Ο Βασίλης Λεβέντης Μιλάει για τις Προφητείες του ’94, τον Ανδρέα και τον Μιντιακό Κανιβαλισμό

Kοινοποίηση

Παρκάρει αλαφιασμένος το γκρίζο Toyota Yaris. «Κοίτα εδώ, κάποιοι μου έσπασαν το παρμπρίζ», μου λέει πρώτη κουβέντα. «Γούρι πρόεδρε», ψελλίζω αιφνιδιασμένος. Στην άκρη των χειλιών του σιγοκαίει ένα «ξεχασμένο» τσιγάρο, ενώ η «ετοιμόρροπη» στάχτη, που κινδυνεύει να «γκρεμιστεί» πάνω στο καλοσιδερωμένο πουκάμισο, μοιάζει να αδιαφορεί για τους νόμους της βαρύτητας. Προς στιγμήν μένουμε αμίλητοι εμπρός από το αυτοκίνητο, «ζυγίζοντας» τη ζημιά στο τζάμι. Την παρατεταμένη σιωπή διακόπτει μια βραχνή γυναικεία φωνή. «Τους έσκισες πρόεδρε, μπράβο, μπράβο!». Μια περαστική γυναίκα πλησιάζει και του σφίγγει εγκάρδια το χέρι. Το κινητό του κουδουνίζει μανιασμένα. «Με ‘χουν τρελάνει από χθες, τώρα με θυμήθηκαν όλοι», μου πετά καθώς πλησιάζουμε προς τον αριθμό 26 της οδού Καρόλου. Είναι μια παλιά, σκοτεινή πολυκατοικία με ένα βαριεστημένο θυρωρό στην υποδοχή. «Γεια σου πρόεδρε», τον καλημερίζει καθώς μπαίνουμε την είσοδο. Φτάνοντας στον πέμπτο όροφο, μας περιμένει στο διάδρομο ένας 60άρης άντρας με ψαρά γένια και κουρασμένο βλέμμα. «Εχουν σπάσει τα τηλέφωνα από το πρωί», λέει με μια υποψία αγανάκτησης. Στη μικρή ξύλινη πόρτα των γραφείων είναι κολλημένη μια αφίσα της Ένωσης Κεντρώων με φωτογραφία του προέδρου. Του ανθρώπου που αποτέλεσε την πιο αναπάντεχη έκπληξη των πρόσφατων εκλογών, εξασφαλίζοντας ποσοστό που άγγιξε το 1,79%.

«Που ‘σαι βρε Βασίλη; Σε ψάχνει όλος ο κόσμος», του «ορμάει» στην πόρτα μια καλοβαλμένη γυναίκα, «κραδαίνοντας» δυο τηλέφωνα στο χέρι. «Θα βγεις τώρα στην εκπομπή του Χατζηνικολάου στο ραδιόφωνο, στον Real FM», τον ενημερώνει στα γρήγορα. «Να σου φτιάξω έναν ελληνικό καφέ αγόρι μου;», γυρίζει αίφνης σε εμένα. Είναι η σύζυγος του Βασίλη Λεβέντη. Χαρακτηριστικό δείγμα εκείνου του ακούραστου είδους γυναίκας που μπορεί να μεταμορφωθεί μέσα σε δευτερόλεπτα από γραμματέας σε μάνα και από διευθύντρια πολιτικού γραφείου σε νοικοκυρά. Καθώς ψήνει τον καφέ πιάνουμε την κουβέντα. «Ο Βασίλης κανιβαλίστηκε από τα media, τον εξευτέλισαν γιατί έλεγε αλήθειες που ο κόσμος δεν ήταν έτοιμος να ακούσει. Έτσι βρέθηκε στο περιθώριο. Όμως, πίστεψέ με, δεν είναι ούτε γραφικός, ούτε τρελός. Ξέρω καλά ποιον άνθρωπο ερωτεύθηκα, παντρεύτηκα και πέρασα μια ζωή μαζί του. Ο Βασίλης πλήρωσε ακριβά την προσπάθειά του να τα βάλει με το εγχώριο σύστημα λέγοντας την αλήθεια προς όφελος του απλού κόσμου -γι’ αυτό τον εξόντωσαν πολιτικά! Όμως, δεν μπορείς να κρύψεις την αλήθεια για πάντα. Κάποια στιγμή θα λάμψει. Σήμερα επιβεβαιώνεται πανηγυρικά για όλα όσα φώναζε από το 1994». «Τον αγαπάτε πολύ…», διαπιστώνω αλλά προτού προλάβω να τελειώσω τη φράση μου με προλαβαίνει. «Τον αγαπάω αγόρι μου, είναι καλός άνθρωπος με αγνές προθέσεις». Από το διπλανό δωμάτιο ακούγεται η φωνή του Νίκου Χατζηνικολάου να καλημερίζει τον Βασίλη Λεβέντη στην εκπομπή του -ζητώντας συγνώμη on air, εκ μέρους του δημοσιογραφικού κόσμου, διότι δεν δόθηκε ποτέ χρόνος και βάρος να ακουστούν οι απόψεις του με σοβαρότητα.

Videos by VICE

Φωτογραφία από την επίσημη σελίδα της Ένωσης Κεντρώων

Περιμένω στο γραφείο να τελειώσει τη ραδιοφωνική συνέντευξη, «σκανάροντας» στους τοίχους τις πελώριες φωτογραφίες του «Γέρου της Δημοκρατίας», Γεωργίου Παπανδρέου αλλά και κάποιες ιστορικές αναφορές, σε παλαιότερες προεκλογικές αφίσες, στον Νικόλαο Πλαστήρα. Παραδίπλα, τα εκατοντάδες στοιβαγμένα ψηφοδέλτια «εποπτεύονται» υπό το άγρυπνο βλέμμα εικόνων της Παναγίας και παλαιότερων αφισών της κόμματος. «Eίμαι στη διάθεσή σου», μου λέει επιστρέφοντας στο γραφείο. Τον ρωτώ για εκείνο το βίντεο που κυκλοφορεί στο internet και αφορά τις πολιτικές «προφητείες» του Βασίλη Λεβέντη. «Δεν είναι προφητείες, αλλά εκτιμήσεις», διευκρινίζει. «Ο κόσμος τις θεώρησε εκ των υστέρων προφητείες, ενώ στην πραγματικότητα είχα πει το αυτονόητο σε μια εποχή που όλοι επαναπαύονταν και αδρανούσαν. Η επίπλαστη ευδαιμονία όμως είχε ημερομηνία λήξης».

Τον ρωτώ γιατί ο Λεβέντης κατάντησε με τα χρόνια «γραφικός» για ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. «Αυτό ήταν έργο όσων είχαν σκοπό να ποδηγετήσουν τους Έλληνες πολίτες. Διέταξαν τη φίμωσή μου γιατί έλεγα ενοχλητικές αλήθειες, όμως δεν περιορίστηκαν μονάχα σε αυτό. Ήθελαν τον ολοκληρωτικό εξευτελισμό μου. Να πιστέψει ο κόσμος ότι είμαι ένας τρελός, ένας γραφικός που λέει ασυναρτησίες. Έβαλαν ανθρώπους να με γελοιοποιούν. Με τον καιρό, όσοι δε με γνώριζαν, θεώρησαν ότι είμαι πράγματι γελοίος. Έκανα και εγώ, βέβαια επικοινωνιακά λάθη. Πίστευα στο διάλογο και στη δημοκρατία, ήθελα να μιλάω με τον απλό κόσμο, να δίνω λόγο σε όλους στις εκπομπές μου. Πόσοι Έλληνες πολιτικοί θα μπορούσαν σήμερα να συνομιλήσουν με τον λαό ανοιχτά και δημοκρατικά όπως εγώ; Πόσοι θα το τολμούσαν, λέγοντας την αλήθεια; Ότι για παράδειγμα την κομπίνα του χρηματιστηρίου την έστησαν μια χούφτα ολιγάρχες για να φάνε τα λεφτά του κόσμου, ότι εκβίαζαν για να παίρνουν έργα και κρατικές προμήθειες, ότι έβγαλαν τα λεφτά στο εξωτερικό κι αγόρασαν εταιρίες μαϊμού γράφοντας στα συμβόλαια κολοσσιαία ποσά –την ώρα που πλήρωναν μόνο 5% φόρο μεταβίβασης ανωνύμων μετοχών και ξέπλεναν το άλλο 95% των χρημάτων του ελληνικού λαού. Μου γύρισαν μπούμερανγκ όλα αυτά εν τέλει. Μεγαλύτερο σφάλμα αποδείχθηκε ότι μίλησα πρόωρα σε μια κοινωνία που δεν ήθελε να ακούσει. Δεν την συνέφερε. Τον καθένα τότε τον συνέφερε να βάλει το παιδί του στη ΔΕΗ».

Ένας από τους ανθρώπους που σατίρισαν στο παρελθόν τον Βασίλη Λεβέντη ήταν και ο γνωστός, ταλαντούχος μίμος Γιώργος Μητσικώστας. Λίγο πριν από τη διεξαγωγή των φετινών εκλογών ζήτησε συγνώμη από τον πρόεδρο της Ένωσης Κεντρώων με έναν ασυνήθιστο τρόπο. «Δεν κακίζω κανέναν πια…», μου λέει. Τον ρωτώ γιατην περιβόητη εκπομπή με τον Πάνο Παναγιωτόπουλο το 1994. «Περασμένα, ξεχασμένα. Τους χρησιμοποίησαν όλους αυτούς. Έστησε μια εκπομπή για να με γελοιοποιήσει και εν τέλει πέτυχε το αντίθετο. Επέμενε μάλιστα να είναι μαγνητοσκοπημένη. Εγώ του έλεγα όχι, γιατί ήξερα κατά βάθος τις προθέσεις του. Έγινε τελικά live και άρχισε να λέει για το ρολόι μου, για πίτσες και καφέδες, διάφορα τέτοια. Στην απολογία του στην ΕΣΗΕΑ –διότι εκλήθη να δώσει εξηγήσεις- απάντησε ότι έκανε ό,τι έκαναν και οι υπόλοιποι δημοσιογράφοι εκείνη την εποχή. Δεν κατάφερε όμως να με εξευτελίσει, αμύνθηκα. Διεκδίκησα το σεβασμό που μου αναλογούσε. Ευελπιστώ ότι στο μέλλον θα εκλείψουν τέτοιες συμπεριφορές, ότι κανείς άλλος δεν θα τύχει της μεταχείρισης που έτυχα εγώ από τα media». Τον ρωτώ αν πιστεύει πως και ο ίδιος διαχειρίστηκε λάθος κάποιες καταστάσεις τηλεοπτικά με τα επικά ξεσπάσματά του. «Ασφαλώς, αντί να είμαι ήρεμος και να λέω “πάμε στο επόμενο τηλέφωνο” όποτε με λοιδωρούσαν, έχανα τον έλεγχο και απαντούσα. Αυτό ήταν το αδύνατο σημείο μου».

Αρχίζουμε να μιλάμε για τη ζωή του –οι περισσότεροι γνωρίζουν ελάχιστα πράγματα. «Γεννήθηκα στη Μεσσήνη, στην Καλαμάτα. Ο πατέρας μου είχε αλωνιστικές μηχανές -αλώνιζε σε ολόκληρο το νομό. Στην κατοχή έχασε τα πάντα. Μετακομίσαμε οικογενειακά στον Πειραιά -μεγάλωσα στα Ταμπούρια. Στην αρχή ο πατέρας μου δούλεψε στα καράβια και μετά στα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά για 10-15 χρόνια. Ήταν δύσκολα χρόνια, μεγαλώναμε φορώντας το παντελόνι του μεγαλύτερου αδερφού. Εγώ τότε ήμουν το τέταρτο παιδί, ο Βενιαμίν. Στα τέλη του ’60 πέρασα στο Μετσόβιο. Τελείωσα πρώτος. Στα γεγονότα του Πολυτεχνείου ήμουν τεταρτοετής, συμφοιτητής της Δαμανάκη, του Ανδρουλάκη, όλων αυτών. Συμμετείχα στην εξέγερση, όχι όμως ως πρωτοπόρος. Είχα βέβαια έναν πολύγραφο και τύπωνα προκηρύξεις -συναντιόμασταν νύχτα και τις μοιράζαμε, στην Αθήνα, στο Παγκράτι, πολυκατοικία, πολυκατοικία. Με την πολιτική έμπλεξα αργότερα όταν πήγα στο εξωτερικό. Έφυγα για ένα διάστημα στη Γερμανία, στο Μόναχο, για να κάνω μεταπτυχιακό. Εκεί δέθηκα με ανθρώπους, σοσιαλιστές, ελεύθερους δημοκράτες. Το ’74 επέστρεψα για να βοηθήσω τον Ανδρέα Παπανδρέου. Έκτοτε και μέχρι το 1985 ψήφιζα ΠΑΣΟΚ. Κάποια στιγμή βρέθηκα στο σπίτι του Ανδρέα στο Καστρί και του λέω “πρόεδρε είμαστε τέσσερα χρόνια στην κυβέρνηση και δεν έχουμε κάνει ουσιώδεις μεταρρυθμίσεις παρά μονάχα τον πολιτικό γάμο και τη δημοτική γλώσσα”. “Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι περισσότερο” μου είπε τότε ο Ανδρέας “γιατί ειναι ο Καραμανλής επάνω και δεν θα υπογράψει ό,τι θέλουμε. Κάτσε να βγάλουμε δικό μας Πρόεδρο της Δημοκρατίας και θα δεις μετά”. Πέρασαν τα χρόνια όμως και δεν έβλεπα φως, κάποια στιγμή κατάλαβα ότι το ΠΑΣΟΚ αστικοποιήθηκε και έκανε μια δεξιού τύπου διαχείρηση. Ετσι αποφάσισα να φύγω. Αισθανόμουν ότι δώρισα τα νιάτα μου σε κάποιον που μονάχα κατ’ όνομα ήταν σοσιαλιστής. Ήταν χαρισματικός, βέβαια, ο Ανδρέας αλλά πολιτικά μας είχε εξαπατήσει. Το 1992 ίδρυσα την Ενωση Κεντρώων. Στην αρχή αισθανόμουν πολύ μικρός, ασήμαντος για να προχωρήσω. Ένα παιδί χωρίς όνομα, χωρίς παρελθόν. Σύντομα δέχθηκα αμείλικτο πόλεμο. Με χτύπησαν δυο φορές, στέλνοντάς με τη μία στο νοσοκομείο για 2,5 μήνες, άρχισαν να με απειλούν αλλά και να με σατιρίζουν ανελέητα. Η οικογένειά μου πληγώθηκε ψυχολογικά από αυτή την κατάσταση. Δεν είναι ωραίο να είσαι παιδί και να θεωρούν γελοίο τον πατέρα σου, ξέρετε. Δεν ήθελα όμως να το βάλω κάτω. Ελεγα στη γυναίκα μου, να δεις μια μέρα θα τα καταφέρουμε. Αρκεί να αντέξουμε. Το 2004 και το 2009 σκέφτηκα να τα παρατήσω βλέποντας ότι παίρνουμε μόλις 0,6%. Φέτος μου έλεγαν δικοί μου άνθρωποι “γιατί δεν κάνεις μια συνεργασία με ένα άλλο κόμμα;”. Με πλησίασαν μάλιστα κάποια συγγενικά μου πρόσωπα και μου πρότειναν να μιλήσω πριν από τις εκλογές με τον Γιώργο Παπανδρέου. Αν και με πίεσαν, αρνήθηκα όταν είδα ποιοι τον ακολουθούν. Καλύτερα μόνος μου». Τον ρωτώ αν περίμενε αυτά τα απρόσμενα υψηλά ποσοστά στις εκλογές. «Αν είχαμε και λίγη προβολή ίσως να ήμασταν στη Βουλή σήμερα. Με πήρε ένας φίλος καθηγητής του Αριστοτελείου και μου έλεγε ότι αν γινόντουσαν επαναληπτικές εκλογές την άλλη Κυριακή θα ήμασταν άνετα μέσα. Μας ψήφισαν περίπου 120.000 άνθρωποι, πιστεύοντας ότι είμαστε χαμένη ψήφος. Τι θα γινόταν αν υπήρχαμε κανονικά στις δημοσκοπήσεις; Αν ακουγόταν και η δική μας φωνή στις τηλεοράσεις;».

Φωτογραφία Wikimedia Commons

Του ζητώ ένα σχόλιο για το νέο πρωθυπουργό της χώρας, Αλέξη Τσίπρα αλλά και για τον απερχόμενο, Αντώνη Σαμαρά. «Ο Τσίπρας είναι ένα νέο παιδί και δεν αμφιβάλω ότι μπορεί να έχει καλές προθέσεις. Στο τέλος, όμως, εκτιμώ ότι θα καταλήξει να τον λοιδωρούν όσοι σήμερα τον αγκαλιάζουν και τον επευφημούν. Στο άμεσο μέλλον θα πρέπει να διαλέξει αν θα ακολουθήσει τις προσταγές της Ευρώπης, ξεχνώντας πολλά απ’ όσα υποσχέθηκε ή αν θα συγκρουστεί με τους εταίρους οδηγώντας τη χώρα σε ένα πλήρες αδιέξοδο. Ό,τι κι αν επιλέξει φοβάμαι ότι στο τέλος θα συναντήσει τη μανιασμένη αντίδραση του κόσμου. Δεν ξέρω αν έχει καταλάβει σε πόσο δύσκολη θέση βρίσκεται. Ο Σαμαράς από την άλλη είπε ψέματα τόσο στον κόσμο όσο και στην Τρόικα. Έξω έλεγε ότι κάνει μεταρρυθμίσεις, εξαπατώτας τους εταίρους και στους Ελληνες ισχυριζόταν ότι έρχεται η ανάπτυξη. Μιλάμε για αμφίπλευρη απάτη. Σαν πρωθυπουργός ήταν πολύ λίγος».

Τον ρωτώ ποια είναι η θέση του δικού του κόμματος για το Μνημόνιο. «Υπάρχουν κάποιες μεταρρυθμίσεις που είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, όμως δεν αποδέχομαι το μνημόνιο στο σύνολό του. Θέλουν να μας ασκήσουν μια καθολική εξουσία. Γνωρίζουμε ότι πρέπει να πάμε σε πλεονάσματα, ότι πρέπει να τρέξουν οι μεταρρυθμίσεις, όμως αν επιθυμώ ως χώρα να μειώσω το Φ.Π.Α. 1% γιατί θα πρέπει να περιμένω κάποια έγκριση από τους εταίρους; Αυτό το θεωρώ ανεπίτρεπτο και είναι οι προδοτικές υπογραφές του Γιώργου Παπανδρέου και του Αντώνη Σαμαρά, που υπέβαλλαν την Ελλάδα σε αυτή τη δοκιμασία. Ναι να συμφωνήσουμε στο στόχο, να εξυγιάνουμε πολλούς τομείς, χτυπώντας τις παθογένειες, αλλά όχι να γίνουμε μια χώρα εξαρτημένη. Σε αυτό είμαι κάθετα αντίθετος. Η Ένωση Κεντρώων, λέει ναι στις μεταρρυθμίσεις, όμως η Ευρώπη θα πρέπει να μας διευκολύνει στο θέμα του χρέους, μειώνοντας ένα ποσοστό και παρέχοντας μια επιμήκυνση στο υπόλοιπο. Ουσιαστικά θα πρέπει το χρέος να μειωθεί κατά 80-85 δις -από τα 325 που είναι σήμερα να πέσει στα 240. Αν πάει στα 240 θα φτάσει στο 120% του ΑΕΠ και η χώρα θα επιστρέψει στις αγορές. Επίσης να δοθεί ένα μηδενικό επιτόκιο πληρωμής για τουλάχιστον 10 χρόνια. Μηδενικό επιτόκιο κι επιμήκυνση. Να πάνε τα πρώτα ομόλογα 4-5 χρόνια μετά, ώστε να διαθέσουμε τα λεφτά στην ανάπτυξη. Να βρει ο κόσμος δουλειές εντός Ελλάδας και να λύσουμε το μεγαλύτερο πρόβλημα που είναι ανθρωπιστικής φύσεως. Στο μεταξύ, μαζί με τις επενδύσεις που θα προκύψουν να επιστρέψουν στη χώρα και τα 90 δις λεφτά που έφυγαν στο εξωτερικό. Υπάρχουν τρόποι, αν υπάρχει πολιτική βούληση».

Η ώρα έχει πάει 02.00 -το τηλέφωνο χτυπά ασταμάτητα. Όλοι θέλουν να τον φιλοξενήσουν στις εκπομπές τους –πρωινά, μεσημεριανά, talk show, το πρόγραμμα των επόμενων ημερών προβλέπεται εξαντλητικό. Με χαιρετά λεβέντικα και με στέλνει στο καλό του θεού…

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.