Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο VICE UK.
Το Mutiny Hotel ήταν κάτι σαν Έπαυλη του Playboy για το Μαϊάμι, όπου βαρόνοι των ναρκωτικών, δολοφόνοι και πράκτορες της CIA συνυπήρχαν με την Jackie Kennedy, τους Led Zeppelin και παίκτες του αμερικάνικου ποδοσφαίρου. Άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του το 1969, νότια του κέντρου του Μαϊάμι, στο Κόκονατ Γκρόουβ και φιλοξενούσε το πριβέ κλαμπ Mutiny, στο οποίο είχαν πρόσβαση αποκλειστικά και μόνο VIP μέλη. Το πελατολόγιο του κλαμπ περιλάμβανε τους νεόπλουτους της Λατινικής Αμερικής και τους διαβόητους Καουμπόηδες της Κοκαΐνης, οι οποίοι γνωστοποίησαν την παρουσία τους στον κόσμο με το μακελειό στο εμπορικό κέντρο Dadeland, το 1979. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, αποτελούσε έναν από τους δημοφιλέστερους και πολυτελέστερους προορισμούς στον πλανήτη και συναγωνιζόταν ακόμη και το θρυλικό Studio 54. Όμως το 1984, με τις Αρχές να ασκούν όλο και μεγαλύτερες πιέσεις, το κτίριο πωλήθηκε για σχεδόν 17 εκατομμύρια δολάρια.
Videos by VICE
Σε ένα νέο βιβλίο, το Hotel Scarface: Where Cocaine Cowboys Partied and Plotted to Control Miami (Ξενοδοχείο ο Σημαδεμένος: Εκεί Όπου οι Καουμπόηδες της Κοκαΐνης Διασκέδαζαν και Κατέστρωναν Σχέδια για να Καταλάβουν το Μαϊάμι), ο απόφοιτος της Σχολής Επιχειρηματικών Σπουδών του Χάρβαρντ και παρουσιαστής του Full Disclosure στον ραδιοφωνικό σταθμό NPR One, Roben Farzad, εξερευνά την ιστορία ενός ξενοδοχείου, το πνεύμα του οποίου χαράχτηκε για πάντα στη μνήμη της ιστορίας μέσω του Σημαδεμένου. Το VICE μίλησε τηλεφωνικώς με τον Farzad, για να μάθει γιατί ήταν τόσο δύσκολο για την Αστυνομία να διεισδύσει στο Mutiny, τι διαλόγους αντάλλασσαν οι εγκληματίες με τους celebrities στο ξενοδοχείο και πώς έφτασαν όλα αυτά στο τέλος τους.
VICE: Πότε έμαθες για πρώτη φορά την ύπαρξη του Mutiny Hotel και γιατί αποφάσισες να γράψεις ένα βιβλίο για αυτό;
Roben Farzad: Ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή λίγες εβδομάδες προτού φύγω για το πανεπιστήμιο, το ’94. Χωρίς να θέλω να ακουστώ γελοίος και περίεργος, πρέπει να σου πω ότι με στοίχειωσαν τα πράγματα που είδα. Δεν είμαι παραδομένος στο υπερφυσικό, όμως αυτό το μέρος και οι χαρακτήρες του με στοίχειωσαν, λίγο προτού ανέβω στον Βορρά, για να ξεκινήσω το πανεπιστήμιο. Όταν νοσταλγούσα την πόλη μου, σκεφτόμουν το ξενοδοχείο και έκανα έρευνα στη βιβλιοθήκη ή έπαιρνα τηλέφωνα. Επί 23 χρόνια, κουβαλούσα μαζί μου έναν φάκελο ή κρατούσα σημειώσεις – και ακόμη συνεχίζω. Σιγά-σιγά ξεκίνησε να χτίζεται κάτι. Τελικά, βρέθηκα σε ένα σταυροδρόμι όπου έπρεπε να φτιάξω μια πρόταση για βιβλίο. Είχα φτάσει σε ένα σημείο που ένιωθα «ή τώρα ή ποτέ».
Το πιο επιδεικτικό πράγμα που έκαναν ήταν να παραγγέλνουν κάσες ολόκληρες με Dom Pérignon, να τις αδειάζουν σε μια μπανιέρα με ζεστό νερό και να βουτάνε μέσα γυμνοί με τις groupies τους.
Με ποιους μίλησες και πώς κατάφερες να τους προσεγγίσεις;
Φρόντισα να διαδοθεί στο Μαϊάμι ότι ασχολούμαι με αυτό και όταν καταφέρνεις να βρεις έναν (ομολογουμένως μικρό) παίκτη από το κλαμπ, θα πει και μια καλή κουβέντα για εσένα. Όμως παίρνει καιρό. Η γνωριμία μου με έναν από τους πρώην γκάνγκστερ που βγήκε από τη φυλακή και άνοιξε εστιατόριο στο Μαϊάμι ήταν καταλυτική. Ασκούσα συνεχώς πιέσεις προσπαθώντας να τους πείσω, μέχρι που συνειδητοποίησαν ότι, πρώτον, ισχύει το καθεστώς παραγραφής, αν δεν έχεις διαπράξει δολοφονία και, δεύτερον, ότι ήμουν διακριτικός και ήθελα απλώς να παρουσιάσω το πάθος αυτής της ιστορίας. Πολύς κόσμος δεν ήθελε να μιλήσει.
Πώς βοήθησε το ντοκιμαντέρ Cocaine Cowboys (Καουμπόηδες της Κοκαΐνης);
Τα παιδιά έγραψαν την εισαγωγή του βιβλίου μου. Ο Billy [Corben] και ο Alfred [Spellman] είναι φίλοι μου. Μεγαλώσαμε στην ίδια περιοχή του Μαϊάμι. Τους έκανα αφιέρωμα, όταν έγραφα στο Business Week. Η ταινία τους άνοιξε τον δρόμο για μια αναγέννηση του ενδιαφέροντος για εκείνην την εποχή. Τα παιδιά χτύπησαν φλέβα. Όταν έκανα την έρευνά μου, επικοινώνησα μαζί τους. Είπα στον Alfred, «Είμαι ο καπετάνιος Ahab και αυτό είναι ο Moby Dick που κυνηγάω» και εκείνος ήταν σε φάση, «πες μου τι μπορώ να κάνω για να σε βοηθήσω».
Τι σε εξέπληξε περισσότερο;
Όταν είσαι έξω από όλο αυτό και έχεις μεγαλώσει ακούγοντας τα κηρύγματα της Nancy Reagan, του George Bush και της Δίωξης Ναρκωτικών, νομίζεις ότι αυτοί οι έμποροι κοκαΐνης ήταν σαν τον Tony Montana. Όμως, ένας από τους μεγαλύτερους βαρώνους της κοκαΐνης στην ιστορία του Μαϊάμι, ο οποίος πίνει κόκες σχεδόν όλη του τη ζωή, παίζει πιάνο εξαιρετικά. Αντλεί τις γνώσεις του από την ανθρωπολογία, τη CIA, την κοινωνιολογία, την πολιτική και την οικονομία.
Βλέπεις διάφορες πτυχές ανθρώπων τους οποίους θεωρούσες τέρατα εθισμένα στην κοκαΐνη. Όμως και αυτοί από την πλευρά τους, δεν ήθελαν να έχουν καμία σχέση με την ταινία Ο Σημαδεμένος, όταν γυριζόταν το ’82-’83. Τώρα όμως, που Ο Σημαδεμένος έχει τη δική του υπόσταση, τώρα που ατάκες της ταινίες είναι πασίγνωστες και έχει επανακυκλοφορήσει χιλιάδες φορές, πολλοί από αυτούς τους τύπους θέλουν να βγουν και να πουν, «Ρε φίλε, νομίζω ότι αυτό έχει βασιστεί στη ζωή μου».
Πόσο δυσκολεύτηκε να διεισδύσει η Δίωξη στο Mutiny;
Απίστευτα. Ένας μπάτσος μου είπε ότι η κόκα που έπιναν αυτοί οι τύποι μέσα σε ένα βράδυ, κόστιζε περισσότερα από όσα έβγαζε ο ίδιος μέσα σε έναν χρόνο, ακόμη και με τις υπερωρίες. Όταν έχεις τόσο χρήμα, μπορείς να λαδώσεις τους μπάτσους, ακόμη και να εξαγοράσεις τους δικαστές. Προτού γίνει κομμουνιστικό κράτος η Κούβα, τα πάντα ήταν προς πώληση. Κυριαρχούσε η κλεπτοκρατία. Μπορούσες να αγοράσεις τη δικαιοσύνη. Μπορούσες να πληρώσεις, για να γλιτώσεις κατηγορητήρια για βιασμό και εγκατάλειψη θύματος και ακριβώς αυτή η νοοτροπία μεταφέρθηκε και στο Mutiny. Το Αστυνομικό Τμήμα του Μαϊάμι δυσκολευόταν στη στρατολόγηση νέων αστυνομικών, καθώς οι δικαστικές αρχές και πολλά από τα στελέχη της είχαν διαφθαρεί. Έβλεπαν τα χρήματα και δεν μπορούσαν να αντισταθούν.
Μεταξύ των μπάτσων και των βαρόνων των ναρκωτικών υπήρχε μιας είδους ζώνη ελεύθερου εμπορίου.
Τι σήμαινε η παρουσία κάποιου σε ένα μέρος όπως το Mutiny;
Οι πιο επιδεικτικοί ήταν οι Κουβανοί και τα «γκρίνγκο» τσιράκια τους. Οι Κολομβιανοί, τις λίγες φορές που εμφανίζονταν στο Mutiny, ήταν χαμηλών τόνων. Συμπεριφέρονταν πολύ περισσότερο ως επαγγελματίες και ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου για αυτούς. Οι έμποροι σκόρπιζαν παντού λεφτά και φρόντιζαν να δείχνουν στους πάντες ότι δεν υπολόγιζαν καθόλου το χρήμα. Υπήρχαν αμέτρητες σαμπάνιες Dom Pérignon και Perrier-Jouët στο τραπέζι. Δύο από τους παλιούς εμπόρους παράγγελναν πάντα Lafite Rothschild, εκείνο το πανάκριβο κρασί, από τα χρόνια πριν από την Κουβανική Επανάσταση. Πλήρωναν με μετρητά –γύρω στα 1.200 δολάρια το μπουκάλι– και άφηναν και 200 δολάρια πουρμπουάρ στον σερβιτόρο.
Το πιο επιδεικτικό πράγμα που έκαναν ήταν να παραγγέλνουν κάσες ολόκληρες με Dom Pérignon, να τις αδειάζουν σε μια μπανιέρα με ζεστό νερό και να βουτάνε μέσα γυμνοί με τις groupies τους. Ήταν το καλύτερο μέσο εκδημοκρατισμού – τα μετρητά. Νεόπλουτοι από την Κούβα και τη Βενεζουέλα –που κανονικά δεν θα τους επιτρεπόταν η είσοδος στο πριβέ κλαμπ– είχαν πρόσβαση, καθώς, όταν είσαι βαρόνος της κόκας και έχεις τόσα λεφτά, όλοι οι διάσημοι θέλουν να διασκεδάσουν μαζί σου. Αυτοί οι τύποι έκαναν παρέα με τους Crosby, Stills, Nash and Young, τους Fleetwood Mac, τους Cars και άλλους. Τα λεφτά ήταν ο απόλυτος εξισωτικός παράγοντας.
Μπορείς να μου μιλήσεις για κάποιον ενδιαφέροντα χαρακτήρα που συνάντησες καθώς έγραφες το βιβλίο;
Ο Ricardo «Monkey» Morales στοίχειωνε πολύ κόσμο στο Μαϊάμι. Κατέτρεχε εισαγγελείς και αστυνομικούς. Ήταν η ενσάρκωση όλων των πραγμάτων που είχαν πάει στραβά μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας. Ήταν σαν ένας χαμένος κατάσκοπος. Το βιβλίο θα μπορούσε να έχει ονομαστεί «Ο Monkey στο Μαϊάμι», αν δεν είχε σκοτωθεί τόσο νωρίς. Κατά κάποιον τρόπο, εκτελούσε μια αποστολή αυτοκτονίας, μέχρι και το 1982. Έχοντας περάσει πολλά βάσανα, ουσιαστικά ήταν ένας άνθρωπος που έπασχε από διαταραχή μετατραυματικού στρες, ο οποίος ζούσε μια ζωή στα άκρα, γεμάτη κοκαΐνη και βία. Όμως υπήρχαν πολλοί τέτοιοι άνδρες στο Μαϊάμι, άνθρωποι που νοσταλγούσαν απίστευτα την Κούβα, οι οποίοι δεν κατάφεραν ποτέ να επιστρέψουν και προσπαθούσαν να ξορκίσουν τη διαταραχή μετατραυματικού στρες και τη θλίψη τους, με την ακραία ζωή τους.
Τι επαφές υπήρχαν μεταξύ των celebrities, των μουσικών, των μεγαλεμπόρων, των πληροφοριοδοτών και των αστυνομικών στο Mutiny;
Μεταξύ των μπάτσων και των βαρόνων των ναρκωτικών υπήρχε μιας είδους ζώνη ελεύθερου εμπορίου: «Ξέρουμε γιατί είσαι εδώ, ξέρεις γιατί είμαστε εδώ, ας μην κάνουμε σκηνή». Έχεις δει ποτέ τη σειρά Διώκτες του Εγκλήματος (The Wire), όπου ένας τύπος περνάει με το αυτοκίνητο μπροστά από τους μπάτσους και τους χαιρετάει; Έτσι ήταν. Οι εγκληματίες δεν είχαν τίποτα προσωπικό με τους μπάτσους. Η δουλειά των μπάτσων ήταν να τους κυνηγάνε. Η δουλειά των εγκληματιών ήταν να τους ξεφεύγουν και να τους διαφθείρουν.
Αν είσαι ένας μεγαλέμπορος που βρίσκεται στο κλαμπ και βλέπεις να μπαίνει μέσα η Stevie Nicks των Fleetwood Mac, οι Led Zeppelin και άλλες μεγάλες προσωπικότητες του χώρου, δεν θέλεις να φανείς σαν κοριτσάκι που έχει πάει σε συναυλία των Beatles. Είσαι σε φάση, «Θα στείλω ένα μπουκάλι στο τραπέζι τους». Όλοι ήξεραν πολύ καλά γιατί βρισκόταν εκεί ο καθένας. Γενικά, δεν έπεφταν πυροβολισμοί και ξύλο εκεί μέσα και αυτό κράτησε μέχρι που το Μαϊάμι βρέθηκε σε μια κατάσταση παροξυσμού και έγινε μια πόλη όπου βασίλευαν οι δολοφονίες και η δίψα για αίμα.
Πώς κατάφερε τελικά η Αστυνομία να κλείσει το Mutiny Hotel και να βάλει τέλος στις δραστηριότητες των πελατών του;
Μετά το 1981, οι μπάτσοι είπαν στον ιδιοκτήτη, «Κοίτα, ως εδώ ήταν, πρέπει να πουλήσεις την επιχείρηση». Ο ιδιοκτήτης συμβουλεύτηκε τον αστρολόγο του και πούλησε το ξενοδοχείο για 17 εκατομμύρια δολάρια. Γενικά, δεν γίνονταν φόνοι μέσα στο Mutiny, μέχρι την ιστορία με τη Margarita.
Ποια ήταν αυτή;
Ήταν μια πανέμορφη κοπέλα από τη Δομινικανή Δημοκρατία που σύχναζε στο Mutiny, η οποία δολοφονήθηκε από έναν εντελώς τρελαμένο κατά συρροή δολοφόνο/καουμπόι της κοκαΐνης. Έκανε θυσίες με ζώα και αποπλάνησε τη Margarita, πείθοντάς την ότι θα τη βοηθήσει να κάνει καριέρα στον κινηματογράφο. Η Margarita βρέθηκε τυλιγμένη σε μια κουβέρτα του Mutiny στα Φλόριντα Κις. Τότε ξεκίνησαν να καταλαβαίνουν πολλοί θαμώνες ότι παίζονταν ζωές εκεί και ότι το κλαμπ δεν ήταν απλώς παιδική χαρά.
Όταν έγινε η μαζική μετανάστευση των Κουβανών στην Αμερική, γνωστή και ως «Mariel boatlift» και οι πρόσφυγες έφτασαν στο ξενοδοχείο, ξεκίνησαν να πέφτουν πυροβολισμοί στους πάνω ορόφους. Αυτό ξεκαθάρισε το τοπίο και τα μεγάλα στελέχη του Mutiny αποφάσισαν να ανοίξουν τα δικά τους κλαμπ. Ο Don Johnson, ο Philip Michael Thomas και άλλοι διάσημοι εμφανίζονταν πλέον σε εκείνα τα club, αντί για το Mutiny. Σε εκείνη τη φάση, το Mutiny είχε πλέον πουληθεί και είχε χρεωκοπήσει.
Το «Hotel Scarface: Where Cocaine Cowboys Partied and Plotted to Control Miami» κυκλοφορεί στις 17 Οκτωβρίου από τις εκδόσεις Bantam Press.
Περισσότερα από το VICE
«Στα Εξάρχεια Ένιωσα σαν Ερωτευμένος Έφηβος»: Το Γράμμα Ενός 28χρονου Πρόσφυγα Προς την Ελλάδα
Αυτή Είναι η πιο Ωραία Πολυκατοικία της Αθήνας – με Διαφορά
Βασίλη Τσιάρτα, Καλύτερα να Κλωτσάς Παρά να Ποστάρεις