Τα στοιχεία είναι θλιβερά και οι αριθμοί αμείλικτοι. Έξι γυναίκες την ώρα δολοφονούνται παγκοσμίως από μέλος της οικογένειάς τους. Σε μια μέρα, 137 γυναικοκτόνοι στερούν τη ζωή 137 γυναικών. Πάνω από το ένα τρίτο των γυναικών (30.000 γυναίκες) που σκοτώθηκαν το 2017, σκοτώθηκαν από τον τωρινό ή τον πρώην σύντροφό τους. Όλα αυτά σύμφωνα με μία από τις μεγαλύτερες έρευνες που έχουν γίνει ποτέ για τους δολοφονίες που σχετίζονται με το φύλο από την Υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και την Πρόληψη της Εγκληματικότητας (UNODC).
Ακούμε για τη μία γυναικοκτονία πίσω από την άλλη και καταναλώνουμε την ιστορία ως αδηφάγο κοινό –ο όρος βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή του- που διψάει για ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Η συχνότητα των περιστατικών είναι τόσο μεγάλη που πολλοί δεν συνειδητοποιούν ότι η «άτυχη 26χρονη» και η «αδικοχαμένη 20χρονη» έχουν όνομα και ανθρώπινες ιδιότητες. Δεν είναι ούτε όμορφα πρόσωπα στο Instagram, ούτε σύμβολα μιας τραγωδίας ή ενός παραμυθιού με κακό τέλος. Ήταν πολύ νέοι άνθρωποι που δεν πρόλαβαν να ζήσουν, επειδή κάποιος θεώρησε ότι έχει εξουσία στη ζωή και τον θάνατό τους.
Videos by VICE
Οι ίδιοι οι γυναικοκτόνοι, αλλά και μία μερίδα της κοινωνίας, τείνουν να απανθρωποποιούν (dehumanize) τα θύματα, να τους στερούν όλα τα χαρακτηριστικά που τις κάνουν ανθρώπινα όντα. Οι μεν για να τις σκοτώσουν, οι δε για να αντέξουν να ζουν σε αυτό τον κόσμο, συνεχίζοντας να πιστεύουν ότι το απόλυτο κακό δεν θα πλήξει ποτέ το δικό τους σπίτι.
Η διαδικασία της απανθρωποποίησης έχει μελετηθεί αρκετά από τους επιστήμονες. Έρευνες έχουν καταδείξει ότι είναι ένα από τα πρώτο στάδια σε όλα τα βασανιστήρια και τις γενοκτονίες της ανθρώπινης ιστορίας. Ο άλλος -για παράδειγμα ο Εβραίος στη ναζιστική Γερμανία- αντιμετωπίζεται ως ένα εγγενώς κατώτερο ον. Έτσι δικαιολογούμε τον εαυτό μας, σε όποιο μαρτύριο και να τον υποβάλλουμε.
Το φύλο είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό στοιχείο της ταυτότητας, το οποίο ανέκαθεν χρησιμοποιούνταν ως «φυσική απόδειξη» κατωτερότητας ή ανωτερότητας αντίστοιχα. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνες οι άνδρες που απανθρωποποιούν τις γυναίκες και τις αντιμετωπίζουν ως «αντικείμενα» είναι πιο πιθανό να τις βιάσουν και να τις παρενοχλήσουν σεξουαλικά.
Όσο για τη γυναικοκτονία, μια μερίδα του κόσμου χρησιμοποιεί το εξής επιχείρημα κατά του όρου: «Οι γυναίκες είναι άνθρωποι, άρα γιατί δεν χρησιμοποιείτε τη λέξη “ανθρωποκτονία”»; Η Γαρυφαλλιά Ψαρράκου, η Καρολάιν Κράουτς και τόσες ακόμη δολοφονήθηκαν ακριβώς επειδή είναι γυναίκες, από οικείο χέρι. Ο δολοφόνος τις θεωρούσε «κτήμα» του, κάτι λιγότερο από ανθρώπους.
Ο τρόπος που παρουσιάζονται οι γυναικοκτονίες στα ΜΜΕ σαν «οικογενειακά δράματα» ή «τραγωδίες» συντελεί στο να ξεχνάμε πως όταν οι κάμερες κλείσουν, η γυναίκα λείπει. Ο δολοφόνος της με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συνεχίζει τη ζωή του – και έξω από τη φυλακή σε τέσσερα-πέντε χρόνια, όπως μας «ενημέρωσε» ο Μπαλάσκας πριν από μερικές εβδομάδες. Η γυναίκα της ιστορίας όμως δεν θα ξυπνήσει ποτέ ξανά. Δεν θα δει το παιδί της να μεγαλώνει, δεν θα πάει πρώτη μέρα στη δουλειά, δεν θα σπουδάσει, δεν θα διαβάσει, δεν θα φιλήσει, δεν θα θυμώσει, δεν θα γελάσει με τους φίλους της, δεν θα γελάσει και δεν θα κλάψει γενικά ποτέ ξανά. Αυτή είναι η πραγματική τραγωδία.
Στις γυναικοκτονίες βέβαια υπάρχουν και οι ζωντανοί νεκροί. Ο πατέρας της, η μάνα της, οι δικοί της άνθρωποι που θα σκέφτονται κάθε μέρα τι θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά. Θα βασανίζονται στη σκέψη ότι κάποιο «σημάδι» έπρεπε να έχουν προσέξει και να έχουν προσπαθήσει περισσότερο να απομακρύνουν την κόρη τους. Δεν φταίει κανένας άλλος, όμως. Μόνο αυτός που σκοτώνει επειδή «χάλασε η φάση και ήταν η κακιά στιγμή» και η ριζωμένη έμφυλη ανισότητα που υπάρχει σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής και του οπλίζει το χέρι.
«Δεν δολοφόνησες μόνο τη Γαρυφαλλιά, δολοφόνησες την μητέρα, τον πατέρα και τα αδέρφια της. Τους έριξες όλους μαζί από τα βράχια. Έριξες ξανά από τα βράχια την Ελένη Τοπαλούδη, δολοφόνησες ξανά την Καρολάιν. Κάθε φορά που γίνεται μια γυναικοκτονία πεθαίνουν ξανά όλες οι δολοφονημένες γυναίκες από χέρια ανδρών». Αυτά τα λόγια ακούστηκαν στον επικήδειο της Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου, τον οποίο εκφώνησε φίλη της.
Οι χειρότεροι φόβοι μας επιβεβαιώνονται καθημερινά και παρακολουθούμε βουβές. Αν την Καρολάιν την είχαν σκοτώσει οι «αδίστακτοι ληστές» που είχαν εισβάλει στο σπίτι της, το κοινό θα κοιμόταν πιο ήσυχο. Θα θωρακίζαμε τα σπίτια μας και θα ζούσαμε με την ψευδαίσθηση ότι είμαστε ασφαλείς. Τώρα, δεν μας αφήνουν ούτε τις ψευδαισθήσεις. Τώρα που με τον δολοφόνο κοιμόμαστε στο ίδιο κρεβάτι, πάμε μαζί του πρώτη φορά διακοπές στη Φολέγανδρο, τι μπορούμε να κάνουμε; Τίποτα.
Γι’ αυτό πολλές από εμάς αρνούμαστε να δούμε τις ηδονοβλεπτικές περιγραφές των ειδήσεων, αρνούμαστε να διαβάσουμε γαργαλιστικές λεπτομέρειες για το τελευταίο έγκλημα που «συγκλόνισε το πανελλήνιο», όπως γράφεται σταθερά στα ΜΜΕ από το 1960 μέχρι σήμερα. Μια φράση που επίτηδες είναι κενή νοήματος. Δεν σημαίνει τίποτα.
Πολλοί θα σου πουν «φύγε με την πρώτη υπόνοια βίαιης συμπεριφοράς» και θα έχουν καλή πρόθεση. Δεν είναι, όμως, τόσο απλό. Μπορεί να τα καταφέρεις να φύγεις, μπορεί εκείνος να σε ακολουθήσει και να σε πετάξει στα βράχια. Μπορεί να ψάχνεις ξενοδοχείο να μείνεις και να σε πνίξει το βράδυ με το μαξιλάρι. Μπορεί να έχεις πάει στην αστυνομία μήνες πριν επειδή ξέρεις ότι κινδυνεύει η ζωή σου κι αυτός να εισβάλει στο σπίτι σου και να σκοτώσει εσένα και τον αδερφό σου που επενέβη.
Αυτά συμβαίνουν όταν ένας άνδρας δεν αναγνωρίζει την γυναίκα ως άνθρωπο, αλλά τη βλέπει ως προέκταση του εγώ του, ως «κάτι» που θέλει και αφού το θέλει, δικαιούνται να το έχει. Μέχρι να σταματήσει να το θέλει. Επειδή έτσι τον έχουν μάθει από νωρίς με λόγια ή χωρίς: η επιθυμία του νομιμοποιεί τα πάντα. Όταν η γυναίκα/κτήμα δεν «συμμορφώνεται», δεν μπορεί να το ανεχτεί. Η απειλή της «δύστροπης», της ελεύθερης-να-αποφασίζει-για-τη-ζωή-της γυναίκας πρέπει να εξαλειφθεί. Ούτε όταν ζούσαν μαζί της, ούτε τις τελευταίες της στιγμές τη βλέπει ως ένα αυτόνομο ανθρώπινο πλάσμα. Είναι λες και διαλύει μια κούκλα. Είναι αυτό που έλεγαν από παλιά οι φεμινίστριες:
«Φεμινισμός είναι η ριζοσπαστική ιδεολογία ότι οι γυναίκες είναι άνθρωποι».
Για πόσες δεκαετίες ακόμα θα μοιάζει τόσο επίκαιρο;
Όσο εμείς κλαίμε για τα θύματα και κάποιοι αναλώνονται στο να βρουν δικαιολογίες για τον δράστη που «έκανε αυτό που έχει περάσει από το μυαλό πολλών ανδρών: την πέταξε από τα βράχια», η ανεκτικότητα της κοινωνίας και η επιείκεια των νόμου ετοιμάζουν το έδαφος για την επόμενη γυναικοκτονία.
Μια γυναίκα που ξυλοκοπήθηκε άγρια από τον σύντροφό της μου είπε πρόσφατα ότι δεν θα κάνει καταγγελία γιατί φοβάται για τη ζωή της. Εκείνος μπορεί να θελήσει να την εκδικηθεί, αν τον καταγγείλει. «Όλοι ξέρουμε ότι ακόμα και τα περιοριστικά μέτρα δεν βοηθάνε ιδιαίτερα σε αυτές τις περιπτώσεις», είπε εκείνη κι εγώ κατάπια τη γλώσσα μου. Αυτά που όλοι ξέρουμε, αλλά δεν κάνουμε τίποτα για να αλλάξουν σε προσωπικό, κοινωνικό, πολιτικό, νομικό επίπεδο στοιχίζουν τις ζωές γυναικών. Πόσες ακόμα;
Εμείς ψάχνουμε τα κίνητρα των δολοφόνων, φτιάχνουμε ψυχογραφήματα, διαφωνούμε για τον όρο «γυναικοκτονία». Είμαστε ζωντανοί/ες ακόμα. Σιωπή όμως τώρα. Οι γυναίκες πεθαίνουν.
Περισσότερα από το VICE
Οι Ομάδες Προφορικής Ιστορίας Καταγράφουν Μαρτυρίες και Μνήμες Ανθρώπων με Σκοπό να τις Διαφυλάξουν
Η Γυναικοκτονία Δεν Είναι μια «Φάση που Στράβωσε» Αλλά μια Αρρώστια Ριζωμένη
Αληθεύει Ότι η Eξόρυξη Bitcoin Mετέτρεψε Μία Παγετώδη Λίμνη σε Γιγάντιο Τζακούζι;