Νέα

Το Παράξενο Σύμπτωμα του Long COVID που Κάνει το Αγαπημένο σου Φαγητό να Μυρίζει σαν Σκουπίδια

parosmie, miros oribil dupa covid
Kοινοποίηση

«Προσπαθώ να μην κάνω μορφασμούς, για να μην προσβάλλω τους άλλους», λέει η Claudia, μια 29χρονη ειδική επικοινωνίας από το Βουκουρέστι. «Δεν μπορώ να πω στον φίλο μου ότι με αηδιάζει η μυρωδιά του αποσμητικού του. Προσπαθώ να μην κάνω μορφασμούς όταν μπαίνει η συγκάτοικός μου και μυρίζω το άρωμά της. Έτσι δεν μιλάω, κρατάω την ανάσα μου και περιμένω να περάσει».

Η Claudia πέρασε COVID-19 τον Οκτώβρη του 2020. Το πέρασε σχετικά ήπια και έμεινε στο κρεβάτι λίγες μέρες, αλλά για μερικές εβδομάδες είχε χάσει τελείως τη γεύση και την όσφρησή της.

Videos by VICE

Τελικά οι αισθήσεις της Claudia επανήλθαν, αλλά τον Μάρτιο του 2021 της φάνηκε ότι τα ρούχα του φίλου της μύριζαν πετρέλαιο. Τον έβαζε να αλλάξει ρούχα, αλλά η μυρωδιά δεν έφευγε. «Λίγες μέρες μετά, το μύριζα συνέχεια», λέει η Claudia. «Το μύριζα ό,τι κι αν έτρωγα ή έπινα. Δεν μπορούσα να φάω τίποτα. Ακόμη και το νερό είχε τέτοια γεύση».

Η Claudia περίμενε να περάσει και κάποια στιγμή η μυρωδιά χάθηκε. Αλλά στα μέσα Απριλίου τα πράγματα άλλαξαν προς το χειρότερο. Αντί για πετρέλαιο άρχισε να μυρίζει μια πολύ πιο δυνατή χημική μυρωδιά σε οποιοδήποτε σχεδόν φαγητό. «Σαν να μυρίζει η μπριζόλα σου απορρυπαντικό», λέει. Όσα δεν μύριζαν κάτι χημικό μύριζαν σκουπιδίλα, μούχλα ή ξινισμένο γάλα «κάτι γλυκερό και αηδιαστικό. Συνέχεια μου ερχόταν να ξεράσω».

Η Claudia βιώνει τις επιπτώσεις του long COVID, που δεν είναι άλλο από μακροπρόθεσμα προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει ο κορονοϊός και να διατηρηθούν αφότου υποχωρήσουν τα αρχικά συμπτώματα. Η απώλεια της όσφρησης, ή αλλιώς ανοσμία, είναι κοινό σύμπτωμα για ασθενείς COVID-19, αλλά σύμφωνα με μια μελέτη του 2020, 89% των ασθενών ανακτούν πλήρως ή μερικώς την όσφρησή τους μετά από έναν μήνα περίπου. Η Claudia ανήκει στη μικρή κατηγορία ασθενών που αναπτύσσουν παροσμία, μια κατάσταση στην οποία η όσφρήσή σου παραμορφώνεται.

Ο νευρολόγος Mihai Radu Ionescu, από τη Neuroaxis Clinic στο Βουκουρέστι, λέει ότι δεν ξέρουμε ακόμα γιατί η παροσμία επηρεάζει τους ασθενείς με long COVID. «Η όσφρησή μας βασίζεται σε πάνω από 300 διαφορετικούς υποδοχείς», εξηγεί. «Αυτοί οι υποδοχείς ενεργοποιούν ένα συγκεκριμένο μοτίβο, έναν κώδικα ας το πούμε, που μας επιτρέπει να αναγνωρίζουμε μια συγκεκριμένη μυρωδιά – π.χ. κέικ μήλου».

Μια από τις υποθέσεις που μπορεί να εξηγεί το φαινόμενο είναι ότι οι υποδοχείς και οι νευρώνες που επηρεάζονται από τον ιό αναγεννιούνται με διαφορετικές ταχύτητες. «Κάποιοι μπορεί να αναγεννηθούν πριν από άλλους, επηρεάζοντας αυτούς τους κώδικες», λέει ο Dr. Ionescu .Έτσι, μυρωδιές που κανονικά θα ενεργοποιούσαν ένα συγκεκριμένο μοτίβο, όταν συμβαίνει αυτό κάνουν τον εγκέφαλό μας να ερμηνεύσει το σήμα ως μια τελείως διαφορετική μυρωδιά.

Κάποιοι αντιλαμβάνονται ορισμένες ισχυρές μυρωδιές ως ενοχλητικές ενώ για άλλους πολλές μυρωδιές είναι τρομερά αλλαγμένες. «Μάλλον αυτές οι διαφορές εξαρτώνται από το πόσοι υποδοχείς καταστράφηκαν και πόσο έχει καταστραφεί ο οσφρητικός κώδικάς τους», λέει ο Dr. Ionescu. «Οι ασθενείς στους οποίους επηρεάστηκαν λίγοι υποδοχείς μπορεί να βρίσκουν κάποιες μυρωδιές δυσάρεστες ή παράξενες, αλλά και αν πάλι αν δεν λειτουργούν όλοι οι υποδοχείς, όλοι οι κώδικες είναι λάθος».

Γίνονται επιστημονικές μελέτες, αλλά  θα μας πάρει λίγο καιρό για να καταλάβουμε πλήρως πόσο εκτεταμένο είναι το φαινόμενο και πώς λειτουργεί ακριβώς. Αν και δεν είναι ιδιαίτερα αξιόπιστη μελέτη, κάποιες ομάδες στήριξης στο Facebook για ασθενείς που βιώνουν ανοσμία και παροσμία μετά τον COVID-19, αριθμούν μέχρι και 27.000 μέλη. Κάποιοι επίσης μοιράζονται τις εμπειρίες τους πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα στο Instagram and TikTok.

Η Bianca, 21 ετών, φοιτήτρια που ζει στη Cluj-Napoca, έχασε την όσφρησή της και τη γεύση της τον περασμένο Νοέμβρη. Τότε, λέει, μπορούσε να πιει ξίδι χωρίς να της ξινίσει. Αλλά επειδή τίποτα δεν είχε γεύση, σύντομα έχασε την όρεξή της. «Προσπαθούσα να φάω επειδή είχα περάσει διατροφική διαταραχή   όταν ήμουν έφηβη και δεν ήθελα να το ξαναζήσω», λέει.

Ευτυχώς, τρεις μήνες αφότου ανάρρωσε από COVID-19, οι αισθήσεις της επανήλθαν και ήταν σχεδόν φυσιολογικές. Αλλά κάποια στιγμή μέσα σε αυτούς τους τρεις μήνες άρχισε να εντοπίζει μια παράξενη μυρωδιά που οι άλλοι δεν τη μύριζαν. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό ως οσμή-φάντασμα ή φαντοσμία. Η Bianca επίσης μυρίζει αλλιώς τη μυρωδιά του κρέατος, ιδίως όταν είναι μαγειρεμένο. «Μυρίζει σαν χαλασμένα λαχανικά», λέει.

Για τη Sorina, μια 19χρονη φοιτήτρια από την Timisoara, η παροσμία εμφανίστηκε επίσης ξαφνικά. Έχασε την όσφρησή της αμέσως μόλις κόλλησε τον ιό τον Σεπτέμβρη του 2020 και όταν επέστρεψε δυο μήνες αργότερα ήταν τελείως αλλαγμένη.

«Μύριζα παράξενες μυρωδιές ξαφνικά και δεν ήξερα γιατί», λέει. «Δεν μπορούσα να φάω ή να πιω τίποτα – όλα μύριζαν μούχλα. Ακόμη κι εγώ». Διαβάζοντας στο Ίντερνετ, διαπίστωσε ότι ήταν συνέπεια του COVID 19. «Δεν πήγα στον γιατρό, διότι δεν ήξερα σε τι γιατρό να πάω. Θέλω να το διορθώσω επειδή δεν μπορώ να απολαύσω τίποτα. Είναι ό,τι χειρότερο και δεν έχω ιδέα πώς να το αντιμετωπίσω», λέει.

Ο Dr Ionescu, επίσης, λέει ότι δεν ξέρουμε ακριβώς για ποιο λόγο ο εγκέφαλός μας ερμηνεύει παραμορφωμένες μυρωδιές ως άσχημες πιο συχνά απ’ ό,τι ως ευχάριστες. Η ευοσμία, μια πάθηση κατά την οποία το άτομα αντιλαμβάνεται μια μυρωδιά πιο ωραία απ’ ό,τι είναι, είναι πολύ πιο σπάνια από την παροσμία. «Δεν έχω ακριβή εξήγηση γι’ αυτό, αλλά μάλλον έχει να κάνει με το γεγονός ότι είναι πολύ πιο εύκολο να αναγνωρίσεις μια δυσάρεστη μυρωδιά, όπως σάπιο φαγητό, απ’ ό,τι μια ευχάριστη», λέει.

Η Camelia, 39 ετών, επίσης έχασε την όσφρησή της όταν κόλλησε COVID-19. «Τα τηγανητά κρεμμύδια άρχισαν να μυρίζουν σκουπιδίλα και ιδρωτίλα. Οι τσουκνίδες (διαδεδομένες ως φαγητό στη Ρουμανία) που είναι το αγαπημένο μου φαγητό, είχαν φρικτή γεύση – μου ερχόταν να ξεράσω», λέει. Κόκα κόλα, μπανάνες, αχλάδια – όλα είχαν γεύση και μυρωδιά σκουπιδιών. «Η ζωή μου έχει επηρεαστεί πολύ. Αποφεύγω τα φαστφουντάδικα στον δρόμο γιατί θα κάνω εμετό. Το Πάσχα πέρασα χάλια. Όλοι οι γείτονές μου μαγείρευαν και μου ερχόταν να ξεράσω».

Δυστυχώς, δεν υπάρχουν πολλές θεραπευτικές επιλογές για την παροσμία. «Ο βαθμός του αρχικού προβλήματος είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που καθορίζουν πόσο γρήγορα περιμένουν να αναρρώσει ο ασθενής», λέει ο Dr. Ionescu. Με την ομάδα του έχουν δοκιμάσει μερικά φάρμακα που είναι διαθέσιμα στην αγορά αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν καλά και ο κίνδυνος για παρενέργειες υψηλός. «Βασικά δεν υπάρχει θεραπεία εκτός από το να περιμένεις να βελτιωθεί η όσφρησή σου», λέει.

Μια από τις λίγες επιλογές που χρησιμοποιούνται αυτή τη στιγμή κατά τη θεραπευτική διαδικασία είναι η οσφρητική αποκατάσταση ή εκπαίδευση στην οσμή. Η βασική ιδέα είναι ότι πρέπει να διαλέξεις μερικές δυνατές μυρωδιές –ας πούμε τέσσερι – και να τις μυρίζεις για 20 δευτερόλεπτα κάθε πρωί και βράδυ, προσπαθώντας να εστιάσεις στις αισθήσεις σου. Είναι απλό και ασφαλές. Παρόλο που αυτή τη στιγμή δεν ξέρουμε πόσο αποτελεσματικό είναι, μπορεί να δώσει λίγη ελπίδα στους ασθενείς όσο περιμένουν.

Το καλό είναι ότι η παροσμία βελτιώνεται, τουλάχιστον για κάποιους ασθενείς. Η Cristina, 23 ετών, επίσης από τη Cluj Napoca, είναι από τους τυχερούς. Για μερικούς μήνες δεν μπορούσε να πιει αλκοόλ, να φάει τυρί, γιαούρτι, κρεμμύδι και σκόρδο. «Ο μπαμπάς μου μαγείρευε για Πάσχα και όλα μού μύριζαν φρικτά».

Όμως τις τελευταίες εβδομάδες, οι άσχημες μυρωδιές που εντοπίζει η Cristina δεν είναι τόσο έντονες – το πρώτο βήμα, ελπίζει, για την πλήρη ανάρρωση.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE Romania.

Για τα καλύτερα θέματα του VICE Greece, γραφτείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter μας.

Περισσότερα από το VICE

Το Διεθνές Παράνομο Εμπόριο Χελιών και η Αποθήκη στο Κορωπί

H Seniora Rose «Οργώνει» τους Δρόμους της Θεσσαλονίκης της με τη Μηχανή της

Τρεις Μαθητές Μιλούν για το πώς Είναι να Δίνεις Πανελλήνιες Όταν Τίποτα Δεν Είναι Κανονικό

Ακολουθήστε το VICE σε FacebookInstagram και Twitter.