Ο Josh Marsh έκανε διακοπές στις Φιλιππίνες το 2012, όταν η βάρκα στην οποία επέβαινε ανατράπηκε στα ανοιχτά της ακτής της Μανίλα. Για τις επόμενες 52 ώρες, ο Josh, ο φίλος του ο Tom και ο πατέρας του Tom βρίσκονταν σε μια αναποδογυρισμένη βάρκα, χωρίς σκιά και χωρίς προμήθειες. Ο ξεναγός τους, Ruben, πήδηξε από τη βάρκα και επιχείρησε να κολυμπήσει ως την ακτή, για να φέρει βοήθεια. Ήταν στα μέσα του Δεκεμβρίου και οι θερμοκρασίες άγγιζαν τους 31 βαθμούς. Πλοία τους προσπερνούσαν, χωρίς να σταματήσουν. Πίστευαν ότι θα πεθάνουν.
Έχουν περάσει ελάχιστα χρόνια από το περιστατικό. Τώρα, ο Josh μας διηγείται πώς είναι να επιβιώνεις χαμένος στη θάλασσα. Μιλήσαμε για παραισθήσεις από την αφυδάτωση, για καρχαρίες και για τον λόγο που αποφάσισε να σώσει ένα μπουκάλι ρούμι.
Videos by VICE
«Περιμέναμε να επικοινωνήσει με κάποιον. Ελπίζαμε ότι θα έφτανε στο νησί και θα μας έστελνε βοήθεια. Δεν βρέθηκε ποτέ. Πνίγηκε στη θάλασσα»
VICE: Γεια σου, Josh. Λοιπόν, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πριν από δύο χρόνια πήγες στις Φιλιππίνες με τον φίλο σου τον Tom και τον πατέρα του. Γιατί αποφασίσατε να πάρετε τη βάρκα εκείνη την ημέρα;
Josh Marsh: Μέναμε στο Μπαντόν, ένα νησί κοντά στη Μανίλα. Το πλάνο ήταν να κατευθυνθούμε προς το Μαριντούκ, το οποίο απείχε περίπου 40 χιλιόμετρα. Μας είχαν προειδοποιήσει για την κακοκαιρία και τα κύματα, όμως ο ξεναγός μας επέμενε ότι μπορούσαμε να περάσουμε απέναντι. Μόλις ανοιχτήκαμε στη θάλασσα, ο καιρός άλλαξε απότομα και βάρκα ξεκίνησε να μπάζει νερά. Στο τέλος, η μηχανή έσβησε και ξεκινήσαμε να βγάζουμε τα νερά με κουβάδες. Ακυβέρνητοι, γυρίσαμε στο πλάι και μας κατάπιε ένα μεγάλο κύμα, το οποίο ανέτρεψε κατευθείαν τη βάρκα. Επιπλέαμε όλοι στην επιφάνεια, προσπαθώντας να καταλάβουμε τι είχε συμβεί. Μετά, αρπάξαμε οποιοδήποτε αντικείμενο της βάρκας είδαμε να επιπλέει. Το πρώτο πράγμα που άρπαξα ήταν ένα μπουκάλι ρούμι.
Το πρώτο πράγμα που άρπαξες ήταν ένα μπουκάλι ρούμι;
Ναι, ήταν καλό ρούμι και ήταν το πρώτο πράγμα που είδα να επιπλέει.
Ήταν ακριβό;
Γύρω στα πέντε-έξι ευρώ.
Τι άλλο αρπάξατε;
Ο ξεναγός μας, ο Ruben, άρπαξε ένα κουζινομάχαιρο και βούτηξε κάτω από το νερό, για να κόψει το σκίαστρο της βάρκας, ώστε να μη μας τραβήξει μέσα. Μετά, σκαρφαλώσαμε στην καρίνα και καθίσαμε πάνω της, προσπαθώντας να σκεφτούμε τι να κάνουμε. Ο Ruben αποφάσισε να πάρει ένα μπιτόνι βενζίνης, να το δέσει στον καρπό του, για να τον βοηθάει να επιπλέει και να κολυμπήσει ως την ακτή, ώστε να φέρει βοήθεια. Το νησί ήταν πολύ μακριά μας σε εκείνο το σημείο. Του είπαμε ότι δεν ήταν καλή ιδέα, όμως ήταν ανένδοτος. Ξεκίνησε να κολυμπάει προς το νησί. Τον κοιτούσαμε ως εκεί που έφτανε το μάτι μας, μέχρι που εξαφανίστηκε πίσω από τα κύματα.
Σκέφτηκες και εσύ να κολυμπήσεις προς το νησί;
Το σκέφτηκα. Η άλλη επιλογή δεν μου φαινόταν και πολύ καλή – να καθίσουμε στη βάρκα περιμένοντας να μας διασώσουν. Είχαμε σχετικά μεγάλη απόσταση από το νησί, όμως δεν φαινόταν αδύνατον να φτάσεις. Ήταν από εκείνες τις στιγμές που έπρεπε να πάρεις μια απόφαση. Όμως επέλεξα να μείνω στο σκάφος με τον Tom και τον μπαμπά του.
Επομένως ήσασταν μόνο οι τρεις σας στη βάρκα;
Ναι.
[VICE Video] Η Βιομηχανία Φαγώσιμων Εντόμων στην Κίνα – Μέρος 1ο
Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.
Τι σκεφτόσουν εκείνες τις στιγμές;
Ουσιαστικά, περιμέναμε να επικοινωνήσει με κάποιον ο Ruben. Ελπίζαμε ότι θα έφτανε στο νησί και θα μας έστελνε βοήθεια.
Ξέρεις τι απέγινε ο Ruben;
Δεν βρέθηκε ποτέ. Πνίγηκε στη θάλασσα.
Πώς ήταν, όταν έδυσε ο ήλιος;
Η πρώτη νύχτα ήταν πολύ τρομακτική. Δεν είχε φεγγάρι. Κρυώναμε, πεινούσαμε και δεν είχαμε ιδέα τι βρισκόταν κάτω από το νερό. Ακούγαμε τα κύματα να έρχονται, όμως δεν τα βλέπαμε. Αυτό πρέπει να ήταν το πιο τρομακτικό από όλα: το να ξέρεις ότι αν σε ρίξει ένα κύμα από τη βάρκα, πιθανότατα δεν θα έχεις τη δύναμη να ανέβεις ξανά. Ήμασταν εξαντλημένοι σωματικά. Ξέραμε ότι με το που έπεφτε το σκοτάδι, δεν υπήρχε περίπτωση να μας σώσει κάποιος, πριν από το ξημέρωμα, αν ποτέ γινόταν αυτό. Δεν είχαμε φως, οπότε απλώς καθόμασταν εκεί, στο σκοτάδι. Τα κύματα ήταν αμείλικτα και ήμασταν εξουθενωμένοι. Εκείνο το βράδυ, το νερό γύρω από το σκάφος ξεκίνησε να φωσφορίζει. Ήταν πανέμορφο. Υπήρχαν κάτι μικροσκοπικά πλάσματα στον ωκεανό που εξέπεμπαν μια παράξενη λάμψη. Μας είχαν μαγέψει.
Έβλεπα παγκάκια, φοίνικες και ανθρώπους στο νερό. Έβλεπα αυτοκίνητα και μαρίνες. Πράγματα που ίσως να ήθελα να δω: Εικόνες σωτηρίας.
Ήσασταν εντάξει σωματικά;
Το πόδι μου πονούσε πολύ από ένα ατύχημα που είχα πάθει λίγο νωρίτερα στο νησί – είχα μια ανοιχτή πληγή στο πόδι. Οπότε μέσα στο νερό, ανησυχούσα πολύ για καρχαρίες. Όταν όμως ανέτειλε ο ήλιος, το ηθικό μας αναπτερώθηκε και ελπίζαμε στη διάσωση.
Πέρασαν πλοία από κοντά σας το πρωί;
Μας προσπέρασαν δύο πλοία. Προσπαθούσαμε να τους τραβήξουμε την προσοχή, αλλά μάταια. Δοκιμάσαμε να τους ειδοποιήσουμε με το μικροσκοπικό φλας μιας κάμερας, όμως μας έπεφτε συνέχεια στα κύματα. Δεν είχαμε καμία πιθανότητα. Ήμασταν απελπισμένοι.
Όταν βγήκε ο ήλιος, είχε ζέστη; Φαντάζομαι ότι ο ήλιος πρέπει να καίει πάρα πολύ εκεί έξω, χωρίς σκιά.
Κάηκα πολύ άσχημα από τον ήλιο και ήμασταν αφυδατωμένοι, καθώς δεν είχαμε πολύ νερό. Η ηλίαση σε συνδυασμό με την έλλειψη ύπνου μας δυσκόλευε πολύ να αντιληφθούμε την πραγματικότητα.
Οπότε, ξεκινήσατε να χάνετε την επαφή με την πραγματικότητα;
Τη δεύτερη νύχτα, είχα έντονες παραισθήσεις. Έβλεπα παγκάκια, φοίνικες και ανθρώπους στο νερό. Έβλεπα αυτοκίνητα και μαρίνες. Πράγματα που ίσως να ήθελα να δω: Εικόνες σωτηρίας. Σκεφτόμουν συνεχώς: Αν καταφέρω να κολυμπήσω μέχρι το παγκάκι, όλα θα πάνε καλά. Με έπαιρνε διαρκώς ο ύπνος για μερικές στιγμές. Θυμάμαι να πέφτω στο νερό. Με παρέσυρε η θάλασσα για πολλή ώρα, μέχρι που ένιωσα ένα χέρι να με αρπάζει από τον λαιμό. Ήταν ο Tom. Με είχε ακούσει που έπεσα μέσα και με τράβηξε στην επιφάνεια. Ήμουν τυχερός. Ήταν θεοσκότεινα. Πρέπει να άκουσε τον ήχο που έκανα, όταν έπεσα στο νερό.
Είχες άλλες παραισθήσεις;
Η πιο έντονη παραίσθηση που είχα ήταν η εικόνα μιας μαρίνας. Νόμιζα ότι η βάρκα μας πήγαινε κατά πάνω της. Υπήρχαν δύο μεγάλα τείχη από βράχια σε κάθε μεριά. Σε απόσταση, έβλεπα ένα αυτοκίνητο και ανθρώπους να στέκονται δίπλα του και να χαιρετάνε. Ένα εκτυφλωτικό φως έβγαινε από τους προβολείς. Ούρλιαζα στους ανθρώπους να μας σώσουν. Ήταν απίστευτο. Νόμιζα ότι είχε φτάσει η σωτηρία μας. Καθώς όμως πλησιάζαμε, τα κύματα μεταμορφώνονταν σε γιγάντια, τσιμεντένια τείχη. Νόμιζα ότι θα προσκρούσουμε πάνω τους και ότι η βάρκα θα καταστραφεί. Όταν ανέτειλε ο ήλιος, τα κύματα είχαν κοπάσει και πάλι. Πίστευα ότι στη διάρκεια της νύχτας είχαμε έρθει σε επαφή με έναν υπάλληλο ξενοδοχείου, ο οποίος έστελνε βοήθεια. Νόμιζα ότι είχαμε ρίξει άγκυρα σε ένα ξενοδοχείο. Γύρισα προς τον Tom και μου είπε, «Κοίτα γύρω σου, είμαστε στη μέση του ωκεανού».
Τι έγινε το επόμενο πρωί;
Εμφανίστηκε μπροστά μας ένα τεράστιο φορτηγό πλοίο. Ουρλιάζαμε με όλη μας τη δύναμη και προσπαθούσαμε να τους ειδοποιήσουμε με έναν πορτοκαλί μουσαμά που τους κουνούσαμε. Το πλοίο έδειχνε να μας προσπερνάει. Δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι δεν μας είχαν δει. Ξαφνικά όμως, το πλοίο σήμανε την κόρνα του και ξεκίνησε να γυρίζει προς το μέρος μας. Πέταξαν ένα δίχτυ και εμείς πηδήξαμε από τη βάρκα. Έπειτα, σκαρφαλώσαμε στο πλοίο. Το πλήρωμα ήταν απίστευτο. Μας έδωσαν ρούχα, φαγητό και μας πήγαν στο κοντινότερο λιμάνι. Μας έσωσαν τη ζωή.
Έχεις ακόμη το μπουκάλι με το ρούμι;
Όχι, το πέταξα στη θάλασσα σε κάποια στιγμή. Όμως ο Tom μου έφερε ένα μπουκάλι από τις Φιλιππίνες, μερικά χρόνια αργότερα. Το έχω ακόμη στο ράφι.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο VICE Australia.
Περισσότερα από το VICE
Έτσι Κυλάει η Ζωή στο Κερατσίνι, Τέσσερα Χρόνια Μετά τη Δολοφονία του Παύλου Φύσσα
Υπερβολικά Όμορφοι Άνθρωποι Εξηγούν πώς Είναι να σε Βλέπουν Όλοι σαν μια Οπτασία
Οι Φύλακες-Angels των Σκύλων στην Ελλάδα Δεν Φορούν Κοστούμι