Κάποιες φορές τα ονόματα αποδεικνύονται απρόσμενα ταιριαστά με την πραγματικότητα. Στην περίπτωση της Ηλιούπολης ο «βαφτιστήρας» είχε σίγουρα ποιητική διάθεση αλλά έπεσε και διάνα: η πόλη που δημιουργήθηκε εκ του μηδενός σχεδόν πριν (περίπου) έναν αιώνα στις υπώρειες του Υμηττού, με «φάτσα» στο Κλεινόν Άστυ, την Ακρόπολη και τη θάλασσα είναι μια πόλη που σιγοντάρει τον ήλιο. Όχι γιατί είναι περισσότερο ηλιόλουστη από άλλες περιοχές, αλλά γιατί επιτρέπει στις αχτίδες και την ενέργειά του να διαχέονται στο κύριο σώμα της και να φτάνουν στους ανθρώπους με φυσική ροή.
Η Ηλιούπολη είναι τόπος large, «απλόχερα» φτιαγμένος – οι σύγχρονοι κάτοικοί της πρέπει να είναι ευγνώμονες στους παλιούς που φρόντισαν για αυτό και δεν ενέδωσαν στον συνήθη πειρασμό των πρώτων οικιστών να βγάλουν «από τη μύγα ξύγκι». Το πολεοδομικό σχέδιο που εφάρμοσαν αποτελεί case study για τα ασφυκτικά, μίζερα ελληνικά δεδομένα αστικής χωροθέτησης: είχε προβλέψει (από τη δεκαετία του 1920) φαρδιές λεωφόρους και γενναιόδωρους, ευρείς και πολυάριθμους δημόσιους χώρους. Σήμερα η Ηλιούπολη έχει περισσότερες από 60 μικρές και μεγάλες πλατείες – και όχι, δεν είναι όλες στρογγυλές, ούτε «αμήχανοι» κόμβοι οχημάτων, αλλά ελεύθερα σποτ ώσμωσης των ανθρώπων. Εδώ το αστικό περιβάλλον σε καλοδέχεται – έστω δεν επιτίθεται υποδόρια και μουντά.
Videos by VICE
Το βουνό είναι δίπλα, το κέντρο της Αθήνας, όπως και η θάλασσά της, μια «κατεβασιά» κοντά. Το κοινωνικό κλίμα δεν είναι αποστειρωμένο, ούτε ταξικά άκαμπτο: δεν περιγράφω την Κριστιάνια της Κοπεγχάγης προφανώς, ούτε αποτελεί εξαίρεση η Ηλιούπολη στην ελληνική φούσκα ενοικίων και real estate, αλλά το gentrification δεν έχει γίνει, ακόμα, απωθητικό. Μπορείς να ζήσεις εδώ, μάλιστα με έναν σεβαστό βαθμό αυτονομίας από την υπόλοιπη αχανή πόλη: να κάνεις τις δουλειές σου, να διεκπεραιώσεις τη ρουτίνα σου χωρίς να σου βγει το λάδι. Μπορείς να βλέπεις τους φίλους σου, να βγάλεις βόλτα τα παιδιά σου, να περπατήσεις με τον σκύλο σου – να κάνεις τα ψώνια σου, να έχεις τα στέκια σου. Υπάρχει άπλα και ανοιχτάδα, υπάρχει και αγορά. Πολυκατοικίες και μικρά σπιτάκια με αυλές -σαν αυτά στις «όχθες» του ρέματος της Πικροδάφνης που η κοίτη του έρχεται από το βουνό δροσίζοντας και πρασινίζοντας τον αστικό ιστό- συνυπάρχουν με σχετική αρμονία, καλμάροντας την αστική όραση και εμπειρία.
Από αυτό το παρόν εφορμώντας -που είπαμε, δεν είναι απωθητικό αλλά ούτε εξιδανικευμένο- μια παρέα πέντε-έξι ανθρώπων δημιούργησαν τον Σεπτέμβριο του 2021 την Ομάδα Προφορικής Ιστορίας (ΟΠΙ) Ηλιούπολης. Με σκοπό να καταγράψουν το παρελθόν και το παρόν της πόλης τους, την ιστορία που δεν είναι «περασμένη», ούτε ακίνητη ή ασήμαντη όπως το τώρα «τρέχει» και μετασχηματίζεται αδιάλειπτα σε μνήμη. Και σε ιστορικό -από τα κάτω- «γεγονός».
«Ήμασταν φίλοι, είχαμε αυτό το κοινό ενδιαφέρον και κάναμε δημόσια πρόσκληση για να συμμετάσχουν και άλλοι άνθρωποι στην Ομάδα», λέει ο Νίκος Μικρόπουλος. «Αυτό που μας κινητοποίησε, όπως και αυτούς που στη συνέχεια προσήλθαν, είναι η αγάπη για την πόλη που ζούμε, η έρευνα για την ιστορία της αλλά και η ανησυχία για την κοινωνική της εξέλιξη. Γιατί, συχνά, συμβιώνουμε εντός αυτής άνθρωποι άγνωστοι μεταξύ μας, χωρίς συνδετικό ιστό, διάλογο και αλληλεγγύη. Πολλές φορές με περισσότερους λόγους να λοξοκοιτάξουν παρά να χαμογελάσουν στον άγνωστο γείτονα: για το παρκάρισμα, τα σκουπίδια ή τη φασαρία».
«Η Ηλιούπολη δεν είναι παλιά πόλη», συνεχίζει ο Μικρόπουλος. «Άρχισε να δημιουργείται ουσιαστικά τη δεκαετία του 1920. Είναι ζωντανές ακόμα οι μνήμες όπου “λειτουργούσαν” οι γειτονιές, όταν οι άνθρωποι λίγο-πολύ γνωρίζονταν, καλημερίζονταν και νοιάζονταν. Κανείς δεν μπορεί να φέρει πίσω αυτούς τους καιρούς, που εξάλλου είχαν και σοβαρά προβλήματα για να τους νοσταλγούμε αφελώς. Όμως, ξετυλίγοντας προς τα πίσω το κουβάρι της Ιστορίας εντοπίζουμε πράγματα που μας συνδέουν αλλά μπορούμε να επισημάνουμε και κάποιες παλιότερες κοινωνικές λειτουργίες που σήμερα, με άλλη βέβαια μορφή, θα μπορούσαν να είναι εξαιρετικά χρήσιμες».
Συναντιέμαι με μέλη της ΟΠΙ στο Bashment, το café bar του Ταφ Λάθος. Ο Νίκος Μικρόπουλος είναι ένας post modern εξηντάρης, ακμαίος μεσήλικας δηλαδή. Όλοι οι υπόλοιποι/υπόλοιπες είναι στα 20 ή στα 30 τους, πράγμα ασυνήθιστο για τις ΟΠΙ. Δηλώνουν χαρούμενοι που η σύνθεση της ομάδας τους καλύπτει όλο το ηλικιακό φάσμα – λένε ότι έχουν πολύ καλή συνεργασία και είναι ενθουσιασμένοι και ανυπόμονοι να ξεκινήσουν την έρευνά τους και μια σειρά συνεντεύξεων με συμπολίτες τους. «Ήδη πολλοί μας προσφέρουν σημαντικά στοιχεία για περασμένες δεκαετίες – και αυτό δείχνει πως η πόλη δεν είναι ένας απέραντος ωκεανός αγνώστων αλλά μια φιλική θάλασσα με κυματιστή ζωή και πλούσιο βυθό».
Η Μαργαρίτα είναι από τα νεαρότερα μέλη της ΟΠΙ. «Για την Ομάδα Προφορικής Ιστορίας άκουσα πρώτη φορά λίγο καιρό πριν τη δημιουργία της από δύο φίλους που αποφάσισαν να φέρουν αυτή την ωραία ιδέα στην Ηλιούπολη», σημειώνει η ίδια. «Ωστόσο, νομίζω ότι συνειδητοποίησα το γιατί η ίδια συμμετείχα στην ΟΠΙ, μόνο όταν αρχίσαμε να συζητάμε με τα υπόλοιπα μέλη τις σκέψεις και τις ιδέες μας».
«Για μένα ήταν τελικά μια ανάγκη να μάθω για το παρελθόν της πόλης μου, για την ιστορία της, για τον τρόπο με τον οποίο πήρε μορφή μέσα από τη διαδρομή της στο χρόνο και είναι έτσι όπως την βλέπω και τη ζω από τη μέρα που γεννήθηκα».
«Χαμογελώ όταν άτομα που έρχονται από αλλού μου λένε ότι χάνονται, αλλά ακόμα κι εγώ μπέρδευα μέχρι πρότινος τις πλατείες», λέει η ίδια. «Κι έχω καταλάβει την σύνδεση που, ακόμα, νιώθουν οι κάτοικοι με την Ηλιούπολη. Δεν την αλλάζουν με άλλο μέρος».
«Είμαστε σε μια πόλη όπου φαίνονται ίχνη από ρεματιές. Και όταν κοιτάζω προς τα πάνω, το βουνό φαίνεται επιβλητικό πίσω από τα σπίτια- ένα βουνό που από μικρή θυμάμαι να μου λένε πόσο “σγουρό” ήταν πριν τις φωτιές. Δεν το πρόλαβα».
«Ζούμε στην Ηλιούπολη: παίρνουμε σβάρνα με τις φίλες τις πλατείες και τα παρκάκια, αυτά που εν μέσω πανδημίας μας έφεραν πιο κοντά, αράζουμε στη Σικελιανού με τα κοκτέιλ στο χέρι ή βολτάρουμε στην “κεντρική”, πάμε στο Χαλικάκι για εκτόνωση ή στον Προφήτη και στο κολυμβητήριο για θέα».
«Τελικά, οι τόποι μέσα στους οποίους υπάρχουμε, δημιουργούμε και εξελισσόμαστε, αναπόφευκτα μας διαμορφώνουν αλλά τους συνδιαμορφώνουμε κι εμείς», λέει η Μαργαρίτα. «Προκύπτει σαν αναγκαιότητα η σύνδεσή μας με αυτούς- για να καταλάβουμε όλα αυτά που βλέπουμε, όλα αυτά που νιώθουμε».
Ο Θοδωρής Χοροζόγλου είναι μια γενιά μεγαλύτερος. «Γεννήθηκα το 1983, μεγάλωσα και εξακολουθώ να κατοικώ στην Ηλιούπολη», λέει. «Παρότι η μαζική ανοικοδόμηση είχε ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του ‘70, η πόλη που θυμάμαι έως τα χρόνια του Λυκείου χαρακτηριζόταν από τα πολυάριθμα αδόμητα οικόπεδα, τις μονοκατοικίες, την ήπια κυκλοφορία και τα λιγοστά σταθμευμένα αυτοκίνητα σε γειτονιές που σήμερα “πνίγονται”. Τότε όλοι οι σχολικοί περίπατοι είχαν προορισμό το δάσος του Υμηττού. Άλλωστε η ζωή αυτής της πόλης πάντα είχε ως σημείο αναφοράς το βουνό που βρίσκεται στην πλάτη μας, κοιτώντας την Αθήνα και τον Αργοσαρωνικό».
«Τη δεκαετία του ‘90 την βίωσα ως έφηβος», συνεχίζει ο ίδιος. «Τότε η Ηλιούπολη αναπτυσσόταν με ραγδαίους ρυθμούς- με τα δικά της στέκια και σημεία αναφοράς. Αντέχουν μέχρι σήμερα ένα μπιλιαρδάδικο, κάποια εναπομείναντα βίντεο κλαμπ, ένα αειθαλές ροκ μπαρ και φυσικά το κέντρο της πόλης με τον πεζόδρομο και τις καφετέριες-μπαρ που στέγαζαν τις τοπικές “φυλές”. Θυμάμαι τα “αράγματα” στις αμέτρητες πλατείες και στα ψηλά σημεία με θέα- και τον ατελείωτο Γολγοθά στις ανηφόρες για όσους κατοικούσαμε στις “πάνω γειτονιές”- αυτά συνέθεταν το σκηνικό της νεανικής μας ζωής».
«Το 1998 το δάσος του Υμηττού πάνω από την Ηλιούπολη καταστρέφεται από μεγάλη πυρκαγιά», λέει ο Θοδωρής. «Η τοπική κοινωνία συμμετείχε μαζικά στην προσπάθεια της κατάσβεσης. Αλλά, δυστυχώς, την επόμενη μέρα το πυκνό δάσος μέσα στο οποίο μεγαλώσαμε, δεν υπήρχε πια. Οι πέρδικες πλέον φαινόντουσαν ακάλυπτες στις απογυμνωμένες πλαγιές- ξέρεις, οι αλεπούδες εξακολουθούν να κατεβαίνουν στις γειτονιές μας αναζητώντας τροφή».
«Τελείωσα το 3ο (Λύκειο) Ηλιούπολης, που συνορεύει με το βουνό. Και θυμάμαι ότι ακόμα και το 2000 περνούσε κτηνοτρόφος με το κοπάδι του δίπλα από το σχολείο».
«Μετά την απουσία μου από την πόλη λόγω σπουδών, όταν επέστρεψα το 2008 βρήκα μια Ηλιούπολη σχεδόν αγνώριστη: μεγαλύτερη και πιο σοκαριστική αλλαγή ήταν η μέχρι τότε άγνωστη κυκλοφοριακή συμφόρηση και οι πρωτόγνωρες πλημμύρες λόγω των αποσαθρωμένων (από τις πυρκαγιές) πλαγιών του βουνού».
«Αυτό που εξακολουθεί να ισχύει είναι ότι αν και ο Δήμος Ηλιούπολης συγκαταλέγεται πλέον στους πολυπληθέστερους της Αθήνας, οι κάτοικοι εξακολουθούν να γνωρίζονται μεταξύ τους. Η πόλη “κρατάει” ακόμη τα δικά της ντόπια τοπωνύμια – σκέψου ότι καμία πλατεία δεν τη γνωρίζουμε με το επίσημο όνομά της», λέει γελώντας. «Κι αυτό μας δίνει μία αίσθηση επαρχιακής πόλης – ας είμαστε σε μια άκρη της μητρόπολης».
Τους ρωτάω για την έρευνά τους- οι συνεντεύξεις με άλλους κατοίκους της πόλης έχουν «πάει πίσω» λόγω της πανδημίας. Πλέον, ανυπομονούν να ξεκινήσουν τη δουλειά στο πεδίο.
«Το διάστημα αυτό της αναγκαστικής διακοπής λόγω Covid, το αφιερώσαμε στην επιμόρφωσή μας, ώστε να γίνουμε ερασιτέχνες ιστορικοί- όχι με την έννοια της προχειρότητας αλλά με την αρχαία έννοια της λέξης, των “εραστών της Ιστορίας”. Αυτή είναι μια φράση της ιστορικού κυρίας Τασούλας Βερβενιώτη που με την εμπειρία της έχει βοηθήσει στη δημιουργία πολλών ΟΠΙ ανά την Ελλάδα και μας δίδαξε σε σειρά σεμιναρίων τον τρόπο ώστε η εργασία μας να είναι αποτελεσματική».
«Η μεθοδολογία της άντλησης προφορικών μαρτυριών είναι μια σύνθετη διαδικασία που πρέπει να πραγματοποιηθεί με ταπεινότητα και σεβασμό στους ανθρώπους που θα μας προσφέρουν τη δική τους ματιά: τη χαρά, τα βάσανα, τις αγωνίες τους απέναντι σε γεγονότα ευρύτερης πολλές φορές σημασίας. Εμείς μπορεί να τα γνωρίζουμε ήδη αλλά μόνο ως ψυχρές ιστορικές καταγραφές- ενώ οι ίδιοι, ίσως, δεν είχαν ποτέ τη δυνατότητα να εκφράσουν το βίωμά τους».
«Αφού καταγραφούν και αρχειοθετηθούν οι μαρτυρίες αυτές, σκοπός μας είναι να αποδοθούν στην κοινωνία της πόλης- να «μπούνε» στη Δημοτική Βιβλιοθήκη και να τις παρουσιάσουμε δημόσια. Υπάρχουν αρκετοί τρόποι και καλλιτεχνικές εκφράσεις για αυτό: μπορούν να αποτελέσουν ντοκιμαντέρ, ή να μετασχηματιστούν σε θέατρο…»
«Είμαστε ευγνώμονες που στην έρευνά μας θα έχουμε την βοήθεια δύο Ηλιουπολιτών πανεπιστημιακών καθηγητών Ιστορίας, των κυρίων Βαγγέλη Καραμανωλάκη και Μάνου Αυγερίδη».
Ρωτάω τον Νίκο Μικρόπουλο για την ιστορία της Ηλιούπολης- και του ζητάω να την πάρουμε από την αρχή.
«Ευτυχώς δεν ξεκινάμε απ’ το μηδέν», μου λέει. «Στηριζόμαστε στην εξαιρετική δουλειά του συμπολίτη και φίλου της ΟΠΙ Πάνου Τότσικα, αρχιτέκτονα και πολεοδόμου. Τα βιβλία του συγκεντρώνουν όλες τις σημαντικές μέχρι σήμερα καταγραφές καθώς και στοιχεία από δικές του έρευνες».
Στην περιοχή λοιπόν του σημερινού Δήμου Ηλιούπολης, ήδη από την κλασσική περίοδο (500-330 π.Χ.) υπάρχει ένας μικρός ανοχύρωτος οικισμός. Όπως αναφέρει ο Α. Milchhoefer που επισκέφθηκε το 1883 την περιοχή «…σήμερα έχει μόνο πολλούς τάφους από το περιεχόμενο των οποίων ο σημερινός ιδιοκτήτης (Αλεξ. Σκουζές) και ακόμη περισσότερο, ο πρώην ιδιοκτήτης (Ναύαρχος Ι. Σωτηριάδης), έχουν κάνει ενδιαφέρουσες συλλογές».
Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Κ. Συριόπουλο, στο Ashmolean Museum της Οξφόρδης βρίσκονται δύο αγγεία της Υστεροελλαδικής εποχής ΙΙ , από την θέση Καρά (σημερινή Ηλιούπολη).
Στο κτήμα Καρά έχουν εντοπιστεί έξι αρχαία ερείπια και 120 διάσπαρτοι αρχαίοι ταφικοί τύμβοι, εκ των οποίων οι 100 στους πρόποδες του Υμηττού.
Κατά τη διάρκεια του Χρεμωνίδειου Πολέμου (266–263 π.Χ.) είναι βέβαιο ότι έφτασαν μέχρι τη σημερινή Ηλιούπολη, στρατιώτες του Πτολεμαίου Β΄ της Αιγύπτου. Αυτό συμπεραίνεται από ένα πλήθος ευρημάτων, όπως χρυσά, αργυρά και χάλκινα νομίσματα των Πτολεμαίων, βέλη, βλήματα σφενδονών, αμφορείς, ακόμη και μία επιτύμβια στήλη –πιθανώς Πέρση μισθοφόρου- με το όνομα ΑΡΤΑΣΤΙΣ.
Και είναι πολύ πιθανό, οι στρατιώτες των Πτολεμαίων να στρατοπέδευσαν λίγο ψηλότερα, στις πλαγιές του Υμηττού πάνω από τη σημερινή Ηλιούπολη, όπου υπήρχε αρχαίο λατομείο και ενδεχομένως λατρευτικός χώρος.
«Για τους επόμενους αιώνες και την εποχή του Βυζαντίου δεν έχουμε μέχρι τώρα καμιά πληροφορία», συνεχίζει ο Μικρόπουλος. «Επί Τουρκοκρατίας υπήρχε στην Ηλιούπολη ένα τσιφλίκι γύρω απ’ το παλιό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, περιοχή με καλλιεργήσιμη γη και νερά που ανήκε σε κάποιον Μουσταφά Καρά Αλή. Από αυτόν, το «κτήμα Καρά» όπως λεγόταν το τσιφλίκι, πέρασε σε άλλους Τούρκους που σκοτώθηκαν κατά την πολιορκία της Ακρόπολης από τους Έλληνες επαναστάτες».
«Μετά την εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση συνέβη εδώ κάτι πρωτοφανές: οι τίτλοι ιδιοκτησίας των πρώην κατακτητών αναγνωρίστηκαν- και οι κληρονόμοι των Τούρκων ιδιοκτητών πούλησαν το κτήμα σε Έλληνες το 1830. Από τότε άλλαξε πολλούς ιδιοκτήτες μέχρι να καταλήξει το 1922 στον κτηνοτρόφο Αλέξιο Νάστο. Εδώ πρέπει να πούμε πως τις ταραγμένες εποχές της αποχώρησης των Τούρκων τα συμβόλαια γράφονταν στο πόδι, αυθαίρετα, χωρίς κανένα έλεγχο απ’ το ανύπαρκτο ακόμα ελληνικό κράτος και σε κανέναν δεν κόστιζε να επεκτείνει τις πωλούμενες εκτάσεις κατά βούληση. Δήλωνε πως του ανήκε ότι ήθελε δηλαδή».
«Το 1924 ο Νάστος πουλάει “μέρος” του κτήματος Καρά στην εταιρία Δρανδάκη-Πάγκαλου. Στο συμβόλαιο αναφέρεται ως ανατολικό όριο του κτήματος η κορφή του Υμηττού!», λέει ο Μικρόπουλος. «Τότε δημιουργείται ρυμοτομικό σχέδιο και η εταιρία κάνει μια εκπληκτική για την εποχή διαφημιστική εκστρατεία μέσω του Τύπου, μιλώντας για μια “garden city” με όλη τη γκάμα των δημόσιων κτιρίων και υποδομών, εκπαιδευτήρια, εμπορικό κέντρο, τράπεζες, θέατρο, κινηματογράφο, νοσοκομεία. Ακόμα και κέντρα χειμερινών και καλοκαιρινών διασκεδάσεων, «Κέντρο Ανδρικής Κινήσεως» και «Κέντρο Γυναικείας Κινήσεως» καθώς και το «Μέγα Ξενοδοχείον Ηλιουπόλεως» μέσα στο δάσος του Υμηττού. Η περιοχή βαφτίζεται “Ηλιούπολη” από τον (Αιγυπτιώτη) Δρανδάκη σε αντιστοιχία με την Αιγυπτιακή Ηλιούπολη που είχε χτιστεί το 2895π.Χ. προς τιμήν του θεού Ρα (Ήλιου)».
«Πάντως πάνω απ’ την Ηλιούπολη ήταν που έβλεπαν οι Αθηναίοι να ξεπροβάλλει ο ήλιος απ’ τον Υμηττό».
«Τελικά, η μεγάλη απόσταση από το κέντρο της Αθήνας δεν δελεάζει υψηλότερα κοινωνικά στρώματα για να μετοικήσουν εδώ. Έρχονται κυρίως μικροαστικά και, αργότερα στην Αγία Μαρίνα, άνθρωποι της εργατικής τάξης. Εξάλλου, πολύ γρήγορα οι υποσχέσεις αποδεικνύονται απατηλές. Δεν υπάρχει δίκτυο ύδρευσης. Οι οικιστές αρχικά πίνουν νερό από πηγάδια. Στη συνέχεια εμφανίζονται “νερουλάδες” που διαθέτουν βυτία και εμπορεύονται το νερό. Θα χρειαστεί να φθάσουμε στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 για να ολοκληρωθεί το δίκτυο ύδρευσης. Ούτε ηλεκτρικό ρεύμα υπάρχει. Στην αρχή χρησιμοποιούν λυχνάρια και λάμπες πετρελαίου, ενώ αργότερα δημιουργείται μια τοπική εταιρία που εκμεταλλεύεται το ρεύμα μονοπωλιακά. Ανύπαρκτοι και οι δρόμοι τότε, εκτός από ελάχιστους χωματόδρομους- η συγκοινωνία τερμάτιζε στην περιοχή του Αγίου Κωνσταντίνου, στην είσοδο της πόλης».
«Όταν το 1928 δημοσιεύεται νέο ρυμοτομικό σχέδιο στο οποίο προβλέπεται χώρος μόνο για ένα σχολείο και μια εκκλησία, δημιουργείται μαζικό κίνημα των οικιστών που απαιτούν από την εταιρία και τον Νάστο την κατασκευή υποδομών. Έναν χρόνο αργότερα, τελικά ο Νάστος πεθαίνει. Ο τάφος του βρίσκεται στον περίβολο του ναΐσκου του Αγ. Γεωργίου (που χρονολογείται τουλάχιστον 400 ετών)».
«Τα επόμενα χρόνια γίνονται διαδοχικές επεκτάσεις στο σχέδιο πόλης- δημιουργούνται νέες περιοχές και ο πληθυσμός αυξάνεται. Την περίοδο της Κατοχής υπάρχει παροδική Γερμανική παρουσία και τοπικός λόχος του ΕΛΑΣ που υπάγεται στον Βύρωνα. Στα Δεκεμβριανά το κτίριο των εκπαιδευτηρίων «Θεομήτωρ» χρησιμοποιείται ως νοσοκομείο του ΕΛΑΣ».
«Το 1951-52 ο γιος του “τσιφλικά” Νάστου, βάζει μπουλντόζες στο δάσος του Υμηττού προκειμένου να το οικοπεδοποιήσει. Οι Ηλιουπολίτες απαντούν με μεγάλο συλλαλητήριο στην κεντρική πλατεία και τελικά το Υπουργείο Γεωργίας διώχνει τον Νάστο από το δάσος και το περιφράζει».
Τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, ο Νίκος Μικρόπουλος τις έχει ζήσει ο ίδιος – εδώ δεν χρειάζεται βιβλιογραφία παρά μόνο μνήμη.
«Η Ηλιούπολη ήταν ακόμα αραιοκτισμένη», λέει ο ίδιος. «Υπήρχαν περιοχές με δέντρα, θυμάρια και σπερδούκλια. Υπήρχαν περιβόλια και κοπάδια που έβοσκαν, έβλεπες βοσκούς και άκουγες τη φλογέρα τους. Οι κάτοικοι στις γειτονιές γνωρίζονταν. Τα καφενεία, οι θερινοί κινηματογράφοι, οι αθλητικοί σύλλογοι, τα λίγα σχολεία, οι αλάνες, τα λεωφορεία, όλα αυτά αποτελούσαν κοινωνικούς χώρους. Αλλά και αργότερα η απόσταση από το κέντρο της Αθήνας δημιουργούσε προϋποθέσεις για μια “δεμένη” τοπική κοινωνικότητα με συλλόγους, μπαρ και στέκια».
«Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Ηλιούπολης, εκείνους τους καιρούς, ιδιαίτερα στην περιοχή της Αγίας Μαρίνας ήταν τα πολυάριθμα νταμάρια. Γενιές κατοίκων μεγάλωσαν με τις εκρήξεις των φουρνέλων και τα σύννεφα σκόνης που σηκώνονταν- με τις νοικοκυρές να τρέχουν να μαζέψουν τις μπουγάδες τους και τα κοντινά σπίτια να δέχονται βροχή από πέτρες στις σκεπές τους. Και αυτό συνεχίστηκε μέχρι τη δεκαετία του ‘70».
«Ένα άλλο που θυμάμαι ήταν ο ποδαρόδρομος. Διότι ακόμα κι όταν οι συγκοινωνιακές γραμμές έφτασαν στους πρόποδες του Υμηττού, ήταν κάθετες και δεν εξυπηρετούσαν για μεταβάσεις εντός της πόλης. Ένα Γυμνάσιο στην άκρη της πόλης, για πολλά παιδιά 40 λεπτά περπάτημα με ζέστη ή κρύο, βροχή ή χιόνι. Ένα δημόσιο πολυιατρείο, εμβόλια στο ΠΙΚΠΑ στον Βύρωνα – όλα με τα πόδια. Αυτοκίνητα άρχισαν να εμφανίζονται στα τέλη της δεκαετίας του ‘60. Οι ελάχιστοι αρχικά ιδιοκτήτες ένιωθαν την υποχρέωση να περιμαζεύουν από τις στάσεις των λεωφορείων τους γείτονες που πήγαιναν προς την ίδια κατεύθυνση».
«Την ίδια εποχή κάποιοι που μπορούσαν άρχισαν να αγοράζουν τηλεοράσεις, πράγμα που αύξανε τις επισκέψεις από περίεργους γείτονες. Πολύ δύσκολο αποδείχτηκε να πεισθούν παππούδες και γιαγιάδες πως τα τεκταινόμενα στην οθόνη δεν συνέβαιναν εκείνη τη στιγμή. Και όταν “έπαιζε” κάποιο σπουδαίο ματς, η πιτσιρικαρία μαζευόταν μπροστά από τις τζαμαρίες του καταστήματος ηλεκτρικών ειδών της περιοχής. Η εξέδρα ήταν έτοιμη. Αν ήθελε και το αφεντικό να βάλει την τηλεόραση, γινόταν πανηγύρι! Και μόνο τότε άδειαζαν οι φυσικοί χώροι των παιδιών, οι αλάνες που, συνήθως, γέμιζαν μέχρι το σούρουπο».
«Μια δραματική αλλαγή στο περιβάλλον, την πόλη και τη λειτουργία της συμβαίνει μετά το 1970», λέει ο Μικρόπουλος. «Στην Ηλιούπολη πολλοί παλιότεροι μεγαλώσανε σε ισόγεια ή διώροφα με θέα την Ακρόπολη και τη θάλασσα. Αυτό, τότε τελείωσε. Αντιπαροχή, ανοικοδόμηση κατά πλάτος και καθ’ ύψος, χτίσιμο κενών περιοχών και οικοπέδων, κάλυψη των πολλών ρεμάτων που διέσχιζαν την πόλη».
«Αυτά τα ρέματα δημιουργούσαν λωρίδες με πυκνή βλάστηση, όμορφα τοπία με συμβολή στο μικροκλίμα της πόλης- δυστυχώς σύμφωνα με την κρατούσα λογική της εποχής, δεν αποτελούσαν παρά εμπόδιο στην εκμετάλλευση του χώρου. Σήμερα παραμένει μόνο το ρέμα της Πικροδάφνης κι αυτό “τραυματισμένο” σε όλο του το μήκος, απ’ τον Καρέα μέχρι το Παλαιό Φάληρο».
«Το 1977 το Εφετείο Αθηνών αποφασίζει ότι “εκ πλάνης των οργάνων του Δημοσίου, τα οποία εξ’ ασύγγνωστου αμελείας παρέλειψαν να εξετάσουν τους τίτλους του Α. Νάστου με αποτέλεσμα τεράστια ζημία του Δημοσίου αφού ο Α. Νάστος δια της μεθόδου της επεκτάσεως της αρχικής περιουσίας του, δηλαδή 320-520 κατ’ ανώτατο όριο στρεμμάτων, επέτυχε να σφετερισθεί χιλιάδες στρέμματα γης κάτωθεν των προπόδων της δυτικής πλευράς του Υμηττού, τα οποία κάλυψαν τον σημερινό οικισμό Ηλιουπόλεως”. Το 1985 η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζει αμετάκλητα δημόσια τα οικόπεδα που μένουν απούλητα απ’ τον Νάστο. Η πόλη αποκτά ελεύθερους χώρους για να αναπνεύσει».
«Σε ό,τι αφορά τον Υμηττό είναι εντυπωσιακό πως μέχρι το 1980 κανείς δεν θυμάται πυρκαγιά στην περιοχή μας», λέει ο Μικρόπουλος. «Από τότε, όμως, έχει καεί πολλές φορές και η προστασία του παραμένει ένα κεφαλαιώδες ζήτημα για την πόλη μας. Ελπίζουμε το βουνό να αφεθεί στην ησυχία του απ’ τις επιβουλές, φυσικό καταφύγιο σήμερα αλλά και για τις επόμενες γενιές, μακριά από «εκσυγχρονιστικές» λογικές που το αντιμετωπίζουν ως συμπλήρωμα της πόλης ή “περιαστικό άλσος” για κάθε είδους εκμετάλλευση».
«Ποια είναι τα στοιχήματα για το σήμερα και το άμεσο μέλλον;», ρωτάω τον Μικρόπουλο.
«Πρώτον, η απόκρουση της συνέχειας των διεκδικήσεων των κληρονόμων Νάστου που απειλούν τους ελάχιστους ελεύθερους χώρους, ακόμα και δημόσια κτίρια και εγκαταστάσεις. Και αφού πλέον η πόλη μας εξάντλησε κάθε όριο οικιστικής επέκτασης πρέπει τώρα να στραφεί στον εαυτό της: να δει και να βελτιώσει τις λειτουργίες και την κοινωνικότητά της», μου λέει.
«Ώστε το “ζω στην Ηλιούπολη” να συνοδεύεται με ένα πλατύ χαμόγελο».
Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.
Περισσότερα από το VICE
Φωτογραφίες από την Άνοδο και την Πτώση του Ισλαμικού Κράτους
Ο Αστυνόμος Θεοχάρης Ήταν Κάτι Μεταξύ του Punisher και του Chuck Norris