FYI.

This story is over 5 years old.

DiscoΠαναγια

Ένα Καλοκαιρινό Βράδυ στις Κατακόμβες των Παρισίων

Η DISCOΠΑΝΑΓΙΑ των Παρισίων αφηγείται μια καλοκαιρινή ιστορία.

Αθήνα, αρχές Αυγούστου 2014. Η βολή, το ραχάτι και η ντάγκλα αποτελούν αδρά χαρακτηριστικά του (φετινού) θερινού βίου. Ακόμα κι αν βρίσκομαι ακόμα στην Αθήνα -για να φυλάω το γάτο, όχι τίποτα άλλο- οι ρυθμοί είναι χαμηλοί, “summertime and the livin' is easy”, κλπ. Καθώς οδηγούσα προς το σπίτι μου, λοιπόν, και επί της οδού Αγίας Λαύρας, στην περιοχή Κυπριάδου των Άνω Πατησίων, οδικά έργα πέτυχα μπροστά μου και θυμήθηκα τις κατακόμβες των “Κάτω” Παρισίων. Αφορμή ήταν ένας εργάτης που είδα να βγαίνει από ένα “manhole”, ή ελληνιστί, “αυτό το στρογγυλό πράγμα στο δρόμο” που οδηγεί στους υπονόμους, που αναπόφευκτα μου έφερε στο μυαλό και με έκανε να αναπολήσω εκείνο, το καλοκαίρι του 2006, που το θάρρος και η τόλμη μου ήταν στα ντουζένια τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Έμεναν λιγότερο από δύο εβδομάδες για να τελειώσει η εξάμηνη παραμονή μου στο Παρίσι λόγω Erasmus και ήθελα να μην αφήσω τίποτα όρθιο – είκοσι χρονώ παληκαράκι, ατρόμητο και έτοιμο για όλα. Κάποια στιγμή, λοιπόν, μέσω της φίλης μου της Εύας -την οποία είχα γνωρίσει εκεί, τυχαία- έμαθα για τους καταφίλ, την ιδιάζουσα κοινότητα μιας από τις πιο ενδιαφέρουσες υποκουλτούρες της γαλλικής πρωτεύουσας. Οι “καταφίλ”, όπως λέμε “σινεφίλ”, είναι άνθρωποι που αγαπούν τις κατακόμβες. Και το Παρίσι φημίζεται για δαύτες.

Πιο συγκεκριμένα, οι κατακόμβες που βρίσκονται είκοσι μέτρα κάτω από την επιφάνεια της Πόλης του Φωτός απαρτίζουν ένα εξωφρενικό, τριακοσίων χιλιομέτρων, δίκτυο κατακομβών που στο κέντρο της πόλης πολύ συχνά ακολουθεί ακόμα και την αρίθμηση των άνωθεν οδών, ενώ μπορεί να καταλήγει σε εγκαταλελειμμένους σταθμούς του μετρό ή σε παλιά λατομεία, κάπου μακρυά, στα προάστεια των Παρισίων. Ένα πολύ μικρό μέρος του αχανούς αυτού δικτύου είναι επισκέψιμο και ως τουριστική ατραξιόν – πολύ κοντά και στη Cité Universitaire στο Denfert-Rochereau. Οι καταφίλ όμως δεν περιορίζονται από κανόνες και νόμους, και ταυτόχρονα δεν ενδιαφέρονται για το τουριστικό κομμάτι, μιας και εδώ και δεκαετίες κινούνται παρανόμως -χαρτογραφώντας το- στο υπόλοιπο, αέναο αυτό δίκτυο, δίνοντας από γενιά σε γενιά την πολύτιμη γνώση για κάτι τόσο μοναδικό. Μέχρι και ειδικοί μπάτσοι υπάρχουν, οι “καταμπάτσοι” (flic ο μπάτσος στα γαλλικά, cataflic ο ειδικός μπάτσος για κατακόμβες), που “απλά” σου κόβουν 60 ευρώ πρόστιμο αν σε πιάσουν να μπαινοβγαίνεις από τα manholes.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η φίλη μου η Εύα, λοιπόν, τα είχε με έναν καταφίλ, τον Ραβέν. Παρότι η Εύα έφυγε από το Παρίσι, ο καλός καταφίλ Ραβέν τήρησε την υπόσχεσή του και όντως, ένα ζεστό, υγρό καλοκαιρινό βράδυ, μαζί με τον φίλο του τον Περσούιγ, με πήγε βόλτα στα έγκατα των Παρισίων. Ανοίξαμε -κυριολεκτικά- αυτά “τα στρογγυλά στο δρόμο”, και με προσεκτικές μα γρήγορες κινήσεις κατεβήκαμε είκοσι μέτρα κάτω από τη γη, στο δροσερό, υπόγειο Παρίσι και αρχίσαμε τη βόλτα μας. Κάποιες από αυτές τις κατακόμβες προέρχονται ακόμα και από τη Ρωμαϊκή εποχή, όπου έκαναν εκσκαφές ασβεστόλιθου, μα οι περισσότερες έχουν ανακαινισθεί πολλές φορές ανά τα χρόνια. Κάποια σημεία είναι πετρόχτιστα, άλλα είναι απλά τσιμενταρισμένα. Σε κάποια βλέπεις κατεστραμμένα καλώδια τηλεφώνου κατά μήκος του τοίχου, ενώ σε άλλα το νερό φτάνει μέχρι τη μέση του μηρού.

Και καλά όλα αυτά, αλλά ο αληθινός τρόμος, αυτή η έκρηξη αδρεναλίνης, που πηγάζει από τον ενθουσιασμό και το φόβο, ήρθε όταν φτάσαμε σε ένα σημείο που τα περιθώρια στένευαν. Κυριολεκτικά, και πάλι. Για ένα σεβαστό χρονικό διάστημα έπρεπε να μπουσουλήσω, καθώς δεν χωρούσαμε πλέον όρθιοι, σε ένα λαγούμι. Το αποκορύφωμα ήταν το τελευταίο πέρασμα (προς την ελευθερία), όπου έπρεπε όχι μόνο να μπουσουλήσω, αλλά να συρθώ, με πολλή προσοχή, και να ελιχθώ κάτω από γιγάντια πετρώματα, είκοσι μέτρα κάτω από τη γη. Εκείνη τη στιγμή δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω, η μόνη σου επιλογή είναι μονόδρομος και, ενστικτωδώς, πρέπει να συνεχίσεις, αν θες να επιβιώσεις.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ευτυχώς αυτό ήταν το πιο ακραίο περιστατικό της εκδρομής μας, που μετά από το δύσβατο αυτό σημείο, περιορίστηκε σε λιμνάζοντα ύδατα, διαδρόμους γεμάτους με ανθρώπινα οστά και λοιπές κλειστοφοβικές στοές. Το πρόγραμμα πάντως διέθετε και διάλειμμα για ξεκούραση στην “Κρύπτη”, μία σάλα που έχουν διαμορφώσει οι καταφίλ εδώ και χρόνια, όπου απλώσαμε αιώρες και αράξαμε πίνοντας κόκκινο κρασί και τρώγωντας Snickers. Το τουρ ολοκληρώθηκε με τη συλλογή τοιχογραφιών που κατεβαίνει και ζωγραφίζει η εκάστοτε χρονιά τελειοφοίτων της Σχολής Ανθρακορύχων που στεγάζεται πάνω από εκείνο το σημείο των κατακομβών.

Μπήκαμε και βγήκαμε κάπου στην περιοχή Montparnasse, αφού όμως είχαμε περπατήσει, μπουσουλήσει, συρθεί ανάμεσα σε βράχους και διασχίσει βρωμόνερα και μη. Μετά από τρεις ολόκληρες ώρες χαμένος στην υπόγεια ιστορία των Παρισίων, και ένα επεισοδιακό φινάλε, όπου το “manhole” της επιστροφής είχε φρακάρει και έπρεπε να ξανακατεβούμε κάτω και να βρούμε άλλο τρόπο εξόδου (!!!), βγήκα και πάλι στην επιφάνεια της γης, με εμφάνιση που υποδήλωνε πως έχω, μάλλον, διαπράξει και τα επτά από τα θανάσιμα αμαρτήματα που ήταν τυπωμένα στο μπλουζάκι μου. Οκτώ χρόνια μετά, η περιπετειώδης επίσκεψή μου στις “αυθεντικές” κατακόμβες των Παρισίων σίγουρα παραμένει ένα από τα πιο εξωφρενικά πράγματα που έχω κάνει. Τόσο πολύ, που δεν αναγνωρίζω καν ποιο είναι το απτόητο παιδάκι με τα σιδεράκια στη φωτογραφία. Τόσο πολύ, που με κάνει να απορώ τι σχέση έχει με τον χλέμπουρα που κάθεται και γράφει αυτό εδώ το κείμενο, αντί να διακοπάρει και να κάνει bungee jumping, ξέρω ΄γώ.

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.