου, ήξερα γιατί είμαι εκεί. Όταν όμως μου έγινε η πρόταση από τον Πάριο να πάω στα «Δειλινά», είπα «Α, τώρα πάμε πιο επαγγελματικά».

Με τον Γιώργο Μαρίνο πώς γίνεται η γνωριμία;
Είχε έρθει ένα βράδυ στο μαγαζί που τραγουδούσα. Τότε είχα το θάρρος της γνώμης μου και το θράσος της ηλικίας. Με φώναξε μου είπε «νομίζεις ότι κάνεις show τώρα;». «Δεν κάνω;», του είπα. «Η τιμωρία σου θα είναι στην παράσταση που θα γιορτάσω τα 15 μου χρόνια να σε ξεπατώσω, γιατί θα πάρω εσένα». Έτσι ξεκίνησε η συνεργασία με τον Γιώργο Μαρίνο.

Έχετε επικοινωνία τώρα;
Όχι, δεν έχω και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι χάνονται, αλλά στην κατάσταση που βρίσκεται αυτήν τη στιγμή ο Γιώργος, δεν μπορώ να ξέρω το μέγεθος του πόσο απαγορευτικό είναι να πάει κάποιος να τον δει. Εγώ με τον Γιώργο πάντα τσακωνόμασταν, πάντα βρισκόμασταν. Λόγω του ότι είμαι ένας χαρακτήρας λίγο έτσι ζοχάδα και ψωροπερήφανη, ο Γιώργος ήταν λίγο πιεστικός και σατράπης στη δουλειά του. Παρόλα αυτά, ήταν μεγάλη η εμπειρία που απέκτησα δίπλα του. Του το χρωστάω. Τότε ήταν μία εποχή που εγώ το είχα δίπορτο. Όποτε κουραζόμουν, έφευγα από την «εντεχνίλα», ας το πούμε, και πήγαινα «Διογένη» μέσα στο φτερό και στο πούπουλο. Μετά ερχόταν ο Μαρίνος και με μάζευε ξανά.

Ένιωσα κάποια στιγμή ότι και αυτός ο κύκλος του commercial με το «Ροζ Μπικίνι», το «Push Ups, τους χρυσούς δίσκους κράτησε πολύ και έπρεπε να κλείσει. Είχα κάνει και το παιδί μου και λέω, «Τώρα εντάξει, να κάνω κάτι που να με εκφράζει».

Τι σας εξέφραζε περισσότερο;
Εμένα με ενδιέφερε όπου πηγαίνω να έχω επιτυχία. Να κάνω καλά τη δουλειά μου. Δεν μπέρδευα τα σώβρακα με τις γραβάτες. Τη στιγμή που ήμουν στον «Διογένη» και έπρεπε να κάνω ένα commercial πρόγραμμα με τη Βίσση, με ντουέτα, με μεταμφιέσεις, το έκανα πολύ καλά. Δεν με ενδιέφεραν οι τίτλοι. Για μένα, ήταν δουλειά. Το ίδιο σημαντικό και δύσκολο ήταν να σε χορογραφήσει ο Μανταφούνης, το ίδιο σημαντικό και δύσκολο ήταν να σε χορογραφήσει ο Σειληνός. Το ίδιο σημαντικό ήταν να δουλέψεις με Κανελλίδου, Βίσση, Δάκη, να κάνεις ένα 60s-70s μουσικοχορευτικό πρόγραμμα, να πεις και τα κομμάτια σου, να είσαι πάνω στην πίστα και να είναι όλη η Αθήνα από κάτω και το ίδιο σημαντικό ήταν να χειροκροτηθείς στη «Μέδουσα», όταν έλεγες π.χ. το «Mon Vieux Lucien» που το είχε διασκευάσει η Λίνα Νικολακοπούλου.

Τι σπουδαίο ακόμα γινόταν στη «Μέδουσα»;
Από την πρώτη χρονιά συνεργάζομαι με πολύ σημαντικούς ανθρωπους, όπως ο Γιάννης Ξανθούλης και ο Παύλος Μάτεσις. Με χορογραφεί ο Βαγγέλης Σειληνός κι έχω την ευκαιρία κάθε βράδυ να βλέπω στο κοινό από τη Μελίνα, τον Ταχτσή και τους ηθοποιούς της γενιάς του Κουν μέχρι όλον τον πολιτικό κόσμο.

Πάντως, αυτή η μεταπήδηση από το εμπορικό στη «Μέδουσα», σήμερα δεν νομίζω ότι θα γινόταν εύκολα. Οι ταμπέλες χωρίζουν τους από εδώ με τους από εκεί.
Όμως και τότε δεν ήταν εύκολο – και τότε ταμπέλες είχαν μπει. Απλώς, δεν θεωρούσα ότι έχουν σημασία για εμένα οι ταμπέλες. Το ίδιο σημαντικό θεωρούσα μια καλή μουσικοθεατρική παράσταση και το ίδιο σημαντικό ένα μιούζικαλ. Για μένα, φτηνό ήταν αυτό που ήταν κακή αντιγραφή ή το να πας σε έναν χώρο που δεν σου παρέχει τίποτα, που δεν είναι ένα σχήμα δυναμικό, που δεν έχεις κόσμο. Η επιτυχία και η αποδοχή: Αυτά με έτρωγαν εμένα τότε και τα είχα κάνοντας και το ένα και το άλλο.


Αθήνα σε Έκσταση

Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook


Πώς ξεκινήσατε να παίζετε «Μπιρίμπα»;
Κάποια στιγμή, συνειδητοποίησα ενστικτωδώς ότι κάποια πράγματα κάνουν τον κύκλο τους. Όπως ένιωσα ότι η «Μέδουσα» έκανε τον κύκλο της. Ότι δεν έχει μέλλον. Ένιωθα ότι έπρεπε να κάνω οπωσδήποτε δισκογραφία. Είχα γνωρίσει τον Μεγακλή (σ.σ. Βιντιάδη) και τους έπρηζα με τον Πολυχρονίου να πάω στη Sony και να κάνω τον πρώτο μου δίσκο. Το ίδιο και τον Σταμάτη Κραουνάκη. Είχε γράψει τους στίχους της Μπιρίμπα μου και μου το είχε αφήσει στον αυτόματο τηλεφωνητή ένα βράδυ.

Βαρέθηκαν όλες τις τραγουδίστριες να έχουν την ίδια εικόνα. Τα νέα παιδιά ανακάλυψαν τα 90s και τα 80s. Ο μέσος όρος ηλικίας όσων έρχονται στα live είναι 25 ετών.

Αργότερα συνεργαστήκατε με τον Σταμάτη Κραουνάκη και με τη Σπείρα Σπείρα στην «Αθηναΐδα».
Ένιωσα κάποια στιγμή ότι και αυτός ο κύκλος του commercial με το «Ροζ Μπικίνι», το «Push Ups, τους χρυσούς δίσκους κράτησε πολύ και έπρεπε να κλείσει. Είχα κάνει και το παιδί μου και λέω, «Τώρα εντάξει, να κάνω κάτι που να με εκφράζει». Με τον Σταμάτη ήμασταν πάντα φίλοι. Όταν είδα τη δουλειά της Σπείρα Σπείρα, του λέω «Ρε Σταμάτη, πω-πω, πόσο γουστάρω». Πέρασαν δυο χρόνια και μου έγινε η πρόταση να κάνω αντικατάσταση στην Τζένη Μπότση στην παράσταση “Κλασική Συνταγή”. Μου διευκρίνισε ότι δεν έχει να γράψει κάτι πάνω σε μένα και ότι θα έκανα το ρόλο της Γκρίζα Κυρίας. «Καλέ, ναι», του είπα. Εκείνη την εποχή και bungee jumping να μου έλεγες να κάνω, το πρωί θα έβγαινα να πηδήξω από τις βεράντες. Δεν ήταν εύκολο στην αρχή, αλλά εκεί, επειδή υπήρχε η ωριμότητα των χρόνων και η εμπειρία, είδα ότι με πέταξε ο Σταμάτης κόντρα σε αυτούς που του έλεγαν, «Μα, η Πωλίνα; Η Πωλίνα θα θέλει να είναι η Πωλίνα».

Το ωραιότερο κομπλιμέντο που πήρα στα έξι χρόνια της «Αθηναΐδας» ήταν όταν ήρθαν κάτι παιδιά και μου είπαν «Θέλουμε να σας δώσουμε συγχαρητήρια για το πώς στέκεστε στη σκηνή σαν μέλος ομάδας». Αυτό είναι κομπλιμέντο, επειδή αυτό δεν το μαθαίνεις, το ’χεις. Είναι θέμα του πώς σέβεσαι τους ανθρώπους που έχεις γύρω σου. Με περίμεναν όλοι με τα ντουφέκια και αυτό ήταν το ωραιότερο στοίχημα που κέρδισα ποτέ.

Την κρίση πώς τη βιώνετε;
Η κρίση φέρνει πανικό, είναι εποχή που ο γιος μου θελει να αφήσει το πανεπιστήμιο της Χίου και θέλει να φοιτήσει στο εξωτερικό, εγώ δεν μπορώ να ρευστοποιήσω και βρίσκομαι σε πανικό. Μέσα στην κρίση όμως έρχεται ένα μεγάλο δώρο η αναβίωση των δεκαετιών 80’s και 90’s και η επιστροφή μας στα χρόνια της αθωότητας.

Γιατί πιστεύετε ότι συνέβη αυτό;
Βαρέθηκαν το φασόν, βαρέθηκαν την επανάληψη και βαρέθηκαν να μην ξεχωρίζουν ποιος τραγουδάει. Βαρέθηκαν όλες τις τραγουδίστριες να έχουν την ίδια εικόνα. Τα νέα παιδιά ανακάλυψαν τα 90s και τα 80s. Ο μέσος όρος ηλικίας όσων έρχονται στα live είναι 25 ετών. Αυτό το δώρο μας έκανε η γενιά αυτή, η οποία παρέσυρε και όλους τους άλλους.

Πιστεύετε ότι ο κόσμος αναζητά το σύνολο της ομορφιάς εκείνων των χρόνων;
Ναι, το σύνολο. Αλλά αυτό δεν το αναζητά ο κόσμος που το έζησε και το αναπολούσε. Αυτός που το ανακάλυψε, ήταν αυτός που ακούει μουσική τα τελευταία πέντε χρόνια. Το ανακάλυψε και το έβγαλε στην επιφάνεια και μετά ξεκίνησαν οι ιθύνοντες και οι DJ να παίζουν αυτήν τη μουσική και ξαφνικά ξεκίνησε να ακούγεται το «Ροζ Μπικίνι», οι «Σεϋχέλλες».

Τι να ψηφίσω; Πες μου εσύ. Σκέφτομαι καμία φορά ότι πέθανε ο πατέρας μου και δεν ζει την απόλυτη ντεκαντάνς, ακόμη και του ΚΚΕ.

Τα έχετε βαρεθεί;
Όχι, μπορώ να σου πω ότι τώρα με τις καινούριες ενορχηστρώσεις, μου αρέσει πιο πολύ.

Τι θα ακούσουμε στη συναυλία στο Galazio Club;
Τα πάντα. Θα πούμε και δικά μας και άλλων. Εκτός από αυτούς που θα παρευρίσκονται, θα ακούσετε και 60s, 70s και 80s. Θα πούμε από Πασχάλη μέχρι όλα τα ξένα disco και ροκ κομμάτια των δεκαετιών αυτών.

Χορευτικό πρόγραμμα…
Καλέ, γίνεται χαμός. Πρέπει να δεις φωτογραφίες από το 2015. Είναι Παρασκευή, την ημέρα που ανακοινώθηκε το δημοψήφισμα. Έχουμε 3.000 κόσμο στο Galazio και ξεκινάει η βροχή. Είναι ο Μπίγαλης που έχει ανοίξει τη συναυλία και ρίχνει καρέκλες. Αυτός απτόητος συνεχίζει. Οι άλλοι έχουν πάει σε κάτι στέγες και εγώ κλαίω. Μετά από όλα αυτά που είχαμε ζήσει το ’12-’13-’14, δεν ήθελα να ακυρωθεί η συναυλία που την περίμενα πώς και πώς. Ήταν η ανταμοιβή μας για όλα αυτά τα χρόνια κι ευτυχώς έγινε κανονικά και κράτησε μέχρι το πρωί.

Η ανακοίνωση του δημοψηφίσματος δεν επηρέασε τον κόσμο;
Ανακοινώθηκε αργά έτσι και αλλιώς, ο κόσμος ήταν ήδη στη συναυλία. Είχαμε guest τη Σοφία Αρβανίτη και βγαίνει η Σοφία και λέει «Παιδιά, δημοψήφισμα. ΝΑΙ-ΟΧΙ».

Πώς το βιώσατε εσείς το δημοψήφισμα;
Έζησα την εμπειρία του να ψηφίζεις «ΟΧΙ» και να βγαίνει «ΝΑΙ». Συγκλονιστικό.

Η ακροδεξιά έκανε τη δουλειά της. Βρήκε πόρτα, άνοιξε και μπήκε. Δεν μπορείς να πεις ότι εμφανίστηκαν ξαφνικά. Υπήρχαν πάντα.

Απογοητευτήκατε;
Μετά που πέρασε καιρός και μου πέρασαν τα νεύρα, σκέφτηκα ότι πώς είναι δυνατόν να περιμένεις να συμβεί κάτι διαφορετικό, όταν εκείνη την εποχή έτσι και αλλιώς είσαι αποικία;

Είχατε τοποθετηθεί δημόσια υπέρ του «ΟΧΙ», τότε;
Δεν με ρώτησε κανείς, αλλά δεν νομίζω να πίστευε κανείς ότι θα ψήφιζα «ΝΑΙ». Εγώ θεώρησα ότι το «ΟΧΙ» σημαίνει ότι πάμε για την ταλαιπωρία για τα επόμενα δυο-τρία χρόνια για να γίνουμε ανεξάρτητοι. Εγώ αυτό θεωρώ «ΟΧΙ». Το δημοψήφισμα δεν είναι για να κάνουμε γκάλοπ. Οι Έλληνες, όμως, είχαν αυτά τα κότσια; Εγώ έβλεπα κάποιους τη στιγμή που ψήφιζαν «ΟΧΙ» να λένε, «Αχ, ας συμφωνήσει μην περάσουμε μαύρο καλοκαίρι». Tι μαύρο καλοκαίρι; Τότε γιατί ψηφίζουμε «ΟΧΙ»;

Εσείς θέλατε τη ρήξη;
Να πάμε μέχρι τέλους. Θα θυσιαστούν κάποιες γενιές, εμείς το έχουμε ζήσει το πρόβλημα, πάμε να σώσουμε τις επόμενες. Τον γιο μου δεν θα τον έσωζα, επειδή ήταν ήδη 20 ετών, αλλά θα σώζαμε τα επόμενα παιδιά. Να ξεκινήσουμε ξανά την Ελλάδα από την αρχή. Όταν ένας πρωθυπουργός λέει «όχι ή ναι», σημαίνει ότι είναι αποφασισμένος να μας ρίξει στα Τάρταρα και από εκεί, αφού θα έχουμε πιάσει τον πάτο, τσούκου-τσούκου να ανέβουμε. Τώρα, μου κάνεις δημοψήφισμα «όχι, ναι, ίσως, μπορεί», τι να το κάνω; Και πλέον το έχει καταξεφτιλίσει το πράγμα. Ζούμε το απόλυτο τίποτα. Εκείνο όμως που είναι το τραγικό, είναι αυτό που βλέπεις ως εναλλακτική μπροστά σου, το οποίο είναι τρομακτικό.

Αν γίνονταν τώρα εκλογές, θα πηγαίνατε να ψηφίσετε;
Τι να ψηφίσω; Πες μου εσύ. Σκέφτομαι καμία φορά ότι πέθανε ο πατέρας μου και δεν ζει την απόλυτη ντεκαντάνς, ακόμη και του ΚΚΕ. Νιώθω ορισμένες φορές ότι λένε «Α, παιδιά, μη γίνει καμιά μαλακία και βγούμε και πρέπει να πάρουμε και καμιά απόφαση». Μόνο θεωρία. Εμείς που είμαστε ψηφοφόροι, με λάθος επιλογές ή σωστές, βγαίνουμε και βιώνουμε την κάθε παπαριά που ο καθένας βγαίνει και ανακοινώνει. Δεν έχουμε πολιτικό κόσμο πια. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει πουθενά φως αυτήν τη στιγμή.

Πώς βλέπετε τον Κυριάκο;
Δεν θέλω να το συζητήσω καν.

Έγραψα στο Facebook ότι η ιστορία γράφεται με ανυπακοή. Τέρμα. Αυτή είναι η φράση. Την είδα στον δρόμο, σε έναν τοίχο, φεύγοντας από τη Νεάπολη Εξαρχείων, όπου είχα ένα live. Η ιστορία γράφεται με ανυπακοή. Μπράβο. Μου άρεσε.

Τα τελευταία χρόνια είδαμε έντονο και το φαινόμενο της ακροδεξιάς.
Η ακροδεξιά έκανε τη δουλειά της. Βρήκε πόρτα, άνοιξε και μπήκε. Δεν μπορείς να πεις ότι εμφανίστηκαν ξαφνικά. Υπήρχαν πάντα. Αλλά όταν τους δημιουργείς και τις συνθήκες να βγουν προς τα έξω και να έχουν άποψη και να κάνουν συλλαλητήρια και να γίνεται αυτό που γίνεται, είναι τραγικό. Δημιούργησαν τις συνθήκες να υπάρχει η Χρυσή Αυγή με το σκεπτικό του δεν βαριέσαι τώρα και πέντε ακροδεξιοί δίπλα μας δεν πειράζει.

Πώς είδατε την παρουσία του Μίκη Θεοδωράκη στα συλλαλητήρια για την Μακεδονία;
Τον Μίκη τον έχω γνωρίσει στο σπίτι: ο πατέρας μου είχε γράψει ένα βραβευμένο σενάριο για τη ζωή του Ρήγα Φεραίου και συζητούσαν με τον Μίκη να γράψει τη μουσική. Τον ξανασυνάντησα στην Ισπανία, όταν έπεσε ο Franco και είχα πάει μαζί με τον Γιώργο Λιάνη ως μεταφράστρια – ο πρώτος που είχε κάνει συναυλία τον Δεκέμβρη του ’76 στη Βαρκελώνη ήταν ο Μίκης. Αυτός ο Μίκης, βγήκε να κάνει τι; Έναν άνθρωπο στα 94 τον προστατεύεις. Οι γύρω σου σε προστατεύουν. Λέει την άποψή του, ΟΚ, δεν τον αφήνεις όμως στα 94 του εκτεθειμένο έναν γίγαντα, έναν παγκόσμιο γίγαντα, να σέρνεται σε τέτοια συλλαλητήρια. Είναι ντροπή. Καλά, θα με μισήσει η μισή Ελλάδα με αυτά που λέω.

Είναι επαναστατικά αυτά που λέτε.
Ε μα, δεν γίνεται να αλλάξει κάτι χωρίς να ανοίξει ρουθούνι, παιδί μου. Πώς θα γίνει; Έτσι έχω μάθει εγώ. Δεν γίνεται από τον καναπέ. Έγραψα στο Facebook ότι η ιστορία γράφεται με ανυπακοή. Τέρμα. Αυτή είναι η φράση. Την είδα στον δρόμο, σε έναν τοίχο, φεύγοντας από τη Νεάπολη Εξαρχείων, όπου είχα ένα live. Η ιστορία γράφεται με ανυπακοή. Μπράβο. Μου άρεσε. Σε τρεις λέξεις λέει αυτό που πιστεύω.

Το Σάββατο είναι το Athens Pride. Είστε από τις αγαπημένες της LGBTQ κοινότητας. Θα πάτε;
Είχα πάει και το 2015. Είμαστε πια στο 2018 και δεν μπορώ να σκέφτομαι ότι θα πρέπει να βάζω όρια σε πράγματα που αφορούν τη σεξουαλική προτίμηση ενός ανθρώπου. Αν και πιστεύω ότι ακόμα και τώρα υπάρχει τεράστιο ταμπού σε σχέση με τους γκέι. Είμαι υπέρ και στο σύμφωνο συμβίωσης. Το να συμβιώνουν δύο άνθρωποι και να μπορεί ο ένας να κληρονομήσει τον άλλον, το θεωρώ απαραίτητο. Ζεις με έναν άνθρωπο 40 χρόνια και δεν έχεις δικαίωμα να κληρονομήσεις; Με το σύμφωνο συμβίωσης τους προστατεύει ο νόμος για όλα αυτά και το θεωρώ πάρα πολύ δίκαιο. Καλή επιτυχία στο Athens Pride και φέτος. Και την Παρασκευή 22 Ιουνίου σας περιμένουμε όλους στο Galazio να παρτάρουμε μέχρι το πρωί.

Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.

Περισσότερα από το VICE:

Απίστευτες Εικόνες από τις Πόλεις μας, Όπως Δεν Μπορούμε να τις Δούμε

Δεν Είμαι Απλώς Ένα Κορίτσι Ροζ Γραμμής, Είμαι μια Ψυχοθεραπεύτρια

«Είμαστε Χοντρές* Χωρίς Ενοχές» – Ο Ελληνικός Χοντρακτιβισμός

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.