Το να Αγαπάς έναν Φυλακισμένο Είναι μια Κόλαση

Kοινοποίηση

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο Broadly.

Ήμουν 17 και έντονα διαισθητική, όταν ο θείος μου μπήκε φυλακή. Κανείς δεν μου το έλεγε για βδομάδες, όμως είχα καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά από τότε που η γιαγιά μου είχε ασπρίσει σηκώνοντας το τηλέφωνο του σπιτιού μας. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν η μαμά μου, που τηλεφωνούσε από ένα παραλιακό εστιατόριο στο Κάπρι. Μόλις είχε μάθει τα νέα από την κοπέλα του θείου μου, η οποία ήταν σε κατάσταση υστερίας. «Τον πήρανε!», ούρλιαζε στη γιαγιά μου.

Videos by VICE

Ένα απλό τηλεφώνημα άλλαξε τα πάντα. Η ανυπομονησία για τις οικογενειακές συγκεντρώσεις και τις διακοπές αντικαταστάθηκε από την οργάνωση των επισκέψεων και τις επαφές με δικηγόρους. Ο ευγενικός, γενναιόδωρος και τρυφερός άνδρας που ξέραμε έγινε ένας αριθμός μέσα σε ένα σύστημα που ήταν πεπεισμένο ότι είχε πολύ διαφορετικό χαρακτήρα.

Κάθε Δευτέρα εκδίδεται η έκθεση του πληθυσμού όλων των φυλακών του Ηνωμένου Βασιλείου. Από τις 11 Μαρτίου έχουν καταμετρηθεί 85.948 κρατούμενοι. Οι 82.101 είναι άνδρες. Παρόλο, όμως, που οι γυναίκες που βρίσκονται πίσω από τα σίδερα είναι λιγότερες από 4.000, υπάρχουν χιλιάδες ακόμη γυναίκες που είναι σε μια «φυλακή» χωρίς τοίχους, όπου κρατούνται δέσμιες από την αφοσίωσή τους στους ανθρώπους για χάρη των οποίων επιλέγουν να εκτίσουν την ποινή αυτή.

Μιλώντας στις γυναίκες που βρίσκονται πίσω από τους εγκληματίες, είναι προφανέστατο ότι καμιά τους δεν ήταν προετοιμασμένη γι’ αυτό. Εννιά στις δέκα φορές, οι ιστορίες τους ξεκινούν με την περιγραφή του καιρού ή ενός κουραστικού καθήκοντος στη δουλειά, σαν να θέλουν να επισημάνουν πόσο συνηθισμένη ήταν η μέρα πριν το αναπάντεχο συμβάν, που έφερε τα πάνω κάτω στη ζωή τους.

«Ήμουν σε ένα μάθημα στο πανεπιστήμιο, όταν ξαφνικά έλαβα μια κλήση από έναν φίλο του μπαμπά που μου είπε ότι τον είχαν συλλάβει» λέει η Hattie, μια 24χρονη από το Λίνκολν.

«Θυμάμαι ότι επέστρεψα στο μάθημα και κάθισα μέχρι να τελειώσει. Εκείνη τη στιγμή δεν είχα ανησυχήσει, γιατί ο φίλος του μου είχε πει ότι είχε γίνει κάποια παρεξήγηση. Δεν είχα ιδέα ότι θα κατέληγαν έτσι τα πράγματα και ότι θα ήταν μέσα για τόσο καιρό».

Μετά από μια εξάμηνη δίκη στο Old Bailey, το Κεντρικό Ποινικό Δικαστήριο του Λονδίνου, ο μπαμπάς της Hattie κρίθηκε ένοχος για «συνωμοσία η οποία εν γνώσει του αφορούσε στην παρασκευή ελεγχόμενων ναρκωτικών από τρίτο», με άλλα λόγια, δηλαδή, για την πρόθεσή του να συνεργαστεί με κάποιον που παρασκεύαζε ναρκωτικά.

«Όταν ο δικαστής ανακοίνωσε την ποινή εννέα χρόνων δεν είχα συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει» λέει η Hattie. «Τον έβλεπα να κατεβαίνει τα σκαλιά και ένιωθα ότι αυτό που συμβαίνει είναι κάπως δραματικό, όμως ακόμα δεν είχα αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης».

Η Hattie απέκτησε μια αίσθηση ευθύνης που δεν είχε προηγουμένως, προσπαθώντας να φροντίσει τη σύζυγο του πατέρα της και τον ετεροθαλή αδερφό της, που χρειαζόταν οικονομική στήριξη. Διέκοψε τις σπουδές της στο πανεπιστήμιο για έναν χρόνο, όσο διεξάγονταν η δίκη, και παρόλο που παραδέχεται ότι έβαλε τη ζωή της στην άκρη για χάρη του πατέρα της, δεν δυσανασχετεί στο παραμικρό.

«Εξακολουθεί να είναι ο μπαμπάς μου» λέει. «Μπορεί η ζωή του να ήταν πιο έντονη σε σχέση με τους μπαμπάδες των περισσότερων φίλων μου, όμως αυτό δεν αλλάζει τίποτα».

Η Hattie δεν είναι μόνη σε αυτήν την καταδίκη, η οποία της έδωσε έναν νέο σκοπό στη ζωή. Για κάποιους, η ζωή μέσα στο έγκλημα, με έναν πολύ αθώο τρόπο, επισκιάζει τα πάντα, ενώ οι προσπάθειες να επιβληθείς και να καταρρίψεις ένα σύστημα δικαιοσύνης που δεν φέρθηκε σωστά σε κάποιο αγαπημένο σου πρόσωπο μετατρέπεται σε «δουλειά πλήρους απασχόλησης».

Ο γιος της Lyn Ulbricht, ο Ross, είναι ο δημιουργός του ηλεκτρονικού καταστήματος μαύρης αγοράς «Silk Road» στον λεγόμενο «βαθύ ιστό» του διαδικτύου. Αυτήν τη στιγμή βρίσκεται σε φυλακή της Νέας Υόρκης, όπου εκτίει πέντε ποινές ταυτοχρόνως. Καταδικάστηκε δυο φορές σε ισόβια, μία σε είκοσι χρόνια, μία σε πέντε και ακόμη μία σε 15. Αυτήν τη στιγμή ο Ross είναι 32. Χωρίς μια επιτυχημένη έφεση, δεν θα βγει ποτέ από την φυλακή.

Μετά από μια αμφιλεγόμενη δίκη, η Ulbricht πήρε την απόφαση να χρησιμοποιήσει τη φυλάκιση του γιου της για το κοινό καλό, ξεκινώντας την εκστρατεία Ελευθερώστε τον Ross. Δεν ελπίζει μόνο να μειώσει την ποινή του γιου της, αλλά και να πετύχει μια αλλαγή στον νόμο για τα ναρκωτικά, ούτως ώστε να μην υποφέρουν κι άλλες οικογένειες το ίδιο μαρτύριο με εκείνη.

Η Lyn Ulbricht (στο κέντρο) μαζί με την οικογένειά της και τον Ross (δεξιά)

«Θέλω να είμαι σίγουρη ότι έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να τον βοηθήσω. Αισθάνομαι σαν να είμαι σε αποστολή για κάποιον σκοπό. Νιώθω σαν τον Φρόντο στο Hobbit. “Γιατί σε εμένα;, Γιατί έτυχε σε εμένα αυτό το δαχτυλίδι; Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο που μπορεί να το φροντίσει.” Πρέπει να βάλεις τα δυνατά σου και να ανταποκριθείς σε αυτήν την πρόκληση» είπε.

Όμως το να ανταποκρίνεσαι σε μια τέτοια πρόκληση έχει και επιπλοκές. Πέρσι, η Ulbricht υπέστη καρδιακή προσβολή και έφτασε πολύ κοντά στον θάνατο. Οι γιατροί, της είπαν, ότι η καρδιά της δεν είχε κάποιο πρόβλημα· ήταν ο πόνος της φυλάκισης του γιου της που την έκανε κυριολεκτικά να ραγίσει.

«Είναι πολύ δύσκολο να είναι μέσα. Η πιθανότητα να μην βγει ποτέ από την φυλακή είναι ισοπεδωτική. Χαραμίζεται ένας υπέροχος άνθρωπος. Πονάω στη σκέψη ότι δεν θα ξαναέχω τον γιο μου σπίτι, ότι δεν θα μπορέσει ποτέ του να αποκτήσει οικογένεια και παιδιά και ότι δεν θα ξαναβρεθεί ποτέ κοντά μας, έστω για ένα απλό γεύμα».

Δεν ισχυρίζομαι ότι ο Ross έκανε σωστές επιλογές. Ούτε επικροτώ αυτά που έκανε στα 20 του. Όμως είμαι περήφανη για εκείνον. Είναι ένας καλός άνθρωπος

«Όλες μας οι επισκέψεις γίνονται με επίβλεψη και είναι περιορισμένες, ενώ όλες μας οι τηλεφωνικές συνομιλίες καταγράφονται. Αυτό είναι το πιο δύσκολο. Γι’ αυτό είμαι τόσο αφοσιωμένη σε αυτόν τον σκοπό και δεν μπορώ να σταματήσω. Γιατί αυτά μου φαίνονται αδιανόητα».

Η αίσθηση ενός νέου σκοπού υπάρχει σε κάθε πτυχή της ζωής της Ulbricht και παρόλο που εκείνη περνά πολύ χρόνο για την εκστρατεία υπέρ της απελευθέρωσης του γιου της, άλλοι προσπαθούν με δυσκολία να προσαρμοστούν στη ζωή μετά τη φυλακή.

Όταν αποφυλακίστηκε ο σύζυγος της Sasha*, έπειτα από μια κάθειρξη είκοσι χρόνων με την κατηγορία της συνομωσίας, η επιστροφή στην κανονικότητα ήταν ένας αγώνας.

«Οι επιπτώσεις του να έχεις κάνει φυλακή για τόσο μεγάλο διάστημα είναι τεράστιες» μας είπε. Μετά από είκοσι χρόνια εβδομαδιαίων επισκέψεων, όταν επιτέλους επέστρεψε σπίτι ήταν αγριεμένος και ευερέθιστος. Ήταν σχεδόν βίαιος».

My Prison Diary
Ιστορίες γυναικών μέσα από τις ελληνικές φυλακές

Το να γνωρίζεις ότι θα υπάρξουν ψυχολογικές επιπτώσεις μετά από μια τόσο μεγάλη ποινή δεν αρκεί για να σε προετοιμάσει για την επανένταξη στην κοινωνία.

«Η ζημιά δεν διορθώνεται με την αποφυλάκιση, γιατί δεν υπάρχει καμία βοήθεια για τις οικογένειες και τους αποφυλακισμένους κρατούμενους. Δεν υπάρχει καμία διαδικασία επανένταξης στην κοινωνία· απλώς σε ρίχνουν στην αρένα ενός κόσμου από τον οποίο έλειπες για χρόνια».

«Όταν μπήκε μέσα, ο γιος του ήταν οκτώ. Όταν αποφυλακίστηκε ήταν 18. Δεν ήξερε πώς να χρησιμοποιεί τα smart phones και το ίντερνετ. Τις διευθύνσεις e-mail εξακολουθούσε να τις αποκαλεί “νούμερα e-mail”. Είχε χάσει μια ολόκληρη δεκαετία και έπρεπε να τον βοηθήσουμε να καταλάβει τι είχε συμβεί σε αυτό το διάστημα».

Είναι προφανές ότι ένα δικαστικό σύστημα που προσπαθεί να καλύψει μαζικά όλες τι περιπτώσεις είναι αναποτελεσματικό, όχι μόνο για τους άνδρες πίσω από τα κάγκελα, αλλά και για τις γυναίκες από έξω, των οποίων τα ψυχολογικά «καταναγκαστικά έργα» δεν μπορούν να μετρηθούν σε χρόνια και να ανακοινωθούν ενώπιον δικαστηρίου.

Στη διάρκεια της συνέντευξής μας, η Lyn Ulbricht μου είπε ότι θα συμπαθούσα τον Ross αν τον γνώριζα. Δεν αμφιβάλλω.

Αυτό είναι το θέμα με τον Ross και άλλους παραβάτες – είναι απλοί άνθρωποι με κανονικές οικογένειες. Είναι ο γιος, ο σύζυγος, ο αδερφός ή απλώς ο φίλος κάποιου και η απουσία τους από τον έξω κόσμο είναι πολύ μεγαλύτερη από την ίδια την ποινή.

Το ζήτημα δεν είναι να συμφωνείς με αυτό που έχει κάνει ο δράστης, αλλά να το αποδεχτείς και να βρεις έναν τρόπο να τα βγάλεις πέρα στην καθημερινότητα σου, παραμένοντας αφοσιωμένος στο πρόσωπο που ξέρεις ότι είναι εκεί μέσα.

«Δεν υπερασπίζομαι το Silk Road», λέει η Ulbricht. «Δεν ισχυρίζομαι ότι ο Ross έκανε σωστές επιλογές. Δεν λέω ότι δεν έκανε απερισκεψίες στα είκοσι του. Δεν επικροτώ αυτά που έκανε. Όμως είμαι περήφανη για εκείνον. Είναι ένας καλός άνθρωπος. Είναι ο γιος μου και δεν θα τον εγκαταλείψω ποτέ».

* Τα ονόματα είναι αλλαγμένα.

Περισσότερα από το VICE

Οι Ανατριχιαστικές Φωτογραφίες από το Εσωτερικό της «Βίλας των Δολοφονιών»

Τι Είναι η Ταϊλανδέζικη Ηρωίνη που Έχει Κατακλύσει το Κέντρο της Αθήνας;

Όταν οι Άντρες Μπορούν να Νιώσουν τον Πόνο της Περιόδου σου

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.