Τις περισσότερες φορές που κάποιο μέσο ασχολείται με τους πρόσφυγες και τη ζωή μακριά από τη χώρα τους, οι δημοσιογράφοι τείνουν να εστιάζουν στις αδιαμφισβήτητα τεράστιες κακουχίες που έχουν να αντιμετωπίσουν και σε όσα τους στενοχωρούν, δίνοντας έτσι μια μονόπλευρη εικόνα αυτών των ανθρώπων. Ωστόσο, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές, η ζωή είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις και αν εστιάσουμε στην πιο ελπιδοφόρα όψη, η λύση είναι πάντα ένα βήμα πιο κοντά. Αυτό φαίνεται να πιστεύει και ο Hejratullah Shokrullah, ένας νεαρός Αφγανός μποξέρ που βρίσκεται κολλημένος λόγω γραφειοκρατίας στην Ελλάδα εδώ και έναν χρόνο.
«Έφυγα από το Αφγανιστάν για δύο λόγους. Ο ένας είναι πως εκεί δεν υπάρχει αίσθηση ασφάλειας λόγω των ατελείωτων μαχών που λαμβάνουν χώρα παντού, αλλά ο βασικότερος είναι πως είμαι αραβωνιασμένος με μία κοπέλα η οποία μένει στο Λονδίνο, όπου σπουδάζει Ιατρική. Η αλήθεια είναι ότι πριν αραβωνιαστούμε δεν είχα σκεφτεί να εγκαταλείψω τη χώρα μου. Όταν το αποφάσισα, όμως, η οικογένειά μου με συμβούλευσε να έρθω στην Ελλάδα και να περάσω όλες τις νόμιμες διαδικασίες ώστε να βγάλω τα απαραίτητα χαρτιά που χρειάζονται για να μείνω στην Αγγλία. Γνώριζα εξαρχής ότι αυτή η διαδικασία παίρνει γύρω στους οκτώ-εννιά μήνες και έτσι, λίγες εβδομάδες αφότου έφτασα εδώ, πήγα στο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου στον Πειραιά για να κινήσω τις διαδικασίες», εξηγεί ο νεαρός, τον οποίο συνάντησα ένα καλοκαιρινό μεσημέρι στο Μετς.
Videos by VICE
Στην αρχή όλα φαίνονταν ανούσια για τον νεαρό που έφτασε στην Αθήνα διασχίζοντας Πακιστάν, Ιράν και Τουρκία, όμως μια τυχαία γνωριμία έμελλε να του δώσει κίνητρο για να κάνει κάτι ουσιώδες καθώς περιμένει την απόφαση για την αίτηση ασύλου. Ένα βράδυ ο δρόμος του ενώθηκε με αυτόν του Ελληνοβρετανού σκηνοθέτη Andreas Dermanis – στο σπίτι του οποίου πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη και η φωτογράφηση. Αυτός του πρότεινε να συμμετάσχει σε ένα ντοκιμαντέρ που είχε στα σκαριά: «Μια μέρα είχα βγει για βόλτα με έναν φίλο και είδα τον Andreas με ένα ακόμη άτομο έξω απ’ το διαμέρισμά μας. Αφού με έβγαλε μια φωτογραφία, ρώτησε αν θα ενδιαφερόμουν να συμμετάσχω στο ντοκιμαντέρ. Στην αρχή αρνήθηκα, όμως στη συνέχεια μίλησα με τους δικούς μου και καταλήξαμε ότι μέσω αυτού του φιλμ θα μπορούσαμε να βοηθήσουμε πολύ κόσμο εκεί έξω και να αλλάξουμε τον τρόπο που βλέπει ο μέσος πολίτης έναν πρόσφυγα. Τελικά, είπα το ναι και έτσι στο μεγαλύτερο διάστημα της παραμονής μου εδώ δουλεύω με τον Andreas για το ντοκιμαντέρ. Είμαι πολύ χαρούμενος με την πορεία που παίρνει». Όπως μου ανέφερε και ο ίδιος ο σκηνοθέτης, που ήταν παρών στη συνέντευξη, πρόκειται για ένα art house φιλμ, που βασίζεται στην ιστορία και στην καθημερινότητα του Hejratullah και των φίλων του. Μάλιστα, οι ιδέες για τα γυρίσματα έρχονται και από τις δύο πλευρές.
«Όλοι μου φέρονται πολύ καλά […] Οι περισσότεροι είναι καλοί, ωστόσο υπάρχουν και κάποιοι ρατσιστές. Ευτυχώς, εγώ δεν είχα κάποιο πρόβλημα, όμως, πριν από λίγο καιρό, ξυλοκόπησαν τον φίλο μου»
Έχοντας δει κάποιες σκηνές του, μπορώ να πω ότι πρόκειται για ένα απόλυτα αληθινό και καθόλου επιτηδευμένο φιλμ, γεμάτο εναλλαγές συναισθημάτων. Από την ολιγόλεπτη χαρά ενός απλού παιχνιδιού στην παραλία, στη λύπη μετά τα νέα του θανάτου της μητέρας τού πρωταγωνιστή και απ’ τη γυμναστική και το μποξ, στην επίθεση που δέχθηκε ο κολλητός του, Mohammad Marai, από άγνωστο, με αποτέλεσμα να βρεθεί στο νοσοκομείο. «Ο Mohammad στο Αφγανιστάν ήταν αστυνομικός, στη συνέχεια οδηγός ταξί και τελευταία, δούλευε σε μια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων», μου λέει για τον φίλο και συμπρωταγωνιστή του, ο οποίος κάθεται δίπλα του στο τραπέζι παρακολουθώντας την κουβέντα. «Το όνειρό του είναι να πάει στο Παρίσι», συμπληρώνει. Έπειτα από λίγη ώρα δεν μπορούσα να μην αναρωτηθώ ποια είναι η άποψη που έχει σχηματίσει για τους Έλληνες, αλλά και τον κρατικό μηχανισμό: «Όλοι μου φέρονται πολύ καλά. Κάποιοι φίλοι μού είπαν ότι παλιότερα δεν ήταν και τόσο καλά, όμως, προσωπικά, δεν έχω παράπονο. Οι άνθρωποι που δουλεύουν στο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Πειραιά είναι πολύ εξυπηρετικοί. Το ίδιο μπορώ να πω και για τους Έλληνες γενικότερα. Οι περισσότεροι είναι καλοί, ωστόσο υπάρχουν και κάποιοι ρατσιστές. Ευτυχώς, εγώ δεν είχα κάποιο πρόβλημα, όμως, πριν από λίγο καιρό, ξυλοκόπησαν τον φίλο μου. Κάθε λαός -όπως και οι Αφγανοί- έχει και καλούς και κακούς ανθρώπους. Θα πρέπει να σου πω, επίσης, ότι μου αρέσει πολύ η Αθήνα. Είναι μια πόλη με τεράστια ιστορία. Όταν έχει καλό καιρό πηγαίνω στην Ακρόπολη ή ανεβαίνω στον Λυκαβηττό για γυμναστική».
Πώς φαντάζεται άραγε τη ζωή του στο Λονδίνο; «Οι περισσότεροι δεν θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα, αλλά, λόγω γραφειοκρατίας, αναγκάζονται να περιμένουν εδώ για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Εγώ είμαι καταγεγραμμένος νόμιμα και θέλω να πάω -επίσης νόμιμα- στο Λονδίνο όπου θα μπορώ να σπουδάσω, να δουλέψω, να βγάλω δίπλωμα οδήγησης και γενικότερα, να ζήσω όμορφα και ειρηνικά». Εκεί που, εκτός από την αραβωνιαστικιά του, ο Hejratullah έχει και τον θείο του, ο οποίος τον βοηθάει στην όλη διαδικασία και θέλει να τον προσλάβει στο κρεοπωλείο που διατηρεί στην αγγλική πρωτεύουσα. Τι θα γίνει όμως αν η αίτησή του απορριφθεί; «Δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι σαν ενδεχόμενο. Δεν νομίζω ότι θα μπορέσω να μείνω στην Ελλάδα. Το πιο πιθανό είναι να προσπαθήσω να πάω παράνομα στο Λονδίνο, αλλά, πραγματικά, δεν το θέλω αυτό. Θέλω να είμαι νόμιμος σε όλα».
«Βλέπω άλλους πρόσφυγες που είναι ευχαριστημένοι με το να παίρνουν το φαγητό που τους προσφέρει η κυβέρνηση και να κοιμούνται χωρίς να κάνουν τίποτα. Δεν το θεωρώ σωστό αυτό, πρέπει να παλεύουμε για τη ζωή»
Τι κάνει στον ελεύθερό του χρόνο, πέραν του να ανεβαίνει σε ψηλά σημεία της πόλης; «Ακούω πολλή μουσική. Μου αρέσουν περισσότερο τα χαρούμενα κομμάτια. Ένας από τους αγαπημένους μου τραγουδιστές είναι ο Ahmad Zaher. Επίσης, αγαπάω το μποξ και τη γυμναστική. Μέχρι πριν δύο εβδομάδες πήγαινα σε ένα γυμναστήριο και έκανα προπόνηση, αλλά τελευταία το έχω κόψει. Έχω σκοπό να ξεκινήσω πάλι όμως». Αυτομάτως αναρωτήθηκα πώς τα βγάζει πέρα οικονομικά στην Ελλάδα. «Μου στέλνει χρήματα η οικογένειά μου από το Αφγανιστάν και κατά καιρούς βρίσκω κάποιες δουλειές για να βγάζω κι εγώ τα δικά μου. Μένω στη Φυλής, σε ένα διαμέρισμα τριών δωματίων όπου συγκατοικούμε συνήθως γύρω στα 8 με 12 άτομα. Ξέρεις, άλλοι φεύγουν, άλλοι έρχονται, ο αριθμός αλλάζει. Οι περισσότεροι είμαστε απ’ το ίδιο μέρος -το Paghman- και γνωριζόμαστε από παλιά. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις δουλειά και να μείνεις μόνος σου στην Ελλάδα, εκτός και αν έχεις αποφασίσει να εγκατασταθείς μόνιμα εδώ. Σε αυτήν την περίπτωση, τα πράγματα είναι λίγο πιο εύκολα, όμως όσοι έχουν ως τελικό προορισμό κάποια άλλη χώρα δεν θέλουν να μπουν στη διαδικασία να βρουν μια μόνιμη δουλειά ή κατοικία εδώ».
«Επίσης, ένα πρόβλημα που έχω παρατηρήσει προκαλείται από τα social media. Πολλοί έρχονται στην Ευρώπη και ανεβάζουν στο Facebook και στο Instagram φωτογραφίες από όμορφα μέρη και στιγμές που δεν αντιπροσωπεύουν την καθημερινότητά τους. Θέλουν να δείχνουν ότι περνάνε καλά, όμως τις βλέπουν πολλά νέα παιδιά πίσω στην πατρίδα και νομίζουν πως η ζωή εδώ είναι εύκολη. Έτσι, ξεκινάνε. Και όταν φτάνουν βρίσκουν κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που περίμεναν, με αποτέλεσμα να απογοητεύονται». Αρπάζω αυτήν την ευκαιρία για να τον ρωτήσω ποιο είναι το μήνυμα που θέλει να περάσει στους πρόσφυγες. «Να μη σταματάνε ποτέ την προσπάθεια. Εγώ, για παράδειγμα, είχα αρνητική απάντηση στην πρώτη μου αίτηση για άσυλο στην Αγγλία, όμως έκανα δεύτερη και τώρα περιμένω το αποτέλεσμα. Στη ζωή πρέπει να παλεύουμε. Βλέπω άλλους πρόσφυγες που είναι ευχαριστημένοι με το να παίρνουν το φαγητό που τους προσφέρει η κυβέρνηση και να κοιμούνται χωρίς να κάνουν τίποτα. Δεν το θεωρώ σωστό αυτό, πρέπει να παλεύουμε για τη ζωή. Να μορφωνόμαστε, να δουλεύουμε και να προσπαθούμε για το καλύτερο, χωρίς να απογοητευόμαστε. Οι νέοι, ειδικά, πρέπει να κάνουμε τα πάντα για ένα καλύτερο αύριο».
Με αυτήν την ατάκα θεώρησα πως η κουβέντα μας έκλεισε με τον καλύτερο τρόπο, ωστόσο, καθώς σηκωνόμασταν από το τραπέζι, τον ρώτησα ποιο είναι το όνειρό του: «Θα ήθελα να ασχοληθώ είτε με τον κινηματογράφο και το μόντελινγκ, είτε με το μποξ». Η αλήθεια είναι πως δείχνει ότι μπορεί να αντεπεξέλθει και στα τρία. Τουλάχιστον, δεν το βάζει κάτω και έχει δίψα για ζωή. Προς το παρόν συμμετέχει στα τελευταία γυρίσματα του ντοκιμαντέρ -που αναμένεται να κάνει πρεμιέρα είτε στα τέλη του 2018, είτε στις αρχές του 2019- και περιμένει με αγωνία την απάντηση από την Αγγλία. Όλα αυτά για την αγάπη και την ελπίδα.
Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.
Περισσότερα από το VICE
Έτσι Παρασκευάζεται τo Αυτοσχέδιο Tσίπουρο στις Ελληνικές Φυλακές
51 Τρόποι για να Γίνει Λιγότερο Εχθρικός ο Κόσμος Απέναντι στους Χοντρούς Ανθρώπους
«Άβυζη», «Χοντρή», «Σημαδεμένη» – Γυναίκες στην Ελλάδα Φωτογραφίζονται Μιλώντας για το Body Shaming