Illustration by Cei Willis
Πριν από 20 χρόνια, όταν ο Robert Orell ήταν 13, άρχισε να ασχολείται με τους Βίκινγκ. Ο νεαρός Σουηδός είχε μέχρι και μια μπλούζα με Βίκινγκ την οποία φορούσε στις βόλτες του στη Στοκχόλμη. Μια μέρα, ενώ φόραγε αυτή τη μπλούζα, τον προσέγγισε μια ομάδα ανθρώπων που κρατούσαν φυλλάδια, με το μήνυμα: «Είμαι ξεχωριστός και απαραίτητος για τον σκοπό».
Videos by VICE
Στα φυλλάδια αναγράφονταν ένας συνδυασμός από ξενοφοβικά μηνύματα. Ο Orell, ένας νεαρός άνδρας με «αρκετή απογοήτευση και θυμό» τα βρήκε αμέσως ελκυστικά. Μέσα σε ένα χρόνο το αγόρι είχε μπει μέχρι τα γόνατα μέσα στο «οργανωμένο περιβάλλον της Λευκής Σκόνης»: Άκουγε σκληροπυρηνική μουσική και διασκέδαζε με σκίνχεντς που φόραγαν αεροπορικά μπουφάν (ενώ ο ίδιος προτιμούσε ένα «πιο στρατιωτικό στιλ»). Τους έβλεπε όλους ως εχθρούς και μερικές φορές τους καταδίωκε με κτηνώδη δύναμη. Ο Orell και οι σύντροφοί του περνούσαν τα Σαββατοκύριακα πίνοντας και ψάχνοντας για μπελάδες.
Είκοσι χρόνια αργότερα, ο Οrell έχει ένα νεαρό γιο και μια μάλλον άνετη δουλειά. Είναι ψυχοθεραπευτής και επικεφαλής του EXIT SWEDEN: μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης της οποίας οι «πελάτες» είναι «αυτοί που επιθυμούν να εγκαταλείψουν τις εθνικιστικές / ρατσιστικές / ναζιστικές ομάδες ή κινήματα». Η ΕXIT SWEDEN δουλεύει (κυρίως) με Σουηδούς, ενώ αποστασιοποιούνται από τις ακραίες πεποιθήσεις τους για να επανέλθουν στην επικρατούσα τάση.
Είναι καλή εποχή για να είσαι πρώην ακραίος στην επιχείρηση απο-ακραιοποίησης. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο ετών, έχει αρχίσει να αναπτύσσεται ένα διεθνές δίκτυο από «Πρώην» – όπως χαρακτηρίζονται στη βιομηχανία οι πρώην βίαιοι εξτρεμιστές οι οποίοι έχουν αποτάξει τις παλιές τους πεποιθήσεις και τώρα εργάζονται ώστε να υπερισχύσουν απέναντι σε άλλους με παρόμοιες πεποιθήσεις. Σε όλο τον κόσμο έχουν αρχίσει να εμφανίζονται οργανώσεις που διοικούνται από «Πρώην» και οι κυβερνήσεις τις χρησιμοποιούν για να ενισχύσουν τα προγράμματα κατά της τρομοκρατίας.
Από το 2012, έχει έρθει υποστήριξη και από τον ιδιωτικό τομέα: Ομάδες όπως η Gen Next, μια ομάδα σε ύφος ιδιωτικής λέσχης, που αποτελείται από τύπους που έχουν start-up εταιρείες στο Σαν Φρανσίσκο και η Google, χορηγός της Against Violent Extremism (AVE) που είναι κομμάτι ενός κοινωνικού δικτύου για να γνωρίσει κανείς ποιος είναι ποιος στο χώρο των πρώην ριζοσπαστών. «Ένα κομμάτι αυτού, προσφέρει στον κόσμο ευκαιρίες δικτύωσης», λέει ο Ross Frenett, o oποίος διαχειρίζεται την AVE εκ μέρους μιας Λονδρέζικης δεξαμενής σκέψης (think tank) που φέρει τον τίτλο Ινστιτούτο για Στρατηγικό Διάλογο (ISD). «Αυτή η δουλειά μπορεί να γίνει μοναχική».
Η ιδέα της ενεργοποίησης και εξάπλωσης των «Πρώην» στη μάχη κατά του εξτρεμισμού είναι εν μέρει βασισμένη στη θεωρία ότι οι Πρώην είναι καλύτερα εκπαιδευμένοι ώστε να προκαλούν ρωγμές στην πανοπλία της ριζοσπαστικής ιδεολογίας. Γνωρίζουν επίσης σε προσωπικό επίπεδο πώς είναι να διακατέχεται κανείς από ριζοσπαστικό μίσος.
Η όλη προσπάθεια προκαλεί όμως επίσης ευρύτερες υποθέσεις: ότι η αποριζοσπαστικοποίηση των ριζοσπαστών είναι επιστήμη, και μάλιστα εξαγώγιμη – όπως και ότι πρώην μέλη της Αλ Κάιντα, μιας αμερικανικής φονταμενταλιστικής αίρεσης, μιας συμμορίας στο LA και μιας κλίκας Σουηδών σκίνχεντ μπορούν να αποπρογραμματιστούν με παρόμοιες τρόπους. Αν αυτό ισχυει, τότε ίσως η ριζοσπαστικοποίηση δεν έχει να κάνει τόσο με τη συγκεκριμένη μορφή της ιδεολογίας που προσφέρεται – αλλά περισσότερο με κάτι απροσδιόριστο, που κάνει τους ανθρώπους επιρρεπείς στη λαβή των ακραίων οργανώσεων.
Ενώ κινητοποιούνται, οι πρώην εργάζονται επίσης για το χτίσιμο μιας εταιρικής ταυτότητας. Σε ένα προωθητικό βίντεο της Google, ένας Πρώην δηλώνει με ενθουσιασμό: «Ο στόχος μου είναι να πάρω τον όρο ‘Πρώην’ και να τον κάνω cool»!
Ξεκίνησε το 2011 στο Δουβλίνο, στη Σύνοδο κατά του Βίαιου Εξτρεμισμού, με χορηγό τη Google. O Jared Cohen – ένας πρώην συνεργάτης της υπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ, Χίλαρι Κλίντον και αργότερα επικεφαλής της Google Ideas, μιας εταιρίας που αυτοχαρακτηρίζεται ως δεξαμενή σκέψης/πράξης – είχε στρέψει την προσοχή του Ιντερνετικού γίγαντα στο πρόβλημα του εξτρεμισμού στο Ίντερνετ. Το δίκτυο, σύμφωνα με ανακοίνωση της εταιρείας, παίζει έναν αναπτυσσόμενο ρόλο στην στρατολόγηση εξτρεμιστών. (Προφανώς, το «55 τοις εκατό των μελών των συμμοριών αναφέρουν ότι ανεβάζουν βίντεο σχετικά με τη δράση των συμμοριών».) Κατ’ επέκταση, το Ίντερνετ θα πρέπει να αναζητήσει τον τρόπο να «προσφέρει λύσεις».
Το Δίκτυο κατά του Βίαιου Εξτρεμισμού (AVE) και το κανάλι του στο YouTube, γεννήθηκαν μέσα από τη σύνοδο. Σύντομα άρχισε να στρατολογεί Πρώην, συμπεριλαμβανομένων: «… ενός πρώην Μουσουλμάνου εξτρεμιστή από τη Νιγηρία και του Χριστιανού ιερέα που είχε προσπαθήσει κάποτε να τον δολοφονήσει, ενός πρώην Ισραηλινού πράκτορα, ενός πρώην μέλους της Ιρανικής ισλαμικής παραστρατιωτικής οργάνωσης Ansar-e Hezbollah, ενός Λατίνου ηγέτη συμμορίας, ενός πρώην μέλους των Τamil Tigers, των πρώην ηγετικών μελών μιας διεθνούς συμμορίας από το Σαλβαδόρ, ενός πρώην μέλους ενός από τα πιο δημοφιλή συγκροτήματα σκίνχεντ, ενός πρώην μέλους των Bloods και ενός πρώην μέλος του Libyan Islamic Fighting Group».
Nachum Pachenik (Photo by Mark Seliger)
Ένας τέτοιος Πρώην ήταν ο Νachum Pachenik, ένας «πρώην βίαιος Ισραηλινός έποικος». Ο Pachenic, γιος ενός επιζώντα του Ολοκαυτώματος, γεννήθηκε σε μια Εβραϊκή κοινότητα κοντά στην Χεβρώνα. Η οικογένειά του ήταν ανάμεσα στις πρώτες που εποίκησαν κατακτημένη περιοχή μετά τον Αραβο-ισραηλινό πόλεμο του 1967. Όταν ήταν γύρω στα 20, αφού άφησε μια μονάδα ειδικών δυνάμεων του Ισραηλινού στρατού, ο Pachenic «ασχολήθηκε με βίαιες δραστηριότητες». Σήμερα είναι συγγραφέας και ποιητής και ιδρυτής του Eretz Shalom (Γη της Ειρήνης) ενός Ισραηλινο-παλαιστινιακού πρότζεκτ για την οικοδόμηση της ειρήνης.
Ένας άλλος είναι ο Usama Hasan, ο οποίος σε ηλικία 13 και ενώ ζούσε στο Λονδίνο, ενεπλάκη στην εξτρεμιστική ομάδα Salafi – και στα 19 του ταξίδεψε στο Αφγανιστάν για να εκπαιδευτεί με τους Άραβες μουτζαχεντίν. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου, ο Husan άρχισε να αμφισβητεί την πίστη του στο Ισλάμ. Τώρα έχει ντοκτορά στη Φυσική και είναι μουσουλμάνος ιμάμης, ο οποίος εργάζεται για «την προώθηση των δημοκρατικών και πλουραλιστικών οραμάτων του Ισλάμ».
Ένας από τους στόχους της AVE είναι να αναπτύξει τις καλύτερες πρακτικές, ένα είδος εγχειριδίου οδηγιών χρήσης σχετικά με την απο-ριζοσπαστικοποίηση των ανθρώπων. Ακαδημαϊκά και κυβερνητικά συνέδρια έχουν μελετήσει την αποτελεσματικότητα της χρήσης ενός προσωπικού μέντορα για τον καθένα. «Μια σημαντική αρχή στο να είσαι μέντορας ανθρώπων που έχουν εμπλακεί στον εξτρεμισμό είναι να σπείρεις το σπόρο της αμφιβολίας, αλλά να μην προσπαθείς να νικήσεις στις διαφωνίες», κατέληξε ένα συνέδριο που συγχρηματοδοτήθηκε από το Υπουργείο Κοινωνικών Υποθέσεων και Ενσωμάτωσης της Δανίας. Έχουν σκεφτεί επίσης εξειδικευμένες ερωτήσεις πολιτικής, όπως: «Θα έπρεπε οι βίαιοι εξτρεμιστές που συλλαμβάνονται να φυλακίζονται σε απομόνωση ώστε να μην επηρεάζουν τους άλλους κρατούμενους (Αυτή είναι η στρατηγική στην Ολλανδία); Ή το αντίθετο, ώστε να απαλλαγούν από το εξτρεμιστικό στοιχείο τους (όπως ισχύει στη Δανία);»Αυτή είναι η τέχνη της απαλλαγής κάποιου από τον εξτρεμισμό.
Ο Frenett, από το ISD, λέει ότι η AVE συνεργάζεται τώρα με το University College London στο πλαίσιο μιας στατιστικής αξιολόγησης των πρότζεκτ τα οποία διευθύνονται από Πρώην – αν και η έρευνα βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο.
Ενώ το δίκτυο μεγαλώνει, εμφανίζονται κάποιοι απροσδόκητοι συνεργάτες. Η Building Bridges for Peace ξεκίνησε από τη Jo Berry, μια γυναίκα η οποία έχασε τον πατέρα της από βομβιστική επίθεση του IRA το 1984 και τον Pat McGee, το πρώην μέλος του IRA που τοποθέτησε τη βόμβα. Άλλος ένας πρώην εθελοντής του ΙRA, o Henry Robinson, ένωσε τις δυνάμεις του με έναν άντρα που έχασε τον γιο του στην βομβιστική επίθεση στην Omagh το 1998 – και ταξίδεψαν στη Μπογκοτά για να βοηθήσουν τους Κολομβιανούς να προωθήσουν την ειρήνη. Άνθρωποι που έχασαν συγγενείς τους σε ανταλλαγή πυρών σε ένα ναό Σιχ στο Ουισκόνσιν το 2012, ενώθηκαν με τον Arno Michalis, τον άνθρωπο που έσπειρε τις σφαίρες.
Το αγαπημένο μου πρότζεκτ είναι το Formers Anonymous, που βασίζεται στο μοντέλο των Alcoholics Anonymous – και αντιμετωπίζει την εγκληματικότητα των συμμοριών του δρόμου ως εθισμό και όχι σαν ελάττωμα ή ιδεολογική επιλογή. Φανταστείτε μια ομάδα Πρώην να συναντιούνται για καφέ και τσιγάρο για να μιλήσουν για το πώς αντιστέκονται στην ανάγκη να δείρουν κάποιον μέχρι να χάσει τις αισθήσεις του ή για το πώς υπέκυψαν στον πειρασμό αυτών των φρικτών σκέψεων. Οι Πρώην προσέχουν ο ένας τον άλλο ώστε να μην υποτροπιάσουν. «Είμαστε μια ομάδα από άντρες και γυναίκες που έχουν αναγνωρίσει το κοινό τους πρόβλημα, που είναι η σύνδεση με ένα ανεύθυνο και εγκληματικό ή τοξικό τρόπο ζωής», λέει η περιγραφή στη σελίδα της ομάδας στο Facebook. «Οι Formers Anonymous αναγνωρίζει την ύπαρξη του εθισμού στη ζωή στο δρόμο ως έναν κύριο εθισμό, αντίστοιχο με τον τζόγο ή τις διατροφικές διαταραχές».
Οι Πρώην, αποτελούν με αυξανόμενο ρυθμό συνεργάτες της κυβέρνησης. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι Πρώην έχουν συμβουλέψει το CONTEST, την υπηρεσία στρατηγικής κατά της τρομοκρατίας του υπουργείου εσωτερικών. Σε όλη την ήπειρο, φιγουράρουν σε πρωτοβουλίες όπως η TerRa, που χρηματοδοτείται από την Κομισιόν και η RAN. Kομμάτι της έρευνας της AVE υποστηρίζεται από το υπουργείο εξωτερικών των ΗΠΑ.
Usama Hasan (Photo by Mark Seliger)
Οι ιδιωτικοί οργανισμοί βρίσκονται και αυτοί στο παιχνίδι. Ο Frenett, από το Ινστιτούτο για τον Στρατηγικό Διάλογο λέει ότι η AVE έχει συνδέσει τους Πρώην με το YouΤube, το οποίο τους χρησιμοποιεί για να εντοπίζει τα ρατσιστικά βίντεο και υλικό που μπορεί να προκαλέσει μίσος το οποίο θα πρέπει να αφαιρεθεί. «Επιτρέπουν στα μέλη να λαμβάνουν μέρος στην πολιτική… σχετικά με το τι θα πρέπει να ‘κατεβαίνει’». Ο Ghaffar Hussain του Quilliam Foundation, (οι τύποι που δελέασαν τον Tommy Robinson να αφήσει το ΕDL) – που έχει βάση το Λονδίνο – λέει ότι έχει αναλάβει από την Google να ερευνήσει τον εξτρεμισμό στο Ίντερνετ και τους τρόπους αντιμετώπισής του». Η δουλειά περιλαμβάνει συνεντεύξεις με Πρώην σχετικά με το πώς χρησιμοποιούν το Ίντερνετ.
Η προσπάθεια δεν έχει αποφύγει την οργή των επικριτών. Κάποιοι είναι σκεπτικιστές ως προς το αν οι Πρώην μπορούν να αναμορφωθούν πλήρως. Άλλοι ενίστανται για τη μέθοδο περισσότερο απ’ ό, τι για το νόημα της προσπάθειας. Το 2011, λίγο μετά τη Σύνοδο κατά του Βίαιου Εξτρεμισμού, ο Jonathan Githens-Mazer του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μουσουλμανικών Ερευνών έγραψε μια εξαιρετικά κακή κριτική:
«Άρχισα να αισθάνομαι όλο και πιο άβολα, ενώ ο πραγματικός σκοπός της συνόδου κορυφής κατέστη σαφής κατά τη διάρκεια της πρώτης ημέρας. Διαφορετικές ομάδες, σε οργανωμένες συνομιλίες τύπου talk show με έναν επόπτη και τρεις ή τέσσερις ομιλητές να κάθονται σε κρεμ πολυθρόνες [και] να μιλάνε για το γεγονός ότι δεν έλαβαν αρκετή αγάπη από τους πατέρες τους»…
Συγκεκριμένα, οι κριτικοί αντιτίθενται στην κατάταξη από την AVE, της βίας των συμμοριών, των εγκλημάτων πολέμου των ανταρτών, του νεοναζισμού, της τρομοκρατίας του απαρτχάιντ και του Ισλαμισμού σε μια κατηγορία. Αυτή η στρατηγική, σύμφωνα με τους επικριτές της, δεν προσδίδει καμία εγκυρότητα στις ιδέες των Πρώην περί εθνικής απελευθέρωσης και περί αγώνων ενάντια στην καταπίεση. Ο εξτρεμισμός, με άλλα λόγια, “ζωγραφίζεται” ως ένα σύμπτωμα που προκλήθηκε από την έλειψη πατρικής αγάπης ή ασταθούς οικογενειακού περιβάλλοντος, παρά ως κάτι πολιτικό.
Προχωρώντας, υπάρχουν επίσης κάποιες λογιστικές δυκολίες. Ο έλεγχος των Πρώην είναι δύσκολος, μια που οι Πρώην είναι αυτοί που συχνά προτείνουν τους άλλους Πρώην και εγγυώνται ότι είναι πραγματικά Πρώην. Υπάρχει επίσης και το θέμα της υποβόσκουσας έντασης μεταξύ τους. «Υπάρχουν άνθρωποι με κοινό ιστορικό, οι οποίοι δεν μιλάνε ο ένας στον άλλο», παραδέχεται ο Frenett. «Μεταφέρουν κακίες που σχηματίστηκαν από τότε που βρίσκονταν σε κάποια οργάνωση».
Για τον Orell, τον Σουηδό πρώην νεοναζί, η βοήθεια από άλλους πρώην έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαδικασία εξόδου του. Στην αρχή, λέει, «φοβόμουν ότι ο κόσμος θα με έκρινε. Ότι θα έλεγαν ότι είμαι τρελός ή άρρωστος. Το γεγονός ότι μίλησα με κάποιον που μου είπε ότι ‘Έχω υπάρξει στη θέση σου και είναι εφικτό να ξεφύγεις…’ ήταν τόσο ανακουφιστικό, τόσο θεραπευτικό».
Η τελική απόφαση να εγκαταλείψει τους σκίνχεντ όμως, ξεκίνησε ως προσωπική συνειδητοποίηση. Η στρατιωτική θητεία, λέει ο Orell, τον ενέπνευσε να είναι «αγνός στο σώμα και το πνεύμα, να μην πίνει, να είναι υγιής, να γυμνάζεται». Επομένως, «αντιλήφθηκα ότι οι σύντροφοί μου δεν ήταν η ελίτ της λευκής φυλής».