Ορισμένοι επιστήμονες λένε ότι μπορεί τελικά να τα καταφέρουμε να σώσουμε τον πλανήτη από την κλιματική αλλαγή μέσα στα επόμενα 25 χρόνια. Την ίδια περίοδο δηλαδή που οι περισσότερες ετεροφυλοφιλικές σεξουαλικές πράξεις θα καταλήγουν σε θλιβερές ποσότητες προβληματικού σπέρματος, λόγω των χημικών ουσιών που διαταράσσουν το ενδοκρινικό σύστημα, όπως οι φθαλικές ενώσεις.
Αυτές οι χημικές ουσίες, που αποκαλούνται «ενδοκρινικοί διαταράκτες», χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πολλών καθημερινών αντικειμένων όπως χαρτί υγείας, προϊόντα προσωπικής φροντίδας, καλλυντικά, συσκευασίες τροφίμων και απορρυπαντικά. Εισήχθησαν στις σύγχρονες παραγωγικές διαδικασίες τη δεκαετία του 1950 και πλέον οι ενδοκρινικοί διαταράκτες έχουν γίνει πανταχού παρόντες στο περιβάλλον και το σώμα μας. Μερικοί από αυτούς είναι γνωστοί ως «forever chemicals» καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να διασπαστούν. Έχουν φτάσει στο νερό της βρύσης, στο φαγητό μας, ακόμη και στο αίμα του 97% των Αμερικανών. Όπως καταλαβαίνετε, αυτό δεν είναι καλό.
Videos by VICE
Οι επιδημιολόγοι αναπαραγωγής και περιβάλλοντος, όπως η ειδική στις φθαλικές ενώσεις δρ Shanna Swan, καθηγήτρια στην Ιατρική Σχολή Icahn στο Όρος Σινά, λένε ότι αυτές οι χημικές ουσίες προκαλούν σημαντικές βλάβες στην υγεία μας, κυρίως αναστέλλοντας τη λειτουργία των ορμονών.
Η έρευνα της Swan, που αποτελείται από πάνω από 200 αξιολογημένες μελέτες που έχει συγγράψει μαζί με άλλους ειδικούς, δείχνει ότι οι ενδοκρινικοί διαταράκτες μπορεί να καταστρέφουν πολλές πτυχές της ορμονικής υγείας και της γονιμότητας. Οι επιπτώσεις τους μπορεί να είναι πολύ σοβαρές για τις εγκυμονούσες που θα εκτεθούν σε αυτές. Σύμφωνα με μελέτες, ορισμένες από αυτές τις χημικές ουσίες μπορούν να διεισδύσουν στον πλακούντα, επηρεάζοντας την υγεία του εμβρύου και την ανάπτυξη των αναπαραγωγικών οργάνων.
Στο βιβλίο της για το συγκεκριμένο θέμα, που κυκλοφόρησε το 2021, η Swan υποστηρίζει ότι αυτές οι χημικές ουσίες εμποδίζουν τη σωστή ανάπτυξη των αναπαραγωγικών οργάνων στη μήτρα και αυτό πιθανότατα συμβάλλει στην πτώση των ποσοστών γονιμότητας. Στην έρευνά της διαπίστωσε ότι ο αριθμός των σπερματοζωαρίων μειώθηκε κατά 50-60% στους άνδρες της Δύσης από 1973 έως το 2011. Παράλληλα, χειροτέρεψε η ποιότητα του σπέρματος και μειώθηκαν τα επίπεδα της τεστοστερόνης (και εξακολουθούν να μειώνονται κατά περίπου 1% ετησίως). Επίσης, τα ποσοστά του καρκίνου των όρχεων, της στυτικής δυσλειτουργίας, των αποβολών και του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών αυξάνονται, όπως λέει, με ανησυχητικούς ρυθμούς.
Παρά τη σοβαρότητα των δηλώσεών της για την αναπαραγωγική μας υγεία, το κοινό φαίνεται να εντυπωσιάζεται ιδιαίτερα από τα ευρήματά της σχετικά με το μέγεθος του πέους και την ανογεννητική απόσταση (δηλαδή την απόσταση από τον πρωκτό μέχρι τα γεννητικά όργανα). Στο βιβλίο της γράφει: «Οι συνάδελφοί μου και εγώ δημοσιεύσαμε τη μελέτη μας που έδειξε ότι μια μέλλουσα μητέρα με υψηλότερα επίπεδα DEHP [μια χημική ουσία που προκαλεί ενδοκρινικές διαταραχές], στην αρχή της εγκυμοσύνης είχε περισσότερες πιθανότητες να αποκτήσει γιο με λιγότερο “αρσενικά” γεννητικά όργανα— για παράδειγμα, με μικρότερη ανογεννητική απόσταση (AGD) και μικρότερο πέος».
Tον περασμένο μήνα ωστόσο, δημοσιεύτηκε μια ενδιαφέρουσα μελέτη από ερευνητές του Stanford, του Emory και πολλών πανεπιστημίων στην Ιταλία, η οποία διαπίστωσε ότι το μήκος του πέους σε στύση αυξήθηκε κατά 24% τα τελευταία 29 χρόνια.
Τα στοιχεία για το μέγεθος του πέους, δεν κατεγράφησαν από τους ίδιους τους συμμετέχοντες. Αντίθετα, οι ερευνητές επανεξέτασαν προηγούμενες μελέτες και το μήκος του πέους μετρήθηκε από γιατρούς. Πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις σε χαλαρά πέη, τεντωμένα πέη και πέη σε στύση (τόσο αυθόρμητα όσο και μετά από ένεση) και κατέγραψαν μια συγκεκριμένη τάση στο μήκος του πέους σε στύση. Όπως σημείωσαν, η τάση στα τεντωμένα ή τα χαλαρά πέη δεν ήταν σαφής, πιθανότατα επειδή αυτές οι μέθοδοι είναι λιγότερο τυποποιημένες από τη μέτρηση σε στύση.
«Μείναμε έκπληκτοι που το μέγεθος δεν μειωνόταν», είπε ο Δρ Michael Eisenberg, που συμμετείχε στη συγγραφή της μελέτης, σε μια συνέντευξή του στο Motherboard. «Βάσει της δουλειάς που είχε κάνει η Shanna [Swan], της μείωσης της αναπαραγωγικής υγείας και την αύξηση της έκθεσης σε αυτές τις χημικές ουσίες, [πιστεύαμε] ότι το μέγεθος θα μειωθεί. Και αν μη τι άλλο, η επιδημία της παχυσαρκίας είναι επίσης πολύ διαδεδομένη πια και λόγω αυτής, το λειτουργικό μήκος μπορεί να μειωθεί επειδή υπάρχει περισσότερο λίπος εκεί. Οπότε αυτή η αύξηση ήταν έκπληξη για εμάς».
Παρότι τα παραπάνω ευρήματα φαίνεται να έρχονται σε αντίθεση με την έρευνα της Swan, η ίδια διευκρίνισε σε μια συνέντευξή της στο Motherboard ότι «αυτό που μειώνεται στα βρέφη είναι το πλάτος του πέους, όταν η μητέρα τους εκτίθεται σε φθαλικές ενώσεις», τον ενδοκρινικό διαταράκτη στον οποίο εστιάζει κατά κύριο λόγο στη δουλειά της.
«Δεν εστιάσαμε στο μήκος γιατί αυτό είναι πολύ δύσκολο να μετρηθεί… τι σημαίνει σε πλήρη στύση;» είπε, υποστηρίζοντας ότι το μήκος του πέους «δεν είναι μια ακριβής μέτρηση. Το πλάτος είναι ακριβές».
Ο Eisenberg είπε ότι δεν πιστεύει πως η δουλειά της ομάδας του καταρρίπτει τα ευρήματα της Swan σχετικά με τις επιπτώσεις των ενδοκρινικών διαταρακτών στη γονιμότητα. Όπως εξήγησε, υπάρχει βιβλιογραφία που δείχνει ότι η παχυσαρκία και η αυξημένη έκθεση σε χημικές ουσίες μπορεί να οδηγήσουν τα αγόρια σε πρώιμη εφηβεία, κάτι που θα μπορούσε να εξηγεί τα ευρήματα.
«Επιστρέψαμε στη βιβλιογραφία για να δούμε, ξέρετε, πώς αναπτύσσονται και ορίζονται τα μήκη. Υπάρχουν δεδομένα ότι η εφηβεία ξεκινάει νωρίτερα και όταν αυτό συμβαίνει, τείνει να οδηγεί σε μεγαλύτερα μήκη [πέους]», είπε.
Ίσως να ισχύουν και τα δύο – ίσως η έκθεση σε ενδοκρινικούς διαταράκτες να μειώνει το πλάτος του πέους στη μήτρα και παράλληλα να οδηγεί σε πρώιμη εμφάνιση της εφηβείας, οδηγώντας σε μεγαλύτερα πέη στην εφηβεία αλλά και αργότερα, στην ενήλικη ζωή. Όμως τόσο η Swan όσο και ο Eisenberg, ανέφεραν ότι τα δεδομένα βρίσκονται σε πολύ πρώιμο στάδιο για να οδηγηθούμε σε ένα ασφαλές συμπέρασμα.
«Πρόκειται για μια ενιαία μελέτη», είπε ο Eisenberg. «Νομίζω ότι αυτή είναι η πρώτη μελέτη του είδους της που εστίασε σε αυτό… ένα από τα συμπεράσματά μας ήταν ότι πρέπει να επαναληφθεί».
«Είναι ενδιαφέρουσα, αλλά αρκετά περιορισμένη», είπε η Swan για τη μελέτη. «Αν δείτε τον Πίνακα 1 και αναζητήσετε τις μεθόδους μέτρησης, οι περισσότερες από αυτές δεν αναφέρονται», είπε.
Όταν ρωτήθηκε σχετικά, ο Eisenberg αναγνώρισε ότι «εδώ και δεκαετίες, όποτε πραγματοποιείται μια μετα-ανάλυση, τα πράγματα μπορεί να αλλάζουν από ερευνητικό κέντρο σε ερευνητικό κέντρο. Αναγνωρίζω βεβαίως ότι μπορεί να υπάρχει κάποια απόκλιση». Στη συνέχεια, εξήγησε ότι επέλεξαν να μετρήσουν το μήκος του πέους σε στύση και όχι τεντωμένο γιατί «με το μήκος σε στύση… δεν μπορείς να το τραβήξεις περισσότερο, είναι αυτό που είναι. Σκεφτήκαμε ότι αυτό μπορεί να είναι πιο αξιόπιστο».
Το γεγονός όμως ότι εστιάζουμε στο μέγεθος του πέους, φαίνεται να αφήνει κάτι απ’ έξω: τι γίνεται με τους κόλπους, τις ωοθήκες και τις μήτρες; Πιο συγκεκριμένα, τι γίνεται με την ανάπτυξη του κόλπου και της μήτρας του εμβρύου όταν η μητέρα εκτίθεται σε ενδοκρινικούς διαταράκτες;
Οι πληροφορίες γι’ αυτό είναι ακόμη λιγότερες. Η Swan εξηγεί στο βιβλίο της ότι «υπάρχουν περισσότερες μελέτες σχετικά με την αναπαραγωγική λειτουργικότητα των ανδρών επειδή διεξάγονται περισσότερες ιατρικές μελέτες σε άνδρες —τέλος».
Επιπλέον «μπορεί το ζήτημα να είναι καθαρά πρακτικό: τα γεννητικά όργανα των ανδρών βρίσκονται έξω από το σώμα και ένα δείγμα σπέρματος μπορεί να ληφθεί χωρίς υπερβολική προσπάθεια ή κόπο», είπε η Swan. «Στις γυναίκες, αντίθετα, καμία ποσότητα υγρών δεν μπορεί να αποκαλύψει την αναπαραγωγική της λειτουργικότητα ή τους περιορισμούς… δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να μετρήσεις το απόθεμα των ωαρίων που έχει μια γυναίκα».
Αν και σημαντικές, οι αλλαγές στα μεγέθη των γεννητικών οργάνων φαντάζουν σαν μια υποσημείωση συγκριτικά με τη βαρύτητα άλλων ζητημάτων που εγείρονται σε αυτήν τη συζήτηση – όπως δηλαδή το πώς θα το ξεπεράσουμε.
«Δεν έχει να κάνει μόνο με το γεγονός ότι ο αριθμός των σπερματοζωαρίων έχει πέσει κατακόρυφα – κατά 50% τα τελευταία 40 χρόνια. Αυτός ο ανησυχητικός ρυθμός μείωσης, θα μπορούσε να σημαίνει ότι η ανθρώπινη φυλή δεν θα είναι σε θέση να αναπαραχθεί εάν συνεχιστεί αυτή η τάση», εξηγεί η Swan.
Η ίδια προειδοποιεί ότι μέχρι το 2045, τα περισσότερα ετεροφυλόφιλα ζευγάρια θα δυσκολεύονται να συλλάβουν μέσω της σεξουαλικής επαφής. «Μοιάζει δύσκολο να το καταλάβουμε, αλλά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Homo sapiens έχει ήδη τα χαρακτηριστικά ενός είδους υπό εξαφάνιση, βάσει των προϋποθέσεων που έχει ορίσει η Υπηρεσία Ψαριών και Άγριας Ζωής των ΗΠΑ (FWS)», γράφει.
Πέρα από τα προβλήματα γονιμότητας, αυτές οι χημικές ουσίες ενέχουν αρκετούς άλλους εφιαλτικούς κινδύνους για την υγεία, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου. Η Endocrine Society εκτιμά ότι «τα δύο τρίτα όλων των καρκίνων συνδέονται με κάποιον τρόπο με το περιβάλλον». Ορισμένες έρευνες έχουν επίσης συνδέσει την έκθεση σε αυτές τις χημικές ουσίες με τα προβλήματα ψυχικής υγείας, την παχυσαρκία, τις ηπατικές βλάβες, τις παθήσεις του θυρεοειδούς και πολλές άλλες ασθένειες.
Τι γίνεται λοιπόν γι’ αυτές τις πανταχού παρούσες χημικές ουσίες; Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη ξεκινήσει να προχωρά σε ρυθμίσεις. Μέχρι στιγμής, έχουν περιορίσει ή απαγορεύσει τη χρήση 1.300 χημικών ουσιών που απορροφώνται μέσω του δέρματος σε καλλυντικά προϊόντα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, από την άλλη μεριά, έχουν απαγορεύσει μόνο 11 .
«Στην Ευρώπη, πρέπει να αποδείξουν ότι [η χημική ουσία είναι] ασφαλής προτού αρχίσουν να τη χρησιμοποιούν», εξηγεί ο Δρ Matt Simcik, χημικός περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα. Πράγματι, το πρόγραμμα REACH της ΕΕ απαιτεί από τους κατασκευαστές να αποδείξουν ότι οι χημικές ουσίες που βάζουν στα προϊόντα τους δεν είναι επιβλαβείς πριν τις χρησιμοποιήσουν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα πράγματα δεν λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Αντίθετα, ρυθμίζουν τις χημικές ουσίες αφού έχει αποδειχθεί ότι προκαλούν βλάβες, σύμφωνα με τον Simcik.
Ωστόσο, μια δήλωση από τον Λευκό Οίκο νωρίτερα αυτό το μήνα, μπορεί να δίνει μια αχτίδα ελπίδας. Η κυβέρνηση Μπάιντεν-Χάρις πρότεινε να ρυθμιστεί ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο σύνολο χημικών ουσιών, οι PFAS, οι οποίες προκαλούν ενδοκρινικές διαταραχές και συναντώνται σε αφθονία στο νερό της βρύσης της Αμερικής.
Ωστόσο, όσο περιμένουμε ανυπόμονα να εγκριθούν πιο αυστηρές πολιτικές, υπάρχουν τρόποι να μειώσουμε την έκθεσή μας σε ενδοκρινικούς διαταράκτες. Αν έχουμε την απαραίτητη θέληση και χρήμα.
Στο βιβλίο της Swan βρίσκουμε αρκετούς αντικειμενικά μη διασκεδαστικούς αλλά σίγουρους τρόπους για να περιορίσουμε προληπτικά την επαφή μας με αυτές τις χημικές ουσίες. Οι πιο αποτελεσματικές ενέργειες είναι να φιλτράρουμε το νερό της βρύσης, να χρησιμοποιούμε προϊόντα υγιεινής και καλλυντικών με χαμηλή περιεκτικότητα σε γνωστούς ενδοκρινικούς διαταράκτες και να αποφεύγουμε να θερμαίνουμε τα πλαστικά— κάτι που σημαίνει ότι για να χρησιμοποιήσουμε τον φούρνο μικροκυμάτων, πρέπει να βάζουμε το φαγητό μας σε πιάτο.
Ο Simcik δηλώνει αισιόδοξος για τις ρυθμίσεις. «Είμαι ενθουσιασμένος που αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε ότι αυτά τα ζητήματα μπορεί να είναι σοβαρά», είπε. «Πιστεύω ότι γινόμαστε εξυπνότεροι… βλέπουμε τι κάνουν αυτές οι ουσίες στο περιβάλλον μας και ελπίζω να μάθουμε από αυτό, ώστε τα επόμενα χημικά να μην έχουν τις ίδιες επιπτώσεις, αλλά να εξακολουθούν να λειτουργούν με τον τρόπο που τα χρειαζόμαστε για τη βιομηχανία και τους καταναλωτές, τα οικιακά προϊόντα και όλα αυτά τα αγαθά που κάνουν τη ζωή μας τόσο υπέροχη».
Κάνε subscribe στο YouTube – VICE Greece.
Περισσότερα από το VICE
«Έμεινα Χωρίς Οξυγόνο στη Ζώνη του Θανάτου» – Ο Μάριος Μιλά για την Ανάβασή του στο Έβερεστ
Ματωμένα MacBook και Μετρητά: Μέσα στους Βίαιους Server του Discord Όπου Νέοι Φλεξάρουν τα Εγκλήματά
Ο Γεράσιμος και Άλλοι 16 Κρατούμενοι Έγιναν Δωρητές Οργάνων Μέσα από τη Φυλακή