Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο VICE UK.
Από το πρώτο παιχνίδι το 1997, η σειρά Grand Theft Auto έχει κατηγορηθεί, χωρίς σταματημό, για την προώθηση της βίας. Πραγματικά, όμως, είναι δύσκολο να πάρεις στα σοβαρά αυτές τις κριτικές.
Ρίξτε μια ματιά στο πρώτο GTA. Αν και σε επιβραβεύει με χρήματα ή «πόντους» ως αντάλλαγμα για δολοφονίες –και όσο πιο πολλές καταστροφές σπείρεις, τόσο πιο πολύ προοδεύεις– αυτό δεν διαφοροποιεί το παιχνίδι, ούτε και το κάνει πιο σοκαριστικό, από δεκάδες χιλιάδες άλλα παιχνίδια. Αντίθετα, η εξαιρετική, γεμάτη pixel αισθητική του GTA το κάνει να φαίνεται παναγίτσα μπροστά στο DOOM, το Postal και άλλα hardcore παιχνίδια της εποχής. Το Grand Theft Auto III ήταν εξίσου μελαγχολικό. Ναι, ήταν 3D, όμως διαδραματίζονταν στη βροχερή ανατολική ακτή της Αμερικής – σε έναν βούρκο, όπου το μόνο που μπορούσες να αγοράσεις ήταν εργαζόμενες του σεξ και όπλα. To να πει, λοιπόν, κανείς ότι το Grand Theft Auto «ωραιοποιεί» και «εξαίρει» τη βία, από τη στιγμή που το μόνο με το οποίο σε εφοδίαζε ήταν τα εργαλεία για να τη διαπράξεις, είναι μια ανακρίβεια.
Διαβάστε ακόμη: Πώς θα Ήταν το Grand Theft Auto αν Διαδραματιζόταν στους Δρόμους της Αθήνας;
Videos by VICE
Είναι μια ανακρίβεια τουλάχιστον μέχρι το 2002 και την κυκλοφορία του Grand Theft Auto: Vice City, του παιχνιδιού του οποίου το μάρκετινγκ βοήθησε στην έναρξη της λειτουργίας του VICE στη Μεγάλη Βρετανία.
Θα έλεγα ότι το Vice City είναι το πρώτο πραγματικά αμφιλεγόμενο παιχνίδι Grand Theft Auto, όχι επειδή έχει περισσότερο αίμα, περισσότερο σεξ και περισσότερες βρισιές (κανείς δεν λέει «fuck», ούτε μία φορά σε ολόκληρο το παιχνίδι) σε σχέση με τους προκατόχους του, αλλά επειδή παρουσιάζει το έγκλημα και τη βία ως πηγές παχυλού εισοδήματος. Στο Vice City, όσο πιο πολλές αποστολές ολοκληρώσεις –όσο περισσότερους ανθρώπους σκοτώσεις– τόσο πιο χλιδάτα ρούχα και κοστούμια ξεκλειδώνεις. Τα λεφτά που κερδίζεις, επίσης από τις δολοφονίες, μπορούν να επενδυθούν σε επαύλεις ή σε επιχειρήσεις, τα οποία με τη σειρά τους σου επιφέρουν ακόμη περισσότερα χρήματα.
Παρόλο που, αφηγηματικά, το Vice City είναι μια ξεδιάντροπη και, ειλικρινά, απογοητευτική εκδοχή του Scarface –κάτι που φαίνεται ακόμη και από τη διακόσμηση της έπαυλης του Tommy Vercetti– το παιχνίδι δεν τελειώνει με το φαινομενικά λυτρωτικό ηθικό δίδαγμα της ταινίας. Ενώ η βία του Tony Montana τον οδηγεί τελικά στην καταστροφή του, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ο Vercetti, έχοντας αφαιρέσει αμέτρητες ζωές με Uzi, κατάνα και M60, φτάνει στο τέλος του Vice City πιο πλούσιος, με μεγαλύτερη φήμη και πιο ισχυρός από ποτέ.
[VICE Video] Ανακαλύψαμε τους Ανθρώπους που Βγάζουν Χρήματα από το Gaming στην Ελλάδα
Παρακολουθήστε όλα τα βίντεo του VICE, μέσω της νέας σελίδας VICE Video Greece στο Facebook.
Το παιχνίδι είναι βασισμένο σε μια βασική και απαραβίαστη εξίσωση. Αν και τα αδέρφια που ήταν παραγωγοί του Grand Theft Auto -οι Sam και Dan Houser- δεν είναι οι αρχικοί δημιουργοί του παιχνιδιού, εν είδει παραδείγματος θα αποκαλέσουμε την εξίσωση αυτή «Εξίσωση Houser»: Η βία που διαπράττεται είναι ανάλογη των χρημάτων και του status που κερδίζονται.
Αυτός είναι ο λόγος που το Vice City ήταν αμφιλεγόμενο – περνούσε ένα εντελώς αμοραλιστικό μήνυμα: όσο περισσότερο κακό κάνεις, τόσο περισσότερα καλά απολαμβάνεις.
Διαβάστε ακόμη: Μαθαίνοντας να Πετάς: Ένα Αφιέρωμα στην πιο Μισητή Αποστολή του «GTA San Andreas»
Ένας κόσμος που ήταν χτισμένος σε αυτήν την αρχή –ότι οι δολοφονίες ισοδυναμούν με υλικό και προσωπικό κέρδος– έκανε επίσης αυτόν τον κόσμο να δείχνει cool. Τα αυτοκίνητά σου στο Vice City ήταν όλα σπορ μοντέλα με χαμηλές αναρτήσεις, τα οποία είχες δει σε φιλόδοξες σειρές, όπως το Miami Vice ή το Starsky and Hutch. Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί που άκουγες έπαιζαν το ένα χιτ μετά το άλλο: non stop 80s επιτυχίες. Οι συνεργάτες σου στις αποστολές –οι φίλοι που είχες στον κόσμο του παιχνιδιού– ήταν εμβληματικές φιγούρες και pop αστέρες – τις φωνές τους έκαναν οι Dennis Hopper, Lee Majors και Danny Dyer. Έπαιζες τον Ray Liotta από Τα Καλά Παιδιά. Εκτός από τα οφέλη που σε βοηθούσε να αποκομίσεις από πλούσιους γκάνγκστερ, ο μαθηματικός συσχετισμός μεταξύ βίας και επιτυχίας έκανε το Vice City ένα είδος παράδεισου, ικανού να σε εθίσει στη νοσταλγία. Δεν ήταν απλώς ένα μέρος όπου η βία «πλήρωνε καλά». Ήταν ένα μέρος το οποίο συντηρούνταν και γινόταν όμορφο χάρη στη βία. Ένα μέρος στο οποίο επιθυμούσες να βρίσκεσαι.
Περίπου το 2002, τότε που τα βιντεοπαιχνίδια ήταν ακόμη underground και μια ιδιότροπη ασχολία που σπάνια συνδεόταν με μεγάλα ονόματα της μουσικής και διασημότητες, η παρουσία τραγουδιών και φωνών που αναγνώριζες ενίσχυε ακόμη περισσότερο αυτήν την αίσθηση. Το Vice City δεν ήταν απλώς αδικαιολόγητα βίαιο, είχε και ακριβή παραγωγή. Ήταν Α΄ Κατηγορίας. Αν εκνεύρισε τους κριτικούς, αυτό ήταν επειδή, ίσως για πρώτη φορά, η παραδοσιακή προχειρότητα των video games αποκτούσε κινηματογραφική αξιοπιστία. Το Vice City δεν είχε καμία ηθική, όμως ταυτόχρονα ήταν αδύνατον να το αγνοήσεις, μιας και διέθετε πολιτισμικά διαπιστευτήρια υψηλής αξίας στην παραγωγή, περιλάμβανε διασημότητες και ήταν εξαιρετικά δημοφιλές. Ουσιαστικά είχε τη δυναμική να «πουλήσει».
Πράγμα που έκανε. Παρά το γεγονός ότι λογοκρίθηκε στην Αυστραλία, δέχθηκε απειλές για μηνύσεις από τον τότε Δήμαρχο της Νέας Υόρκης, Michael Bloomberg, και κατατέθηκε μήνυση ύψους 600 εκατομμυρίων δολαρίων εναντίον της εταιρείας που το έφτιαξε, της Rockstar –ή ίσως ακριβώς για αυτούς τους λόγους–, το Vice City έγινε ένα από τα παιχνίδια με τις μεγαλύτερες πωλήσεις και επιρροή της τελευταίας εικοσαετίας. Το πιο εξόφθαλμο θανάσιμο αμάρτημά του –μια σειρά αποστολών όπου πρέπει να δολοφονήσεις, επιλεκτικά, μέλη συμμοριών από την Αϊτή, κάτι που ακόμη και η Rockstar συμφώνησε να αφαιρέσει από επόμενες εκδόσεις– δεν επηρέασε το κασέ του.
Αν έχετε παίξει πρόσφατα Battlegrounds, South Park: The Fractured but Whole ή οποιοδήποτε παιχνίδι που ενθαρρύνει τη βία και τις σκανταλιές σε έναν ανοιχτό κόσμο, τότε πρέπει να ξέρετε ότι χρωστάτε τη θεμελίωση αυτών των βάσεων, την άντληση απόλαυσης από τους διαλόγους και την καθιέρωση των βίαιων βιντεοπαιχνιδιών ως χόμπι της σύγχρονης κουλτούρας, αντίστοιχο με την ενασχόληση με την pop μουσική στο Grand Theft Auto: Vice City, το παιχνίδι που έκανε τις ψηφιακές δολοφονίες και ληστείες να φαίνεται ότι πραγματικά σε ανταμείβουν.
Περισσότερα από το VICE
Ένας Πρόσφυγας στη Μόρια Φωτογραφίζει την Καθημερινότητά του για Έναν Μήνα και Πρέπει να τη Δεις
Στο Μενίδι η Καθημερινότητα Κυλάει Ανεπηρέαστη από Φόνους, Νόμους και Κανονικότητα
«Φανταστική Κόκα, Όμως Αργή Εξυπηρέτηση» – Έτσι Πωλούνται τα Ναρκωτικά στο Dark Net