Εκείνος μου μιλάει μπλέκοντας λέξεις και εκφράσεις στα ρουμέικα και στα ρώσικα. Εγώ του απαντάω στα ελληνικά. Προσπαθεί να ρουφήξει κάθε μου λέξη και κάθε φορά που δεν καταλαβαίνει, με κοιτάζει απογοητευμένος, «δεν θυμούμαι παιδάκι μου, δεν θυμούμαι πια». Κι όμως, ο Στυλιανός Χαμσά, 88 χρονών σήμερα, θυμάται με κάθε λεπτομέρεια τα πάντα. «Οι γονείς μου ήταν Έλληνες και μετανάστευσαν από την Κριμαία το 1778. Ήμουν μόλις 17 χρονών, όταν έφυγα από το χωριό μου για να πολεμήσω στο μέτωπο, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άνθρωπος που δεν έχει ζήσει τον πόλεμο, δεν ξέρει τι θα πει πόνος. Και τώρα, λίγο πριν από το τέλος της ζωής μου ζω με τον ίδιο φόβο, με την ίδια αγωνία».
Στο χωριό Σαρτανά, 20 μόλις χιλιόμετρα μακριά από την Μαριούπολη, οι περισσότεροι κάτοικοι είναι ελληνικής καταγωγής. Ο μύθος θέλει το χωριό να ονομάστηκε έτσι όταν οι πρώτοι Έλληνες που μετανάστευσαν στην περιοχή, είδαν από μακριά ένα κίτρινο μοσχάρι στα χωράφια. Άλλη εκδοχή του ίδιου μύθου θέλει η ονομασία να προέρχεται από τη λέξη Σαρ που σημαίνει αθάνατος. Σαν να είχαν προβλέψει από τότε την αδιάκοπη προσπάθεια των Ελλήνων να διατηρήσουν αθάνατη μέσα στους αιώνες την ελληνική διάλεκτο, τις παραδόσεις και την ελληνική ιστορία, μια ιστορία συνυφασμένη με βίαιες μετακινήσεις και καταπίεση. Σήμερα στον Σαρτανά υπάρχει τμήμα εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας στο δημοτικό σχολείο, πολιτιστικό κέντρο, ελληνικό μουσείο κι Εκκλησία με μια επιγραφή στα ρώσικα και στα ελληνικά «Εδώ θα χτιστεί Εκκλησία, Δεκέμβριος 1994».
Videos by VICE
«Πώς μπορώ να αρχίσω να μιλάω ουκρανικά τώρα; Δεν μπορεί η κυβέρνηση να μας επιβάλει την ουκρανική γλώσσα. Εδώ όπως και στα γύρω χωριά όλοι μιλάμε Ρώσικα και Ρουμέικα. Αν μιλήσει κανείς ουκρανικά, τον κοιτάνε περίεργα, σαν ξένο». Πίσω στο χαμόσπιτο του Στυλιανού Χαμσά η συζήτηση έχει ανάψει. Η Τατιάνα, μία από τις δυο κόρες της οικογένειας αγνοώντας τα νεύματα και τις λοξές ματιές του πατέρα της προσπαθεί να μου εξηγήσει φωνάζοντας και χειρονομώντας έντονα, ότι η Ουκρανία πρέπει να μείνει ενωμένη. «Τι δουλειά έχει η Ρωσία στη χώρα μας; Εγώ δεν θέλω πόλεμο, θέλω να μπούμε στην Ευρωπαική Ένωση και να έχουμε καλές σχέσεις με την Αμερική. Τότε μόνο θα ζούμε καλύτερα».
Η Νατάλια Παπακίτσα, διευθύντρια ξενοδοχείου ωστόσο, έχει διαφορετική άποψη. Με έκδηλη ανησυχία και σε άπταιστα ελληνικά μου περιγράφει την δύσκολη καθημερινότητά της, την αγωνία της για το αβέβαιο μέλλον. «Αυτή την στιγμή η κατάσταση στην Ουκρανία είναι πολύ δύσκολη και φοβάμαι ότι πολύ σύντομα η πολιτική αστάθεια θα βυθίσει τη χώρα σε παρατεταμένη οικονομική κρίση. Είναι άγνωστο ακόμα, εάν θα πληρωθούν οι συντάξεις και οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι ότι αυτή την αβεβαιότητα εκμεταλλεύονται ακροδεξιές οργανώσεις. Δεν πιστεύω, ότι θα φτάσουν στην περιοχή μας ή ότι έχουν την δύναμη να μας κάνουν κακό. Όλες οι μειονότητες μαζί είμαστε πολύ περισσότεροι από αυτούς. Σε αυτή την πλευρά της Ουκρανίας οι ρωσόφιλοι είναι αξιόλογη δύναμη. Όταν γεννήθηκα, είχα ρώσικο διαβατήριο, μιλάω ρώσικα και πιστεύω ότι ήμασταν πολύ πιο ευτυχισμένοι στην Σοβιετική Ένωση. Η Ρωσία απέχει από δω μόλις δυο ώρες, περισσότερο λοιπόν φοβάμαι έναν ενδεχόμενο πόλεμο με την Αμερική, παρά τα ρωσικά στρατεύματα που ήρθαν εδώ για να μας προστατεύσουν. Και ας πάρουμε σαν παράδειγμα την Ελλάδα. Είδες τι έγινε από την στιγμή που μπήκε στην Ευρωπαική Ένωση. Ήταν μεγάλο λάθος η ένταξή της και τώρα το πληρώνει. Δεν συμφωνείς;».
Αποφασίζω να αφήσω πίσω μου το χωριό του Σαρτανά. Οδηγώντας ανάμεσα στα χαμόσπιτα και τα βαριά Volga και Zhiguli, ενθύμια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, κατευθύνομαι προς την Μαριούπολη. Πίσω από την ομίχλη και μέσα από τον πυκνό καπνό των εργοστασίων μόλις που αχνοφαίνεται αυτή η πόλη των 800.000 κατοίκων και το λιμάνι της στην αζοφική θάλασσα.
Η Μαριούπολη είναι μια βιομηχανική περιοχή με έντονο ελληνικό στοιχείο, που η οικονομία της βασίζεται κυρίως στην λειτουργία τριών εργοστασίων χάλυβα και σιδήρου, τα μεγαλύτερα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. «Είναι τρεις πόλεις μέσα στην πόλη. Το χειμώνα το χιόνι που πέφτει, γίνεται αμέσως μαύρο. Παλιότερα, όταν υπήρχαν χρήματα επί Σοβιετικής Ένωσης, άλλαζαν συχνά τα φίλτρα στα φουγάρα και η κατάσταση ήταν ανεκτή. Τώρα, υπάρχουν μέρες που δεν μπορούμε να πάρουμε ανάσα», μου λέει κάτοικος της περιοχής ελληνικής καταγωγής. Ο τοξικός αέρας και η μόλυνση της περιοχής από τα απόβλητα των εργοστασίων είναι ο κύριος παράγοντας αύξησης των κρουσμάτων καρκίνου. Όπως μου λένε οι ντόπιοι ο μέσος όρος ζωής είναι τα 67 χρόνια. Οι περισσότεροι Έλληνες που ζουν στην Μαριούπολη και στα γύρω χωριά δουλεύουν σε αυτά τα εργοστάσια ή πουλάνε αγροτικά προιόντα στα παζάρια της περιοχής.
Μπαίνοντας στο κέντρο της πόλης περνάω μπροστά από το Δημαρχείο, όπου ήδη έχουν αρχίσει να συγκεντρώνονται διαδηλωτές τυλιγμένοι με ουκρανικές σημαίες και κρατώντας πολύχρωμα μπαλόνια και πλακάτ που γράφουν «Όχι στον πόλεμο», «Θέλουμε μια ενωμένη Ουκρανία». Όπως με πληροφορούν περαστικοί σε σπαστά ελληνικά αυτές οι συγκεντρώσεις είναι αυθόρμητες, δεν ανακοινώνονται επίσημα και γι’αυτό δεν έχουν πολύ κόσμο. Διάφοροι εκπρόσωποι οργανώσεων ανεβαίνουν στο βήμα εκφωνώντας πύρινους λόγους εν μέσω χειροκροτημάτων και επευφημιών.
Λίγη ώρα αργότερα το πλήθος διαλύεται κι εκεί που νομίζω ότι η συγκέντρωση τελείωσε, βλέπω από μακριά να έρχεται ένα νέο κύμα Ουκρανών διαδηλωτών ανεμίζοντας ρώσικες σημαίες. Αυτή τη φορά οι διαδηλωτές είναι πολύ περισσότεροι, παθιασμένοι ενώ κάθε τόσο φωνάζουν συνθήματα υπέρ του Πούτιν και ενάντια της Αμερικής και των Μcdonalds. Οι ομιλίες διακόπτονται από το οργισμένο πλήθος που ζητάει «εδώ και τώρα δημοψήφισμα», ενώ κάθε τόσο ξεσπάει σε ζητωκραυγές και χειροκροτήματα. Ξαφνικά κάποιοι θερμόαιμοι φιλορώσοι ζητούν να υψωθεί η ρωσική σημαία στο Δημαρχείο, αλλά τα σχέδιά τους ματαιώνονται μετά από παρέμβαση ψυχραιμότερων διαδηλωτών.
Βλέποντας στην πρώτη σειρά της συγκέντρωσης ανθρώπους μεγάλης ηλικίας να τραγουδάνε παθιασμένα στα ρώσικα υψώνοτας την γροθιά τους, θυμάμαι τα λόγια του Στέφανου, ελληνικής καταγωγής κάτοικου της Μαριούπολης «την Πρωτοχρονιά μαζευτήκαμε από την Μαριούπολη και το Ντόνετσκ 40.000 άτομα και ταξιδέψαμε στο Κίεβο. Ήμασταν anti-maidan, αλλά αυτό δεν το έδειξε η τηλεόραση. Εάν γίνει πόλεμος με την Ρωσία, εγώ και όλοι οι κάτοικοι της περιοχής θα αρνηθούμε να πολεμήσουμε. Είναι δυνατόν ο παππούς μου να πολέμησε με τους Ρώσους και τώρα εγώ να πολεμήσω εναντίον τους;».
Έχει ήδη αρχίσει να νυχτώνει και αποφασίζω να κάνω μια βόλτα στην πόλη, μια πόλη διχασμένη με τους κατοίκους της χωρισμένους σε στρατόπεδα. Τα ανεξίτηλα σημάδια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είναι εμφανή στους δρόμους, τα κτίρια και τα πρόσωπα των κατοίκων της Μαριούπολης και των γύρω χωριών. Η κατάσταση έχει αλλάξει, η νοοτροπία και οι συμπεριφορές των ανθρώπων όμως όχι. Περνάω έξω από τα γεμάτα κόσμο McDonalds στο κέντρο της πόλης, ενώ από μακριά ακούγονται ακόμα ξεθωριασμένα τα συνθήματα «Putin, Putin, Putin».