Μιλήσαμε με Ανθρώπους από τη Γενιά των «Ψ», που δεν Ντράπηκαν να Ζητήσουν Βοήθεια

Kοινοποίηση

«Έχω “Ψ” απόψε», «Τι σου είπε η “Ψ”σου;», «Ο δικός μου “Ψ” πάντως πιστεύει…». Αυτές είναι μερικές κουβέντες που ανακυκλώνονται συχνά σε συζητήσεις ανάμεσα σε φίλους, όπου «Ψ» σημαίνει ψυχολόγος, ψυχοθεραπευτής, ψυχαναλυτής, κοινωνικός λειτουργός, ειδικός ψυχικής υγείας γενικότερα.

Οι millennials είναι οι γεννημένοι περίπου από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 έως το 2000 και έχουν χαρακτηριστεί ως η χαμένη γενιά. Είναι οι νέοι που ενηλικιώθηκαν πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά έως τον 21ο αιώνα και βίωσαν την κρίση. Αυτή ακριβώς η γενιά είναι που φαίνεται να αναζητά λύση στα αδιέξοδά της στο ντιβάνι ή την καρέκλα της θεραπείας ψυχικής υγείας, από συμβουλευτικό επίπεδο μέχρι και μακροχρόνια ψυχανάλυση. Εξετάζοντας τις περιπτώσεις αυτών των ανθρώπων που απευθύνονται στους ειδικούς ψυχικής υγείας, όχι απαραίτητα επειδή υπάρχει κάποια διαταραχή, αλλά ως ένα μέσο διερεύνησης της προσωπικότητάς τους, η γενιά των millennials στην Ελλάδα σήμερα φαίνεται να έχει μία τάση να επισκέπτεται τους ειδικούς ψυχικής υγείας έχοντας απενοχοποιήσει τη θεραπεία πολύ περισσότερο απ’ ότι οι προηγούμενες γενιές. Δεν είναι βέβαια και λίγοι όσοι έχουν αντιμετωπίσει κρίσεις πανικού, κατάθλιψη και διαταραχές χάρη στην επίβλεψη ψυχιάτρου ή που ακολουθούν φαρμακευτική αγωγή, όμως συγκεκριμένα εξετάζουμε τη διαφαινόμενη τάση της γενιάς αυτής να κάνει θεραπεία ή τέλος πάντων να μιλάει ανοιχτά γι’ αυτή.

Videos by VICE

«Δεν το έχουμε κρυφό. Δεν ντρεπόμαστε γι’ αυτό» – Παρρησία Σαλεμή, Πρόεδρος του Πανελλήνιου Ψυχολογικού Συλλόγου

«Είναι περισσότερο εύκολο για τα άτομα αυτής της ηλικίας να ζητήσουν βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας. Δεν νομίζω ότι έχουν στραφεί περισσότερο σε αυτούς, αλλά πλέον ζητούν βοήθεια με μεγαλύτερη ευκολία. Δεν ζητούν βοήθεια για θέματα που μπορεί να είναι πολύ σοβαρά, όπως μία κατάθλιψη ή ένα επεισόδιο πανικού. Ζητούν και αρχική παρέμβαση σε επίπεδο συμβουλευτικής για τις σχέσεις τους με συνομηλίκους, είτε ερωτικές και φιλικές είτε με την οικογένειά τους, όχι μόνο όταν πραγματικά κάποια διαταραχή χτυπήσει την πόρτα τους», σχολιάζει η πρόεδρος του Πανελλήνιου Ψυχολογικού Συλλόγου, Σαλεμή Παρρησία, και εξηγεί: «Υπάρχει μία τάση προβολής των υπηρεσιών ψυχικής υγείας τα τελευταία χρόνια. Επίσης, δεν το έχουμε κρυφό, δεν πάμε στον ψυχολόγο και τον ψυχίατρο και ντρεπόμαστε γι’ αυτό. Υπάρχει μία σαφής τάση να περιληφθεί στην καθημερινότητά μας η επίσκεψη σε ειδικούς ψυχικής υγείας, χωρίς αυτό να μας στιγματίζει».

Είναι αρκετά διαφωτιστικές οι απαντήσεις που λάβαμε, όταν ρωτήσαμε άτομα που έχουν απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, τους λόγους και την εμπειρία που αποκόμισαν.

Πόσο καιρό κάνεις θεραπεία και πώς ξεκίνησες;

Α.: Έκανα για έξι μήνες. Ξεκίνησα, διότι για ένα διάστημα αδυνατούσα να διαχειριστώ το άγχος μου. Οτιδήποτε, ακόμη και το πιο απλό πράγμα στην καθημερινότητα, μου ασκούσε μια αδικαιολόγητη ψυχολογική πίεση, δημιουργώντας μου πολλά προβλήματα. Σκαμπανεβάσματα στην ψυχολογία, κοινωνική απόσυρση, πονοκεφάλους, αδυναμία συγκέντρωσης. Έτσι, για πρώτη φορά στη ζωή μου, αποφάσισα να επισκεφτώ έναν ειδικό.

Ε.: Κάνω 4,5 χρόνια. Ξεκίνησα σε μια φάση της ζωής μου που αισθανόμουν χαμένη, πολύ μόνη και δε μπορούσα να επικοινωνήσω καθόλου με την οικογένειά μου, πράγμα που με πίεζε πολύ.

Σ.: Κάνω περίπου δύο χρόνια. Ξεκίνησα με κύριο λόγο την αδυναμία μου να εκφράσω κάποιες σκέψεις μου, κάποιες δυσκολίες μου και άσχημα συναισθήματα.

Φ.: Εδώ και εννέα μήνες. Το σκεφτόμουν πολύ καιρό, αλλά αφορμή στάθηκε η επιδείνωση ενός αυτοάνοσου που με ταλαιπωρεί από τα 16 και με έκανε να νιώθω εξαιρετικά άσχημα. Ήταν, βεβαίως, απολύτως συνδεδεμένο με το άγχος το οποίο βίωνα στην καθημερινότητά μου.

Ν.: Πριν από 4,5 μήνες, μετά από έναν πολύ δύσκολο χωρισμό.


The Real Greek Survivors: Από το Web Developing στην Κτηνοτροφία Λόγω Κρίσης.


Σε παρακολουθεί ψυχίατρος, ψυχολόγος ή ψυχοθεραπευτής;

Α.: Πήγα κατευθείαν σε ψυχίατρο, διότι κάποιοι φίλοι και συνάδερφοι με αντίστοιχα συμπτώματα χρειάστηκε να ακολουθήσουν φαρμακευτική αγωγή. Στην αρχή, δεν ήθελα να πάρω χάπια, αλλά όταν μου εξήγησε ο ψυχίατρος τι μου συμβαίνει, δέχτηκα. Για έξι μήνες ακολούθησα μια συγκεκριμένη αγωγή με αγχολυτικά και αντικαταθλιπτικά.

Ε.: Ψυχοθεραπεύτριες, έχω αλλάξει δύο, επειδή άλλαξα χώρα κάποια στιγμή και έπρεπε. Επίσης, ξεκίνησα με ατομική ψυχοθεραπεία και τον τελευταίο 1,5 χρόνο μεταπήδησα σε γκρουπ.

Σ.: Με παρακολουθεί ψυχολόγος/ψυχοθεραπευτής.

Φ.: Ψυχολόγος.

Ν.: Ψυχολόγος, μία φορά την εβδομάδα.

Γνωρίζουν οι γύρω σου ότι κάνεις θεραπεία;

Α.: Οι κολλητοί μου και η κοπέλα μου ναι, όμως δεν έχω πει τίποτα στους γονείς μου.

Ε.: Ναι, δεν είχα ποτέ θέμα για το τι πιστεύουν οι άλλοι. Δεν το θεώρησα ποτέ αδυναμία ή κάτι για το οποίο πρέπει να ντραπώ. Άλλωστε, κάνει πάρα πολύς κόσμος πλέον και μακάρι να έκαναν όλοι.

Σ.: Οι κοντινοί μου άνθρωποι το γνωρίζουν.

Φ.: Οι κοντινοί μου άνθρωποι το γνωρίζουν, όμως και γενικότερα δεν το κρύβω, όταν έρθει στην κουβέντα, μιλάω ανοικτά γι’ αυτό.

Ν.: Ναι, είμαι αρκετά ανοιχτή σε αυτό το θέμα

Πιστεύεις ότι έχεις σχέση εξάρτησης με τον θεραπευτή σου;

Α.: Όχι.

Ε.: Μια μικρή, ίσως. Είναι λίγο σαν τον φίλο που θες να δεις πολύ και να του μιλήσεις, που ξέρεις ότι μπορεί να σε ακούσει και να σου μιλήσει.

Σ.: Όχι, δεν έχω σχέση εξάρτησης με τον ψυχοθεραπευτή μου.

Φ.: Στο στάδιο που βρίσκομαι αυτήν τη στιγμή, ναι. Νιώθω ότι χρειάζομαι τις συνεδρίες, για να βρίσκω το δρόμο μου.

Ν.: Όχι, αλλά βλέπω μεγάλη διαφορά από τότε που ξεκίνησα. Νιώθω πιο ήρεμη, χαρούμενη, έχω περισσότερη αυτοπεποίθηση και έχω μάθει να μετράω περισσότερο την επιθυμία μου στις αποφάσεις που παίρνω, ενώ παλιά εξαρτιόνταν μόνο από το τι ήθελαν οι γύρω μου. Αυτή η διαφορά έχει έρθει καθαρά λόγω της ψυχολόγου μου.

Συζητάς με τους φίλους σου, τι σου λέει ο θεραπευτής σου;

Α.: Καμιά φορά ναι, αν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα και θεωρήσω ότι μια κουβέντα του ψυχοθεραπευτή μπορεί να τους αφορά και εκείνους, τους λέω πράγματα.

Ε.: Ναι, αρκετά συχνά.

Σ.: Κάποιες φορές συζητάω με πολύ κοντινούς μου ανθρώπους αυτά που έχω πει στον θεραπευτή μου.

Φ.: Προσπαθώ να το αποφεύγω, ωστόσο μερικές φορές μοιράζομαι μαζί τους πράγματα που θεωρώ ότι με αφυπνίζουν.

Ν.: Ένα-δυο πράγματα τα έχω αναφέρει, αλλά γενικά όχι.

Θεωρείς ότι είμαστε η γενιά του «Ψ»;

Α.: Δεν χωρά καμία αμφιβολία επ’ αυτού.

Ε.: Ναι, αλλά όχι ως στίγμα. Περισσότερο ως προς το ότι θέλουμε να μάθουμε ποιοί είμαστε και να προσπαθήσουμε να γίνουμε καλύτεροι για εμάς του ίδιους.

Σ.: Είμαστε σίγουρα η γενιά του «Ψ». Είμαστε η γενιά που αδυνατούμε να διαχειριστούμε συναισθήματα και καταστάσεις, διότι οι προηγούμενες γενιές και αυτές με τη σειρά τους αδυνατούσαν να ανταποκριθούν.

Φ.: Θεωρώ ότι είμαστε ιδιαίτερα επιβαρυμένη γενιά και όχι μόνο επειδή ζούμε τα πιο παραγωγικά μας χρόνια μέσα στην οικονομική κρίση. Υπάρχουν ένα σωρό προσωπικά βιώματα που δεν εξωτερικεύονται, δεν θεραπεύονται, δεν βρίσκουν διέξοδο και αυτά είναι που μας οδηγούν στη χειρότερη εκδοχή μας. Δεν ξέρω αν είμαστε η γενιά του «Ψ», σίγουρα όμως είμαστε γενιά που χρειάζεται στήριξη και ευτυχώς, την αναζητά.

Ν.: Αν δεν ήμασταν στην κρίση, σίγουρα. Είναι μια επένδυση στον εαυτό σου, που δεν μπορούν πολλοί να πληρώσουν. Αλλά βλέπω ότι δεν είναι πια ταμπού. Ο κόσμος το αποδέχεται πιο εύκολα και το καταλαβαίνει όλο και πιο πολύ. Δεν σημαίνει πως είσαι τρελός, αν πηγαίνεις σε ψυχολόγο, όπως ήταν παλιά το στίγμα.

Η κρίση και οι ψυχολόγοι σύμφωνα με τους ειδικούς

Το μεγάλο ερώτημα είναι πόσο ρόλο έχει παίξει η κρίση σε αυτή την στροφή. Η πρόεδρος του Πανελλήνιου Ψυχολογικού Συλλόγου, Σαλεμή Παρρησία, απαντά: «Πολλοί άνθρωποι είχαν κάποια μικροπροβλήματα, τα οποία δεν είχαν εντοπιστεί ποτέ. Αυτά γιγαντώθηκαν και οδήγησαν σε έκφραση ψυχολογικών διαταραχών. Λόγω της οικονομικής κρίσης, υπάρχει μία ενίσχυση της έντασης και της συχνότητας των συμπτωμάτων στον γενικό πληθυσμό, κυρίως αγχωδών διαταραχών και διαταραχών της διάθεσης. Συνήθως, όταν τα πράγματα στη ζωή μας δυσκολεύουν και δεν παραπλανόμαστε από οικονομική άνεση, δυνατότητα για ταξίδια, διακοπές, έξοδο για φαγητό και μένουμε περισσότερο χρόνο με τον εαυτό μας, με τον σύντροφό μας και με τους φίλους μας, σκεφτόμαστε αναγκαστικά λίγο περισσότερο τις επιλογές μας», σημειώνει η ειδικός.

«Σήμερα, βλέπουμε να κάνουν ψυχοθεραπεία όλο και περισσότεροι άνθρωποι και ιδιαίτερα νέοι. Οι λόγοι για τους οποίους θα κάνει κάποιος ψυχοθεραπεία είναι πολλοί. Οι γρήγορες εναλλαγές στον τρόπο σκέψης, οι αυξημένες απαιτήσεις, το άγχος ή οι ερωτικές σχέσεις είναι κάποιοι από αυτούς. Σημαντικό ρόλο σε αυτήν τη στροφή έχει παίξει το γεγονός ότι έχουν καταρριφθεί πολλοί μύθοι γύρω από την ψυχοθεραπεία και κυρίως το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι πλέον έχουν έρθει σε επαφή, είτε άμεσα είτε έμμεσα, με τα πραγματικά οφέλη που μπορεί να κατακτήσει κανείς μέσα από αυτή τη διαδικασία. Μέσα από την ψυχοθεραπεία, οι άνθρωποι βοηθιούνται στο να καταλάβουν ποιες είναι οι ανάγκες τους, τα θέλω τους και πώς να διαχειριστούν καταστάσεις οι οποίες τους πιέζουν. Επιπλέον, ζητήματα με τα οποία πολύ συχνά ασχολούμαστε είναι οι κρίσεις πανικού, το άγχος, η θλίψη, η ανασφάλεια, η μη βοηθητική διαχείριση θυμού, αλλά και σεξουαλικές ή διατροφικές δυσκολίες», σημειώνει από την πλευρά της η Μαρία Λαμπρινή Μπολοβίνα, κοινωνική λειτουργός, MSc στη Διασυνδετική Ψυχιατρική της Ιατρικής Αθηνών, με ειδίκευση στη Γνωσιακή Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία, όταν τη ρωτώ και εκείνη αν οι millennials είναι η γενιά των «Ψ» και τι τους ωθεί στη θεραπεία.

«Ζητήματα με τα οποία πολύ ασχολούμαστε είναι οι κρίσεις πανικού, το άγχος, η θλίψη, η ανασφάλεια, η μη βοηθητική διαχείριση θυμού, αλλά και σεξουαλικές ή διατροφικές δυσκολίες»

«Φαίνεται πως η άποψη πολλών ανθρώπων έχει αλλάξει για την ψυχοθεραπεία. Ιδιαίτερα όταν κανείς μπει σε αυτήν τη διαδικασία, καταλαβαίνει ότι είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος να φροντίσει κάποιος τον εαυτό του και τις σχέσεις του και όχι κάποιο μειονέκτημα που χρειάζεται να κρύψει», σχολιάζει η κυρία Μπολοβίνα. Πού φτάνουν όμως τα όρια της απενοχοποίησης απέναντι στη θεραπεία; Μπορεί να είναι καλό να δημοσιοποιούμε ότι κάνουμε, αλλά επιτρέπεται να συζητάμε με τον κύκλο μας τα «πρακτικά» των συνεδριών; «Θεωρώ ότι δεν κάνει πολύ καλό το να συζητάμε λεπτομέρειες της παρέμβασης με φίλους μας», λέει η κ. Σαλεμή. «Ουσιαστικά, στη μεταφορά των λεγομένων στη συνεδρία, επειδή το περνάμε από το δικό μας προσωπικό φίλτρο αυτό που παίρνουμε και προσπαθούμε να το μεταφέρουμε και σε άλλους ανθρώπους οι οποίοι και εκείνοι το φιλτράρουν κάτω από τις δικές τους συνθήκες ζωής, δεν είναι το αρχικό μήνυμα που μπορεί κάποιος να κατάλαβε ή να βίωσε μέσα στη συνεδρία του. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι ο καθένας έχει διαφορετικά επίπεδα ανοχής και αντίληψης, δηλαδή πώς εκλαμβάνει την αφορμή της παρέμβασής του. Αν πήγε οικειοθελώς, αν αναγκάστηκε να πάει, αν προέκυψε κάποιο πρόβλημα και πήγε, αν πήγε συμβουλευτικά, προληπτικά. Άρα, δεν έχουν όλοι την ίδια εμπειρία, ακόμη και στον ίδιο θεραπευτή να πηγαίνουν. Γενικόλογα μπορούμε να μιλήσουμε. Ότι ναι, επισκέφτηκα τον ψυχολόγο, τον ψυχίατρο, έκανε αυτό, έκανε εκείνο, αλλά δεν πρέπει να μπαίνουμε σε λεπτομέρειες και σε ερμηνείες και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μπαίνουμε στη διαδικασία να εφαρμόζουμε τα δικά μας συμπεράσματα σε κάποιον άλλον. Ο ψυχολόγος κάνει τις υποθέσεις του, βλέπει το άτομο, καταλαβαίνει τι συμβαίνει, προτείνει λύσεις, προτείνει διεξόδους, συνδιαλέγεται με το άτομο που έχει απέναντί του. Άρα, αυτό που συμβαίνει είναι μία αλληλεπίδραση, συνεπώς η αλληλεπίδραση που συμβαίνει βιωματικά δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε μέσα σε ένα εγχειρίδιο, ούτε σε μία συζήτηση με συμφοιτητές, συντρόφους και φίλους, προφορικά».

Περισσότερα από το VICE

Η Νέα Χρυσή Αυγή Εκκολάπτεται στο Μενίδι

Από τον Φονικό Καύσωνα του 1987, στους 43 Βαθμούς του 2017

Ο Αμερικανός Ράπερ που Γύρισε Βίντεο-Κλιπ στη Βαρβάκειο Αγορά

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.