Μουσική

Κατάφερα να Ξεγελάσω όλο τον Κόσμο Παριστάνοντας την Επιτυχημένη DJ

Kοινοποίηση

To άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο Thump.

Πριν από δυο χρόνια είχα σιχαθεί τη νυχτερινή ζωή. Έχοντας ξεκινήσει την ενήλικη ζωή μου ως promoter, σύντομα άρχισα να απεχθάνομαι τη ναρκο-κουλτούρα αυτού του επιφανειακού κόσμου, στον οποίο οι άντρες κάθονται πάντα στη θέση του οδηγού, οι γυναίκες είναι αποδεκτές μόνο πάνω σε μια αφίσα φορώντας εσώρουχα και τα ναρκωτικά είναι το καύσιμο που κρατά τον κινητήρα αυτής της μηχανής σε λειτουργία. Εκτός από όλα αυτά, με εκνεύριζαν οι ορδές των DJs, τους οποίους λάτρευαν οι διοργανωτές και οι ιδιοκτήτες των clubs και οι οποίοι έπειθαν αυτάρεσκα τον κόσμο ότι ήταν πραγματικοί μουσικοί και καλλιτέχνες. Η στάση τους αυτή αποτελεί προδοσία απέναντι στο avant-garde, από το οποίο προήλθε η μουσική που παίζουν.

Videos by VICE

Ακόμα περισσότερο, σιχαινόμουν τους DJs που συνέβαλλαν στην εμπορευματοποίηση αυτής της μουσικής. Αυτούς που πληρώνονταν για να πετάνε τούρτες σε clubs (και πάνω σε άτομα που βρίσκονται σε αναπηρικά καροτσάκια) καθώς παίζουν ηχογραφημένα sets. Οι μάζες κατακλύζουν εκστασιασμένες αυτά τα DJ sets προσπαθώντας απεγνωσμένα να διασκεδάσουν. Η μουσική έχει νόημα μόνο όταν έχει προβλέψιμα «σκασίματα», τα οποία «δίνουν σήμα» στα υπερκινητικά παιδιά να σηκώσουν τα χέρια ψηλά και να ουρλιάξουν ταυτόχρονα. Όλα έχουν να κάνουν με τη διασκέδαση της μάζας, ενώ το περιεχόμενο και η κουλτούρα δεν παίζουν κανέναν ρόλο.

Το φαινόμενο της EDM –όχι το είδος καθαυτό, αλλά τα μαζικά events που γεννιούνται από αυτό– είναι η θλιβερή έκφραση μιας γενιάς για την οποία η μουσική δεν είναι πια τέχνη, αλλά ένα ακόμα καταναλωτικό αγαθό. Η EDM δεν είναι παρά ένα θέαμα. Μπαμ, μπουμ και πυροτεχνήματα. Είναι το τσίρκο της χορευτικής ηλεκτρονικής μουσικής.

Αναρωτήθηκα, λοιπόν, αν o DJ σήμερα είναι απλώς μια μαριονέτα που παίζει μουσική πάνω σε μια σκηνή και εκσφενδονίζει κομφετί ευφορίας στα μούτρα του κοινού. Τελικά χρειάζεται να έχει τεχνικές δεξιότητες ένας DJ, τώρα που όλοι οι εξοπλισμοί για DJ συμπεριλαμβάνουν ένα sync-button; Μήπως οι εμπορικοί DJs έχουν καταλήξει να δίνουν αστραφτερές performances με γκλίτερ, χωρίς καμία αυθεντικότητα και ουσία; Αποφάσισα, λοιπόν, μαζί με τον Tobias, έναν φίλο από τη σκηνή των clubs, να κάνω ένα πείραμα και να γίνω μια EDM DJ. Spoiler alert: τα κατάφερα.

Τα πάντα βασίζονται στο μάρκετινγκ

Ο Tobias είχε δουλέψει καιρό στη νύχτα και είχε μπει μέσα στα πράγματα. Στα μεγάλα events, έκλεινε DJs που μάζευαν πολύ κόσμο. Ήξερε ποια acts έπρεπε να φέρει στη σκηνή και πόσα χρήματα ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν οι νέοι για κάθε performance. Σκεφτήκαμε αναλυτικά τι θα χρειαζόμασταν για μια γρήγορη επιτυχία: επαφές, λίγη δεξιοτεχνία και, πάνω από όλα, καλό μάρκετινγκ. Χρειαζόμασταν κλισεδούρες και κιτσαριό – γιατί, ω ναι, αυτά θέλει ο κόσμος.

Πρώτα έπρεπε να δοκιμάσω τις ικανότητές μου σε ένα club στη διάρκεια της μέρας. Είχα ήδη παρατηρήσει πώς πρέπει να κολλάω το ένα κομμάτι με το άλλο. Αφού έκανα εντατικά μαθήματα με έναν φίλο, μέσα σε λίγες εβδομάδες ήμουν σε θέση να κάνω αξιοπρεπείς μείξεις και αλλαγές που δεν ακούγονταν σαν φαλτσαδούρες.

Ο Tobias και εγώ αποφασίσαμε ότι δύο γυναίκες θα πουλούσαν περισσότερο απ’ ό,τι μία. Αυτό ήταν κάτι που είχαν αποδείξει οι Nervo. Έφερα, λοιπόν, στο μυαλό μου όλες τις φίλες μου και προσπάθησα να σκεφτώ ποια θα ήταν η ιδανική γι’ αυτήν τη φάρσα (η οποία οφείλω να ομολογήσω ότι θα περιλάμβανε μεγάλη φήμη και πολύ αλκοόλ). Σύντομα βρήκαμε τη δεύτερη νεαρή κοπέλα. Ο Tobias κανόνισε την πρώτη μας συναυλία σε ένα από τα πάρτι του. Ήταν τον Μάιο του 2014. Είχαμε ένα μήνα να προετοιμαστούμε και περνούσαμε πολύ χρόνο στο αυτοσχέδιο στούντιό μας. Παράλληλα με αυτό, κάναμε επαγγελματικές φωτογραφίσεις, φτιάξαμε δικό μας logo και δημιουργήσαμε fan page στο Facebook. Δεν θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε τη σεξουαλικότητα ως εμπορικό τρικ, όπως κάνει η Da Candy για παράδειγμα· θέλαμε να κάνουμε συναυλίες που να ακολουθούν τα κλασικά μοτίβα, να είναι κακόγουστες και γεμάτες κλισέ, αλλά ταυτόχρονα ρεαλιστικές.


Βάζε πασίγνωστα κομμάτια

Η πρώτη συναυλία που δώσαμε με το πρότζεκτ μας, το οποίο εγώ και ο Tobias αποκαλούσαμε «καλλιτεχνικό πρότζεκτ» για ένα διάστημα, στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Διαλέγαμε τα κομμάτια από τα πιο πετυχημένα sets του τελευταίου Tomorrowland Festival και επιλέγαμε τα καλύτερα και τα ευκολότερα hits. Το κοινό έδειχνε να λατρεύει τα κομμάτια μας, μόνο και μόνο επειδή τα γνώριζε. Επειδή ήταν προβλέψιμα. Επίσης, βοήθησε το γεγονός ότι ο τοπικός DJ είχε εκνευρίσει το κοινό. Ο κόσμος γκρίνιαζε και ξαφνικά το ενδιαφέρον στράφηκε σε εμάς. Ήμασταν δυο νεοεμφανιζόμενες που είχαν έρθει από το πουθενά, παίζαμε EDM και, προς μεγάλη φρίκη των «φτασμένων» DJs, το κοινό μας λάτρευε. Όσοι ήταν μέσα στα πράγματα άρχισαν με το δίκιο τους να αναρωτούνται γιατί ξαφνικά μας έκλειναν για εμφανίσεις και να αμφισβητούν κατά πόσο ήμασταν «αληθινές». Τον Ιούλιο του 2014 παίξαμε σε τρία events, συμπεριλαμβανομένου του φεστιβάλ Touch the Air. Κάθε φορά, το κοινό άκουγε το set που είχαμε αντιγράψει από το Tomorrowland, το οποίο εγγυημένα έκανε το πλήθος χαρούμενο.

Το συμπέρασμα της ομάδας μας είχε βγει: το σχέδιο (προφανώς) δούλεψε. Για να γίνουμε πραγματικά πετυχημένες έπρεπε να αφιερώσουμε πολύ περισσότερο χρόνο. Θα τα καταφέρναμε μόνο αν το πρότζεκτ μας γινόταν η νούμερο ένα προτεραιότητά μας. Η DJ-συνεργάτιδά μου σπούδαζε Νομική, περνούσε πολύ χρόνο με το αγόρι της και δεν μπορούσε να δεσμευτεί. Έτσι, αποφασίσαμε να συνεχίσω μόνη.

Ο Tobias εξακολουθούσε να προωθεί το «καλλιτεχνικό πρότζεκτ» μας με μεγάλη επιτυχία. Τρεις μήνες μετά την πρώτη μου συναυλία, έπαιζα σε διάφορα φεστιβάλ, συμπεριλαμβανομένου του Zurich Openair, όπου έπαιξα μετά τον Netsky και πριν από τον Flume, και σαν warm-up για τον Crookers. Έχοντας προσθέσει στο βιογραφικό μου τις συμμετοχές σε φεστιβάλ, οι διοργανωτές άρχισαν να με κλείνουν όχι μόνο ως support που «ανοίγει» μεγάλα ονόματα, όπως ο Sidney Samson και ο Ummet Ozcan, αλλά ακόμα και ως βασική headliner στα EDM πάρτι τους. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι έβλεπα τον εαυτό μου σε αφίσες, έξι μόλις μήνες αφότου πρωτοστάθηκα μπροστά από τα decks.

Ζήσε τα κλισέ

Έσκασα μύτη την Πρωτοχρονιά παίζοντας σε μια αυθόρμητη συναυλία, όπου βομβάρδισα τους αχόρταγους ravers με μερικά κομμάτια μαζί με τον μάνατζερ των Klangkarussell, μετά το set του Robin Schulz. Βρέθηκα εκεί μετά από αίτημα που έλαβα μέσω μιας άλλης DJ. «Καλή πληρωμή, 3.000 φράγκα [2.726 ευρώ]», μου είπε χαμογελώντας με νόημα. Όπως αποδείχτηκε, επρόκειτο να παίξω στο «Bums Alp», ένα μπουρδέλο κάπου στα προάστια της Ζυρίχης. Όταν όμως βρέθηκα backstage, ακούγοντας τις «καμένες» συζητήσεις που έκαναν οι headliners υπό την επήρεια ναρκωτικών, συνειδητοποίησα ότι οι Schulz & co. ήταν αναγκασμένοι να χειραγωγούν ακόμα πιο κακόβουλα τις μάζες. Όσο πιο επιτυχημένος είσαι τόσο περισσότερο σε μισεί και σε ζηλεύει ο κόσμος.

Στο μεταξύ, είχαν δημοσιευτεί δύο άρθρα για εμένα στις εφημερίδες και ένα τμήμα του χώρου είχε αρχίσει να με αποδέχεται. Δεν αμφισβητούσαν τις ικανότητές μου ως DJ, μιας και το πλήθος έδειχνε ευχαριστημένο όταν έπαιζα το ένα EDM κομμάτι μετά το άλλο, κουνώντας πού και πού τα χέρια μου στον αέρα. Η εμπορική μου αξία ανέβαινε μήνα με τον μήνα και ο Tobias μπορούσε πλέον να απαιτεί μέχρι και 1.200 φράγκα [1.090 ευρώ] ανά συναυλία, η οποία θα διαρκούσε μια-δυο ώρες. Την άνοιξη του 2015 έπαιζα σε οκτώ με δέκα συναυλίες τον μήνα, ενώ ταυτόχρονα ασχολούμουν με τις σπουδές μου από Δευτέρα έως Παρασκευή. Όλο αυτό έγινε μέρος της καθημερινότητάς μου και άρχισα να ξεχνάω γιατί είχαμε πρωτοξεκινήσει το «καλλιτεχνικό πρότζεκτ».

Μην ασχολείσαι με τίποτα άλλο

Τα μαθήματα της τεχνικής σχολής που παρακολουθούσα άρχισαν να γίνονται όλο και πιο απαιτητικά και οι συναυλίες τα Σαββατοκύριακα άρχισαν να με πιέζουν πολύ. Δυο φορές κατέρρευσα επί σκηνής λόγω εξάντλησης. Και όχι, δεν πήρα ποτέ ναρκωτικά. Ήταν πάρα πολύς ο κόσμος που με κοίταζε τα βράδια με κρυστάλλινο βλέμμα και πολλοί αυτοί που προσπάθησαν να με πείσουν να πεταχτώ μαζί τους στην τουαλέτα για λίγη κόκα. Όχι, το δικό μου καύσιμο ήταν το ολοένα και εντονότερο πάθος μου για τη μουσική.

Άρχισα να σκέφτομαι όλο και περισσότερο τη μουσική που έπαιζα και τη μουσική που θα ήθελα πραγματικά να παίζω και οι απαιτήσεις που είχα από τον εαυτό μου άρχισαν να μεγαλώνουν. Άρχισα να παίζω την techno που άκουγα μόνη μου· μόνο σε πριβέ πάρτι, φυσικά, ή τις πρώτες πρωινές ώρες σε μικρότερα stage. Ποτέ σε μεγάλες σκηνές, μιας και αυτός ο ήχος δεν ταίριαζε με το προϊόν που πουλούσα και έθετε σε κίνδυνο την εικόνα μου.

Στρατολόγησε έναν παραγωγό-φάντασμα

Αυτό που με κράτησε στα decks ήταν το πραγματικό μου πάθος για τη μουσική. Οι τεχνικές μου ικανότητες γίνονταν όλο και καλύτερες και άρχισα να απολαμβάνω τις εθιστικές ιδιότητες της μουσικής. Είχα σταματήσει προ πολλού να παίζω ηχογραφημένα DJ sets. Περνούσα όλο τον ελεύθερο χρόνο μου προσπαθώντας να ανακαλύψω καινούργια κομμάτια και μελετώντας για τα εξ αποστάσεως μαθήματα της σχολής μου πάνω στη μουσική παραγωγή. Ο Tobias κι εγώ ξέραμε ότι ο μόνος τρόπος να πάω παραπέρα ήταν αν ξεκινούσα να βγάζω δικά μου κομμάτια.

Το κοινό της εμπορικής EDM δεν δίνει δεκάρα για το αν παίζεις δικά σου κομμάτια. Ίσα ίσα που προτιμά να ξέρει το κομμάτι και να το τραγουδά και κυρίως να ξέρει πότε πέφτει το «σκάσιμο». Παρ’ όλα αυτά, για να είσαι πραγματικά πετυχημένος DJ και να γίνεις όνομα στο εξωτερικό, πρέπει να έχεις και μερικά δικά σου κομμάτια. Μιας και ήμουν τελείως αρχάρια στη μουσική παραγωγή –παρά τις σπουδές μου– έπρεπε να προσλάβουμε έναν παραγωγό-φάντασμα. Έναν πραγματικό μουσικό.

Με εξοργίζει το γεγονός ότι κάποιοι DJs πλασάρουν τη μουσική πραγματικών μουσικών ως δική τους. Σε αυτό το σημείο, λοιπόν, πρέπει να αναγνωρίσω τη συνεισφορά κάποιων μουσικών. Σέβομαι άπειρα τον Ben Mühlethaler και τον Avesta, οι οποίοι έκαναν την παραγωγή στο πρώτο μου κομμάτι. Είναι τρομερά δημιουργικοί και επαγγελματίες, δουλεύουν παραγωγικά και με μεγάλο πάθος για τη μουσική. Η επιτυχία δεν είναι η βασική τους προτεραιότητα. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να κάνουν μουσική για να βγάζουν τα προς το ζην και να μπορούν να πληρώνουν το ενοίκιό τους.

Αποφασίσαμε να μη βγάλουμε κατευθείαν το τραγούδι προς τα έξω. Θέλαμε να περιμένουμε την κατάλληλη στιγμή. Μια μέρα, έλαβα ένα e-mail από την εταιρεία παραγωγής Hitmill, η οποία κρύβεται πίσω από σχεδόν κάθε pop τραγούδι. Ήθελαν να με γνωρίσουν και να κάνουμε μαζί ένα κομμάτι. Η Hitmill με σύστησε σε έναν παραγωγό με τον οποίο τα πηγαίναμε πολύ καλά και δουλέψαμε μαζί πάνω στο δεύτερο τραγούδι μου. Προτού τελειώσει, όμως, η συνεργασία, ο παραγωγός έφυγε από την εταιρεία. Τελείωσα το κομμάτι με διαφορετικό παραγωγό.

Το καλοκαίρι του 2015, έπαιξα στη σκηνή μεγάλων φεστιβάλ, όπως το Sonnentanz, το Holi Festival of Colours και το Zurich Openair. Στο Streetparade Afterparty έπαιξα στο main stage αμέσως μετά τους Bassjackers και τον Tujamo. Ξαφνικά, όλοι οι ξένοι διοργανωτές επικοινωνούσαν μαζί μου για να με κλείσουν. Σχεδόν κανείς τους δεν ήξερε τι ικανότητες είχα και αν ήμουν καλή. Όμως δεν τους ένοιαζε. Έβλεπαν ότι είχα απήχηση. Προκειμένου να κάνουν επιτυχία, ήταν διατεθειμένοι να με πληρώσουν αδρά, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα τα μεταφορικά μου και τη διαμονή μου σε ξενοδοχεία.

Φρόντισε την υγεία σου

Έπειτα έφτασε το φθινόπωρο, το οποίο σηματοδοτούσε ταυτόχρονα την τελευταία χρονιά των σπουδών μου στο πανεπιστήμιο. Δούλευα παράλληλα και ως δημοσιογράφος. Γινόταν όλο και πιο δύσκολο να τα προλάβω όλα και άρχισα να βάζω σε κίνδυνο την υγεία μου. Είχα σταθερούς πόνους, αρρώσταινα συνεχώς και ήμουν διαρκώς εκνευρισμένη και κουρασμένη. Ήξερα ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω άλλο με το πρότζεκτ, το οποίο είχε γίνει στην πορεία το «παιδί» μου. Ο Tobias και εγώ γνωρίζαμε ότι για να περάσουμε στο επόμενο στάδιο θα έπρεπε να τα δώσω όλα στο «ντιζεϊλίκι» αφού έπαιρνα το πτυχίο μου και να παρατήσω οτιδήποτε άλλο. Συνεργαζόμασταν με καλά δικτυωμένους διοργανωτές, με καλούς παραγωγούς και μια εξαιρετική δημιουργική ομάδα. Ξέραμε ότι μπορούσαμε να τα καταφέρουμε με το πρότζεκτ. Εφόσον ήμουν διατεθειμένη να αφιερώσω χρόνο, η ομάδα μας είχε ελπίδες.

Η πραγματικότητα όπως είναι, μέσα από το Newsletter του VICE Greece

Τότε μου έγινε μια πρόταση να δουλέψω ως full time δημοσιογράφος – ένα παιδικό μου όνειρο ξαφνικά μπορούσε να πραγματοποιηθεί. Ήμουν αναγκασμένη να πάρω μια απόφαση. Το «καλλιτεχνικό πρότζεκτ» μας είχε στηθεί με σκοπό να δείξουμε πόσο εύκολο ήταν να τα καταφέρει κάποιος ως DJ, προσφέροντας λίγο θέαμα και με ελάχιστη τεχνική κατάρτιση. Αυτό το είχαμε αποδείξει. Φυσικά δεν γίναμε και διεθνές φαινόμενο, όμως αυτό μπορεί και να συνέβαινε αν είχαμε βγάλει τα ολοκληρωμένα κομμάτια μας. Ένας οργανωτής παγκόσμιου βεληνεκούς είχε ήδη εκφράσει ενδιαφέρον για εμάς. Στην ιδέα ότι έπρεπε να συνεχίσω να δουλεύω με τους ίδιους ρυθμούς τρομοκρατούμουν. Φοβόμουν ότι ο DJ μέσα μου, αυτός ο άλλος μου εαυτός, θα με καταβρόχθιζε. Έτσι αποφάσισα να σταματήσω.

Ό,τι είχα κάνει ήταν αληθινό. Είχα καταφέρει να κάνω αλλαγές χωρίς να πατάω το sync και έπαιζα live σε κάθε μου εμφάνιση. Εξακολουθούσα όμως να νιώθω ότι είχα κοροϊδέψει το κοινό μου και τη συγκεκριμένη μουσική σκηνή πλασάροντας ένα ψέμα. Σέβομαι απόλυτα τους DJs που βλέπουν τον εαυτό τους ως μουσικό και όχι ως διασκεδαστή. Ένας τέτοιος DJ είναι δάσκαλος μουσικής, ο οποίος φέρνει το κοινό του σε επαφή με καινούργια και ίσως επαναστατικά κομμάτια. Κομμάτια που έχουν να προσφέρουν πολύ περισσότερα από το πανομοιότυπο συναίσθημα ευφορίας που υπάρχει στις pop μελωδίες και ντύνεται με ηλεκτρονικά beats. Κομμάτια που σε κάνουν να σκέφτεσαι και να ονειρεύεσαι. Στην ηλεκτρονική μουσική μπορεί κανείς να βρει εκείνο το καινοτόμο πνεύμα που κάποτε εξέφραζε μια γενιά. Και υπάρχουν πάρα πολλοί DJs που είναι ακριβώς έτσι. Σε αυτούς τους DJs ανήκει ο χώρος πάνω στη σκηνή που τώρα καταλαμβάνουν οι αστραφτεροί διασκεδαστές που πετάνε τούρτες. Η παρουσία τους όμως είναι πολύ μικρή στα εμπορικά φεστιβάλ. Αυτό το πρόβλημα είναι επίσης εμπορικό. Οι μεγάλες εταιρείες βγάζουν τρελά χρήματα στα πάρτι που οργανώνουν. Έτσι, η ηλεκτρονική άρχισε να αποκτά pop στοιχεία, ούτως ώστε να παίζεται στον αέρα των ραδιοφώνων και να είναι κατάλληλη για τις μάζες.

Το προσωπικό μου DJ πρότζεκτ γεννήθηκε στο πλαίσιο αυτού του καινούργιου εμπορικού μουσικού κόσμου, ακολουθώντας τους κανόνες του. Αυτά που έκανα, όμως, ήταν αληθινά. Μπορώ να πω ότι αυτοί που πετάνε τούρτες σε καμία περίπτωση δεν ήταν πιο αυθεντικοί από εμένα. Γι’ αυτό και πρέπει να κάνω αυτό που είναι σωστό και να θυσιάσω την καριέρα μου στον βωμό της ηλεκτρονικής μουσικής για χάρη του είδους και των μουσικών του. Αφήνω χώρο στη σκηνή γι’ αυτούς που αξίζουν πραγματικά να είναι εκεί πάνω και γι’ αυτούς που θέλουν να αγγίξουν και να αλλάξουν το κοινό με τη μουσική τους. Ο Tobias χρησιμοποίησε τις γνώσεις του για να δημιουργήσει μια online πλατφόρμα για μουσικούς και DJs με το όνομα OneScreener, θέλοντας να τους προσφέρει μια κατάλληλη και σωστή πλατφόρμα που να μπορούν να χρησιμοποιήσουν.

Περισσότερα από το VICΕ

Τo 12χρονο Κορίτσι που Δολοφόνησε την Οικογένειά της Ετοιμάζεται να Αποφυλακιστεί

Μια Βόλτα στα «Κόκκινα Φανάρια» της Γερμανίας

Τελικά η Αύξηση του ΦΠΑ θα «Σκοτώσει» το Clubbing στην Ελλάδα;

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.