Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Υπάρχει μια συσκευή στο πόδι μου.
Videos by VICE
Χρειάζεται να ξυπνάω μια ώρα νωρίτερα ώστε να τη συνδέω με τον φορτιστή και να στέκομαι δίπλα στην πρίζα, όπως γίνεται και με το κινητό όταν φορτίζει για να χρησιμοποιείται όλη τη μέρα. Σε αυτήν την περίπτωση, δεν επαρκεί για όλη τη μέρα αλλά για 12 ώρες. Μετά από αυτό, η συσκευή ξεμένει από «καύσιμα». Όπου κι αν βρίσκομαι, πρέπει να βρω πρίζα για να συνδεθώ. Εάν δεν το κάνω, θα με «ρίξουν» ξανά στη φυλακή, στο Rikers Island.
Η συσκευή είναι το βραχιόλι που φοράω στον αστράγαλό μου εδώ και 63 ημέρες. Το φοράω ενώ φοβάμαι πως κάποιος στη δουλειά θα προσέξει το εξόγκωμα στο κάτω μέρος του ποδιού. Όταν πηγαίνω στο σχολείο, ανησυχώ μήπως οι φίλοι μου το προσέξουν και με παρατήσουν. Το ανεβάζω προς τα πάνω, το καλύπτω με τα τζιν μου, ελπίζοντας ότι δεν θα το δουν. Όμως, όσο πιο ψηλά το ανεβάζω τόσο πιο πολύ αρχίζει να με πονάει. Τις πιο πολλές μέρες, το πόδι μου μουδιάζει. Προσπαθώ να φοράω παντελόνια-καμπάνες.
Σε ηλικία 22 ετών, βρέθηκα στη φυλακή. Παρόλο που είχα μεγαλώσει με τη βία γύρω μου, ήταν η πρώτη φορά που έμπλεκα. Είχα πάρει τον νόμο στο χέρια μου, στη διάρκεια ενός καυγά, αφού από εκεί που κατάγομαι δεν καλούμε την αστυνομία για βοήθεια. Διότι, βλέπουμε πόσο άσχημα συμπεριφέρεται η αστυνομία σε ανθρώπους σαν κι εμάς.
Όταν ήρθα στο σπίτι, δεν ήμουν ο ίδιος «εγώ» και το «σπίτι» δεν ήταν πλέον σπίτι. Για την υπόλοιπη ζωή μου, θα έπρεπε να ζήσω με το λάθος που έκανα στα 22. Δεν θα ανήκα ποτέ πια στον εαυτό μου. Ό,τι κι αν κάνω ανιχνεύεται.
Είμαι σε αναστολή εδώ και τρία χρόνια. Δουλεύω πλήρες ωράριο σε μια δικηγορική εταιρεία, πηγαίνω στο πανεπιστήμιο και είμαι κοντά στο να αποκτήσω το πτυχίο μου. Εδώ και τρία χρόνια δεν έχω παραβιάσει κανέναν κανονισμό, στους οποίους περιλαμβάνεται να μη φύγω από τα πέντε προάστια της Νέας Υόρκης (Μπρονξ, Μπρούκλιν, Μανχάταν, Κουίνς, Στέιτεν Άιλαντ) και να επιστρέφω στο σπίτι, πάντα, πριν από τις 9 κάθε βράδυ.
Δεν έχω την πολυτέλεια της «κολεγιακής εμπειρίας», να πηγαίνω σε συναυλίες ή να κάνω παρέα με φίλους μετά τη σχολή. Εκ πείρας έμαθα να μη συζητάω το παρελθόν μου με τους συμφοιτητές μου, τουλάχιστον όχι μέχρι να με γνωρίσουν καλά. Ο κόσμος φοβάται όταν ακούει ότι ήμουν στη φυλακή.
Τότε, είχα διένεξη με την αστυνομία ξανά και κατηγορήθηκα για οδήγηση υπό την επήρεια ουσιών. Πέρασα 30 μέρες στη φυλακή Rikers και έφθασα τρομακτικά κοντάστο να χάσω όλα όσα είχα παλέψει να έχω εδώ και τρία χρόνια· το εξάμηνό μου στο πανεπιστήμιο, τη δουλειά μου, τη θεραπεία μου λόγω της εμπειρίας μου στη φυλακή. Ξύπνησα από τον κρύο ιδρώτα μες τη νύχτα, όντας τραυματισμένος από την εμπειρία της επιστροφής μου στο κελί. Παρόλο που δηλώνω αθώος και η υπόθεσή μου εξακολουθεί να εκκρεμεί, ο αξιωματικός αναστολών με κάλεσε αφού έφυγα από το Rikers και ζήτησε να πάω στο γραφείο και να συζητήσω με τον προϊστάμενό του.
Δεν συζητήθηκαν λεπτομέρειες. Ποτέ δεν γίνεται κάτι τέτοιο. Γίνεται ένα τηλεφώνημα και ορίζεται ένα ραντεβού.
Την ημέρα της συνάντησης, είχα πανικοβληθεί. Ότι θα μπεις σε εκείνο το κτήριο, των αναστολών, είναι εγγυημένο. Όχι όμως κι ότι θα βγεις.
Διαβάστε: Περάσαμε ένα Απόγευμα στη Φυλακή Διαβατών στη Θεσσαλονίκη Ακούγοντας Μότσαρτ
Με «υποδέχθηκαν» οι ανιχνευτές μετάλλου και ένα πλήθος ατόμων με αναστολή, κυρίως μαύροι και ισπανόφωνοι, πολλοί φορούσαν τις φόρμες εργασίας και όλοι περίμεναν πάνω από έξι ώρες για να τους δεχθούν. Όταν ο αξιωματικός αναστολών με είδε, είπε ότι θα έβαζαν μια συσκευή παρακολούθησης στο πόδι μου, για έναν χρόνο, ώστε να γίνει πιο αυστηρός ο περιορισμός μου – αν και θα το έβγαζαν νωρίτερα εάν «συμμορφωνόμουν».
«Αλλά, έχω ήδη συμμορφωθεί εδώ και χρόνια», είπα. Όπως το είχα κάνει πολλές φορές, εξήγησα στον αξιωματικό αναστολών ότι πήγαινα σχολείο, είχα πλήρη απασχόληση και είχα καλή συμπεριφορά. «Παραβιάζω συχνά τους κανονισμούς;», ρώτησα.
Όσο περισσότερο μιλούσα, τόσο περισσότερο εχθρικός γινόταν.
Αργότερα στο λεωφορείο, κοίταξα κάτω και είδα το εξόγκωμα στο πόδι μου και έκλαψα.
Κάπως έτσι είναι το καλοκαίρι όταν βρίσκεσαι υπό επιτήρηση: δεν μπορώ να φορέσω πια σορτς. Δεν μπορώ να πάω σε μια παραλία χωρίς να αντιμετωπίσω τον διαρκή εξευτελισμό. Ρώτησα τον αξιωματικό αναστολών εάν θα μπορούσα να παρακολουθήσω τον αγώνα των Γιάνκι στα γενέθλιά μου, αλλά το απέρριψε επειδή ίσως διαρκούσε εως και μετά τις 9.00 μ.μ. Συνήθως περνάω την ημέρα της ανεξαρτησίας με την οικογένειά μου στο Λονγκ Άιλαντ, αλλά φέτος δεν τόλμησα να ζητήσω άδεια από τον αξιωματικό αναστολών να φύγω από τα προάστια.
Αλλάζω τρία παντελόνια τους τρεις τελευταίους μήνες τώρα – τα μόνα παντελόνια που μπορούν να καλύψουν τη συσκευή. Όταν είμαι με συναδέλφους μου, είμαι το μόνο άτομο που φοράει τζιν. Τα υφασμάτινα παντελόνια παραείναι επικίνδυνα, διότι όταν κάθομαι τα μπατζάκια τους ανεβαίνουν. Στο σπίτι, απρόσμενοι επισκέπτες με έχουν υποχρεώσει να φοράω παντελόνι.
Στη διάρκεια της μέρας, η συσκευή γίνεται βαρύτερη και πονάει περισσότερο, κάνοντάς με να ματώνω. Την κατεβάζω προς τα κάτω, στον αστράγαλό μου, για να επιτρέψω στο αίμα να κυκλοφορήσει, αλλά μετά ο πόνος γίνεται αβάσταχτος.
Η συσκευή με έχει δεμένο σε ένα λάθος που έκανα σε ηλικία 22 ετών. Η συσκευή είναι, κυριολεκτικά και μεταφορικά, η μεγαλύτερη πηγή πόνου μου.
Κάθε μέρα σηκώνομαι, στέκομαι δίπλα στην πρίζα και φορτίζω τον αστράγαλό μου για να πάω στη δουλειά.
Για να μην παραβιάσει τους όρους της αναστολής του, ο συντάκτης ζήτησε να μην κατονομαστεί παρά με τα αρχικά του ονοματεπωνύμου του. Ο Μ.Μ είναι φοιτητής πλήρους παρακολούθησης και υπάλληλος σε δικηγορική εταιρεία στην πόλη της Νέας Υόρκης. Βρίσκεται σε αναστολή, για πάνω από τρία χρόνια, με πολλαπλές κατηγορίες που προέκυψαν από έναν καυγά όταν ήταν 22 ετών και την εκ νέου σύλληψή του, ενώ οδηγούσε σε κατάσταση μέθης.
Αυτή η ιστορία αρχικά αναρτήθηκε στο the Marshall Project, έναν μη κερδοσκοπικό δημοσιογραφικό οργανισμό που καλύπτει το αμερικανικά σύστημα ποινικής δικαιοσύνης. Εγγραφείτε στο newsletter τους ή ακολουθείστε στο the Marshall Project στο Facebook ή το Twitter.