Tο «Pulp Fiction» με Έκανε να Καταλάβω ότι δεν Είμαι Κουλ

Kοινοποίηση

Το καλύτερο πράγμα του να είσαι ένα παιδί λίγο πριν την εφηβεία στην δεκαετία του 90 ήταν επίσης και το χειρότερο. Το 85% της ποπ κουλτούρας ήταν κάτι το οποίο μάντευες ή φανταζόσουν. Ζούσες σε φανταστικούς κόσμους. Ήξερες για όλα εκείνα που ξεπρόβαλαν στον κόσμο των ενηλίκων, αλλά σε μια εποχή που δεν είχε ίντερνετ, ήταν πολύ δύσκολο να ξεπεράσεις τα φίλτρα των γονιών σου ή του τοπικού σινεμά ώστε να δεις με τα ίδια σου τα μάτια όλα εκείνα τα βρώμικα, σεξουαλικά και τρομακτικά πράγματα που υπήρχαν εκεί. 

Κατασκεύαζες λοιπόν ταινίες μέσα στο κεφάλι σου, με βάση περίεργα αστεία που άκουγες στο κυριακάτικο τραπέζι ή στηριζόμενη σε φευγαλέες ατάκες και στιγμές που σου αποκάλυπτε μια διαφήμιση για κάτι ακατάλληλο και απρεπές, πριν παρέμβει ο γονέας με το τηλεκοντρόλ και αλλάξει το κανάλι. 

Videos by VICE

Πήγαινες στο σινεμά να δεις το Lion King και έβλεπες αφίσες για άλλες ταινίες όπως το Kalifornia, αλλά δεν μπορούσες να καταλάβεις ούτε τι ήταν, ούτε τι το τόσο απαίσιο είχε που έπρεπε να είσαι 18 για να το δεις. Θυμάμαι να παρακολουθώ τρομοκρατημένη ένα ρεπορτάζ για μια συμμορία σε μια παραθαλάσσια πόλη που εμπνευσμένη από το Child’s Play 3 είχε βασανίσει ένα κορίτσι, αφαιρώντας της τα δόντια με μια πένσα. Ήξερα ότι οι ταινίες μπορούσαν να σε κάνουν να κάνεις πράγματα. 

Για μένα οι ταινίες ήταν πάντα  μια καθηλωτική εμπειρία. Δεν είχα ποτέ την παραμικρή αμφιβολία, ότι τα ταξίδια στο σινεμά, είχαν την ικανότητα να αλλάξουν την ίδια την φύση μας, να μας κάνουν καλύτερους ή και χειρότερους ανθρώπους και γιατί όχι, πιο κουλ και σέξι. 

Ήμουν όμως πολύ μικρή – πολύ, πολύ μικρή – για να δω το Pulp Fiction όταν βγήκε το 1994. Ήμουν εννιά χρονών. Έλα όμως που πετύχαινα αφίσες της ταινίας παντού. Με μάγευαν οι εικόνες του Vince και του Jules με τα πιστόλια τους, ή η πόζα της Mia Wallace ενώ έλεγε “Girls like me don’t make offers like this to just anyone”. 

To Pulp Fiction ήταν κουλ. Αυτό το καταλάβαινα, παρά το γεγονός ότι ζούσα στο Dorset, στην μέση του πουθενά, με δύο γονείς που ανησυχούσαν τόσο για το τι μπορεί να μου κάνει η τηλεόραση που μου απαγόρευαν να βλέπω μέχρι και το Neighbours. Ήξερα επίσης αμυδρά, ότι ήταν μια ταινία για αγόρια. Είχε ναρκωτικά, όπλα, κουλ μουσική και σέξι κορίτσια.

Όταν κατάφερα επιτέλους να το δω, ήμουν 13 και το είχα μπανίσει στο ντουλάπι με τις βιντεοκασέτες ενός σπιτιού που με φιλοξενούσε. Είχα αποφασίσει ότι η ταινία θα με συναρπάσει προτού καν πατηθεί το play στην συσκευή του βίντεο. Ήξερα τι θα δω, αλλά αυτό δεν μου χάλασε την εμπειρία. Το μιλκσέηκ των πέντε δολαρίων, ο χορός, η Esmeralda, η μηχανή του Zed.

«Η ηρωίνη κάνει τρελό comeback!” θυμάμαι να αναφωνώ με χαρακτηριστική φαιδρότητα, κοιτώντας γύρω μου για να δω αν είχε προσέξει κανείς πόσο γαμάτη ήμουν και ευχόμενη να μην θυμόταν κανένας ότι είχα αρρωστήσει κάποτε μετά από ένα ποτήρι βότκα κόκα κόλα. Όταν πρωτοείδα την σκηνή με την Mia Wallace και την ένεση αδρεναλίνης, δάγκωσα το χείλος μου μέχρι που μάτωσε, αλλά βλέποντας τις σοκαρισμένες φάτσες γύρω μου, που είχαν μείνει παγωτό με αυτό που έβλεπαν στην οθόνη, βρήκα την ευκαιρία να τους την πω: «Καλά ρε, αυτό δεν είναι τίποτα! Τι πάθατε;»

Η ταινία δεν έκατσε καλά με κάποια από τα κορίτσια που ήξερα, αλλά κι αυτές άλλαξαν γνώμη όταν πήραν γραμμή ότι άρεσε στα αγόρια. Το Pulp Fiction ήταν μια κινηματογραφική «γεύση» που ήταν εξωτική, δύσκολη, όπως οι ελιές, το κόκκινο κρασί ή το σπέρμα. Μπορούσαμε δηλαδή να μάθουμε να το αγαπάμε, αλλά έπρεπε να συνεχίσουμε να το καταπίνουμε και μέσω αυτού, να εντυπωσιάσουμε τους ανθρώπους που θέλαμε να εντυπωσιάσουμε, οι οποίοι θα μας έβρισκαν συναρπαστικές και «πολύ μπροστά». 

Ήξερα ότι δεν ήμουν η πιο όμορφη, ή η πιο σέξι κοπέλα στον εκάστοτε χώρο, αλλά είχα αποφασίσει ότι θα γινόμουν η πιο τρομακτικά «προχωρημένη», με το να παριστάνω ότι μου άρεσαν τα πιο βρωμερά και απαίσια πράγματα. 

Πλέον, καταλαβαίνω ότι όταν είσαι 16 χρονών και δουλεύεις σε ένα μαγαζί στο οποίο έρχονται συνέχεια ένα τσούρμο άντρες, μάλλον έρχονται για να τσεκάρουν τον κώλο σου. Και αλήθεια, κανονικά πρέπει να τους πάρεις στο κατόπι με κανένα σκουπόξυλο και όχι να σε νοιάζει αν δεν θα τους φανείς κουλ, επειδή δεν «έπιασες» το Reservoir Dogs. 

Δεν αποτελεί και κανένα μεγάλο μυστικό πως το Pulp Fiction δεν έχει ωριμάσει ιδιαίτερα καλά. Έστω κι έτσι όμως, αυτή η ταινία – ή μάλλον η ιδέα της – μπήκε τόσο βαθιά στο μυαλό μου στα άγουρα εκείνα χρόνια, που μόνο να την αγαπάω μπορώ. Για μένα θα είναι για πάντα μια κινηματογραφική απεικόνιση του τι είναι κουλ. Έστω και αν φαντάζει πλέον ότι είναι το «κουλ», όπως το σκέφτεται ένα ανήλικο. 

Καθώς έμπαινα στην εφηβική ηλικία, αποτέλεσε μια σειρά σημειώσεων σχετικά με το τι είναι ώριμο και σοκαριστικό, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια ταινία που αφορά κυρίως έναν έφηβο, μια ταινία που δεν είναι τελικά τόσο έξυπνη όσο νομίζει ότι είναι. 

Θεωρώ πως ο 13χρονος εαυτός μου θα απογοητευόταν πολύ από αυτό που έγινα. Το μόνο που ήθελε ήταν να γίνει κουλ και δεν κατάφερα να το κάνω. Σήμερα πια, υπάρχουν ελάχιστα ναρκωτικά ή διαγωνισμοί χορού στην ζωή μου. Δεν εντυπωσιάζω περίεργους άντρες με το να κατεβάζω σφηνάκια τεκίλας ενώ ξεκινάω συζητήσεις για το I Spit On Your Grave. Μένω στο σπίτι μου, πίνοντας Baileys και χαίρομαι βλέποντας το Pitch Perfect και το Whip It. Το να είσαι «προχωρημένη» αποδείχτηκε πολύ κουραστικό. Το να μένεις ατάραχη και να δείχνει ότι βαριέσαι βλέποντας σκηνές μασκοφόρου σοδομισμού με εξουθένωσε. 

Δεν μου αρέσουν πια πράγματα επειδή νιώθω ότι πρέπει να μου αρέσουν. Αν κατασκευάσεις μια προσωπικότητα φτιαγμένη από υλικά που μοιάζουν εξωτερικά ωραία, αλλά δεν τα νιώθεις μέσα σου, τότε αργά ή γρήγορα όλο αυτό θα σπάσει. Δεν θα σταματήσω ποτέ να αγαπάω το Pulp Fiction, αλλά είμαι χαρούμενη που ανήκει πια στο παρελθόν μου. Έχω δει αρκετό ψεύτικο αίμα έτσι ώστε να μην χρειαστώ άλλο για καμιά εικοσαετία. 

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter Facebook και Instagram.