Φωτογραφίες: Παναγιώτης Μαϊδης
Τον συναντώ στην Ομόνοια. Το χριστουγεννιάτικο βαρκάκι με τα led φωτάκια που στολίζει την πλατεία είναι σε κοντράστ τόσο με αυτά που ζει και που απέχουν μακράν από το πνεύμα των γιορτών, όσο και με αυτό που συμβολίζει πλέον η θάλασσα για εκείνον.
Videos by VICE
Για τον Mouad, από εκεί που οι ακτές στην Καζαμπλάνκα ήταν η μεγάλη του αγάπη, πλέον οι θάλασσα έχει συνδεθεί με την πιο σκληρή ανάμνησή του. Πριν λίγο καιρό είχε διασχίσει με μια «βάρκα του θανάτου» το Αιγαίο, από τα παράλια της Τουρκίας μέχρι τη Χίο. Εκεί τον γνώρισα. Ήταν χαμογελαστός, σχεδόν έλαμπε από ευτυχία. Έφερε την εικόνα του ανθρώπου που έχει καταφέρει να ξεπεράσει το μεγαλύτερο εμπόδιο στον δρόμο προς την πραγματοποίηση ενός μεγάλου οράματος. Να φτιάξει τη ζωή του. Είναι άλλωστε μόλις 20 ετών, φορτωμένος με όνειρα για ένα καλύτερο μέλλον που στη χώρα του δεν μπορεί να βρει. Γι’ αυτό άλλωστε έφυγε οικονομικός μετανάστης από εκεί, κάνοντας όλο αυτό το επικίνδυνο και δαπανηρό ταξίδι για να βρεθεί στο Παρίσι.
Μετά τη Χίο, ο Mouad ήρθε στην Αθήνα και απευθείας έφυγε για τα σύνορα με την ΠΓΔΜ. Έπειτα όμως από την ανέγερση του φράχτη, οι Αρχές των Σκοπίων επέτρεπαν τη διέλευση μόνο σε πρόσφυγες από τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μετανάστες από χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας και Κεντρικής Αφρικής (Ιράν, Παλαιστίνη, Μαρόκο, Τυνησία, Αλγερία, Σομαλία κ.ά.), να παραμένουν καθηλωμένοι στην ουδέτερη ζώνη των συνόρων Ελλάδας-ΠΓΔΜ, χωρίς να γνωρίζουν ποιο θα είναι το μέλλον τους. Καθώς είναι από το Μαρόκο, ο Mouad βρισκόταν κι αυτός για μέρες εγκλωβισμένος στην Ειδομένη. Έπειτα από την αστυνομική επιχείρηση εκκένωσης της περιοχής από τις ελληνικές Αρχές, την περασμένη Τετάρτη, οδηγήθηκε στις εγκαταστάσεις του παλιού αεροδρομίου, στο Ελληνικό. Μετά όμως κι από την απόφαση το περασμένο Σάββατο να κλείσει, επειδή οι εγκαταστάσεις χαρακτηρίστηκαν μη λειτουργικές, βρέθηκε τελικά σε ένα ξενοδοχείο στο κέντρο της Αθήνας.
Όλο αυτό το διάστημα είχαμε κρατήσει επαφή μέσω τηλεφώνου και με ενημέρωνε για τον Γολγοθά του ταξιδιού του. Το πρωί της Κυριακής μου στέλνει μήνυμα ότι θέλει να με συναντήσει για να με αποχαιρετήσει. «Αποφάσισα να γυρίσω στη χώρα μου», μου γράφει. Με το που τον βλέπω το βράδυ στην Ομόνοια, η όψη του δεν θύμιζε σε τίποτα το νεαρό αγόρι που είχα γνωρίσει στη Χίο. Φανερά πιο αδυνατισμένος, αδύναμος και σκυθρωπός, στέκεται απέναντί μου γεμάτος απογοήτευση.
«Έφυγα από το Μαρόκο πριν 1 μήνα και 5 ημέρες. Στο Μαρόκο δεν υπάρχουν δουλειές, γι’ αυτό σκέφτηκα να αλλάξω χώρα. Να βρω μια δουλειά για μια καλύτερη ζωή. Έχω σπουδάσει πληροφορική και για εμένα που είμαι εξειδικευμένος τεχνικός ο μισθός μου -μεικτά- είναι 250 ευρώ. Αυτά τα λεφτά δεν φτάνουν. Κάποιες φορές δούλεψα και σαν μοντέλο για τα χρήματα. Αλλά σκέψου ότι για ένα ντεφιλέ που κρατάει όλη την ημέρα σου δίνουν 10 ευρώ, ένα σάντουιτς κι ένα αναψυκτικό», λέει για το πώς αποφάσισε να φύγει και αρχίζει να μου διηγείται το ταξίδι του:
«Πήρα ταξί από το σπίτι μου, στην Καζαμπλάνκα, μέχρι το αεροδρόμιο. Μετά πήρα αεροπλάνο μέχρι την Τυνησία, δεύτερο αεροπλάνο για Τουρκία, λεωφορείο από την Κωνσταντινούπολη στη Σμύρνη. Εκεί βρήκα κάποιον για να μπορέσω να περάσω την θάλασσα για να πάω στη Χίο και του έδωσα 1.000 ευρώ. Συνολικά έχω ξοδέψει πάνω από 4.000 ευρώ», λέει ο Mouad. Η οικογένειά του έκανε αυτήν την «επένδυση» για να καταφέρει ο γιος τους να βρεθεί στην Ευρώπη όπου θα του παρουσιαστούν καλύτερες εργασιακές ευκαιρίες.
«Μόλις έφτασα στη Χίο, μου έδωσαν ένα χαρτί με το όνομά μου, το επίθετο και την εθνικότητά μου. Έγραφε ότι μέσα σε 30 ημέρες πρέπει να φύγω από την Ελλάδα. Μετά πήγα στο ταξιδιωτικό γραφείο, αγόρασα εισιτήριο και ήρθα με το πλοίο στον Πειραιά. Πήρα το λεωφορείο και πήγα στα σύνορα με τη Μακεδονία. Έκατσα εκεί 8-9 ημέρες. Η αστυνομία όμως με έφερε πίσω στην Αθήνα». Τον Mouad, τον πήγαν αμέσως στο Ελληνικό. «Υπήρχαν άτομα εκεί που έπιναν αλκοόλ κι έκαναν βλακείες κατά τη διάρκεια της νύχτας. Και οι συνθήκες ήταν χάλια. Ο υπεύθυνος μας είπε να φύγουμε και να πάμε αλλού. Όμως τα πράγματα είναι άσχημα εκεί μέσα και προτίμησα να πάω σε ξενοδοχείο. Δίνω 15 ευρώ τη νύχτα μέχρι να φύγω», αναφέρει.
«Το πιο επικίνδυνο κομμάτι του ταξιδιού μου ήταν όταν περνούσαμε τη θάλασσα. Κάναμε 2,5 ώρες και ήμασταν 60 άτομα μέσα στη βάρκα. Μπορεί η βάρκα μας να μην τούμπαρε μέσα στη θάλασσα, άλλα είδαμε πολλές στιγμές τον θάνατο μέχρι να φτάσουμε», θυμάται.
Τον ρωτώ αν ήξερε πόσο επικίνδυνο με ρίσκο την ίδια του τη ζωή θα ήταν αυτό το ταξίδι. «Το ήξερα», απαντά. «Ξέρεις, κάθε άνθρωπος θέλει μία καλή ζωή. Το ίδιο κι εγώ. Οπότε δεν σκεφτόμουν ότι μπορεί να πεθάνω. Διότι ο θάνατος είναι μία φορά. Αν πεθάνω πέθανα. Η κακή ζωή είναι καθημερινότητα».
Ο Mouad, μετά από όλα όσα έζησε τον τελευταίο μήνα κι έπειτα από το σφράγισμα των συνόρων, αποφάσισε να γυρίσει πίσω επειδή δεν έχει άλλη επιλογή όπως υποστηρίζει. «Αυτό που θέλω τώρα είναι να γυρίσω στη χώρα μου. Δεν υπάρχει τίποτα να κάνω. Θα κάτσω να πιω αλκοόλ όλο το βράδυ για να το ξεπεράσω. Χρειάζομαι οπωσδήποτε κάτι για να ξεχαστώ. Έχω τον αδελφό μου στο Παρίσι. Εκεί ήθελα να πάω. Αλλά είναι πολύ δύσκολο να μπεις στη Γαλλία αυτή τη στιγμή, μετά τις επιθέσεις. Υπάρχει ισλαμοφοβία. Θα είναι δύσκολα για εμένα που είμαι μουσουλμάνος», λέει.
Σηκωνόμαστε από την Ομόνοια κι αρχίζουμε να περπατάμε στο κέντρο της Αθήνας. Ακόμα δεν έχει προλάβει να δει τίποτα στην πόλη εκτός από το Σύνταγμα που, όπως λέει, είναι η αγαπημένη του πλατεία. Περπατώντας, στέκεται μπροστά από μία βιτρίνα των ZARA. «Τα ΖΑRA είναι η αγαπημένη μου μάρκα», λέει. «Στο Μαρόκο μόνο οι πλούσιοι τα φορούν. Αν ποτέ έφτανα στο Παρίσι θα ήθελα να δουλέψω εκεί και να φοράω μόνο τέτοια ρούχα».
Προχωράμε προς το Μοναστηράκι και βγάζει φωτογραφίες το κλειστό τζαμί. Φτάνουμε στο Θησείο και μου λέει πόσο όμορφη του φαίνεται πλέον η Αθήνα. Τον ρωτώ γιατί δεν μένει εδώ. «Δεν υπάρχει ελπίδα στην Ελλάδα. Υπάρχει πολύ ρατσισμός. Επίσης, δεν υπάρχουν δουλειές. Έχετε κρίση, ανεργία. Και εξαιτίας του ρατσισμού, σε καμία δουλειά δεν θα με αντιμετωπίσουν όπως κάποιον Έλληνα. Θα είμαι πάντα ξένος». Τον ρωτώ γιατί δεν κάνει αίτημα ασύλου τουλάχιστον. «Δεν μπορώ να κάνω αίτημα για άσυλο στην Ελλάδα, γιατί μετά δεν θα έχω το δικαίωμα να επιστρέψω στο Μαρόκο. Όπου κι αν κάνεις αίτημα ασύλου, μετά απαγορεύεται να επιστρέψεις στη χώρα μας. Γι’ αυτό, κανείς δεν σκέφτεται να κάνει αίτημα. Το 25% των Μαροκινών τώρα θέλουν να γυρίσουν γι’ αυτόν τον λόγο».
Ο Mouad έχει ήδη αρχίσει να οργανώνει το ταξίδι της επιστροφής. «Χρειαζόμουν VISA για να έρθω στην Ευρώπη και δεν είχα, γι’ αυτό έκανα όλο αυτό. Όμως, τώρα μπορώ να γυρίσω στο Μαρόκο με αεροπλάνο χωρίς VISA. Θα δώσω άλλα 350 ευρώ. Μόλις φτάσω θα με πάρει η αστυνομία και θα με ανακρίνουν», με ενημερώνει και μου εξηγεί ότι αυτός είναι και ο λόγος που μέχρι να λύσει τα νομικά ζητήματα φοβάται να δείξει δημόσια το πρόσωπό του.
Τον ρωτάω ποια όνειρα είχε αν έφτανε τελικά στο Παρίσι. «Ήθελα να δουλέψω στον τομέα μου. Να κάνω μάστερ και διδακτορικό στην Ανάπτυξη Πληροφορικής. Να φτιάχνω site στο Ίντερνετ. Και μετά, να επιστρέψω στο Μαρόκο και να ανοίξω μία εταιρία πληροφορικής που να φτιάχνει site και εφαρμογές». «Και τώρα;», τον ρωτώ. «Τώρα δεν υπάρχουν όνειρα. Θα σκίσω το πτυχίο μου και θα δουλέψω στη λαϊκή», λέει απογοητευμένος.
Περισσότερα από το VICE
Οι Μετανάστες Επέστρεψαν στην Ομόνοια και τα Κέντρα Κράτησης
Το Βερολίνο «Πιάστηκε» στον Ύπνο για το Προσφυγικό
Οι Περισσότεροι που Βρίσκονται σε Ιδρύματα για Παιδιά στην Ελλάδα δεν είναι Πλέον Παιδιά