«Είστε 40 ετών. Πώς και δεν έχετε παντρευτεί ακόμα;» / «Σκοπεύετε να αποκτήσετε παιδιά σύντομα και να αφήσετε τη δουλειά σας;» / «Θα κάνατε ποτέ σχέση με κάποιον από το γραφείο;» / «Έχετε προεμμηνορρυσιακό σύνδρομο;» / «Γιατί δεν χαμογελάτε λίγο περισσότερο;» / «Πώς τα καταφέρνετε να συνδυάζετε δουλειά και οικογένεια;» / «Θα φλερτάρατε με τον πελάτη, για να τον κάνετε να μείνει περισσότερο στο μαγαζί;».
Αυτές είναι μόνο μερικές από τις ερωτήσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπες ξανά και ξανά οι γυναίκες στη διαδικασία των επαγγελματικών συνεντεύξεων. Ο Τόμας Μάνσφιλντ, δικηγόρος με ειδίκευση στο εργατικό δίκαιο, έκανε μια έρευνα όπου συμμετείχαν εκατοντάδες γυναίκες πτυχιούχοι σχετικά με τη χειρότερη ερώτηση που τους έχει γίνει ποτέ σε συνέντευξη.
Videos by VICE
Οι πιο συχνές απαντήσεις, κάποιες από τις οποίες αναφέρθηκαν παραπάνω, ήταν οδυνηρά προβλέψιμες και δείχνουν ότι παρόλο που στα «χαρτιά» λαμβάνονται μέτρα για την καταπολέμηση του σεξισμού στον εργασιακό χώρο, η στερεοτυπική αντιμετώπιση με βάση το φύλο ζει και βασιλεύει – και στη διαδικασία επιλογής των εργαζομένων. Όσες καμπάνιες και να κάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την αντιμετώπιση των διακρίσεων στην εργασία, ριζωμένες αντιλήψεις χρόνων δύσκολα αλλάζουν.
Το πρόβλημα δεν είναι θεωρητικό, αλλά έχει απτές συνέπειες στις ζωή και την ψυχολογία των ανθρώπων που νιώθουν ότι δεν πήραν μια δουλειά που ήθελαν όχι επειδή δεν είχαν τα προσόντα, αλλά για αυτό ακριβώς που είναι: για το φύλο τους, τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό, την εμφάνισή τους. Κι αυτό, όταν συμβαίνει ξανά και ξανά, σου κόβει τα πόδια.
Σύμφωνα με έρευνες, όταν ένα άτομο υφίσταται σεξισμό, αρχίζει να νιώθει ότι δεν αξίζει και αυτολογοκρίνεται. Γενικότερα, παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στη συμπεριφορά του, ενώ μπορεί να υπάρξουν επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική του υγεία.
Πολλές αγγελίες, αν ο εργοδότης ζητούσε αυτό που ήθελε πραγματικά, θα ήταν ανατριχιαστικές. Όταν η Μαρία, χρόνια πριν, έψαχνε μια από τις πρώτες της δουλειές, δεν θα πήγαινε ποτέ στη συνέντευξη αν ο ιδιοκτήτης της εταιρείας σκαφών αναψυχής έγραφε «Ζητείται ωραία κοπέλα για τη θέση γραμματέα. Η δουλειά περιλαμβάνει ταξίδια, όπου θα κοιμάστε στο ίδιο δωμάτιο με το αφεντικό, για εξοικονόμηση χρημάτων».
Ακόμα και αν μια επαγγελματική συνέντευξη δεν καταλήξει σε λεκτική σεξουαλική παρενόχληση, όπως στην περίπτωση της Μαρίας, οι γυναίκες έχουν αρκετές πιθανότητες να μην αξιολογηθούν δίκαια, σε σχέση με τους άνδρες συνυποψηφίους τους.
Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, μια γυναίκα έχει 25% λιγότερες πιθανότητες να προταθεί για θέσεις εργασίας που απαιτούν υψηλές πνευματικές ικανότητες. Μάλιστα, το σοκαριστικό είναι ότι και οι γυναίκες ήταν πιο πιθανό να προτείνουν άνδρα για μια δουλειά τέτοιας φύσης. Οι εσωτερικευμένες προκαταλήψεις για τα φύλα μάς κάνουν να μην κρίνουμε αξιοκρατικά τα βιογραφικά των υποψηφίων, χωρίς καν να το συνειδητοποιούμε.
Οι εργοδότες των παρακάτω ιστοριών, βέβαια, δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, καθώς αντιμετώπισαν τους ανθρώπους που μίλησαν στο VICE με τρόπο εξόφθαλμα σεξιστικό και προσβλητικό.
Ένας ομοφυλόφιλος άνδρας που σχεδόν άκουσε στη συνέντευξη ότι «δεν είναι αρκετά άνδρας», μια φωτογράφος που επειδή είναι γυναίκα καλύτερα να έκανε δουλειά γραφείου, γιατί θα έχει «και προσωπική ζωή» και μια νέα κοπέλα που στην αναζήτηση της πρώτης της δουλειάς έπεσε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης περιγράφουν τη χειρότερη επαγγελματική συνέντευξη που έχουν ζήσει, εκείνη που προσπαθούν ακόμα να ξεχάσουν.
«Κάποιες φορές μπορεί να χρειαστεί να κοιμόμαστε στο ίδιο κρεβάτι»
Μαρία Σιδηροπούλου, ντοκιμαντερίστρια.
Ήμουν 22 ετών και είχα μόλις επιστρέψει από Erasmus. Χαρούμενη αλλά και λίγο αγχωμένη για το μέλλον μου, ξεκίνησα να ψάχνω για δουλειά. Βρήκα την αγγελία μιας επιχείρησης, η οποία νοικιάζει σκάφη πολυτελείας και ζητούσε γραμματειακή υποστήριξη. Γνώριζα αγγλικά και γαλλικά, και τελείωνα με το πτυχίο μου στην Επικοινωνία, οπότε θεώρησα ότι είχα τα προσόντα για μια δουλειά entry level.
Στη συνέντευξη είχα φορέσει ένα πουκάμισο και ένα παντελόνι. Όταν μπήκα στον χώρο συστήθηκα ευγενικά και έκατσα απέναντι από το γραφείο του ιδιοκτήτη. Ήταν ένας νεαρός άνδρας, περίπου στα τριάντα. Η επιχείρηση ήταν του πατέρα του και μόλις την είχε αναλάβει ο ίδιος.
Στην αρχή με ρώτησε για το βιογραφικό μου. Του μίλησα για τις γλώσσες που γνώριζα και για το πτυχίο, για το ότι δεν είχα προϋπηρεσία, αλλά και ότι είχα πολλή όρεξη να μάθω καινούργια πράγματα. Εκείνος ήταν ιδιαίτερα φιλικός και αρχικά είχα χαρεί, επειδή πίστεψα ότι μάλλον η θέση ήταν δική μου.
Μέχρι που άρχισε να συμβαίνει το εξής: Ξαφνικά, ενώ άρχισε να μου μιλάει για το ποιες θα ήταν οι αρμοδιότητές μου, μου ανέφερε ότι θα χρειαζόταν να πηγαίνω μαζί του σε ταξίδια, όπου θα συναντούσε πελάτες. Εκεί θα μπορούσα να είμαι πολύ χρήσιμη, επειδή μιλούσα αγγλικά και γαλλικά και επειδή ήμουν «ωραία κοπέλα».
Ο ενθουσιασμός μου για τα ταξίδια έσβηνε σιγά-σιγά. Εκείνος, άρχισε να μου λέει ότι χρειάζεται ένα έμπιστο άτομο που δεν θα πρόδιδε στη γυναίκα του όσα συνέβαιναν στα ταξίδια. Μου είπε ότι πέρα από τις συναντήσεις με πελάτες, είχε εξωσυζυγικές σχέσεις με γυναίκες σε διάφορες χώρες. Μια από τις αρμοδιότητές μου θα ήταν οι σχέσεις του αυτές να αποκρύπτονται από τη γυναίκα του.
Είχα σοκαριστεί και χαμογελούσα αμήχανα, χωρίς να λέω κάτι. Η συνέχεια με αποτέλειωσε. Μου είπε ότι για να μην κάνουμε άσκοπα έξοδα ως επιχείρηση, μπορεί να χρειαζόταν κάποιες φορές να μείνουμε στο ίδιο δωμάτιο ξενοδοχείου ή ακόμη και να κοιμόμαστε στο ίδιο κρεβάτι. Όπως μου είπε, δεν είχα κάτι να φοβάμαι γιατί γενικά είναι φίλος με πολλές γυναίκες και δεν θα γινόταν κάτι μεταξύ μας, αν δεν το ήθελα.
Επειδή με έβλεπε αμήχανη, ανά διαστήματα μου πετούσε διάφορες πιο εξειδικευμένες πληροφορίες για την ίδια τη δουλειά, ώστε να φαίνεται και επαγγελματίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αισθάνομαι πολύ περίεργα, μπερδεμένη και να μην μπορώ να σηκωθώ να φύγω εύκολα. Στο τέλος άρχισα να του λέω ότι δεν ξέρω αν θα έχω πολύ χρόνο και ότι ήθελα κάτι πιο part-time τελικά. Θα τον έπαιρνα τηλέφωνο, αφού το σκεφτόμουν λίγο.
Μόλις βγήκα έξω από την επιχείρηση, δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια μου, χωρίς σταματημό. Το χειρότερο ήταν ότι δεν ήξερα γιατί έκλαιγα. Θύμωσα με τον εαυτό μου, γιατί από τη μία φοβόμουν πως ήμουν υπερβολική και από την άλλη στενοχωριόμουν που δεν απάντησα όπως έπρεπε στις γελοιότητές του και καθόμουν και έκλαιγα σαν δειλή. Σκεφτόμουν πώς ήμουν ντυμένη και μήπως είχα πολλά περισσότερα κουμπιά ανοιχτά στο πουκάμισό μου. Γενικά, ένιωθα ότι έφταιγα.
Και μια σημαντική σημείωση για αυτά που ακούγονται από ορισμένους ότι «οι γυναίκες δεν ενοχλούνται, όταν η σεξουαλική παρενόχληση γίνεται από ελκυστικό άνδρα». Ο συγκεκριμένος άνδρας ήταν, κατά τα κλασικά στερεότυπα, ένας όμορφος άνδρας. Η συμπεριφορά του όμως τον έκανε αποκρουστικό.
«Άντρας δεν είσαι; Είμαστε άντρες ή δεν είμαστε;»
Βαγγέλης Ρούσσης, ιδιωτικός υπάλληλος.
Έψαχνα μήνες για δουλειά και ενθουσιασμένος πήγα σε μια συνέντευξη που με κάλεσαν, η οποία τελικά αποδείχτηκε μια από τις χειρότερες εμπειρίες της ζωής μου. Πρώτα μίλησα με τον διευθυντή της επιχείρησης, ένα νέος που φορούσε σκουλαρίκι – έχει σημασία το σκουλαρίκι στη συνέχεια. Ο συγκεκριμένος δεν είπε κάτι για να με προσβάλει, απλώς με απογοήτευσε πάρα πολύ η ουδέτερη στάση του στο περιστατικό που ακολούθησε.
Μετά από ένα τέταρτο, νομίζοντας πως η συνέντευξη είχε φτάσει στο τέλος της, αφού μου είπε πως «είσαι προετοιμασμένος, τα ‘χεις όλα», εμφανίστηκε ένας μεσήλικας που μου συστήθηκε ως διαχειριστής της επιχείρησης.
Βγήκαμε έξω στα τραπέζια, μου ζήτησαν να καθίσω και μου πήρε συνέντευξη και ο διαχειριστής. Ήμουν λιγάκι μπερδεμένος, αλλά σκέφτηκα ότι μάλλον αυτή είναι η διαδικασία που ακολουθούν.
Δεν φορούσε μάσκα, έβγαλε να καπνίσει χωρίς να με ρωτήσει και δεν έσβησε το τσιγάρο ούτε όταν άρχισα να βήχω έντονα, λόγω του καπνού που φυσούσε προς το μέρος μου. Δεν είπα κάτι. Ήθελα τη δουλειά.
Τώρα ήταν δύο οι συνεντευξιαστές. Ο διαχειριστής μού είπε τα σχετικά του μαγαζιού, πώς δουλεύουν κ.λπ. Με ρώτησε αν έχω απορίες. Τον ρώτησα αν θα έχω το διάλειμμά μου στην ώρα μου – υπάρχουν λόγοι υγείας και έπρεπε να το ξέρω. «Δεν θα με ρωτάς για το διάλειμμα», μου είπε ο πιο μεγάλος σε ηλικία άνδρας.
Το αγνόησα και ύστερα τον ρώτησα ποια είναι η διαδικασία προφύλαξης από τον κορονοϊό, όταν εξυπηρετούμε τους πελάτες. Η απάντησή του ήταν πολύ χαλαρή και μου είπε ότι αυτά είναι μαλακίες. Εντωμεταξύ, τρία μέλη οικογένειάς μου ανήκουν σε ευπαθή ομάδα. Στη συνέχεια, πρόσθεσε ότι «αρκεί σκουλαρίκια να μη φοράνε οι άντρες κι όλα καλά».
Παύση. Τον ρώτησα, «Συγγνώμη, αλλά τι εννοείτε οι άντρες; Το ίδιο δεν ισχύει και για τις γυναίκες για λόγους ασφάλειας και υγιεινής των τροφίμων;».
«Όχι», μου απαντάει, «στις γυναίκες το σκουλαρίκι είναι ωραίο, γι’ αυτές φτιάχτηκε. Οι άντρες απαγορεύεται. Αν δω άντρα με σκουλαρίκι, έχει φύγει».
Ήξερα σε εκείνο το σημείο ότι πάλι μπροστά στον υπολογιστή θα την έβγαζα να ψάχνω αγγελίες. Ήθελα όμως να ακούσω περισσότερα και το συνέχισα, αφού είδα ότι ήδη μου είχαν φάει 40 λεπτά από την ζωή μου.
«Μα και το παιδί εδώ φοράει σκουλαρίκι», λέω.
«Αυτός… χμ, άσ’ τον», είπε με ύφος απαξίωσης προς τον συνάδελφο. Ο διευθυντής χαμογελούσε άβολα, αλλά δεν μίλαγε. Μπορείτε να φανταστείτε πόσο συνηθισμένο ήταν για εκείνον να σκύβει το κεφάλι. Συνειδητοποίησα πως και ο διευθυντής περνούσε από εκπαίδευση, προκειμένου να αξιολογεί σωστά τους υποψηφίους, αφού του εξηγούσε τι πρέπει να κάνει και τι όχι.
Ο διαχειριστής συνέχισε: «Στις γυναίκες, στα κορίτσια, είναι ωραίο όταν φοράνε σκουλαρίκια». Μετά απευθύνθηκε σε μένα με ενοχλητική ευθύτητα, σαν να διερωτάται το φύλο μου: «Άντρας δεν είσαι; Είμαστε άντρες ή δεν είμαστε;». Με έκανε να αισθανθώ πως δεν είμαι «αρκετά άντρας». «Αν δω άντρα με χαλκάδες έχει φύγει. Οι γυναίκες είναι για να τις γαμάνε. Οι άντρες είναι για να γαμάνε. Όχι οι άντρες να γαμιούνται».
Είχα μείνει βουβός. Ένιωσα τρομερή ντροπή, είχα γίνει κατακόκκινος. Ωστόσο, προσπάθησα να το διαχειριστώ μέσα μου. Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Του είπα «ναι, αλλά κι εγώ γαμιέμαι».
Φάνηκε ότι αισθάνθηκαν πολύ άβολα και πίστεψα ότι θα μου πουν να φύγω και να μην ξαναπατήσω στο μαγαζί τους. Ήθελα να τους κάνω ξεκάθαρο ότι είμαι ομοφυλόφιλος κι ότι με προσβάλλουν. Εκείνη τη στιγμή με ένοιαζε αυτό και όχι να πάρω τη δουλειά – δεν την ήθελα πλέον.
Τελικά, ο διαχειριστής μου είπε «αν είσαι σύμφωνος με όσα σου είπαμε, θα σε πάρουμε τηλέφωνο σε μια βδομάδα. Αλλά δεν σου κρύβουμε ότι βλέπουμε κι άλλα βιογραφικά».
Είπα «οκ, ευχαριστώ, καλή συνέχεια». Μετά από αυτό το περιστατικό, ένιωσα πως δεν πρέπει να το αφήσω έτσι, γι’ αυτό και μιλάω. Έπρεπε να κάνω κάτι για κάθε ομοφυλόφιλο και για κάθε γυναίκα που έστειλε ή θα στείλει βιογραφικό στη συγκεκριμένη επιχείρηση.
«Οι γυναίκες δεν κάνουν για φωτορεπορτάζ, είναι περίεργη δουλειά με βραδινά ωράρια»
Μαρία Κωνσταντοπούλου, φωτογράφος.
Είμαι φωτογράφος 14 χρόνια. Έχω κάνει φωτογραφίσεις μόδας, διαφήμισης, αρχιτεκτονική φωτογραφία και ταυτόχρονα διδάσκω. Παλεύω χρόνια για το επάγγελμά μου κι έχω πτυχίο και μεταπτυχιακό στο αντικείμενό μου. Ένα μεγάλο όνειρο που έχω είναι το φωτορεπορτάζ, πολιτικό κυρίως. Τον Σεπτέμβριο, λοιπόν, διάβασα μια αγγελία για ένα γραφείο που ζητούσε φωτογράφο για κοινωνικό ρεπορτάζ.
Η συνέντευξη πήγαινε καλά, όμως προς το τέλος ο υπεύθυνος μού είπε ότι δεν θέλει να με βγάλει έξω και πως προτιμάει να κάνω τις επεξεργασίες των εικόνων. Του απάντησα ότι με ενδιαφέρει η φωτογραφία στον δρόμο, αλλά μου είπε να ξεκινήσουμε έτσι και στην πορεία βλέπουμε. Έναν μήνα μετά με κάλεσε να συζητήσουμε για μια νέα πρόταση που είχε για μένα και μου πρότεινε να γίνω διαφημίστρια στην εταιρεία του και να βγάζω και δουλειά γραφείου.
Του εξήγησα ξανά ότι θέλω να ασχοληθώ με τη φωτογραφία έξω και τότε άρχισε να μου λέει πως δεν κάνω γι’ αυτήν τη θέση. Όταν ρώτησα γιατί -δεν είχε δει δείγμα δουλειάς μου- και επέμενα ότι είμαι καλή, μου απάντησε πως το πιστεύει, παρόλα αυτά δεν μπορώ να κάνω ρεπορτάζ γιατί είμαι γυναίκα και «είναι περίεργη δουλειά, έχει βραδινές φωτογραφήσεις» και σίγουρα εγώ θα έχω προσωπική ζωή.
Δεν σταμάτησε εκεί, μου είπε ότι θα πρέπει να πηγαίνω σε συναυλίες και θέατρα και να αναγνωρίζω ποια σημαντικά πρόσωπα βρίσκονται εκεί και ότι αυτό θα είναι δύσκολο για μένα. Γενικότερα, για ώρα έλεγε πόσο δύσκολο είναι όλο αυτό για μια γυναίκα και ότι «γι’ αυτό δεν βλέπεις πολλές στο φωτορεπορτάζ». Φυσικά, υπάρχουν εκπληκτικές φωτογράφοι που κάνουν θαυμάσια δουλειά και στο φωτορεπορτάζ. Εντωμεταξύ, όλο αυτό ήταν πραγματικά αδιανόητο, μιλάμε για κοινωνικό ρεπορτάζ και όχι για φωτογράφιση σε εμπόλεμη περιοχή.
Δυστυχώς, δεν μπόρεσα να απαντήσω όπως έπρεπε γιατί είχε ήδη ξεκινήσει να φωνάζει σε μια συνεργάτιδά του. Έτσι, του είπα μόνο ότι δεν μπορώ να συνεργαστώ μαζί του και έφυγα. Δεν το περίμενα όλο αυτό που συνέβη, ειδικά όταν μιλάμε για φωτογραφίες σε θέατρα και συναυλίες. Φυσικά και δεν είναι όλοι σε αυτό τον χώρο έτσι. Μπορεί να σε κάποιους να φαίνεται απλή η εμπειρία μου, αλλά με προσωπικά με πλήγωσε αυτή η αντιμετώπιση.
Περισσότερα από το VICE
Η Ήβη Αποφάσισε να Γίνει Σεξεργάτρια για να Είναι Αφεντικό του Εαυτού της
Τι Παρίσια, τι Πατήσια: Η Παράνοια της Αναζήτησης Σπιτιού στην Αθήνα
Ellinofono Rave: Η Λίστα του Spotify με Rave Anthems Από Βανδή και Ρουβά Μέχρι Πάμελα