«Έχεις μετρήσει ποτέ το IQ σου;», τον αιφνιδιάζω, ενώ πλησιάζουμε προς το τραπέζι. «Όχι, ποτέ. Δεν έχει καμία αξία. Τι είναι το IQ; Ένας δείκτης, ένα απλό νούμερο. Δεν λέει τίποτα για έναν επιστήμονα – αυτό που μετράει πραγματικά είναι το αποτύπωμα που αφήνει στον κόσμο, ο ίδιος, μέσα από το έργο και την έρευνά του. Ειδάλλως, τι να την κάνεις την υψηλή νοημοσύνη; Να χαϊδεύεις τον ναρκισσισμό σου, παριστάνοντας τον ευφυή σε τραπέζια φίλων και παρέες αγνώστων;». Κάνει μια σύντομη παύση, προσπαθώντας να βολευτεί στην καφέ σουέντ πολυθρόνα. «Εσύ τι πιστεύεις;», μου επιστρέφει το ερώτημα. «Πιστεύω πως κάτι παραπάνω θα ξέρει ο άνθρωπος που στα 24 του ανέτρεψε το θεώρημα του Nash και στα 27 του ήταν ήδη επίκουρος καθηγητής στο ΜΙΤ, ενώ παράλληλα τον διεκδικούσε η Microsoft», του απαντώ.
Ουσιαστικά τα παιδικά μου χρόνια ήταν ένα κολάζ από μαθηματικά, ιστορία, θέατρο, μουσική – ατέλειωτα ερεθίσματα.
Videos by VICE
Το όνομα Κωνσταντίνος Δασκαλάκης μόνο άγνωστο δεν είναι στην εγχώρια ειδησεογραφία τα τελευταία χρόνια. Ευλόγως, αν αναλογιστεί κανείς πως ο λιπόσαρκος άνδρας με τα επιμελώς ατημέλητα μαλλιά και την ευγενική φυσιογνωμία τόλμησε να μπει στο ρινγκ της γνώσης απέναντι στην αήττητη «ισορροπία των παιγνίων» -το μαθηματικό εργαλείο που χάρισε ένα Νόμπελ Οικονομικών στον John Forbes Nash δεκαετίες νωρίτερα. Εν τέλει, όχι απλώς βγήκε αλώβητος από τη μάχη, αλλά χάρη στη βοήθεια του καθηγητή του, Χρήστου Παπαδημητρίου, και του συνεργάτη του, Paul Goldenberg, απέδειξε στη διατριβή του [«The complexity of Nash Equilibria»] το εξής: Στα πολύπλοκα οικονομικά συστήματα δεν μπορεί κανείς να υπολογίσει το σημείο ισορροπίας. Ούτε καν κατά προσέγγιση. Εν ολίγοις, αμφισβήτησε την καθολικότητα του περιβόητου «Nash equilibrium», το οποίο για έξι δεκαετίες ήταν το κατεξοχήν εργαλείο πρόβλεψης του αποτελέσματος στρατηγικών συγκρούσεων στα Οικονομικά. Αυτές τις μέρες, ο Κωνσταντίνος, καθηγητής πια στο ΜΙΤ, βρίσκεται στην Αθήνα, προσκεκλημένος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, στο πλαίσιο της έκθεσης «Υβρίδια». Την Πέμπτη (12/01) θα πραγματοποιήσει μια ομιλία για τις διεθνείς εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη και τα τεχνολογικά άλματα που σημειώνονται εσχάτως σε αυτήν.
«Είχες δείξει από μικρός κάποια ιδιαίτερη κλίση στα μαθηματικά;», ανοίγω την κουβέντα. «Ναι, αν και ενδιαφερόμουν εξίσου για την ιστορία, τα αρχαία ελληνικά, τη γλώσσα. Βασικά οι γονείς μου ήταν καθηγητές μέσης εκπαίδευσης -ο πατέρας μου μαθηματικός, η μητέρα μου φιλόλογος. Μεγαλώνοντας, ξέκλεψα κάτι από την αγάπη και των δύο για τις επιστήμες τους. Ο πατέρας μου ήταν λακωνικός άνθρωπος, μιλούσε συνήθως όσο χρειαζόταν. Μου έδινε βεβαίως καθημερινά ερεθίσματα, χωρίς όμως να με διδάσκει με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Με προέτρεπε να αναζητήσω την πρόσθετη γνώση μόνος, να βρω τις απαντήσεις, να ιδρώσω. Θυμάμαι όταν ήμουν μαθητής ανακάλυψα κάποια στιγμή τα πανεπιστημιακά του συγγράμματα. Ξεκίνησα σιγά-σιγά να τα διαβάζω και όποτε είχα απορίες ζητούσα τη βοήθειά του – εκείνος με προσέγγιζε πάντοτε με τρόπο που εξίταρε τη σκέψη και τη φαντασία μου. Το ίδιο και η μητέρα μου. Με έπαιρνε μαζί της από πολύ μικρό να δούμε αρχαίο ή σύγχρονο θέατρο και έπειτα από την παράσταση συζητούσαμε για το έργο, μου ανέλυε το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο γράφτηκε, ρωτούσε ποια ήταν η γνώμη μου, μου εξηγούσε τις θεατρικές τεχνικές. Δεν επρόκειτο για ένα δομημένο μάθημα, αλλά μια χαλαρή κουβέντα. Στο σπίτι πάλι με γοήτευαν ανέκαθεν οι συζητήσεις των δικών μου -μπορούσα να τους παρακολουθώ για ώρες. Ουσιαστικά τα παιδικά μου χρόνια ήταν ένα κολάζ από μαθηματικά, ιστορία, θέατρο, μουσική – ατέλειωτα ερεθίσματα. Για καθετί ανέτρεχα στη βιβλιοθήκη – ευτυχώς είχαμε πολλά βιβλία. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε internet και google search. Η πρόσβαση στην πληροφορία δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση».
Σκέψου, ποιος κερδίζει στο τέλος της ημέρας απ’ το γεγονός ότι εγώ βρίσκομαι στις ΗΠΑ; Η Ελλάδα, στην οποία σπούδασα και μεγάλωσα; Σε καμία περίπτωση.
Ο Κωνσταντίνος αποφοίτησε από το Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, με βαθμό 9,98 στα 10. Ακολούθησαν μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές στο πανεπιστήμιο του Berkeley, ενώ στην πορεία δεν έλειψαν τα διεθνή βραβεία και οι διακρίσεις. «Παρακολουθώντας κάποιος τη διαδρομή σου, θα έλεγε πως είσαι χαρακτηριστική περίπτωση brain drain; Σκέφτεσαι ποτέ την επιστροφή στην Αθήνα;», τον ρωτώ. «Αν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες και μπορούσα να συνεισφέρω ουσιαστικά ασφαλώς και θα το σκεφτόμουν. Κοίταξε, αυτήν τη στιγμή υπάρχουν πολλοί καταξιωμένοι Έλληνες επιστήμονες, αναγνωρισμένοι διεθνώς, με σημαντικές επιτυχίες στο ενεργητικό τους, οι οποίοι ενδιαφέρονται πολύ για την Ελλάδα. Άπαντες θέλουν να βοηθήσουν με όποιον τρόπο μπορούν. Βέβαια, για να επιστρέψει κανείς, θα πρέπει να διαμορφωθεί ένα επιστημονικά ελκυστικό περιβάλλον. Για παράδειγμα να δημιουργηθεί ένα διεθνές ερευνητικό κέντρο με χρηματοδότηση ώστε να προάγουμε, σε πρώτη φάση, την έρευνα και μελλοντικά -με ένα κατάλληλο επιχειρηματικό πλάνο- να εξάγουμε νέες τεχνολογίες. Οι Έλληνες τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε βιομηχανικό επίπεδο έχουν πολλές επαφές στο εξωτερικό. Πρέπει επιτέλους να τις χρησιμοποιήσουμε προς όφελος της χώρας μας. Θα είναι τεράστιο λάθος να αφήσουμε τις επόμενες γενιές νέων επιστημόνων να αναζητήσουν την τύχη τους, όπως κάναμε εμείς, στη Δύση ή αλλού. Αυτά τα παιδιά είναι η πιο σημαντική επένδυση για τη Ελλάδα ειδικά στην παρούσα συνθήκη. Δεν πρέπει να χαθούν. Σκέψου, ποιος κερδίζει στο τέλος της ημέρας απ’ το γεγονός ότι εγώ βρίσκομαι στις ΗΠΑ; Η Ελλάδα, στην οποία σπούδασα και μεγάλωσα; Σε καμία περίπτωση. Αντίστοιχα με εμένα υπάρχουν χιλιάδες άλλες περιπτώσεις. Θέλουμε να βοηθήσουμε, αλλά αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει το πλαίσιο».
Τώρα τελευταία γρατζουνάω κι ένα μπαγλαμαδάκι, πότε-πότε.
Ο Κωνσταντίνος «πυροβολεί» με σιγουριά τη μια λέξη πίσω από την άλλη και δεν θυμίζει σε τίποτα το στερεότυπο του συνεσταλμένου επιστήμονα με τις νευρώδεις και «άγαρμπες» κοινωνικές δεξιότητες. «Πώς ξοδεύεις τον ελεύθερο χρόνο σου, όταν δεν βρίσκεσαι σε κάποιο εργαστήριο ή σε μια αίθουσα διδασκαλίας;», αλλάζω κουβέντα. «Πηγαίνω συχνά θέατρο, διαβάζω λογοτεχνία, παίζω μουσική». «Τι μουσική;», τον διακόπτω. «Κυρίως κλασικό πιάνο, αν και τώρα τελευταία γρατζουνάω κι ένα μπαγλαμαδάκι, πότε-πότε», λέει χαμογελώντας. «Συναντιέται κάπου η Τέχνη με την Επιστήμη, η τεχνητή νοημοσύνη με τον μπαγλαμά;», ρωτώ. «Αν το καλοσκεφτείς, οι επιστήμονες, ανεξαρτήτως πεδίου και αντικειμένου, ψάχνουμε την ίδια αλήθεια. Κοιτάμε την ίδια εικόνα από άλλες οπτικές. Η τέχνη μας προσφέρει διαφορετικές οπτικές που ούτε φανταζόμαστε πως υπάρχουν. Οπότε όχι απλώς συναντιούνται, αλλά συνδέονται με ένα τρόπο και αλληλεπιδρούν».
Ήδη μοιραζόμαστε πολλές προσωπικές πληροφορίες στα κοινωνικά δίκτυα.
«Μιας και θα μιλήσεις για την τεχνητή νοημοσύνη (Τ.Ν.) σε λίγες ώρες, έχω δίκιο που δεν εμπιστεύομαι την Τ.Ν. ή απλώς είμαι ένας τεχνοφοβικός τύπος που βούτηξε στην κινηματογραφική δυστοπία των χολιγουντιανών sci-fi films και δεν βγήκε ποτέ στην επιφάνεια;», ψελλίζω λίγο προτού φύγουμε. «Η αλήθεια είναι πως κάθε νέα τεχνολογία θέλει προσοχή. Ας πούμε ήδη μοιραζόμαστε πολλές προσωπικές πληροφορίες στα κοινωνικά δίκτυα ή σε websites και μηχανές αναζήτησης. Το θέμα της ιδιωτικότητας θα συνεχίσει να απασχολεί για πολλά χρόνια. Χρειάζεται συνετή χρήση και προσοχή. Στην Τ.Ν. οι εξελίξεις είναι ραγδαίες. Έχουν ήδη προκύψει και θα συνεχίσουν να προκύπτουν πολλά ηθικά ζητήματα».
Περισσότερα από το VICE
Πέρασα το Σαββατοκύριακό μου με Έναν Έμπορο Ναρκωτικών του Deep Web
Οι Αρχαίοι Έλληνες Έκαναν Καλύτερο Σεξ από Εσένα