Συνήθως λαμβάνω ταχυδρομείο από την ομάδα μου, το Αμβούργο -μια ομάδα που σήμερα παίζει στη B΄ Εθνικής της Γερμανίας-, όταν έρχεται το διαρκείας μου, στην αρχή κάθε σεζόν.
Αλλά προτού ξεκινήσει η τελευταία σεζόν, ήξερα ότι θα λάμβανα ένα διαφορετικό γράμμα. Ήρθε, λοιπόν και περιλάμβανε ένα σημείωμα που ήταν σκέτος εφιάλτης – μου απαγορευόταν η είσοδος για τρία χρόνια στο γήπεδο, επειδή άναψα καπνογόνα σε ένα ματς. Τρία χρόνια. Δηλαδή, ως το 2021. Τότε θα είμαι 26 και θα τη βγάζω στον καναπέ. Θα υπάρχει η ομάδα μου με τον ίδιο τρόπο το 2021 ή θα έχει πουληθεί σε κάποιον επενδυτή;
Videos by VICE
Δεν με εξέπληξε η απαγόρευση. Μερικές εβδομάδες νωρίτερα μου είχε δοθεί η ευκαιρία να απολογηθώ στην ομάδα, μαζί με άλλους σκληροπυρηνικούς οπαδούς. Υπήρχε ένταση, σαν να περιμέναμε να δούμε τον διευθυντή του σχολείου. Τελικά ήταν πολύ πιο σοβαρό: μας κατηγόρησαν ότι ανάψαμε φωτοβολίδες μέσα στο γήπεδο. Στο Αμβούργο είχε επιβληθεί πρόστιμο 115.000 ευρώ για το περιστατικό – ένα ποσό που έκανε την ομάδα να θυμώσει.
Ο μάνατζερ του γηπέδου εξήγησε ευγενικά ότι έλαβε μια λίστα με πιθανούς ενόχους. Ήμουν μέσα. Παρόλο που η ομάδα δεν είχε δει το υλικό από της κάμερες, όσα είπα προς υπεράσπισή μου δεν εισακούστηκαν. Ο λόγος μου ενάντια στης Αστυνομίας δεν ήταν τίποτα. Η υπόθεση έκλεισε.
Αποφασίσαμε να ντυθούμε σαν δασοφύλακες, για να εξηγήσουμε γιατί ήμασταν στο δάσος.
Αυτό ήταν το ευχαριστώ για τη χρόνια αφοσίωσή μου. Για όσα είχα ξοδέψει για διαρκείας, φανέλες και εισιτήρια τρένου. Για όσες φορές έκανα 400 χλμ με το ποδήλατο στα βουνά για παιχνίδια εκτός έδρας. Τώρα, η ομάδα μου δεν ήθελε καμία σχέση μαζί μου.
Φυσικά, το συναίσθημα δεν ήταν αμοιβαίο, έτσι αποφάσισα να καταστρώσω ένα σχέδιο. Για τη 13 η αγωνιστική, το Αμβούργο έπαιζε εκτός έδρας με την Ερτσγκεμπίργκε Άουε – μια ομάδα το γήπεδο της οποίας περιβάλλεται από βουνά και δάση. Μέχρι το 2017, θα μπορούσα να παρακολουθήσω τη δράση στο γήπεδο από την πλαγιά πίσω από την ανατολική κερκίδα, χωρίς να παραβώ τη εντολή να μην πατήσω το πόδι μου στο γήπεδο. Όμως από τότε που το γήπεδο ανακαινίστηκε, η νέα οροφή εμποδίζει σε μεγάλο βαθμό τη θέα. Θα μπορούσε να είναι πολύ εύκολο, αλλά όχι πλέον.
Σκέφτηκα να έβλεπα τον αγώνα από ψηλά. Με κάποιους φίλους συζητήσαμε την ιδέα να νοικιάσουμε γερανό, αλλά κανείς μας δεν μπορούσε να πάρει άδεια χειριστή εγκαίρως. Γκούγκλαρα «αλεξίπτωτο πλαγιάς στο Ερτσγκεμπίργκε», αλλά δεν βρήκα τίποτα. Ίσως ένα drone; Προφανώς όχι: Καλύτερα να το έβλεπα στην τηλεόραση και να μην ρίσκαρα να με συλλάβουν για τρομοκρατία. Έγινε σαφές ότι χρειαζόμουν έναν συνεργό – ευτυχώς που είχαν απαγορεύσει την είσοδο στο γήπεδο και στον κολλητό μου.
Αν και η πόλη του Ερτσγκεμπίργκε είναι μικρή, οι οπαδοί στα ανατολικά είναι ζόρικοι, έτσι ήταν σημαντικό να βρούμε ένα σχέδιο ώστε να μη μας εντοπίσουν – αν και το γεγονός ότι η πινακίδα στο αμάξι του φίλου περιλαμβάνει τα γράμματα HSV –τα αρχικά του Αμβούργου- μας έβαζε ήδη σε δύσκολη θέση.
Το μεσημέρι πριν από το ματς πήγαμε στην Άουε για αναγνώριση. Για να το κάνουμε, έπρεπε να φτάσουμε στο δάσος προτού σκοτεινιάσει. Καθώς περνούσαμε ένα ποταμάκι, γλίστρησα σε μια πέτρα και το κινητό μου έπεσε μες στο νερό. Καλή αρχή.
Μετά περάσαμε πάνω από κάτι βράχια και κορμούς – αργότερα, μάθαμε ότι υπήρχε και μονοπάτι. Εξετάσαμε τα ξέφωτα και συζητήσαμε ποιο μπορεί να ήταν το καλύτερο υπερυψωμένο σημείο για να δούμε τον αγώνα, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο τα κλαδιά και τα δέντρα εμπόδιζαν τη θέα μας στα περισσότερα.
Όπου και να καταλήγαμε τελικά, θα χρειαζόμασταν λίγο επιπλέον ύψος, έτσι πήγαμε σε ένα κατάστημα με σιδηρικά και αγοράσαμε μια σκάλα τέσσερα μέτρα – τη μεγαλύτερη που βρήκαμε.
Επόμενο πρόβλημα: πώς δεν θα μας αναγνωρίσει η ειδική Αστυνομία που είναι εκπαιδευμένη να εντοπίζει «προβληματικούς οπαδούς»; Αν ας έβλεπαν, η εκδρομούλα μας θα έληγε. Εντάξει, δεν κάναμε τίποτα παράνομο, αλλά η Αστυνομία μπορεί να δικαιολογήσει τα πάντα, έτσι χρειαζόμασταν μια δικαιολογία, που σήμαινε ότι έπρεπε να απαντήσουμε στο ερώτημα: τι είδους άνθρωποι περιφέρονται στο δάσος με μια σκάλα;
Δασοφύλακες, φυσικά. Στο τοπικό φυτώριο αγοράσαμε πράσινες στολές, γάντια, προστατευτικά αυτιών και μερικές μπίρες, προτού επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο μας.
Την άλλη μέρα ξυπνήσαμε στις 6:30 το πρωί. Ήταν ακόμη σκοτεινά, καθώς διασχίζαμε ένα βοσκοτόπι με τη σκάλα στους ώμους, γουόκι-τόκι στα χέρια και κιάλια στα σακίδιά μας.
Φτάσαμε στην κρυψώνα μας στις 08:00, πέντε ώρες πριν από την έναρξη του παιχνιδιού, έτσι είχαμε μπόλικο χρόνο να συζητήσουμε την τραγική κατάσταση στην οποία είχαμε βρεθεί – πώς μας ανάγκασαν να γδυθούμε μπροστά σε αγνώστους, όταν μας συνέλαβαν και μας ανέκριναν για πρώτη φορά από την ομάδα.
Στις 10:00, οι μπίρες μας είχαν τελειώσει και είχαμε φάει τα σάντουίτς μας. Το μόνο που είχαμε να κάνουμε ήταν να παίξουμε τον ρόλο ως δύο αφοσιωμένοι επιστήμονες της δασολογίας.
Προφανώς, τίποτα από αυτά δεν μας έκανε να νιώθουμε ότι συμμετέχουμε στον αγώνα. Αν έχεις μεγαλώσει στους φανατικούς οπαδούς, ξέρεις ότι από τις μεγαλύτερες χαρές είναι να γνωρίζεις προσωπικά το μισό γήπεδο και να κάνεις χειραψίες με όλους, όταν φτάνεις. Τα μικρά πράγματα μετράνε: Να ανεμίζεις μια τεράστια σημαία, τα δυνατά χειροκροτήματα και ο ήχος από τα καπνογόνα στα αυτιά σου. Εμείς, όμως, ήμασταν δυο τύποι με μια σκάλα, σε ένα δάσος στη Σαξονία.
Όσο πλησίαζε η ώρα, τα τραγούδια από το γήπεδο δυνάμωναν. Μισή ώρα πριν από το παιχνίδι, είχαμε πλησιάσει στα 80 μέτρα και είδαμε μπλε καπνό να υψώνεται από την πλευρά που έπαιζε το Αμβούργο. Παραδόξως, το σημείο που θέλαμε να καβατζώσουμε ήταν ήδη πιασμένο: ένας φαλακρός γέρος με μοβ φανέλα της Άουε φαινόταν να το διασκεδάζει, καθώς πλησιάζαμε.
Επιτέλους βρήκαμε ένα σημείο και ανοίξαμε τη σκάλα, για να τσεκάρουμε αν μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε τον αγώνα και συνειδητοποιήσαμε ότι δεν ήταν αρκετά ψηλή. Τελικά, εντοπίσαμε ένα μικρό άνοιγμα ανάμεσα στην οροφή και τις κερκίδες, από το οποίο μπορούσαμε να δούμε τι γινόταν στο γήπεδο. Από εκεί βλέπαμε σχεδόν τα πάντα, εκτός από τα δυο πιο σημαντικά σημεία: τις δύο μεγάλες περιοχές.
Πήγαμε σε άλλο σημείο, απ’ όπου βλέπαμε τις επιθέσεις του Αμβούργου στο πρώτο ημίχρονο, ανεβαίνοντας εναλλάξ στη σκάλα και περιγράφοντας τι γινόταν.
Όταν το Αμβούργο σκόραρε μετά από 21 λεπτά, ήμασταν στην τέλεια θέση – πρώτη στιγμή στο μαρτύριό μας που ήμασταν τυχεροί. Λίγο αργότερα, οι αντίπαλοι ισοφάρισαν, αλλά είχαμε την τύχη να μην δούμε το γκολ να μπαίνει, ακούσαμε μόνο τις επευφημίες των οπαδών τους.
Στο δεύτερο ημίχρονο, οι κερκίδες μας είχαν γεμίσει καπνογόνα. Πλησίασα στο γήπεδο για να δω καλύτερα, αλλά πρόσεχα να μην το παρακάνω – οι μόνοι που φαινόταν να μας έχουν δει ήταν δύο οπαδοί της Άουε με Fred Perry που ήταν κοντά στις τουαλέτες, οι οποίοι έριξαν μια ματιά και μετά αδιαφόρησαν.
Ξαφνικά, φωνές τράνταξαν την ατμόσφαιρα: Από το καινούργιο μας σημείο είδαμε τον τερματοφύλακα της Άουε να πέφτει πιάνοντας αέρα. Είχαμε σκοράρει ξανά, 1-2.
Ένα τρίτο γκολ εξασφάλισε τη νίκη στο 68′. Χαρούμενοι και μην θέλοντας να το παρατραβήξουμε, αποφασίσαμε να φύγουμε – δεν είχα φύγει ποτέ από γήπεδο προτού τελειώσει το παιχνίδι. Δεν ήθελα, αλλά έπρεπε να επιστρέψουμε τη σκάλα στο μαγαζί προτού κλείσει.
Στον γυρισμό, είχαμε πάλι αυτήν τη μοναδική χαρά που νιώθει κανείς όταν βλέπει την αγαπημένη του ομάδα να κερδίζει από κοντά. Δεν ήμασταν μέσα ακριβώς και δεν μπορέσαμε να γιορτάσουμε με τους φίλους μας, αλλά είδαμε ενάμιση γκολ με τα μάτια μας.
Χρειάστηκε απλώς να τριγυρνάμε πέντε ώρες μέσα στις φυλλωσιές, μια σκάλα και δυο ηλίθιες στολές. Τίμημα που θα πλήρωνα ξανά και ξανά ευχαρίστως.
Ο αρθρογράφος ζήτησε να αλλαχθεί το όνομά του.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE Germany.
Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.
Περισσότερα από το VICE
Η Ζωή στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών – Συζήτηση με Έναν Πρώην Φύλακά του
Προς Αρχάριους Χειμερινούς Κολυμβητές: Tι Συμβαίνει στο Σώμα σου Όταν Σοκάρεται από Παγωμένο Νερό
Η Marseaux Ζει το Όνειρο Λίγο Μετά τα 17