IMG_1713_1
Όλες οι φωτογραφίες είναι του Αλέξη Γαγλία.
Ναρκωτικά

Φωτεινή Λεομπίλλα: Ένα Πορτρέτο με Φόντο τα Drugs, τις Πιάτσες των 80's και τους Χρήστες

Μια ζωή σαν φιλμ του Μάρτιν Σκορσέζε.

Η Φωτεινή Λεομπίλλα έζησε 18 χρόνια εξαρτημένη στην ηρωίνη, ενδοφλέβια χρήστρια. Συνελήφθη και κατηγορήθηκε για εμπορία. Πρώτη φορά «καθάρισε» από τις ουσίες στις Γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού - 11 μήνες έκανε «μέσα». 

Απεξαρτήθηκε από την ηρωίνη -τη «μηδένισε», όπως λέει η ίδια, στον οργανισμό της- το 1999. Τα επόμενα χρόνια αποφοίτησε από την Κοινωνιολογία της Παντείου, πρώτη στο «έτος» της. Και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της στον Κοινωνικό Αποκλεισμό, πρώτη ξανά - με 9,5.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Το έπαιξε κορώνα-γράμματα. Η περίπτωσή της είναι τόσο σπάνια, σαν το κέρμα να έμεινε όρθιο. Έφερε τη φάση «τούμπα». Άρδην.

Σήμερα, στα 58 της, η Φωτεινή είναι αντιπρόεδρος του ΚΕΘΕΑ, πρόεδρος του Κέντρου Πρόληψης των Εξαρτήσεων «Αθηνά Υγεία» και «τρέχει» τον Ξενώνα Αστέγων Χρηστών «Ιονίς» στο κέντρο της Αθήνας. Παράλληλα διδάσκει στο μεταπτυχιακό «Εξαρτήσεις-Εξαρτησιολογία» της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και συμμετέχει ως σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων στον σχεδιασμό και την υλοποίηση πολιτικών για τα ναρκωτικά.

Αυτή είναι η ιστορία της: πορτρέτο με σταθερό κάδρο τον δρόμο. Σαν φιλμ του Μάρτιν Σκορσέζε, χρονογράφημα για τις πιάτσες της Αθήνας από τα 80’s μέχρι σήμερα.

Low life, 18 χρόνια σκοτάδι με βραχείες αναλαμπές. Αλλά όλο και πιο φωτεινή, όσο ερχόμαστε στο τώρα. Τελικά, διαυγής. Αλληλέγγυα. Επί της ουσίας.  

leobilla.jpg

«Πάντα ήμουν ένα παιδί αντιδραστικό, μια επαναστατημένη έφηβη κόντρα στον μικροαστισμό»

Γεννήθηκα στη Γερμανία από μετανάστες γονείς, Ιταλός ο μπαμπάς μου από την Κάτω Ιταλία, Ελληνίδα η μητέρα μου, από τη Νίκαια, την Κοκκινιά όπως τη λέγαμε τότε, με καταγωγή από Μικρά Ασία.

Το 1965 γυρίσαμε Ελλάδα- ήμουν τότε ενός-δύο 2 ετών. Πολύ σύντομα οι γονείς μου χώρισαν, ο πατέρας μου επέστρεψε στην Ιταλία, η μάνα μου λοιπόν μεγάλωσε δύο παιδιά ως ζωντοχήρα, με ότι αυτό σήμαινε τη δεκαετία του ’60. Δύσκολες συνθήκες, ανέχεια και φτώχεια. Η μητέρα μου δούλευε πολύ, όπου έβρισκε - ήμουν ένα παιδί που μεγάλωνε μόνο του.  

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Αργότερα άνοιξε ένα λογιστικό γραφείο και η οικονομική μας κατάσταση βελτιώθηκε. Αλλά η ίδια δεν το χάρηκε, το 1980 -αυτή ήταν 42 χρονών και εγώ πήγαινα Β΄ Λυκείου- αρρώστησε (λευχαιμία) και μέσα σε οκτώ-εννέα μήνες κατέληξε.  

Ήμουν πολύ θυμωμένη με την κατάσταση στην οποία βρέθηκα, ήμουν θυμωμένη ακόμα και με τη μητέρα μου - και μετά τον θάνατό της ξεκίνησα τη χρήση.

Δεν λέω ότι αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος - πάντα ήμουν ένα παιδί αντιδραστικό, μια επαναστατημένη έφηβη κόντρα στον μικροαστισμό, απέναντι σε αυτό που λέμε κοινωνία, απέναντι σε αυτούς που έχουμε μάθει να λέμε «κυρ Παντελήδες». Ενδεχομένως, ένα παιδί που ζητούσε το ενδιαφέρον από τους άλλους επειδή δεν το είχε. Προσπάθησα να το βρω, λοιπόν, με λάθος τρόπο. Και η εφηβεία μου έγινε ένα εκρηκτικό μίγμα.

Με έθελγε η εικόνα της «προχωρημένης» που ξεχωρίζει, ήμουνα μια τύπισσα που αρνιόταν να φορέσει ποδιά πριν ακόμα καταργηθούνε. Με πρόσχημα τον θάνατο της μητέρας μου φορούσα μόνο μαύρα - ήτανε η εποχή με τα πανκ κινήματα, μια χαρά μόδα μου έκατσε. Είχα ένα μηχανάκι 125άρι και έκανα φουλ κοπάνες.

Χαιρόμουν που δεν έδινα λογαριασμό σε κανέναν και βίωνα μια αίσθηση ελευθερίας του τύπου «δεν με ελέγχει κανένας». Επί της ουσίας μεγάλωνα ασύδοτα.

Η γιαγιά μου, το μόνο που μπορούσε να προσφέρει ήταν ένα πιάτο φαΐ και αυτό με δυσκολία. Μέναμε σε ένα δωμάτιο μαζί με τον αδερφό μου, με όλα τα έπιπλα από το σπίτι της μακαρίτισσας της μάνας μου στοιβαγμένα - ήταν ένα περιβάλλον όχι ευχάριστο, δεν το ένιωθα σπίτι μου. Τι πιο απλό από το να είμαι συνέχεια φευγάτη, με κάθε ευκαιρία να ξενυχτάω για να μην πατάω σπίτι. Και άρχισα να ελκύομαι από παρέες παραβατικές που σχετίζονταν με ναρκωτικές ουσίες. Πήγαινα σχολείο χαπακωμένη ή με χόρτο. Και όταν τέλειωσα το Λύκειο ξεκίνησα την ηρωίνη, ενέσιμη κατευθείαν.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Το ’82- ’83, είχε «σκάσει» πολλή πρέζα, κυκλοφορούσε παντού. Τότε ήταν χίλιες δραχμές η δόση, αγόρασα λοιπόν και βρήκα έναν που ήξερα ότι «βαράει» - του έταξα μια «κεραστική» για να με «βαρέσει» και μένα. Ήταν μικρή η ποσότητα που αγόρασα και ήθελα να κάνω ένεση κατευθείαν, να το νιώσω στο φουλ. Έκανα το πρώτο μου «βάρεμα» σε έναν δρόμο της παλιάς Κοκκινιάς, κάτω από μια κολώνα της ΔΕΗ, με ένα λεμόνι που ζήτησα από ένα σουβλατζίδικο και με τον πάτο μιας Coca Cola που χρησιμοποιήσαμε για τάσι. Ταίριαξε τόσο πολύ το φτιάξιμο της πρέζας με την ψυχοσύνθεσή μου -ή με αυτό που είχα ανάγκη εκείνη την περίοδο- ώστε ένιωσα ότι είχα τα πάντα. Με κράτησε αρκετές ώρες- και δεν είχα bad trip, να ξερνάω και να πέφτω κάτω, είχα μόνο το φτιάξιμο.  

Τους πρώτους μήνες έκανα μια στο τόσο, γιατί δεν υπήρχαν και χρήματα για να ψωνίζω. Έκανα κάποια μεροκάματα σε καφετέριες, λαντζέρισα σε καντίνες από ‘δω κι από ‘κει. Όταν δεν δούλευα, ήμουν αραχτή σε πλατείες, ξενυχτούσα με τα αλάνια.  Είχα κάνει έναν τέτοιο «κύκλο» πια και θεωρούσα πως εδώ ανήκω και επιτέλους είμαι σε μια ομάδα ανθρώπων που δε με κριτικάρει.

sisa_1.jpg

VICE: Βρήκες την αγέλη σου.
Φωτεινή Λεομπίλλα
: Ναι, αισθάνθηκα αποδεκτή. Άρχισα να αδυνατίζω, ένιωσα πιο ωραία γκόμενα, το έβλεπα αυτό στον τρόπο που με φλέρταραν και μου την πέφτανε. «Ουάου» λέω, εδώ είμαστε, «συνέχισε ακάθεκτη». Το είχα για μαγκιά, μου άρεσε να πουλάω μούρη. Φάση «έλα τώρα με τα χόρτα κι αυτά που ασχολείστε, εδώ είμαστε πολύ προχώ».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τζάνις Τζόπλιν φάση.
Ήταν το ίνδαλμά μου. Και το λουκ που είχα υιοθετήσει τότε ήταν από αυτήν κλεμμένο - στρογγυλά γυαλιά μυωπίας, χαϊμαλιά, παραμάνες. Ό,τι μαλακία ενοχλούσε την καθεστηκυία τάξη τότε, θα την έκανα.

Αλλά η χρήση ηρωίνης θέλει χρήμα, το οποίο εγώ δεν διέθετα. Και από ένα σημείο και έπειτα έχεις τα στερητικά. Πολύ γρήγορα αρχίζει και γίνεται αλλιώς το πράγμα. Από την πρώτη φορά μέχρι που συνειδητοποίησα ότι είμαι εξαρτημένη, δεν πέρασε πάνω από ένας χρόνος.

Είχαν «σκάσει» τότε στον Πειραιά, στο λιμάνι, πολλοί Τανζανοί που έρχονταν για ναυτεργάτες. Κάποιοι από αυτούς μαζί με κάποιους Γκαμπιανούς και άλλους, είχαν επιδοθεί στο νταραβέρι. Έμεναν σε χόστελ στα οποία οι Ελληνίδες δεν επιτρεπόταν να μπουν. Εγώ όμως είχα ιταλικό διαβατήριο κι έτσι άρχισα να κάνω κονέ μαζί τους.

Αγόραζες από αυτούς;
Και πουλούσα. Ήταν «φάμπρικα» τότε. Είχε ανοίξει το πορθμείο Συρία-Βόλος και οι Τανζανοί έκαναν το εξής: έφευγαν για Πακιστάν, αγόραζαν φθηνή πρέζα, τη συσκεύαζαν σε αβγά και αυτά τα «λουκάρανε», τα βάζανε «πίσω τους». Γυρνούσανε στη Συρία οδικώς και μετά με το πλοίο έφερναν στην Ελλάδα τρία-τέσσερα αβγά ο καθένας, περίπου 70 γραμμάρια το κάθε αβγό. Αυτή η πακιστανική πρέζα είχε τότε πλημμυρίσει τον Πειραιά. Εγώ έγινα η «μπροστινή» τους - προμηθευόμουν σταφ από αυτούς και το μεταπουλούσα.

Αγόραζα 4.000-5.000 (δραχμές) το γραμμάριο και έξω -στην Ομόνοια ας πούμε ή στη γειτονιά μου στη Νίκαια, όπου κατέληγε stuff τρίτο, τέταρτο «χέρι»- εκεί «έφευγε» για 10-12 χιλιάδες. Έπαιρνα ένα πεντόγραμμο, κράταγα το μισό για μένα και με το υπόλοιπο έβγαζα το χρέος μου στους Τανζανούς και μου έμενε και ένα χαρτζιλίκι για να πάρω τσιγάρα. Δεν ήθελα και τίποτα άλλο. Ένα πρεζάκι τι θέλει; Τη δόση του, ένα πακέτο τσιγάρα, άντε έναν καφέ και αν το θυμηθεί να φάει και καμιά τυρόπιτα. Και είσαι ευτυχισμένος.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Το ’84 ήρθε και η πρώτη μου σύλληψη για τέτοια θέματα και λόγω της ιταλικής υπηκοότητάς μου σκέφτονταν να με απελάσουν. Τελικά μετά από καμιά δεκαριά μέρες στα κρατητήρια της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, με άφησαν ελεύθερη. Κι εγώ συνεχίζω το ίδιο «μπουζούκι».

Πού σε έπιασαν; Στον δρόμο να ντιλάρεις;
Όχι, σε σπίτι που έμενα με έναν Τανζανό. Κάναμε νταραβέρια, «σπρώχναμε» και μας κάρφωσαν. Παρακολουθούσαν το σπίτι, έπιασαν έναν που βγήκε με σταφ και έκαναν επιχείρηση, μπήκανε μέσα. Αλλά ήμασταν τυχεροί και η Ασφάλεια άτυχη, γιατί η περίοδος των «παχιών αγελάδων» είχε τερματίσει για εμάς. Αυτός που βρήκανε «φορτωμένο» να βγαίνει από το σπίτι, είχε έρθει να μας φτιάξει, όχι να τον φτιάξουμε. Μέχρι πριν έναν μήνα υπήρχε αρκετό σταφ στο σπίτι, αλλά τότε δεν. Έψαχναν να βρουν κιλά, αλλά δεν βρήκαν παρά μια μικρή ποσότητα που είχαμε αγοράσει από έναν Αμερικανό στρατιωτικό. Κατηγορηθήκαμε για ιδία χρήση, δεν μπόρεσαν να στοιχειοθετήσουν κάτι άλλο.

 «Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έκανα χρήση, προσπαθούσα μόνο να είναι κάπως ελεγχόμενη»

Στην Πλατεία Ιπποδαμείας στον Πειραιά, υπήρχαν δυο-τρία καφενεία όπου «έπαιζε» πρέζα. Το ’88- ’89 εκεί γνώρισα τον Λ. - είχε έρθει με φίλους του από επαρχία για να ψωνίσουν. Ήμουν με κοντό μαλλί, στραβοκαθισμένη, όλο μαγκιά και ο Λ. με πέρασε για αγόρι. Και μου λέει «ρε φίλε, ξέρεις πού μπορούμε να γίνουμε;». «Δεν βλέπεις εδώ;» - και του δείχνω το στήθος μου. Και μου ζήτησε συγγνώμη (σ.σ. γελάει).

Ξεκίνησα μαζί τους -μες στην «κλούβα» που είχαν φέρει από το χωριό- και ψάχναμε πρέζα σε όλη την Αθήνα. Γυρίσαμε σαν καταραμένοι όλες τις πιάτσες, αλλά ήταν από αυτές τις μέρες που δεν υπάρχει τίποτα. Δεν τους είχα πάρει φράγκα, δεν έκανα τέτοια, να παίρνω λεφτά και να εξαφανίζομαι, είχα κάποιες αρχές (σ.σ. γελάει) που η πρέζα δεν εξαφάνισε. Όταν «γίναμε» σε ένα καφενείο, πήγα μαζί τους να πιώ - ούτε φόβος αν θα με βιάσουν ή θα με πετάξουν σε κανά γκρεμό, τίποτα. Δεν υπήρχε η έγνοια να προφυλαχτώ από τρεις άγνωστους, πιωμένους κιόλας άνδρες που δεν είχα ξαναδεί.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Πήγαμε σε ένα πάρκινγκ στη εθνική, χωρίσαμε το σταφ, ήπιαμε. Και μου λέει ο Λ., «θες να ‘ρθεις μαζί μου; Θα μείνουμε σπίτι μου». «Δε γαμιέται», λέω, «θα πάω». Κάπως έτσι ξεκίνησε η σχέση μας. Τον Ιούνιο του ‘88.

Μετά από λίγους μήνες είχα καθυστέρηση. Στην αρχή νόμιζα ότι οφείλεται στη χρήση, τελικά ήμουν έγκυος στον γιο μου. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έκανα χρήση, προσπαθούσα μόνο να είναι κάπως ελεγχόμενη και μειωμένη. Το παιδί, ευτυχώς, γεννήθηκε υγιές - με κάποια ήπια στερητικά που αντιμετωπίστηκαν αμέσως.

Η γέννηση του γιου μου συνοδεύτηκε από ένα πολύ βαρύ overdose του άνδρα μου, που εξαφανίστηκε - βρέθηκε πεσμένος στο σπίτι της γιαγιάς μου, με τη σύριγγα στο χέρι. Με είχε αφήσει στο νοσοκομείο να γεννήσω κι αυτός πήγε να ψωνίσει: δεν ήξερα αν τον είχαν συλλάβει, αν πέθανε. Κι εγώ ήμουν λεχώνα στο κρεβάτι, είχα το παιδί νεογέννητο και τη χαρμάνα μου. Δηλαδή, γάμησέ τα.

Ο Λ. εμφανίστηκε το απόγευμα, λιώμα. «Γύριζε» το νοσοκομείο να βρει κάτι να κλέψει. Μετά μου έκανε καντάδα από το αγροτικό, την «κλούβα» που είχε παρκάρει από κάτω. Σκηνές απείρου κάλλους.

Ήταν ένα πολύ καλό πλάσμα, αλλά αν δεν υπήρχε η χρήση δεν θα είχαμε ταιριάξει. Εγώ ήμουν πολύ επικοινωνιακή, αυτός ζήλευε.

Ήταν βίαιος;
Έγινε και αυτό. Αλλά κι εγώ αυτήν τη βία του την επέστρεφα, έγιναν πολλά μεταξύ μας. Τελικά έφυγα από το σπίτι το 1997, όταν μου έβαλε ένα αεροβόλο στο κεφάλι, θεωρώντας ότι τον έχω απατήσει.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Υπήρξε μια περίοδος που κάναμε off και οι δύο - τότε έμεινα έγκυος στην κόρη μου. Εκείνα τα δυόμιση χρόνια ήταν ευτυχισμένα - μαζέψαμε χρήματα, κτίσαμε σπίτι. Δουλεύαμε στα χωράφια και πουλάγαμε στις λαϊκές, τα χρήματα τότε ήταν πολύ καλά.

Αγάπη υπήρχε; Μπορεί να υπάρχει αγάπη μέσα στη χρήση;
Δεν ξέρω. Όταν δεν έχεις αγαπήσει τον ίδιο σου τον εαυτό, δεν ξέρω πόσο μπορείς να αγαπήσεις κάποιον άλλο ρε φίλε. Υπήρχαν σίγουρα ωραίες στιγμές, αλλά υπήρχαν και πολύ άσχημες, σκληρές στιγμές. Υπήρχαν φορές που ένιωθα ερωτευμένη με αυτόν τον άνθρωπο, ειδικά τα χρόνια που κάναμε off, που υποφέραμε μαζί από την στέρηση και στήριζε ο ένας τον άλλο με κάποιον τρόπο. Άλλες φορές τσακωνόμασταν άγρια γιατί δεν είχαμε εμπιστοσύνη μεταξύ μας - υποπτευόμασταν ότι κάποιος ήπιε μόνος του και δεν μοιράστηκε τη δόση.

Υπήρχαν όλα λοιπόν στη σχέση μας και αυτό ίσως ισχύει για κάθε σχέση. Αλλά τελικά νιώθω ότι μεταξύ δύο χρηστών δεν μπορεί να υπάρξει αγάπη με την πλήρη της έννοια.

Εννοείς, ανιδιοτελής;
Εννοώ αυτό το βαθύ νοιάξιμο, εννοώ μια σχέση ισορροπημένη και ισότιμη. Δεν μπορεί να υπάρξει αυτό. Εμείς όταν ξανακυλήσαμε στη χρήση, ενάμιση χρόνο μετά τη γέννηση της κόρης μου, μπήκαμε σε μια εξαθλίωση - από το ’94 μέχρι το ’97 ήρθαν «τα πάνω-κάτω», η εξάρτηση ήρθε πολύ γρήγορα. Στη βδομάδα πάνω κατεβήκαμε Αθήνα για να ψωνίσουμε δυο-τρεις γραμμές (γραμμάρια) και μετά όλο σκεφτόμασταν μια καλή δικαιολογία για να ερχόμαστε Αθήνα και να ψωνίζουμε φτηνότερα. Μεγάλη ταλαιπωρία και για την κόρη μου που την παίρναμε μαζί. Αναγκαστικά από τη μια, γιατί είχε μεγάλη αδυναμία σε μένα και στον μπαμπά της και δεν καθόταν με τη γιαγιά, αλλά τη χρησιμοποιούσαμε και σαν άλλοθι.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

VICE Video: Στην Πιάτσα Όπου Διακινείται η πιο Επικίνδυνη Ηρωίνη στην Αθήνα


Ξεκάρφωμα…
Ναι, για αυτό καμιά φορά «κουνάω το δάχτυλο» σε εξαρτημένους, για αυτό τους λέω «τι κάνετε με το παιδάκι μαζί;». Γιατί το έχω κάνει κι εγώ και με πονάει πολύ το μέγεθος της μαλακίας αυτής - αν δεν ήμουν στη χρήση, δεν θα διανοούμουν καν τέτοια σκηνικά. Κανονικά το παιδί έπρεπε να μας το έχει πάρει εισαγγελέας.

Να τα γράψω όλα αυτά;
Δεν με πειράζει. Καλώς-κακώς, αυτή είναι η πραγματικότητα. Ήταν τέτοια η χρήση και η εξάρτηση στη ζωή μας, που η συμπεριφορά μας διαρκώς εξέθετε το παιδί σε κινδύνους.

Το ένιωθες τότε αυτό;
Όχι, το είχα εντελώς δικαιολογημένο μέσα μου, με κάποιον τρόπο το είχα εκλογικεύσει. «Και τι έγινε, βόλτα πάμε». Θα πάρουμε και τη μικρή, θα της πάρουμε και παγωτό. Αυτή γέλαγε, δεν καταλάβαινε, δύο-τριών χρονών ήταν.

Αλλά έχει βρεθεί σε νταραβέρια όπου μπορούσε να στραβώσει οτιδήποτε, έχει βρεθεί στον ίδιο χώρο με ουσίες που εμείς παρατάγαμε όπως ήμασταν λιώμα. Θα μπορούσε να έχει καταπιεί κάτι όσο εμείς βαράγαμε ντάγκλες.

Μας έβλεπε να ετοιμάζουμε τα σύνεργα και εμείς δεν την προστατεύαμε από αυτή την εικόνα. Ρωτούσε «τι είναι αυτό;» και της απαντούσαμε «το φάρμακο του μπαμπά και της μαμάς». Για το «μιμί» μας, την αρρώστια μας, έτσι της λέγαμε.

Έχεις συζητήσει αυτή την περίοδο με τα παιδιά σου;
Έχουμε συζητήσει αρκετά για τη χρήση. Και τα έχουμε λύσει αυτά - και με τον γιο και με την κόρη μου. Κάναμε εκ βαθέων κουβέντα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Γιατί ξανακυλήσατε τότε;
Γιατί φαίνεται ότι ο εξαρτημένος θέλει να κάνει χρήση όχι μόνο όταν είναι δυστυχής, αλλά όταν δεν μπορεί να διαχειριστεί και την ευτυχία του. Δεν το έχει μάθει.

Ήσασταν ευτυχισμένοι τότε;
Ναι, τότε είχαμε τα πάντα: δύο υγιέστατα παιδιά, είχαμε αρχίσει να είμαστε ξανά κοινωνικά αποδεκτοί, είχαμε τα χρήματά μας, μπορούσαμε να πάμε διακοπές. Είχαμε τα πάντα. Δεν μπλέξαμε ξανά επειδή έκατσε κάποια στραβή και μας πήρε από κάτω. Όλα πήγαιναν ρολόι.

Βρεθήκαμε στην Αθήνα για να σβήσω κάτι τατουάζ που είχα και μου λέει ο Λ. «Εδώ που βρεθήκαμε δεν κάνουμε καμιά ψιλή»; Και ψωνίζουμε ένα «πεντάρι». Αυτό το «πεντάρι» το πληρώσαμε πάρα πολύ ακριβά. Ο Λ. με τη ζωή του κι εγώ με χαμένα χρόνια, με φυλακή και ιστορίες. Τότε ξεκίνησε η κατρακύλα μας, 1994 ήταν.

Μετά από τέσσερα ακόμα χρόνια χρήσης, ο σύζυγός σου πέθανε;
Από overdose, το 1998. Μετά από τέσσερα χρόνια άσχημης χρήσης - αυτός έπινε ό,τι πινόταν. Εγώ έφευγα με οτοστόπ, με τις «ευλογίες» του Λ., ερχόμουν Αθήνα και ξεκίναγα τη «ζήτα» από μαγαζί σε μαγαζί. Τύπου ότι είμαι από επαρχία και ψάχνω λεφτά για εισιτήριο να γυρίσω στο χωριό. Ακόμη βάσταγα, δεν φαινόταν η χρήση πάνω μου. Έκανα μια γυροβολιά, μάζευα τα φράγκα για να πιώ και μετά έβγαινα δεύτερη γύρα: να μαζέψω πάλι φράγκα για να πάω και «πιόμα» στον Λ.

Καβατζώναμε πρέζα για πάρτη του ο καθένας τότε, «δουλεύομασταν». Μετά από ένα μεγάλο τσακωμό που πλάκωσε και αστυνομία στο σπίτι, εγώ ήθελα να φύγω, να έρθω Αθήνα και να πεθάνω από χρήση. Ήξερα ότι η χρήση οδηγεί στον θάνατο. Αλλά δεν με ένοιαζε κιόλας. Και από το να ζω αυτή την αρρώστια, είπα «ας πάω Αθήνα, να βρίσκω να πίνω, να κάνω νταραβέρια» και όσο ζήσω, όσο μου είναι γραφτό. Πήγε ο Λ. να μου κάνει τσαμπουκά, του έβαλα φρένο. Κι έφυγα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κοιμόμουν στον υπόγειο της Ομόνοιας ή σε μια στοά που «κράταγε» αστέγους. Αν έβρισκα κανέναν φίλο, πέρναγα το βράδυ στο σπίτι του ή αν από τα νταραβέρια μου έμενε κάνα φράγκο έπιανα ένα δωμάτιο στα ξενοδοχεία γύρω από την πλατεία. Από το καλοκαίρι του ’97 μέχρι τον χειμώνα του ’98, έτσι έζησα.

Είχα τότε μια σχέση με έναν άλλο τοξικομανή και σπρώχναμε μαζί την πρέζα ενός Τούρκου, του Χασάν. Κάποια στιγμή μας εμπιστεύτηκε αυτός 50 γραμμάρια να του τα φυλάμε. Με έβαλε στην «πρίζα» ο Γιάννης, τα ξεθάψαμε από μια αλάνα που τα είχαμε και φύγαμε για τον Βόλο. Μετά από λίγες μέρες μας συνέλαβαν εκεί - εμένα στον δρόμο ενώ προμήθευα κάποιον και τον Γιάννη στο ξενοδοχείο.

Χωρίς δικηγόρο, σε άθλια κατάσταση από χρήση, κρίθηκα προφυλακιστέα. Βρήκαν συσκευασίες - και κινητό τηλέφωνο που χτύπαγε, το σήκωνε ο μπάτσος και του έλεγαν «φτιάξε με, θέλω δυο γραμμές». Πήγαμε για εμπορία και οι δύο. Τα πήρε πάνω του ο άλλος, αλλά προφυλακιστήκαμε και οι δυο, «καθ’ έξιν» και «κατ’ εξακολούθηση» και τα λοιπά.  

Κορυδαλλό;
Κορυδαλλό. Μεταγωγή, με στερητικά εγώ, στο ίδιο κουβούκλιο με μια ισοβίτισσα. Ήταν αρκετά χρόνια μέσα για φόνο. Παλιά υπόθεση. Ψυχιατρικό περιστατικό, μπορούσε να γίνει επικίνδυνη, συνήθως για τον εαυτό της. Είχε πολλούς αυτοτραυματισμούς.

Φοβήθηκες;
Όχι ακριβώς. Ήταν όμως πολύ χαρακτηριστική φιγούρα, γεμάτη χαρακιές. Γνωριστήκαμε τότε και συνεχίσαμε να μιλάμε τους επόμενους μήνες - όταν έμαθα ότι πέθανε ο άνδρας μου, στην ποδιά αυτής της γυναίκας έκλαιγα μες στη φυλακή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Πώς βίωσες τη φυλάκισή σου;
Σοκ. Δεν πίστευα ότι το ζω, ένιωθα να παίζω σε ταινία. Βρήκα διέξοδο στο γράψιμο και στο διάβασμα.

Στερητικά δεν είχες;
Μετά από δυο τρεις μέρες άρχισα να είμαι καλύτερα. Τότε έκανα πάνω από τρεις γραμμάρια χρήση την ημέρα - και από δυνατές πρέζες, όχι «χώματα». Κατάφερα να «περάσω» και μια μικρή ποσότητα, την κατάπια και την έκανα χρήση μες στο κρατητήριο.

IMG_1700_1.jpg

 «Στη φυλακή κατάλαβα πως η χρήση μού έχει γαμήσει τη ζωή»

Στη φυλακή αγόραζα ένα πακέτο ζάχαρη, ένα μεσαίο καφέ και μια κούτα τσιγάρα - αυτά ήταν τα ψώνια της εβδομάδας. Επισκεπτήρια είχα ελάχιστα, ο άντρας μου είχε έρθει σε ένα-δυο, αλλά ήταν λιώμα και του είπα να μην ξανάρθει, γιατί προσπαθούσα τότε με το ΚΕΘΕΑ. Και του το είπα ευθέως, να μην με υπολογίζει ότι θα τα ξαναβρούμε. Αυτές ήταν οι τελευταίες κουβέντες που ανταλλάξαμε.

Δύο τρεις βδομάδες μετά πέθανε - είχα τύψεις για πολύ καιρό, μήπως η κουβέντα αυτή λειτούργησε επιβαρυντικά για εκείνον. Φορτώθηκα πολλές ενοχές. Λάθος. Ο Λ. με τον τρόπο που έπινε και την ζωή που έκανε θα μπορούσε να έχει πεθάνει δέκα φορές πριν - ή δέκα φορές αργότερα.

Προσπάθησα να προσαρμοστώ στη ζωή της φυλακής, ξεκίνησα να πηγαίνω σε ομάδες απεξάρτησης, σε όλα τα προγράμματα. Πήγαινα στους «Ανώνυμους», στο ΚΕΘΕΑ και στο «18». Την ηρωίνη ουσιαστικά την έκοψα στη φυλακή. Αλλά ήταν αυτός κι ένας τρόπος να φεύγω από την «ακτίνα» που ήμουν και να πηγαίνω σε άλλους χώρους της φυλακής, να είμαι έξω από το κελί, να μιλάω με άλλους ανθρώπους.  

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Για κάποιον λόγο έπεισα τον εαυτό μου ότι αυτό που μου συμβαίνει, πρέπει να το κάνω κάτι καλό. Δεν ξέρω που βρήκα την δύναμη, τι είδους κλικ έγινε στο κεφάλι μου και οδηγήθηκα σε μια τέτοια απόφαση, σε τέτοια μεταστροφή. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κατάλαβα τότε πως η χρήση μου έχει γαμήσει τη ζωή. Και πως έπρεπε να κάνω κάτι.

Είχα αλληλογραφία και με έναν κρατούμενο από τις ανδρικές φυλακές απέναντι - όχι ακριβώς ερωτική, πάντως ήτανε καλός τεχνίτης του λόγου. Δεν χρησιμοποιούσαμε ταχυδρομείο, στέλναμε τα γράμματα χέρι με χέρι μέσω των σωφρονιστικών υπαλλήλων - ξενυχτάγαμε για να παραδώσουμε το γράμμα μας στον σωφρονιστικό στις 7 κάθε πρωί.

Κάναμε κι ένα ψεύτικο χαρτί ότι είμαστε αρραβωνιασμένοι για να δικαιούμαστε ένα τηλέφωνο μια στο τόσο. Ή μιλάγαμε μέσω του Rock FM - το κοινό μας τραγούδι, το «γεια σου» του ενός στον άλλο, ήταν το London Calling από Clash. Μας βοηθούσαν και οι εκφωνητές, έλεγαν κάτι για τη Δ΄ Πτέρυγα και γινόταν ένα τέτοιο παιχνίδι που μέσα σε όλη τη μαυρίλα της φυλακής σου έδινε την ωραία αίσθηση ότι έβρισκες έναν τρόπο να σπας την απομόνωση που σου είχε επιβληθεί.  Ότι δεν έχουν οι άλλοι τον πλήρη έλεγχο επάνω σου.

Έμεινα 11 μήνες προφυλακισμένη. Έγινε το δικαστήριο και άκουσα ποινή: 18 μήνες με τριετή αναστολή. Έκανα έφεση και αφέθηκα ελεύθερη.

Την επόμενη της αποφυλάκισής μου, ψώνισα πρέζα. Φοβόμουν να «βαρέσω», όμως. Την άλλη μέρα ζήτησα από το ΚΕΘΕΑ να μπω σε κοινότητα - και διάλεξα την «Έξοδο» στη Λάρισα γιατί είχα μάθει ότι είναι η πιο δύσκολη κοινότητα. Με έτρωγε ο διάολος, αλλά κρατήθηκα και δεν ψώνισα το βράδυ. Το πρωί έφυγα για Λάρισα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ήταν δύσκολο πρόγραμμα, στεγνό - αυτά τα προγράμματα έχουν πολλά θετικά, αλλά δεν είναι για όλους. Εκείνα τα χρόνια ήταν πολύ αυστηρά τα πλαίσια, αυστηρή ιεραρχία, αυστηροί κανόνες και όρια.

Πειθαρχία;
Ανάλογα με τον χρόνο παραμονής στην κοινότητα, το κάθε μέλος έπαιρνε κι έναν βαθμό. Δοκιμαστικό μέλος, απλό μέλος, υπεύθυνος, συντονιστής, βοηθός κλπ. Οτιδήποτε χρειαζόσουν, ο μόνος που μπορούσες να απευθυνθείς ήταν ο από πάνω σου.

Έπαιζε και καψονάρισμα;
Ναι. Πολλοί θεραπευτές συνέχιζαν να εφαρμόζουν όσα οι ίδιοι είχαν υποστεί ως θεραπευόμενοι. Ήτανε ένα έθιμο, μια πρακτική - ίσως σε επίπεδο συμπεριφορισμού σε κάποιους να λειτουργούσε, να τους συνέτιζε. Αλλά τελικά πολλοί άνθρωποι εξαιτίας αυτού διέκοπταν από τις κοινότητες. Κάποιοι τα κατάφεραν κάπου αλλού, κάποιοι άλλοι, όμως, όχι. Και πέθαναν.

Εξακολουθούν στις κοινότητες αυτά τα «έθιμα»;
Στις περισσότερες κοινότητες νομίζω πως όχι. Κάποια κατάλοιπα ίσως να επιβιώνουν, γιατί το θεραπευτικό μοντέλο είναι κοινοτικό, πρέπει όντως να ακολουθήσεις ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα και να κάνεις κάποιες δουλειές. Αλλά σε καμία περίπτωση ο τρόπος δεν είναι ίδιος με 20 χρόνια πριν.

Πόσο έμεινες;
Έντεκα μήνες.

Και όταν έφυγες;
Μπήκα στη μεθαδόνη, στον ΟΚΑΝΑ. Ήξερα ότι δεν θα τα καταφέρω μόνη μου. Ξεκίνησα με χαμηλές δοσολογίες - ήμουν τόσους μήνες καθαρή και κανονικά δεν θα έπρεπε να πάρω καν, αλλά ήθελα να έχω την «ομπρέλα» ενός προγράμματος. Δεν έκανα παράλληλη χρήση και έπεσα στα χέρια μιας καταπληκτικής θεραπεύτριας που μου έδωσε το μπουστάρισμα που χρειαζόμουν.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Στις 20 Ιανουαρίου του 2001 «μηδένισα» και στη μεθαδόνη - κατέβαζα συνέχεια τις ποσότητες και 14 μήνες αφότου ξεκίνησα, τις μηδένισα. Ήμουν 37 χρονών.

Με την υποστήριξη του ΟΚΑΝΑ μπήκα σε μια σχολή Μηχανογραφημένης Λογιστικής, αποφοίτησα και ξεκίνησα να εργάζομαι στην ίδια σχολή. Έμεινα εκεί ως γραμματέας μέχρι το 2008 - η ιδιοκτήτρια με στήριξε όσο τίποτα, είναι ακόμα καλή μου φίλη. Μαζί της μπήκα σε έναν άλλο κόσμο. Σαν να μην είχε περάσει η χρήση από πάνω μου. Με ένα μπόνους αγόρασα την μηχανή μου (γελάει). Πήρα πτυχίο στα Αγγλικά και στα Ιταλικά και έδωσα Πανελλήνιες.

Λίγο πριν βγουν τα αποτελέσματα, εξαιτίας ενός παλιού εντάλματος βρέθηκα στον Κορυδαλλό, απομόνωση. Ζήτησα από μια σωφρονιστική υπάλληλο να μου πει τις βάσεις - είχα πιάσει περίπου 15.000 μόρια. Με έβαλε στο γραφείο της, είδα τις βάσεις στην τηλεόραση: μπήκα 12η στην Κοινωνιολογία της Παντείου. Είχε και καύσωνα τότε - κέρασα παγωτό όλες τις συγκρατούμενές μου (γελάει).

Πόσο έμεινες μέσα;
33 μέρες. Έκανα αίτηση ανάκλησης του εντάλματος και μου επιδικάστηκε και μια συμβολική αποζημίωση, γιατί αθωώθηκα στο δικαστήριο που έγινε.

sisa_satwbriandou.jpg

 «Στα 37 μου δεν άφησα το παρελθόν μου να με τσακίσει»

Είδα τις αντοχές μου εκείνες τις μέρες, πόση απόσταση είχα διανύσει από την πρώτη μου φυλάκιση - ήταν ένα καλό τσεκάρισμα ότι είμαι στο σωστό δρόμο. Το ίδιο βράδυ που βγήκα, βρήκα τα φιλαράκια μου στον Λυκαβηττό και το γιορτάσαμε - είχε συναυλία ο Nick Cave. Και έναστρο ουρανό.

Δούλεψα πολύ στην Πάντειο. Δεν ήξερα τι σημαίνουν διακοπές. Το δεύτερο έτος πήρα υποτροφία από το ΙΚΥ και τελείωσα τη Σχολή με την υψηλότερη βαθμολογία, είπα τον όρκο στην τελετή αποφοίτησης. “Στα καπάκια” ξεκίνησα το μεταπτυχιακό μου στον κοινωνικό αποκλεισμό.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ήταν αυτό ένα τρομερό μπουστάρισμα, κατάλαβα ότι τελικά μπορώ: και σπουδές και δουλειά και “καθαρή” και φίλους και γκόμενους. Και τα παιδιά μου πλέον - μετά την είσοδο μου στο Πανεπιστήμιο άρχισα να τα βλέπω ξανά. Πατούσα στα πόδια μου, ήμουν ένας θετικός άνθρωπος. Στα 37 μου δεν άφησα το παρελθόν μου να με τσακίσει».

Πότε ξαναμπήκες στο χώρο των ναρκωτικών; Ως θεραπεύτρια πια.
Ήμουν πια 13 χρόνια «καθαρή». Το 2012 ξεκίνησα να εργάζομαι στο πρόγραμμα «Αριστοτέλης» της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ που προσπάθησε να φρενάρει την επιδημία HIV στους ενδοφλέβιους χρήστες. Κύριος σκοπός ήταν να λάβουν αντιρετροϊκή αγωγή. Όντως, άνθρωποι που ήταν στο δρόμο, μπήκαν σε μια θεραπευτική διαδικασία. Σώσαμε ανθρώπους και είμαι πολύ περήφανη για αυτή την προσπάθεια.

Μετά εργάστηκα στο street work του ΚΕΘΕΑ: Πλατεία Κουμουνδούρου, Βάθης και στους γύρω δρόμους -βγαίναμε με το βαν ή ποδαράτα, μοιράζαμε σύνεργα χρήσης, μιλούσαμε με τους ίδιους, τους ενημερώναμε και καλύπταμε καθημερινές τους ανάγκες στα Κέντρα Ημέρας- έκαναν ένα μπάνιο, έπλεναν τα ρούχα τους, φροντίζαμε τις πληγές τους και κοινωνικοποιούνταν σε έναν ασφαλή χώρο.

Αυτή η προσέγγιση ονομάζεται «μείωση βλάβης». Και μου αρέσει γιατί δεν θέλω να αναλώνομαι σε συζητήσεις - θέλω να είμαι χρήσιμη και αποτελεσματική. Δεν υποτιμώ το κομμάτι της πρόληψης, της θεραπείας ή της επανένταξης. Αλλά, κατ’ εμέ πρέπει να ξεκινήσεις από τη μείωση βλάβης. Τελικά κάποιοι από τους χρήστες κινητοποιούνταν και έμπαιναν στα στεγνά προγράμματα του ΚΕΘΕΑ. Δεν εκβιάζαμε όμως το αίτημά τους για θεραπεία. Κυρίαρχος στόχος δεν ήταν να μπούνε σε κοινότητα, ήμασταν επικεντρωμένοι στις ανάγκες τους εδώ και τώρα».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τα προγράμματα δεν ταιριάζουν όλα σε όλους - δεν είναι όλοι για στεγνό πρόγραμμα. Σε κάποιους ταιριάζει καλύτερα η υποκατάσταση σε πρώτο στάδιο. Η Ελλάδα διαθέτει πλέον έναν πλουραλισμό δωρεάν πρόσβασης σε διάφορα προγράμματα από επίσημα κρατικά όπως ο ΟΚΑΝΑ και το ΚΕΘΕΑ μέχρι άλλες προσπάθειες, όπως οι Ανώνυμοι.

Τα επόμενα χρόνια εργάστηκα στο ΚΥΑΔΑ και στα πολυδύναμα δημοτικά ιατρεία του Δήμου. Εκεί «ανοίχτηκα» σε ευάλωτο πληθυσμό που δεν ήταν αποκλειστικά χρήστες. Δούλεψα ως case handler - υποδεχόμουν έναν άνθρωπο και προσπαθούσα να τον διασυνδέσω με υπηρεσίες και ΜΚΟ που θα τον συνδράμουν. Να βγάλει κάρτα κοινωνικού παντοπωλείου, να βρει δουλειά ή ψυχολογική υποστήριξη. Τον Απρίλιο του 2020 ξεκίνησε να λειτουργεί ο ξενώνας άστεγων χρηστών «Ιονίς» στον οποίο είμαι επιστημονική υπεύθυνη».

Πόσο άλλαξαν οι πιάτσες από το ’80 που τις ζεις;
Οι πιάτσες και τότε λίγο-πολύ ήταν στο κέντρο της Αθήνας. Μπορεί να είχε και η Νίκαια δυο-τρία spots για να «ψωνίσεις», αλλά όταν οι συνοικιακές πιάτσες ήταν «νεκρές», η λύση ήταν το κέντρο. Τότε οι πιο γνωστές πιάτσες ήταν η πλατεία των Εξαρχείων, η Ζήνωνος και η Ομόνοια - η πλατεία και κατά καιρούς οι γύρω δρόμοι. Τώρα, στο κέντρο κάθε γωνία είναι και πιάτσα. Από τρεις-τέσσερις πιάτσες, τώρα έχουμε 104.

Γιατί;
«Έσπασε» το Πεδίο, οι χρήστες κατέβηκαν στην Αντωνιάδου που «κράτησε» έναν πληθυσμό τους. Τα τελευταία δύο χρόνια «έσπασε» και η Αντωνιάδου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τώρα σε διάφορα στενά από την 3ης Σεπτεμβρίου και κάτω με κατεύθυνση προς Μεταξουργείο γίνεται ένα «κρυφτούλι» περίεργο - και οι αστυνομικοί ξέρουν ότι και να τους πιάσουνε, τζάμπα χαρτούρα θα κάνουνε. Κι αν πιάσουν έναν φτωχοδιάβολο με πέντε φιξάκια…  Θα πάει στον εισαγγελέα και θα τον αφήσει.

Πως το σίσα υπερκέρασε την ηρωίνη στους δρόμους;  
Είναι εύκολο να το βρεις, φτηνό και με πολύωρη επίδραση. Με το «τάι» κάθε δύο ώρες βαράνε, το σίσα μπορεί να σε κρατήσει άυπνο για δυο-τρία εικοσιτετράωρα - αυτό σε αποδιοργανώνει τελείως, η αϋπνία από μόνη της είναι βασανιστήριο. Είσαι τόσο στην τσίτα που τρελαίνεσαι. Για ανθρώπους που ζούνε στον δρόμο αυτή η αγρύπνια μπορεί να είναι χρήσιμη για να αντιμετωπίσουν την ανασφάλεια του ύπνου στον δρόμο.

sleeping man.jpg

Και τους «καίει».
Ναι, χειρότερα και από την πρέζα. Με το «σίσα» έχω δει να διαλύονται άνθρωποι μέσα σε ένα εξάμηνο. Μη αναγνωρίσιμοι και σωματικά και ψυχικά - το χάνουνε τελείως. Και δεν ξέρω πόσο μπορούν να επανέλθουν. Η ζημιά που κάνει στον εγκέφαλο και στην ψυχική σφαίρα φοβάμαι ότι δεν είναι πλήρως αναστρέψιμη.

Μπορούν να γίνουν επιθετικοί από το πουθενά - τελούν σε διαρκές ψυχωσικό επεισόδιο. Αυτή η κίνηση που έκανες τώρα, που άνοιξες την τσάντα σου, ο χρήστης σίσα μπορεί να «δει» ότι βγάζεις μαχαίρι. Και να σου επιτεθεί. Με τη νομική έννοια του όρου δεν έχουν πλήρη καταλογισμό.

Υπάρχουν θεραπευτικές δομές για το σίσα;
Εξειδικευμένες σε καμία περίπτωση.

Γίνονται δεκτοί σε κοινότητες;
Αν έχουν ένα ποσοστό διαύγειας, αποτραβηχτούν από την πιάτσα και δεν κάνουν παράλληλη χρήση. Μιλώντας με ψυχιάτρους ο θεραπευτικός τρόπος έναντι του σίσα είναι η χορήγηση αντιψυχωσικής αγωγής.

Είναι πιο βίαιες οι πιάτσες σήμερα;
Τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 τα περιστατικά βίας στις πιάτσες ήταν να σου πουλήσουν αντί για πρέζα λουκουμόσκονη. Δεν θυμάμαι τσαμπουκάδες με τραυματίες ή θανάτους. Δεν ξέρω αν ευθύνεται το σίσα ή ο ευτελισμός της ανθρώπινης ζωής που βλέπουμε όλο και περισσότερο στην κοινωνία μας, όχι μόνο στους χρήστες.  

Τα περιστατικά βίας είναι καθημερινά σχεδόν - τα μαθαίνω και από ωφελούμενους του ξενώνα. Απειλές, ξυλοδαρμοί, ανοιγμένα κεφάλια και «πεσίματα» για να τους κλέψουν. Προφανώς δεν είναι όλοι οι δράστες χρήστες σίσα. Αλλά η πιάτσα από τότε που εμφανίστηκε αυτό το ναρκωτικό, έχει αγριέψει - παλιά μπορεί να σε «ψείριζαν». Τώρα θα σε ξυλοφορτώσουν κιόλας.

Τελικά οι μεγάλες πόλεις νομοτελειακά θα έχουν έναν πληθυσμό χρηστών στο κέντρο τους;
Ως έναν βαθμό είναι αναπόφευκτο. Και για αυτό πρέπει να υπάρχουν υποστηρικτικές δομές επί τόπου - πάντα κάποιοι άνθρωποι σε ευάλωτη κατάσταση θα περιφέρονται στο κέντρο της πόλης. Γιατί το κέντρο προσφέρει ανωνυμία, το κέντρο έχει πολύ περαστικό κόσμο, «χάνεσαι» σε αυτό. Υπάρχουν άνθρωποι, για παράδειγμα από επαρχία, που όταν αποκόπτονται από την οικογένειά τους λόγω της χρήσης, από το να σταμπαριστούν στη μικρή κοινωνία τους, προτιμούν να έρθουν εδώ και να τη «βγάζουν» επαιτώντας.

Το «Ιονίς» είναι ο πρώτος ξενώνας άστεγων χρηστών στην Αθήνα. Επόμενο “breakthrough” στο πεδίο των ναρκωτικών στην πόλη;
Οι πέντε κινητές μονάδες εποπτευόμενης χρήσης (βανάκια δηλαδή) που το αργότερο τον Σεπτέμβριο του 2022 θα κυκλοφορούν στους δρόμους. Υπογράφτηκε πριν λίγες μέρες μνημόνιο συνεργασίας του Δήμου Αθηναίων με τον ΟΚΑΝΑ: Ο δήμος θα αναλάβει τη χρηματοδότηση του πρότζεκτ και ο ΟΚΑΝΑ τη στελέχωση με προσωπικό. Με τις κινητές μονάδες θα προσεγγίζουμε και θα ανακουφίζουμε τις ήδη υπάρχουσες πιάτσες.  

Πόσο πιο εύκολο είναι να σου «ανοιχτεί» ένας/ μία χρήστης που γνωρίζει την προσωπική ιστορία σου;
Τουλάχιστον στις πρώτες επαφές νιώθουν πιο οικεία, ότι έχουν να κάνουν με έναν άνθρωπο που έχει περάσει τα ίδια. Οπότε θα τους καταλάβει: τη χαρμάνα τους, το ζόρι τους, την υποτροπή τους. Μέχρι εκεί όμως, το πέρασμα από τη χρήση δεν σε καθιστά από μόνο του καλό θεραπευτή.

Οι άνθρωποι που είναι στη χρήση, σέβονται κάποιον/α που πέρασε όλο αυτό - βγήκε με τις πληγές του, αλλά πάτησε στα πόδια του. Και τώρα θέλει να ανακουφίσει όσους είναι στο ίδιο λούκι».

Παραμένει και για μένα ευεργετικό, σαν μια αμφίδρομη θεραπευτική σχέση.

«Δεν κρύβω ότι υπήρξα ενδοφλέβια χρήστρια ουσιών για 18 χρόνια», λέει η Φωτεινή Λεομπίλλα.

«Ελπίζω ότι με το παράδειγμά μου δείχνω σε άλλους ανθρώπους ότι μπορούν κι αυτοί να τα καταφέρουν: να επανενταχθούν, να έχουν φίλους, μια δουλειά και να μην είναι μια ζωή στην ταλαιπωρία και στην ξεφτίλα για τη δόση τους.

Στη δική μου ζωή, στις δύσκολες φάσεις της απεξάρτησης και της επανένταξης, υπήρξαν άνθρωποι που πίστεψαν σε μένα περισσότερο από όσο πίστευα εγώ στον εαυτό μου. Θέλω να το ανταποδώσω αυτό σε άλλους ανθρώπους - λέγοντάς τους την αλήθεια μου, τώρα να δώσω εγώ το χέρι μου σε αυτούς.

Περισσότερα από το VICE

Από την Άδικη Φυλάκισή του στον Αυλώνα Μέχρι τη Δικαίωση: Ο Αμπντό Δεν τα Παράτησε Ποτέ τα Τελευταία Έξι Χρόνια

Ρώτα την Μπάρα: H Σμαράγδα Πιστεύει ότι Φλερτάρουμε σαν να Πηγαίνουμε Σούπερ-Μάρκετ

Anti-New Year's Resolutions: Ρωτήσαμε τον Κόσμο τι Λάθος θα Συνεχίσει να Κάνει και το 2022

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.