Πώς να Τυπώσεις 250 Εκατομμύρια Πλαστά Δολάρια και (Σχεδόν) να τη Γλιτώσεις

alexander-grey-8lnbXtxFGZw-unsplash
Kοινοποίηση

Ο Frank Bourassa πίνει λικέρ κανέλας Goldschlager, επειδή δεν του αρέσει η γεύση του αλκοόλ. Ωστόσο, το λαμπερό υγρό μοιάζει με προφανή επιλογή για έναν άνδρα, ο οποίος, αποζητώντας τα πλούτη, τύπωσε 250 εκατομμύρια δολάρια σε πλαστά χαρτονομίσματα. Για τον Bourassa, η ζαχαρώδης γεύση γίνεται ακόμη πιο γλυκιά από το γεγονός ότι, παρά την απίστευτη τρέλα του, είναι ακόμη ελεύθερος.

Συναντήσαμε τον αυτοαποκαλούμενο καλύτερο παραχαράκτη του κόσμου στη γενέτειρά του, το Τρουά Ριβιέρ, στο Κεμπέκ του Καναδά, σε ένα μπαρ που μοιάζει να έχει πάρει το όνομά του από εκείνον. Αλλά το προσωπικό στο μπαρ Les Contrebandiers (Οι Λαθρέμποροι) δεν αναγνωρίζει τον άνδρα που σερβίρει.

Videos by VICE

Ο Bourassa το αποδίδει στο γεγονός ότι η (αρκετά έντονη) κάλυψη των «κατορθωμάτων» του έγινε κυρίως στις ΗΠΑ, στα αγγλικά. «Παραδόξως, στην πόλη μου δεν είναι πολύ γνωστό, επειδή εδώ η ζωή είναι κατά βάση στα γαλλικά και τα αγγλικά δεν διαπερνούν τον κλειστό κόσμο που έχουμε στο Κεμπέκ».

Αυτή είναι η ζωή του Bourassa τώρα, μια ήσυχη, ταπεινή ύπαρξη σε μια μικρή πόλη στις όχθες του ποταμού Σεν Λοράνς. Αλλά πριν από μερικά χρόνια, ο πρώην εγκληματίας καριέρας κατέστρωσε ένα σχέδιο που θα άλλαζε για πάντα τη ζωή του. «Είχα σταματήσει σε ένα κόκκινο φανάρι και σκεφτόμουν ότι σηκωνόμαστε το πρωί, για να πουλήσουμε ένα προϊόν ή να παρέχουμε μια υπηρεσία, αλλά ο στόχος είναι πάντα να βγάλουμε λεφτά. Σκέφτηκα, γιατί να μην παρακάμψω τα βήματα και να φτιάξω κατευθείαν τα λεφτά; Όλους τους εκνευρισμούς, τις επιπλοκές και τα προβλήματα στη ζωή, στη δουλειά, δεν θα τα είχα πια».

Για χρόνια, ο Bourassa ερευνούσε το πλάνο του, μελετώντας σχολαστικά τα χαρακτηριστικά ασφαλείας του δολαρίου και επικοινωνώντας με εκατοντάδες πωλητές χαρτιού, για να βρει τον τέλειο καμβά για το έγκλημά του. «Είμαι φοβερός στην έρευνα», καυχιέται. «Μου πήρε χιλιάδες ώρες. Έπρεπε να βρω μια συνταγή, υλικά και ένα μέρος για να το κάνω. Έπρεπε να βρω έναν προμηθευτή που θα έφτιαχνε τη συνταγή μου, χωρίς να φαίνεται ότι ήταν συνταγή για χαρτί χαρτονομισμάτων».

Αφού πέρασε μήνες στέλνοντας e-mail, ο Bourassa βρήκε επιτέλους ένα ευρωπαϊκό κατάστημα που ήταν πρόθυμο να φτιάξει την παραγγελία του, αν και ισχυρίζεται ότι δεν είχαν ιδέα για τις τελικές του προθέσεις. Περιγράφει τη στιγμή που έφτασε η παραγγελία, ως την ευτυχέστερη της ζωής του ως τότε.

Επίσης ήταν η πιο αγχωτική. «Μέχρι τότε, δεν είχα μιλήσει σε κανέναν, επειδή η καταγραφή φωνής είναι ισχυρό στοιχείο στο δικαστήριο», λέει ο Bourassa. «Όλα έγιναν μέσω e-mail και όταν μου έστειλαν το χαρτί, δεν είχα ιδέα, αν είχαν ειδοποιήσει το FBI». Η παραλαβή της παραγγελίας στο λιμάνι του Μόντρεαλ ήταν δύσκολη και χρειάστηκε τρεις μέρες παρακολούθησης, αρκετούς συνεργούς και μια αλλαγή οχημάτων, για να καλύψουν επιπλέον τα ίχνη τους.

Καθισμένος σε ένα τραπέζι στο σκοτάδι μακριά από τους υπόλοιπους θαμώνες, ο Bourassa –που αναφέρεται στους συνηθισμένους, μη εγκληματίες ως «νόμιμους ανθρώπους»– αφηγείται τις χιλιάδες προφυλάξεις, που λέει ότι οι περισσότεροι δεν θα σκέφτονταν να λάβουν. «Πρέπει να μεταφέρεις το χαρτί σε άλλη παλέτα, επειδή μπορεί να είναι παγιδευμένη», λέει απαριθμώντας τρόπους κάλυψης. «Αλλά όταν το μετέφερα σε άλλο φορτηγό και το πήγα για τύπωμα, πω-πω. Τίποτε δεν με σταματούσε, ήταν αδύνατον».

Ο λόγος που τύπωσε 250 εκατομμύρια δολάρια, λέει πως είναι απλώς ότι αυτό ήταν το μίνιμουμ χαρτί που ήταν πρόθυμη να παράγει η εταιρεία, ώστε να τη συμφέρει η χρήση μιας νέας συνταγής δημιουργίας χαρτιού. Επίσης, είναι τέτοιος άνθρωπος. «Αν επρόκειτο να το κάνω, θα ανοιγόμουν και θα το έκανα καλά, επειδή αν ανοιχτείς πολύ, πρέπει να το κάνεις καλά».

«Δεν κάνω τα πράγματα με μέτρο».

Για μερικούς μήνες, ο Bourassa ζούσε πολυτελώς, δείχνοντας όμως προς τα έξω έναν λιτό τρόπο ζωής, για να μην τραβήξει την προσοχή πάνω του. «Η δουλειά τσουλούσε, ξεκίνησα με τους πελάτες μου, μια μικρή παραγγελία 700.000 δολάρια από δω και από εκεί. Στην αρχή ήταν δείγματα, ώστε να τα δίνουν στους δικούς τους, ήθελαν να δουν τα πάντα, να τσεκάρουν τα πάντα. Μετά τις δοκιμές, επικοινωνούσαν ξανά».

Το ιδανικό ήταν να έχει τον μικρότερο δυνατόν αριθμό πελατών, που θα αγόραζαν τα μεγαλύτερα δυνατά χρηματικά ποσά. O Bourassa πουλούσε 30 δολάρια τη δεσμίδα των 100. Αλλά η αναζήτηση για νέους πελάτες τον οδήγησε κατευθείαν στην αγκαλιά ενός μυστικού αστυνομικού και η ακμάζουσα επιχείρησή του έληξε γρήγορα. «Όλα είναι ωραία και μετά χτυπάει η πόρτα σου και ο κόσμος σου καταρρέει. Γίνεται μέσα σε ένα δευτερόλεπτο», περιγράφει.

Ο Burassa ήταν στο έλεος της Βασιλικής Καναδικής Έφιππης Αστυνομίας και της Μυστικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ, με τη δεύτερη προφανώς να πιέζει για την έκδοσή του. Αυτό, λέει, ήταν ο χειρότερος εφιάλτης του. «Μετά τέλος, ήταν το τέλος του κόσμου. Πηγαίνεις στις ΗΠΑ, είσαι μακριά από το σπίτι σου, δεν έχεις επισκέψεις. Δεν θα έβλεπα πια τον μπαμπά μου, θα πέθαινε και δεν θα τον έβλεπα ξανά. Ήταν η απόλυτη καταστροφή για μένα».

Με τη βοήθεια ενός άνδρα που λέει ότι είναι ο καλύτερος δικηγόρος στον κόσμο και λίγη τύχη, τελικά κατάφερε να μειώσει τις κατηγορίες και να κερδίσει προστασία από την εντολή έκδοσης στις ΗΠΑ. Ήταν ένα μόνο μέτρο προφύλαξης που είχε πάρει: όταν είχε παραδώσει πλαστά χαρτονομίσματα, ενώ βρισκόταν υπό αστυνομική παρακολούθηση, είχε μπει σε μια καλυμμένη περιοχή και ποτέ δεν τον είδαν να έχει τα λεφτά στα χέρια του. Ο δικηγόρος του ισχυρίστηκε ότι αυτό ακύρωσε το αρχικό ένταλμα έρευνας και ο Bourasssa πίεσε περισσότερο τις διαπραγματεύσεις, καθώς προσφέρθηκε να παραδώσει 200 εκατομμύρια πλαστά δολάρια που δεν είχαν ανακαλύψει οι Αρχές. Στο τέλος, εξέτισε ποινή έξι εβδομάδων και πλήρωσε πρόστιμο 1.350 δολάρια.

Το πρόστιμο είναι για μικρές ποσότητες παράνομων ουσιών. «Βρήκαν ναρκωτικά στο αυτοκίνητό μου, επειδή παίρνω διάφορους – ακούγεται ψέμα, αλλά, αλήθεια, δεν παίρνω ναρκωτικά. Τα βρήκαν και δεν ήξερα καν ότι ήταν εκεί, μικροποσότητες, ένα χάπι που είχε πέσει στο δάπεδο».

Πίσω μας, οι τούβλινοι τοίχοι του μπαρ είναι διακοσμημένοι με κορνιζαρισμένες φωτογραφίες κατά τη σύλληψη των Lucky Luciano, Arnold Rothstein και Al Capone – όλοι διάσημοι εγκληματίες, όλοι άνδρες που εξέτισαν μεγάλες ποινές στη φυλακή ή πέθαναν βίαια.

Ο Bourassa λέει ότι νιώθει σαν να κέρδισε: βγήκε από όλο αυτό ζωντανός, ελεύθερος και δυνητικά με κάποια από τα χρήματά του. Από την ψεύτικη περιουσία του, 50 εκατομμύρια δεν βρέθηκαν ποτέ. «Το περισσότερο που μπορώ να πω, εκτός από το ότι είναι καλά κρυμμένα, είναι ότι δεν βιάζομαι να τα βγάλω. Σε κάποια φάση, είπα ότι ήταν 50 βήματα από μια μεγάλη βελανιδιά, αλλά δεν μπορώ να σου πω. Μυστήριο», λέει και χαμογελάει πλατιά.

Στην ερώτηση αν έπρεπε να τιμωρηθεί αυστηρότερα, ο Bourassa σαστίζει. «Καλή ερώτηση. Ο μέσος άνθρωπος μάλλον θα έλεγε “ναι”. Δεν ξέρω, φρόντισα να μην βλάψω κανέναν, αλλά βλάπτοντας την κυβέρνηση… η κυβέρνηση υποθέτω εκπροσωπεί τους ανθρώπους».


VICE Video: Έτσι Φτιάχνουν τα Πλαστά Δολάρια οι Συμμορίες στο Περού

Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.


Λέει ότι πιστεύει πως το έγκλημά του ήταν σχετικά χωρίς θύματα και ότι τα περισσότερα λεφτά του στέλνονταν σε Ασιάτες, Ευρωπαίους ή Αφρικανούς πελάτες, για να μην τη φέρει σε Αμερικανούς. «Οι Αμερικανοί είναι οι καλύτεροι άνθρωποι στον πλανήτη, αλλά τους τσακίζει η κυβέρνηση, περνάνε δύσκολα», λέει, κάνοντας λόγο για την έλλειψη πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη ως παράδειγμα. «Έτσι, δεν ήθελα να βρω δίκτυο πελατών που θα τα ξόδευαν στις ΗΠΑ, επειδή όποιος πιαστεί με πλαστά χρήματα, τα χάνει».

«Μπορεί να έχω πολλά ελαττώματα, αλλά δεν έχω σκοπό να καταστρέψω ανθρώπους, να κλέψω ή να κάνω κακό. Όμως, δεν έχω και τόσο πρόβλημα να κάνω κάτι ενάντια στην κυβέρνηση». Δεν υπάρχει τρόπος να εντοπιστούν τα λεφτά που πούλησε, έτσι ο Bourassa δεν μπορεί να πει αν χρησιμοποιήθηκαν για άλλα εγκλήματα, αν και «πολύ αμφιβάλλω ότι κατέληξαν στην Εκκλησία».

Ο καλύτερος παραχαράκτης στον κόσμο έχει τώρα δική του επιχείρηση, όπου προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες, για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις να αποτρέπουν τους παραχαράκτες. Η ελευθερία του δεν είναι απόλυτη: Ο Bourassa προστατεύεται από την έκδοση στις ΗΠΑ, αν μείνει στον Καναδά και ακόμη δεν ξέρει αν τον παρακολουθούν (Η Μυστική Υπηρεσία είπε στο VICE ότι δεν μπορούν να σχολιάσουν την υπόθεση, επειδή η έρευνά τους είναι ακόμη ανοιχτή).

Ο Burassa λέει πως θα ήταν χάσιμο χρόνο να τον παρακολουθούν ακόμη. «Δεν θα άγγιζα ξανά πλαστό 20δολαρο», λέει. «Ποτέ στη ζωή μου». Αν μπορούσε να γυρίσει πίσω τον χρόνο, θα το έκανε ξανά; «Ναι, είμαι χαρούμενος, έκανα καλή δουλειά».

Το αρχικό άρθρο δημοσιεύθηκε στο VICE Canada.

Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.

Περισσότερα από το VICE

Η Φρικιαστική Ιστορία της Γιαγιάς που Τεμάχισε και Έβρασε το Εγγόνι της στον Πειραιά

Καλύτερη Ελληνική Πεολειχία και Rocco Siffredi: Τα Ερωτικά Βραβεία της Αθήνας

Ξεφουσκώνει το Σχέδιο Δολοφονίας του Κώστα Καραμανλή

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.