Επιστρέφοντας στο γήπεδο του Μετς έπειτα από σχεδόν δύο δεκαετίες και βλέποντας τον Σάκη Τζαλαλή στον φυσικό του χώρο, στο γήπεδο όπου στα 80s και 90s με τη φανέλα του Παγκρατίου έβαζε το πάθος δίπλα στο όνομα του, δημιουργώντας μια από τις πιο cult, αγαπητές και ιστορικές φιγούρες της ελληνικής Α1, σκεφτόμουν πόσο αδιανόητα ρομαντική θα φανεί αυτή η αφήγηση στα παιδιά που γεννιόνταν, όταν αυτός ο ψηλός τύπος ανάγκαζε την εξέδρα να του αλλάξει τονισμό στο όνομα, για να ταιριάξει με το σύνθημα «Σάκη Τζαλάλη, είσαι παλικάρι».
Το περασμένο καλοκαίρι, ο Σάκης Τζαλαλής πήρε στην κυριολεξία τον χαρακτηρισμό ήρωας και όταν είδε μια γυναίκα να πνίγεται στο Λουτράκι, πήδηξε στο νερό και μετά από προσπάθεια 15 λεπτών, την έφερε πίσω στη ζώη. «Λέω, “Στα χέρια μου θα πεθάνει άνθρωπος;” και ξεκινάω να κάνω μαλάξεις. Δεν συνέρχονταν με τίποτα, βρίσκω ένα ξύλο και της το βάζω στο στόμα, για να ανοίξει – μετά από χτυπήματα πολλά στην πλάτη και στο στήθος, άρχισε να βγάζει νερό και να ξεφουσκώνει η κοιλιά της», θυμάται σήμερα.
Videos by VICE
«Τότε, είχα πρόταση και από τον Ηρακλή, με τα ίδια χρήματα. Όμως ήμουν ερωτευμένος και δεν ήθελα να χαθούμε»
Πριν από λίγους μήνες, με δάκρυα στα μάτια αφιέρωνε το βραβείο των δημοσιογράφων του ΠΣΑΤ «στα προσφυγάκια που χάνονται στη θάλασσα». «Ήταν αυθόρμητο, μου βγήκε εκείνη τη στιγμή», θα μας εξηγήσει σε μια συνέντευξη που φυσικά δεν περιορίστηκε στο μπασκετικό κομμάτι. Το ζήτημα του προσφυγικού, η δυσκολία των ανθρώπων του αθλητισμού να αναφερθούν σε κοινωνικά ζητήματα, η μετάλλαξη του μπάσκετ, οι αριστερές καταβολές του και η μπασκετική ανάμειξή του με την πολιτική, κυριάρχησαν στη συζήτηση.
VICE: Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με το μπάσκετ και πώς εξελίχθηκε η πορεία σου;
Σάκης Τζαλαλής: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Γιάννενα, ξεκίνησα το μπάσκετ στο σχολείο με έναν καθηγητή, τον Γιάννη Δούλη, να με παροτρύνει. Έπαιζα και βόλεϊ, αλλά το μπάσκετ με κέρδισε. Μάλιστα, δοκιμάστηκα και στο ποδόσφαιρο, όταν με είδε ο Jacek Gmoch που ήταν τότε προπονητής στον ΠΑΣ να βουτάω για τη μπάλα και θεώρησε πως θα έπρεπε να δοκιμαστώ στη θέση του τερματοφύλακα. Πήγα σε μια προπόνηση όλη κι όλη. Σύντομα βρέθηκα στον ΑΓΣΙ, που έδωσε επτά αθλητές στίβου στη Γυμναστική Ένωση, για να με αποκτήσει και από εκεί με μεταγραφή στο Παγκράτι.
Ταυτίστηκες όσο λίγοι με την ιστορική ομάδα του Παγκρατίου και αγαπήθηκες από τον κόσμο σαν να ήσουν Παγκρατιώτης. Τι θυμάσαι από εκείνην την περίοδο;
Ήταν το 1980, όταν επιφανείς Παγκρατιώτες συγκέντρωσαν το ποσό των δύο εκατομμυρίων δραχμών (σχεδόν 6.000 ευρώ), για να με φέρουν στην ομάδα, με τον πατέρα του Καλαμπάκου (σ.σ. συμπαίκτης του στο Παγκράτι) να βάζει τις 700.000 δραχμές (2.000 ευρώ) που υπολείπονταν, για να συγκεντρωθεί το ποσό. Η ομάδα πήρε 1.700.000 (5.000 ευρώ) και εγώ 300.000 (περίπου 900 ευρώ), που τότε ήταν πολλά λεφτά. Να φανταστείς πως το αυτοκίνητο που αγόρασα, ένα FIAT Uno, κόστισε μόλις 70.000 δρχ (200 ευρώ). Ήταν η πρώτη μεταγραφή του Παγκρατίου με χρήματα. Για την απόφασή μου να πάω στο Παγκράτι έπαιξε ρόλο και η σχέση μου με τη σύζυγό μου. Τότε, είχα πρόταση και από τον Ηρακλή, με τα ίδια χρήματα. Όμως ήμουν ερωτευμένος και δεν ήθελα να χαθούμε. Με την Αντιγόνη είμαστε μαζί από το σχολείο, πλέον έχουμε δύο κόρες 23 και 25 ετών που παίζουν βόλεϊ στον Ηλυσιακό, η μία είναι γυμνάστρια και η άλλη νηπιαγωγός.
«Θυμάμαι σε μια συνέντευξη ο Žarko Paspalj είχε πει ότι “Ο παίκτης που με έπαιξε πιο καθαρά και αποτελεσματικά ήταν ο Σάκης Τζαλαλής του Παγκρατίου”»
Στο Παγκράτι με είχαν σαν δικό τους παιδί και νιώθω μεγάλη ευγνωμοσύνη, ήταν μια ομάδα μικρή, αλλά με μεγάλο όνομα και ιστορία, μια ομάδα βγαλμένη από τη γειτονιά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το πρώτο μου βράδυ στην Αθήνα: Με πήραν -σύσσωμη η ομάδα- και με πήγαν στον Λέντζο, στις 11 το βράδυ για καφέ. «Μα καφέ τέτοια ώρα;», τους είπα, «Εδώ κοιμόμαστε αργά», μου απάντησαν. Όλο το βράδυ έμεινα ξύπνιος, πώς να κοιμηθώ με τον καφέ του Λέντζου; Τα παιδιά με έβαλαν στα σπίτια τους, δεν με άφησαν να πάω στο ξενοδοχείο, μου είχαν κλείσει εστιατόριο για να τρώω, αλλά με έπαιρναν στα σπίτια τους. Ήμουν δικό τους παιδί, γι’ αυτό και έμεινα 11 χρόνια.
Θεωρώ πως στη ζωή ό,τι δώσεις, θα πάρεις. Εγώ ήμουν φτωχαδάκι και ξαφνικά βρέθηκα με πάρα πολλά λεφτά. Είχα φτιάξει, λοιπόν, ένα «κλαμπ φτωχών» με 16-17 άτομα και βοηθούσα, όπως μπορούσα. Όταν έβγαζες 200.000 δραχμές (σχεδόν 600 ευρώ), δεν ήταν τίποτα να δώσεις σε ανθρώπους που το είχαν ανάγκη τέσσερις-πέντε χιλιάδες (5-15 ευρώ). Ανταπέδιδα την αγάπη που έπαιρνα και ήταν μεγάλη. Να φανταστείτε, στον γάμο μου που έγινε στο Αιγάλεω συγκεντρώθηκαν 1.000 άτομα, Παγκρατιώτες, έγινε λαϊκό προσκύνημα.
Στο αγωνιστικό κομμάτι, ποια ήταν η δυναμική της ομάδας του Παγκρατίου, σε σχέση με τους λεγόμενους «μεγάλους» του πρωταθλήματος;
Βλέπαμε όλες τις ομάδες κατάματα. Είχαμε κερδίσει Παναθηναϊκό, ΠΑΟΚ – όλες τις μεγάλες ομάδες. Μέσα από μια γειτονιά, φτιάξαμε μια πολύ μεγάλη ομάδα. Να φανταστείτε, μας έδειχνε η τηλεόραση την ώρα που δεν μετέδιδε αγώνες Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού. Το γήπεδο ήταν πάντα γεμάτο, ακόμη και εμείς οι παίκτες δεν μπορούσαμε να βρούμε εισιτήρια. Όλοι εμείς από την παρέα, μεγαλώσαμε στον Λέντζο.
[VICE Video] Ο Νίκος Παππάς τα Λέει Χύμα Μέχρι την Κόρνα της Λήξης
Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.
Τότε μεσουρανούσε ο Άρης, αλλά όλες οι ομάδες ήταν ανταγωνιστικές. Νομίζω πως άλλαξαν τα πράγματα όταν εκτοξεύθηκαν τα ποσά των χρημάτων που ξεκίνησαν να δαπανούν οι «μεγάλοι» για το μπάσκετ. Όμως η εποχή εκείνη ήταν καλύτερη, γενικότερα για το άθλημα – και για τις ομάδες που συμμετείχαν σε πιο ανταγωνιστικά πρωταθλήματα, αλλά και για τα παιδιά που ήθελαν να ασχοληθούν με το μπάσκετ. Τότε, θυμάμαι, πολλά παιδιά έρχονταν για προπονήσεις δωρεάν και χωρίς ωράρια, είχα αναλάβει κι εγώ κάποια από αυτά. Τώρα, για να παίξουν μπάσκετ τα παιδιά, πρέπει οι γονείς να πληρώσουν – μια ώρα προπόνηση και τέλος.
Έχοντας τη φήμη του σκληροτράχηλου, πώς σε αντιμετώπιζαν οι αντίπαλοι;
Θυμάμαι σε μια συνέντευξη ο Žarko Paspalj είχε πει ότι «Ο παίκτης που με έπαιξε πιο καθαρά και αποτελεσματικά ήταν ο Σάκης Τζαλαλής του Παγκρατίου». Σε ένα ματς με τον Ολυμπιακό, τότε που ο Žarko σημείωνε 30 και 40 πόντους, είχε βάλει μόλις 12 και ήταν μεγάλη τιμή για μένα να λέει κάτι τέτοιο ένας παίκτης σαν τον Paspalj. Οι αντίπαλοι στην αρχή με φοβούνταν, αλλά μετά τον αγώνα μού έδιναν το χέρι, επειδή δεν έπαιζα βρώμικα, δεν τους χτυπούσα.
«Όταν μια οικογένεια φεύγει από τον τόπο της κυνηγημένη, δεν μπορείς να μην απλώσεις το χέρι, αλίμονό μας»
Τον περασμένο Σεπτέμβρη, έσωσες μια γυναίκα από πνιγμό σε παραλία στο Λουτράκι. Μπορείς να μας περιγράψεις το περιστατικό;
Εχω ένα εξοχικό στο Λουτράκι, είμαστε στην ίδια πολυκατοικία με τον Βασίλη Κικίλια, τους γονείς του και τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργο Δημαρά, φίλοι αγαπημένοι. Παίζουμε τάβλι στην παραλία με τον πατέρα του Κικίλια και ξαφνικά ακούμε μια γυναίκα να φωνάζει «βοήθεια». Σηκωνόμαστε όλοι, κοιτάζουμε και βλέπουμε στη θάλασσα ένα πτώμα. Αυτή η γυναίκα είχε πεθάνει. Την τραβάω έξω – πρέπει να ήταν μέσα στη θάλασσα δέκα λεπτά, είχε γίνει 200 κιλά από το νερό που είχε πιει. Την τραβάω έξω, λοιπόν, μαζί με τον Δημαρά που με βοήθησε και αυτός – είχαν μαζευτεί καμιά δεκαπενταριά άτομα, αλλά ο κόσμος δεν πλησίαζε, έλεγε «μια νεκρή, μια νεκρή». Λέω, «Στα χέρια μου θα πεθάνει άνθρωπος;» και ξεκινάω να κάνω μαλάξεις. Δεν συνέρχονταν με τίποτα, βρίσκω ένα ξύλο και της το βάζω στο στόμα, για να ανοίξει – μετά από χτυπήματα πολλά στην πλάτη και στο στήθος, άρχισε να βγάζει νερό και να ξεφουσκώνει η κοιλιά της. Μετά από 15 λεπτά -χρονομετρούσε ο Δημαράς και μου το είπε- κάνει έναν σπασμό στην κοιλιά. «Τη φέραμε πίσω», σκέφτηκα. Ξεκίνησε να συνέρχεται και στο εικοσάλεπτο ήρθε και το ασθενοφόρο. Την επισκέφτηκα στο νοσοκομείο, με αναζήτησε και η ίδια και πλέον κρατάμε επαφή. Μάλιστα, θέλησε να μου δώσει ένα ποσό 15.000 ευρώ. Δεν τα πήρα, της είπα πως αυτό που έκανα δεν εξαγοράζεται και ας τα δώσει όπου θεωρεί εκείνη ότι χρειάζονται.
Αυτό το περιστατικό στάθηκε αφορμή, ώστε να βραβευτείς από τον ΠΣΑΤ. Κατά τη διάρκεια της βράβευσης, σε παρακολουθήσαμε φανερά συγκινημένο να αφιερώνεις το βραβείο στα προσφυγάκια που χάνονται στις θάλασσες
Ήταν κάτι που μου βγήκε αυθόρμητα. Εγώ ζω με παιδιά, είναι ψυχούλες, πολλά παιδιά έχουν προβλήματα από τους γονείς, είναι παραμελημένα. Με το προσφυγικό, τι να σας πω, έχω βρεθεί κάπως κοντά σ’ αυτά τα παιδιά. Προσπαθώ να βοηθάω. Μας αφορά όλους, είναι ψυχές και πρέπει να ζήσουν. Όταν μια οικογένεια φεύγει από τον τόπο της κυνηγημένη, δεν μπορείς να μην απλώσεις το χέρι, αλίμονό μας. Έτσι μεγάλωσα, έτσι είμαι ως άνθρωπος. Μάζεψα κάτι τρόφιμα και τα πήγα. Βλέπεις τη λαχτάρα αυτών των παιδιών να πάρουν τη σοκοφρέτα και λες «Πού έχουμε φτάσει;». Πιστεύω πως δεν κάνουμε αρκετά ως κοινωνία, δεν τους έχουμε αγκαλιάσει, τους έχουμε ακόμη σε απόσταση – πιστεύω πάρα πολύ στον άνθρωπο, πιστεύω ότι μπορούμε να κάνουμε περισσότερα. Θα μου πεις, «Εσύ θα έβαζες στο σπίτι σου έναν πρόσφυγα;» – ναι, εγώ θα έβαζα. Ως κοινωνία, μπορούμε να κάνουμε περισσότερα, ακόμη και μέσα στην κρίση. Θα μου πεις, «Θα κοιτάξει τον δίπλα του αυτός που δεν έχει να φάει;» – και όμως, πρέπει να δώσει το χέρι.
Σπάνια βλέπουμε ανθρώπους του αθλητισμού να μιλούν για ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα. Συνέβη, ωστόσο, πέρσι, όταν πολλοί συγκέντρωσαν υπογραφές για την Ηριάννα. Εσύ θα υπέγραφες;
Ναι, θα υπέγραφα. Δεν γνώριζα καλά τότε το θέμα. Οι άνθρωποι του αθλητισμού φοβούνται να μη στιγματιστούν, αλλά πρέπει να συμμετέχουν σε κοινωνικές παρεμβάσεις, να έχουν λόγο. Ενδεχομένως να βοηθούν κρυφά, αλλά θα πρέπει να το κάνουν φανερά, επειδή πάντα ο αθλητής είναι το παράδειγμα. Αυτά που έχουμε πάρει ως αθλητές, τα χρήματα, την προβολή, θα πρέπει να ανταποδώσουμε, να ανοίξουμε την καρδιά μας, να δώσουμε.
Εξακολουθείς να παίζεις μπάσκετ, τόσο με την ομάδα των βετεράνων όσο και με την ομάδα μπάσκετ της Βουλής.
Με την ομάδα των βετεράνων συμμετέχουμε σε κοινωνικές δράσεις, ακόμη και σε ταξίδια στο εξωτερικό. Η ομάδα της Βουλής ήταν μια πρωτοβουλία του Γιάννη Ιωαννίδη και του Ανδρέα Λοβέρδου. Πώς έμπλεξα; Πριν από δέκα χρόνια, έτρωγε ο Ιωαννίδης με τον Λοβέρδο σε μια ταβέρνα και αφού συστηθήκαμε, μου είπαν «Αύριο προπόνηση» και από τότε κολλήσαμε. Πέρα από αυτούς τους δύο, στην ομάδα είναι ο Νίκος Παναγιωτόπουλος της Ν.Δ., ο Καραγκούνης, ο Δήμας, ο Μάριος Γεωργιάδης από την Ένωση Κεντρώων, ο Κεφαλογιάννης, ο Άδωνις ερχόταν παλιότερα, τώρα έρχεται ο αδελφός του, ο Λεωνίδας, και δυο-τρεις φορές ο Στέφος του ΣΥΡΙΖΑ. Παλιότερα, ερχόταν και ο Κυριάκος. Εκτός Βουλής, οι πολιτικοί είναι όπως εμείς, με την πλάκα, το χιούμορ, με τους τσακωμούς. Η κουβέντα δεν πηγαίνει στα πολιτικά σε αυτές τις συγκεντρώσεις. Όσοι ασχολούνται με την πολιτική και αγαπούν το μπάσκετ, έχουν απωθημένο, επειδή δεν έπαιξαν, σκοτωμός γίνεται στις προπονήσεις. Στην αρχή, μας έβλεπαν δύσπιστα οι αντίπαλοι στα παιχνίδια – ξέρεις, όταν βλέπει ένας εργαζόμενος έναν πολιτικό, θέλει να τον φτύσει, με μένα όμως ήταν εντάξει. Αλλά και οι πολιτικοί είναι στην αρχή διστακτικοί, φοβούνται. Πλέον, οι πολιτικοί δεν βγαίνουν εύκολα στις πλατείες και δεν κυκλοφορούν μόνοι τους, όμως με τον αθλητισμό γίνεται ευκολότερη η επαφή με τον κόσμο.
«Οι ιδέες σου δεν γίνεται να είναι ίδιες με ενός χρυσαυγίτη και οι ιδέες μπορούν να κάνουν κακό»
Ποια είναι η δική σου σχέση με την πολιτική;
Ήμουν υποψήφιος με το ΠΑΣΟΚ στη Β΄ Αθηνών. Έχω αριστερές καταβολές, ο πατέρας μου έκανε 15 χρόνια εξορία, έχει οργώσει τη Γυάρο και τη Μακρόνησο. Τι σημαίνει να είσαι Αριστερός; Να αγωνίζεσαι για την κοινωνική δικαιοσύνη, για το γενικό καλό, να μη θέλεις να υπονομεύσεις τον διπλανό σου. Οι Δεξιοί δεν φαίνονται, δεν το λένε εύκολα, ενώ οι Αριστεροί το λένε, πλέον, πιο εύκολα, το λένε και σαν καμάρι. Είναι και τιμή να λες ότι είσαι Αριστερός. Καλοί άνθρωποι υπάρχουν παντού και εγώ μιλάω με πολιτικούς από όλα τα κόμματα, αλλά οι ιδέες σου δεν γίνεται να είναι ίδιες με ενός χρυσαυγίτη και οι ιδέες μπορούν να κάνουν κακό.
Περισσότερα από το VICE
In Photos: Τα πιο Ονειρικά Γηπεδάκια Μπάσκετ του Κόσμου
Ποιος Είναι ο Φραγκούλης Φράγκος, o Στρατηγός που Έκλεψε την Παράσταση στο Συλλαλητήριο
Το Πρώτο Βράδυ στον Στρατό Είναι το πιο Δύσκολο