Το Metal και η Μαρινέλλα
Διαβάστε ακόμη: Η «Σκοτεινή Πλευρά» Ελληνικών και Ξένων Τραγουδιών που Έχουν Γνωρίσει Τεράστια Επιτυχία

Οι πρωταγωνιστές
Ο Ασημάκης Κατσούλας.
Σύμφωνα με τους ειδικούς που εξέτασαν τον Κατσούλα, από το 1989 και μετά, διέθετε ήδη ανεπτυγμένες νοητικές ικανότητες, επιβλητική εμφάνιση, ενώ διακατέχονταν από ανησυχία πνεύματος. Οι ψυχολόγοι της ΕΛ.ΑΣ. τον χαρακτήρισαν ως «ιδιαίτερα πειστικό ομιλητή στις συζητήσεις μεταξύ των συνομηλίκων του».
Οι γονείς του έλεγαν ότι ήταν ένα ήσυχο παιδί που έμενε συχνά μέσα στο δωμάτιό του, για να μελετήσει. Ξεκίνησε να διαβάζει βιβλία αποκρυφιστικού περιεχομένου. Άλλες πηγές ανέφεραν ότι παρίστανε από παλαιότερα τον μαθητευόμενο μάγο και διέδιδε ότι μελετούσε τη Σολομωνική.Μετά τα 18 του, άλλαξε και σιγά-σιγά έχασε την επαφή με την οικογένειά του, ώσπου αποξενώθηκε ολοκληρωτικά. Οι γονείς του έμαθαν μετά τη σύλληψή του τι είχε συμβεί.Διαβάστε ακόμη: Τα πιο Σατανιστικά Εγκλήματα των Τελευταίων 30 Χρόνων
Από την άλλη πλευρά, ο Μάνος Δημητροκάλης ήταν χαμηλών τόνων, μετρημένος, ο τέλειος έφηβος: Πολύ καλός μαθητής, ευγενικός, μαζεμένος. Γεννήθηκε το 1974 σε μια μεσοαστική οικογένεια. Ήταν εύκολο θύμα για τον χαρισματικό Μάκη Κατσούλα. «Είχε μεγάλη επιρροή πάνω του. Του έλεγε ότι πρέπει να θυσιάσει την αδερφή του και αυτός έλεγε, “πάρτε εμένα”. Για κάθε αρρώστια που έπεφτε στο σπίτι μας, ο Κατσούλας τον έπειθε ότι εκείνος ήταν ο υπεύθυνος - και αν γινόμασταν καλά, ότι εκείνος ευθύνεται», είχε πει η μητέρα του, Δήμητρα.
«Αυτός ήταν δαιμόνιος», είχε υποστηρίξει ο πατέρας του για τον Κατσούλα. «Πλησίαζε τα παιδιά, ψυχολογούσε τα προβλήματά τους και τους πουλούσε ό,τι ήθελαν. “Έλα μαζί μου και θα γράψεις αύριο τέλεια, χωρίς να διαβάσεις”, τους έλεγε και τα έπειθε. Και σε κορίτσια και σε αγόρια, προσέφερε χρήματα και διάφορα άλλα, καλή ζωή, αλλά με κάποια ανταλλάγματα. Μετά τα πήγαινε σε μέρη σε Παλλήνη και Παιανία και έκαναν τελετές».Η μύηση κάθε κοριτσιού προέβλεπε μια ειδική «τελετή», όπου η κοπέλα θα έμενε γυμνή στο δωμάτιο, κρατώντας ένα κερί.
Ο Μάνος Δημητροκάλης.
Οι δολοφονίες
«Την προηγούμενη μέρα της Συροπούλου, ο Μάκης (σ.σ. Κατσούλας) δεν ήταν καλά. Τον ρώτησα τι έχει. Μου είπε ότι κάποιος δαίμονας θέλει κάποια συγκεκριμένη, επειδή του άρεσε. Και είπε ότι πρέπει αυτήν εμείς να την πάρουμε, να την πάμε στο Σέσι και μετά, η κοπέλα απλώς θα εξαφανιζόταν. Θα την έπαιρνε ο δαίμονας. Δεν ήξερα για φόνο», είπε η Μαργέτη. «Ο Μάκης είχε πει άλλα σ’ εκείνη και άλλα σ’ εμένα. Ένιωθα εξαπατημένη, αλλά δεν μπορούσα να αντιδράσω. Αν μιλούσα, θα ήμουν κι εγώ νεκρή».
Ήταν 27 Αυγούστου 1992, όταν ο Κατσούλας, ο Δημητροκάλης και η Μαργέτη παρέλαβαν τη Συροπούλου από τη Μιχαλακοπούλου. Αρχικά, πήγαν όλοι μαζί βόλτα στον Λυκαβηττό. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, εκεί ο Μάκης της έκανε ψηστήρι για τον σατανισμό. Στη συνέχεια, την οδήγησαν στην ερημική τοποθεσία στο Κορωπί, για να την προσφέρουν θυσία στον Σατανά. Όπως διηγήθηκε η ίδια η Μαργέτη, «ήμουν καλή με την κοπέλα, επειδή μου είχαν πει να είμαι καλή για να μη φύγει. Απαγορευόταν να της πω οτιδήποτε για μαγεία, για να μην τρομάξει. Σ’ όλη τη διαδρομή μιλούσαμε. Ήταν κι αυτή καλή μαζί μου».Όταν η κοπέλα ξεκίνησε να γδύνεται στο Σέσι, η Μαργέτη έφυγε προς το αυτοκίνητο. Οι δύο άνδρες της έδεσαν τα χέρια και την έβαλαν να γονατίσει, κρατώντας ένα κερί. Μετά, τη χτύπησαν με ένα ξύλο στο κεφάλι. Όταν διαπίστωσαν ότι η κοπέλα δεν είχε πεθάνει, τη στραγγάλισαν. Μετά, ασέλγησαν στο άψυχο κορμί της. Στη συνέχεια, περιέλουσαν το πτώμα της με βενζίνη και το έκαψαν, προκαλώντας μάλιστα και πυρκαγιά στο δάσος του Υμηττού.Περιέλουσαν το πτώμα της με βενζίνη και το έκαψαν, προκαλώντας μάλιστα και πυρκαγιά στο δάσος του Υμηττού.
«Μου είχαν πει να μην κάνω θόρυβο, να μην ανοίξω από πουθενά, επειδή ήταν πολύ σκοτεινά και οτιδήποτε ακουγόταν. Είχε περάσει κάποια ώρα και δεν ήξερα τι να κάνω. Άνοιξα λίγο το παράθυρο για αέρα και την άκουσα που έλεγε δυνατά, “Θα κάνω ό,τι θέλετε”. Ξανάκλεισα το παράθυρο, για να μη βρω τον μπελά μου», είπε η Μαργέτη. «Δεν θυμάμαι μετά από πόση ώρα γύρισαν, αλλά βγήκα έξω μόλις τον είδα. Ο Μάκης ήταν ιδρωμένος. Τον αγκάλιασα για να δω αν χτύπησε, τον ρώτησα τι έχει, μου είπε να περάσω στο πίσω κάθισμα για να κάτσει μπροστά ο Μάνος. Σε δύο-τρία λεπτά, ξέσπασε η φωτιά».«Ήξερα ότι ήταν Μεγάλη Εβδομάδα και ότι αν κάποιος σκότωνε κάποιον άλλον, θα έπαιρνε εύνοια από τα πνεύματα» - Δήμητρα Μαργέτη

Η γυναίκα επέστρεφε στο σπίτι της στα Γλυκά Νερά, όταν οι Κατσούλας και Δημητροκάλης, υποδυόμενοι τους αστυνομικούς, της ζήτησαν να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο του Κατσούλα. Την οδήγησαν σε ερημικό σημείο στο Κορωπί, όπου της πέρασαν χειροπέδες στα χέρια, την έγδυσαν και τη βίασαν. Στη συνέχεια, ο Κατσούλας της πολτοποίησε το κεφάλι με μια πέτρα, για να μην μπορεί να αναγνωριστεί.«Ήξερα ότι ήταν Μεγάλη Εβδομάδα και ότι αν κάποιος σκότωνε κάποιον άλλον –εγώ βέβαια είχα πει ότι δεν θέλω καμία συμμετοχή σε κάτι τέτοιο-, θα έπαιρνε εύνοια από τα πνεύματα, θα αποκτούσε περισσότερη δύναμη», είχε δηλώσει η Μαργέτη σε τηλεοπτική της συνέντευξη. «Ήταν Μεγάλη Τετάρτη, μου είχαν πει να μη βγω καθόλου από το σπίτι μου και ότι θα έβγαιναν αυτοί, μήπως βρουν κάποια κοπέλα. Περίμενα τηλέφωνο, αλλά αργούσαν και κοιμήθηκα. Γύρω στις δύο-τρεις, ξημερώματα Μεγάλης Πέμπτης, με πήρε ο Μάκης με ξεψυχισμένη φωνή -δεν ξέρω αν ήταν από κούραση ή κλάματα- και μου διηγήθηκε τι είχε γίνει: είχαν βρει κοπέλα, ξανθιά, ψηλή, με ωραίο σώμα, με μακριά μαλλιά, στο τέλος της γέφυρας του Σταυρού προς Παλλήνη, με ψεύτικες ταυτότητες αστυνομικών που έχει φτιάξει ο Μάκης και της είπαν να τους ακολουθήσει. Πρώτα την πήγαν σε κάποιο σημείο και μετά στο Κορωπί. Μου είπε ότι της πολτοποίησε το κεφάλι».
Η Αστυνομία είχε κινητοποιηθεί από την πρώτη κιόλας δολοφονία, για να εντοπίσει τους δράστες. Δεν ήταν σαφές τι ακριβώς είχε συμβεί. Τα ελάχιστα απομεινάρια του ανήλικου κοριτσιού δεν έδωσαν πολλά στοιχεία για επεξεργασία, ωστόσο οι αστυνομικοί «αντιλαμβάνονταν ότι δεν επρόκειτο για μια απλή δολοφονία, με κίνητρο τη ληστεία ή την ασέλγεια».«Ήταν κοινό μυστικό για τελετές που γίνονταν στην περιοχή της Κάντζας και των Γλυκών Νερών, αλλά κανείς δεν πίστευε ότι θα έφταναν σε τέτοιο σημείο» - αστυνομικός
Η Δήμητρα Μαργέτη.
[VICE Video] Περάσαμε μια Μέρα με Έναν Σύγχρονο Εξορκιστή

Η Μαργέτη δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι «μας είχαν απειλήσει πως ό,τι και αν πούμε, θα μας σκότωναν μετά. Αυτά που έχω περάσει εγώ από αυτόν τον άνθρωπο, ακόμη και ο ίδιος ο Σατανάς δεν θα τα έχει κάνει στα θύματά του, αν υπάρχει. Εσείς και ο κόσμος μπορείτε να καταλάβετε ότι εμείς πιεζόμασταν ψυχολογικά δύο χρόνια;». Ο δε Δημητροκάλης, αφού ομολόγησε τις πράξεις του, ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να «σώσει» κάποιους νέους από τον Κατσούλα: «Ομολόγησα μόνος μου και “έδωσα” και άλλα παιδιά που ήταν μιλημένα, για να μην ξανάρθουν σε επαφή με αυτόν τον τύπο. Εξυπηρετούσε τις ανωμαλίες του».
ΜΜΕ
Σύμφωνα με την έρευνά της, τα ημίωρα (μεσημβρινά και βραδινά) δελτία ειδήσεων καλύφθηκαν πολλές φορές έως και κατά τα 2/3 της χρονικής τους διάρκειας από τις αναφορές στην υπόθεση, για περίπου δέκα ημέρες (από τις 29/12 έως και τουλάχιστον το πρώτο πενθήμερο του 1994). «Πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένα ρεπορτάζ, έγινε ένας βομβαρδισμός από φιλμ αρχείου με πλάνα από την προσαγωγή των κατηγορουμένων στον ανακριτή (30/12) και τις φειδωλές δηλώσεις των Κατσούλα-Δημητροκάλη, προβλήθηκαν συνοπτικές συνεντεύξεις με “ειδικούς” (ιερείς, αστυνομικούς, ψυχολόγους κτλ.). Όσον αφορά την έντυπη δημοσιογραφία, το σύνολο των μεγάλων αθηναϊκών εφημερίδων αφιέρωναν, επί τουλάχιστον μια εβδομάδα, κατά μέσο όρο πέντε με έξι σελίδες στο θέμα. Μάλιστα, η έντυπη δημοσιογραφία είχε και δημοσιογραφικές “επιτυχίες” με δημοσιεύσεις αυθεντικών κειμένων από τις διενεργούμενες ανακρίσεις. Το αξιοσημείωτο είναι ότι η Πολιτεία άργησε να αντιδράσει μπροστά σε όλον αυτόν τον πανικό, βγάζοντας μια απόφαση για απαγόρευση δημοσίευσης του ανακριτικού υλικού τη δέκατη μέρα από την έκρηξη της υπόθεσης», σημειώνει.
Η ίδια σχολιάζει ότι «δημιουργήθηκε “σατανιστική υστερία”, έντονη τρομοκρατία του κοινού, που καλλιεργήθηκε πολύ από την έμφαση που δόθηκε σε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της υπόθεσης, στα συνεχή και εκτενή ρεπορτάζ, αλλά και στην ταύτιση μεγάλου μέρους της νεολαίας με τον σατανισμό. Ο ίδιος ο χρόνος, ωστόσο, απέδειξε ότι τα περισσότερα συμπεράσματα ήταν βεβιασμένα και δεν ανταποκρίθηκαν στα πραγματικά δεδομένα».Όσον αφορά τη δίκη, η Δρ Καρδαρά επισημαίνει ότι τηλεοπτικός σταθμός είχε εξασφαλίσει, κατ’ αποκλειστικότητα, την απευθείας κάλυψη της δίκης σε εθνικό δίκτυο. Ωστόσο, ύστερα από αίτημα της υπεράσπισης των κατηγορουμένων, το δικαστήριο με αιτιολογημένη απόφασή του, απέκλεισε τα ηλεκτρονικά μέσα από την αίθουσα, κρίνοντας ότι η δημοσιότητα θα έβλαπτε τα χρηστά ήθη, λόγω της φύσης των εγκλημάτων που η υπόθεση συμπεριελάμβανε. Έτσι, η δίκη πραγματοποιήθηκε κεκλεισμένων των θυρών.Την υπεράσπισή τους ανέλαβαν τα μετέπειτα «μεγάλα» ονόματα των ποινικολόγων, όπως ο Σάκης Κεχαγιόγλου και ο Αλέξης Κούγιας.
Δίκη
Αρκεί να δει κανείς πλάνα της εποχής από τη δίκη και θα διαπιστώσει τι ακριβώς εννοεί ο Χάρης Γκίκας. Δημοσιογράφοι και φωτογράφοι κάθονται σχεδόν οκλαδόν μπροστά στο εδώλιο των κατηγορουμένων, ανάμεσα σε δικηγόρους υπεράσπισης και πολιτικής αγωγής. Στα πλάνα, βλέπει τους κατηγορούμενους να αντιδρούν σε όσα ακούγονται. Τραγικές φιγούρες οι συγγενείς των νεκρών κοριτσιών που περιγράφουν το δράμα τους παραστατικά, με έντονες αντιπαραθέσεις με την υπεράσπιση.Στις 27 Ιουνίου 1995, ο εισαγγελέας προτείνει την ενοχή και την επιβολή της ανώτατης προβλεπόμενης ποινής για τους Α. Κατσούλα, Ε. Δημητροκάλη και Δ. Μαργέτη. Τελικά, την 1η Ιουλίου του 1995, το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο καταδίκασε τον Ασημάκη Κατσούλα σε συνολική ποινή δύο φορές ισόβιας κάθειρξης και πρόσκαιρης κάθειρξης 12 ετών και δέκα μηνών και τον Μάνο Δημητροκάλη σε συνολική ποινή δύο φορές ισόβιας κάθειρξης και πρόσκαιρης κάθειρξης εννέα ετών και δέκα μηνών. Η Δήμητρα Μαργέτη καταδικάστηκε σε κάθειρξη 17 ετών και τεσσάρων μηνών για απλή συνέργεια σε κάθε μία από τις ανθρωποκτονίες και αρπαγή ανηλίκου. Το μόνο που της αναγνωρίστηκε ήταν η ελαφρυντική περίσταση της μετεφηβικής ηλικίας.«Αυτό που θυμάμαι ήταν ότι η Μαργέτη φορούσε σταυρό. Σαν κρεμαστό - το είχαμε σχολιάσει όλοι τότε» - Χάρης Γκίκας, φωτορεπόρτερ
[VICE Video] Οι Σατανιστές που Υπερασπίζονται το Δικαίωμα στην Έκτρωση

Ρωτάμε τον πλέον ειδικό γιατί η υπόθεση έχει μείνει στα χρονικά. «Από εγκληματολογική άποψη, η υπόθεση ήταν “πρωτοφανής”, όπως λέτε οι δημοσιογράφοι, για την ελληνική κοινωνία, για τρεις λόγους: Πρώτον, αφορούσε πολύ νεαρούς δράστες και νεαρά θύματα, στοιχείο το οποίο ευαισθητοποιεί το κοινό περισσότερο, επειδή παραπέμπει στα “δικά μας τα παιδιά”. Δεύτερον, επειδή η ελληνική “κοινή γνώμη” -και το αναφέρω σκοπίμως δηκτικά-, είναι πάντοτε έτοιμη να “πέσει από τα σύννεφα”, όταν αποκαλύπτεται ότι ένας ανθρωποκτόνος δεν φέρει τα χαρακτηριστικά που έχουν επιβιώσει στο μυαλό της ως απομεινάρια σωρείας προκαταλήψεων και αναπαραστάσεων, προερχόμενων από την τέχνη και τις κακογραμμένες ειδήσεις - που πλέον δεν είναι καν κακογραμμένες, είναι κακοαντιγραμμένες από το Διαδίκτυο: όταν κάποιος σκοτώνει και είναι νέος, αρτιμελής, όχι φτωχός, υγιής πνευματικά και δεν το κάνει για κανένα από τα ευρέως αντιληπτά κίνητρα -ζήλεια, εκδίκηση, ωφελιμισμό- ο κόσμος δηλώνει “εμβρόντητος” και “αδύναμος να κατανοήσει” το τι οδήγησε τον δράστη στο έγκλημα, λες και δεν μεγάλωνε ο δράστης μέσα σε συγκεκριμένο, ορατό κοινωνικό περιβάλλον», εξηγεί ο διδάκτορας εγκληματολογίας. Τρίτον, η όλη ατμόσφαιρα περί “σατανολατρείας” η οποία έθαλπε τις συγκεκριμένες ανθρωποκτονίες, επέτεινε σε ακραίο βαθμό την περιέργεια του κοινού, επειδή, όπως και να το κάνουμε, η ορθόδοξη θρησκευτική παράδοση υπάρχει σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας ακόμη και έχουμε όντως ευαίσθητα ανακλαστικά στην απάνθρωπη συμπεριφορά και την άλογη βία», συνεχίζει.
Στη φυλακή
Το 2010, μαζί με συγκρατούμενό του στις φυλακές Μαλανδρίνου, όπου βρισκόταν εκείνη την περίοδο, κατηγορούνται ότι παρενοχλούσαν σεξουαλικά, μέσω τηλεφώνου, ανήλικα κορίτσια, ηλικίας 10 και 11 ετών, που έβρισκαν με διάφορους τρόπους τα τηλέφωνά τους.Η υπόθεση αποκαλύφθηκε ύστερα από καταγγελία των γονέων δύο κοριτσιών, οι οποίοι κατέφυγαν στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και ανέφεραν ότι άγνωστος τηλεφωνούσε στις ανήλικες κόρες τους, λέγοντας ότι είναι αστυνομικός και τις παρενοχλούσε σεξουαλικά, βάζοντάς τις να κάνουν άσεμνες πράξεις, με το πρόσχημα ότι θα τους έκανε εξέταση DNA μέσω τηλεφώνου.Από την έρευνα που ακολούθησε προέκυψε ότι τα τηλεφωνήματα γίνονταν από καρτοτηλέφωνο των φυλακών Μαλανδρίνου με συγκεκριμένες τηλεκάρτες, που ανήκαν στον Κατσούλα και στον άλλο κρατούμενο. Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία για προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας, η οποία εστάλη στον εισαγγελέα.Ο ίδιος αρνήθηκε τις κατηγορίες και κατήγγειλε ότι η δικογραφία που σχηματίσθηκε εναντίον του είναι «κατασκευασμένη», προκειμένου να στερηθεί την άδεια που θα έπαιρνε.Από την έρευνα που ακολούθησε προέκυψε ότι τα τηλεφωνήματα γίνονταν από καρτοτηλέφωνο των φυλακών Μαλανδρίνου με συγκεκριμένες τηλεκάρτες, που ανήκαν στον Κατσούλα και στον άλλο κρατούμενο.