FYI.

This story is over 5 years old.

Stuff

Ο Άνθρωπος που τον Κυνηγούσε το ΔΝΤ

Σε τρεις χώρες προσπάθησε να φτιάξει τη ζωή του και στις τρεις πήγε το ΔΝΤ. Τώρα είναι στην Ελλάδα.

Εικονογράφηση: Surian Soosay

Τον συνάντησα για πρώτη φορά πέρυσι τον Γενάρη, σ' ένα καφενεδάκι στην Πειραιώς – απέναντι ακριβώς από το Κέντρο Υποστήριξης του Δήμου Αθηναίων. Ήπιαμε τον καφέ μας, μου διηγήθηκε την ιστορία του, γελάσαμε. Ο 52χρονος Λάμπρος Μουστάκης γεννήθηκε στη Βραζιλία όπου και έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του. Η μάνα του ήταν από την Εύβοια και ο πατέρας του απ’ τη Σμύρνη. Όταν εγκαταστάθηκε στη χώρα το ΔΝΤ, έχασε τα πάντα. Έμεινε άνεργος για καιρό και πήρε την απόφαση να μεταναστεύσει στην Αργεντινή. Κι εκεί, όμως, η προσπάθεια να ορθοποδήσει έπεσε πάνω στα «λευκά κολλάρα» του ΔΝΤ -η επιστροφή στην ανεργία ήταν άμεση. Δεν το έβαλε κάτω. «Θα ξεκινήσω απ’ την αρχή…», υποσχέθηκε στον εαυτό του. Και ήρθε με όση αισιοδοξία του είχε απομείνει στην Ελλάδα. Βρήκε δουλειά, έφτιαξε ξανά τη ζωή του, ώσπου, ναι σωστά μαντέψατε: Ήρθε το ΔΝΤ. «Πάλι; Πάλι το ΔΝΤ;», καταριόταν την τύχη του. Έζησε τριάντα σκληρές μέρες και νύχτες στους δρόμους της Αθήνας. Κοιμόταν πότε σε καθίσματα καφετέριας στην Πλατεία Βικτορίας και πότε στην Πλατεία Συντάγματος. Τότε ήταν που είπε στον εαυτό του: «Αυτό ήταν, Λάμπρο. Ήρθε το τέλος σου».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Έπειτα από την πρώτη μας συνάντηση, είδα ξανά τον Λάμπρο πριν από μερικούς μήνες στο ξενοδοχείο των αστέγων, Lido. Τον περίμενα κάτω στη ρεσεψιόν. Ανάμεσα σ' ένα κουβάρι ανθρώπων και καταστάσεων, με ανήμπορα γερόντια να στέκονται ακίνητα με χαμένο το βλέμμα στις γύρω βιτρίνες, ατενίζοντας το άπειρο. Δίπλα νεαροί διαφόρων εθνικοτήτων τριγυρνούσαν παλαβωμένοι στα σοκάκια μιας βρώμικης συνοικίας πίσω από την Ομόνοια. Εκείνη τη μέρα δώσαμε με τον Λάμπρο την υπόσχεση να τα λέμε κάθε Γενάρη. Συναντηθήκαμε ξανά τις προάλλες και πιάσαμε την ιστορία του απ’ την αρχή.

«Γεννήθηκα στη Βραζιλία από Έλληνες γονείς. Ήθελα να γίνω δικηγόρος, αλλά τελικά σπούδασα τεχνικός ελεγκτής ποιότητας κρεάτων. Δούλεψα σκληρά, όμως όταν ήρθε το ΔΝΤ στη χώρα βρέθηκα άνεργος -έπειτα από τα πρώτα μέτρα που πήραν. Αποφάσισα να πάω στην Αργεντινή -λίγο αργότερα ήρθε και εκεί το ΔΝΤ. Χώρισα και μετανάστευσα ξανά, στην Ελλάδα αυτή τη φορά. Τα κορίτσια μου ήταν τότε 10 και οκτώ ετών. Μιλούσα πέντε γλώσσες και έτσι εργάστηκα σε διάφορα ξενοδοχεία. Ο τελευταίος μου μισθός πριν από την κρίση ήταν 1500 ευρώ. Και μετά ήρθε το ΔΝΤ. “Λάμπρο δεν αντέχω άλλο, θα πρέπει να σε στείλω στο ταμείο ανεργίας", μου είπε ο ιδιοκτήτης. Ξανά στην ανεργία, λοιπόν. Ένα βράδυ επέστρεψα σπίτι και βρήκα ένα χαρτί στην πόρτα. Έβαλα τα κλειδιά -η πόρτα δεν άνοιγε. Ο ιδιοκτήτης είχε αλλάξει κλειδαριά.

Δε μπορούσα να μπω να κάνω το μπάνιο μου, να πάρω τα πράγματα μου, τα ρούχα μου, να αλλάξω, να πέσω στο κρεβάτι. Ήταν το τέλος. Κανένας άνθρωπος δε πρέπει να ζήσει αυτήν την εμπειρία. Είναι ξεφτίλα. Σκεφτόμουν: “Ρε Λάμπρο, πως κατάντησες έτσι;”. Για ένα χρόνο με το επίδομα του ΟΑΕΔ -410 ευρώ- πλήρωνα ενοίκιο, ρεύμα, κοινόχρηστα και μου έμεναν να ζήσω 150 ευρώ ευρώ. Όταν σταμάτησε το επίδομα δεν είχα βρει δουλειά. Άρχισα να χρωστώ ενοίκια. Στην αρχή ο κύριος Σόλων καταλάβαινε. Μετά, μου είπε: “Αυτά που μου χρωστάς ξέχνα τα, αλλά σε ένα μήνα να φύγεις από το σπίτι”. Και μετά κολλήσανε το χαρτί στην πόρτα κι αλλάξανε κλειδαριές. Τα πρώτα βράδια ως άστεγος κοιμήθηκα στην πλατεία Βικτωρίας. Δεν ήμουν αλκοολικός, δεν ήμουν ναρκομανής, δεν είχα κάνει κακό σε άνθρωπο για να φτάσω σ’ αυτήν την κατάσταση. Απλά έμεινα άνεργος. Έχασα την δουλειά μου και με πέταξαν έξω.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Λάμπρος στη Βραζιλία.

Τώρα αυτό δε με τρομάζει. Με βοήθησαν άνθρωποι τίμιοι και το ξεπέρασα. Έκανα βήματα μπροστά. Μπόρεσα να αναπνεύσω. Ήρθαν άνθρωποι που με στήριξαν γιατί με πίστεψαν. Για δύο χρόνια δούλεψα εθελοντικά στο Κέντρο Υποδοχής Αστέγων Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ). Μετά άνοιξε το περιοδικό των Αστέγων. Το πουλάω στους δρόμους και κερδίζω μερικά ευρώ. Παλεύω και κάθε μέρα που τελειώνει λέω: “Να, κάτι έβγαλα κι εγώ, αύριο πάλι.” Δε με πειράζει που κερδίζω αυτό το λίγο γιατί σ’ αυτό το λίγο έμαθα να δίνω αξία. Σ’ αυτά τα πέντε ευρώ… Και το κατάφερα δίχως να σου κλέψω την τσάντα, χωρίς να σου χώσω ένα μαχαίρι ή ένα πιστόλι στο κεφάλι, χωρίς να κλέψω τίποτα σε κανέναν.

Στην Αργεντική λίγο πριν έρθει το ΔΝΤ

Είμαι 52 χρονών και δεν υπάρχει δουλειά για εμάς σε αυτήν την ηλικία. Βλακώδες δεν είναι; Λένε πως ένας άνθρωπος στα 50 βρίσκεται κοντά στη σύνταξη. Μα η σύνταξη βγαίνει στα 67, έχω ακόμη 17 χρόνια να προσφέρω και να δουλέψω. Γιατί δε μου δίνουν την ευκαιρία; Δε σου λέω να μου δίνουν όσα έπαιρνα, αλλά με 400 ευρώ το μήνα θα μπορώ να ζήσω τίμια και καθαρά. Θέλω να έχω την καθημερινότητα μου. Φτωχή, φθηνή και οικονομική γι' αυτούς, αλλά καθημερινότητα για μένα. Ξέρεις πόσο αυξήθηκαν τα συσσίτια του Δήμου Αθηναίων; Πέρυσι φτιάχνονταν 1000 μερίδες την ημέρα και σήμερα 2000. Τον τελευταίο καιρό έχω γνωρίσει αρκετούς ανθρώπους γύρω στα 40, αλλά υπάρχουν και αρκετοί στα 30 και τα 32. Έχω έναν γνωστό, ένα παλικάρι που έμεινε άνεργος και η οικογένεια του η οποία ζούσε στην επαρχία δε μπορούσε να τον βοηθήσει. Ήταν φτωχοί άνθρωποι. Μένει στο ξενοδοχείο των αστέγων. Δούλευε καιρό στα Ναυπηγεία του Σκαραμαγκά. Ήταν ηλεκτροσυγκολλητής. Τώρα είναι στο Ταμείο Ανεργίας, αλλά τα λεφτά δε φτάνουν για να νοικιάσει ένα σπίτι. Έκανα κι άλλον ένα φίλο. Είναι ένας κύριος στα 40, ο οποίος εδώ και τέσσερις μήνες έχασε τη δουλειά του.

Έστειλε την γυναίκα του με τα δυο μικρά παιδιά τους στη μάνα του στην επαρχία. Είναι στο ταμείο ανεργίας, μένει στο Υπνωτήριο του Δήμου Αθηναίων και πουλάει αρωματικά χαρτομάντιλα, στυλό και ηλεκτρονικούς αναπτήρες. Του είπα να έρθει στη Σχεδία, αλλά δε θέλει γιατί μου είπε πως ακόμα βγάζει λίγα περισσότερα από μένα και αυτά του είναι σημαντικά γιατί τα στέλνει στην οικογένεια του. Είχα κι έναν γνωστό που πέθανε 56 ετών, τον κύριο Γιώργο. Δεν θα τον ξεχάσω ποτέ. Είχε μία σημαντική περιουσία. Έχασε το παιδί του 25 ετών σε δυστύχημα. Η γυναίκα του ήταν άρρωστη από καρκίνο. Τα πούλησε όλα για να τη σώσει. Η γυναίκα του πέθανε. Τον κράταγαν φίλοι. Μετά ήρθε στο ΚΥΑΔΑ. Να τον έβλεπες κάθε μέρα, πολύ καλά ντυμένος με κουστούμι και γραβάτα και γελαστός. Όμως, όταν κλεινόταν στο δωμάτιο είχε έναν τεράστιο καημό που τον έτρωγε. Ένα βράδυ μιλάγαμε κάτω στη ρεσεψιόν για τον Θεό. “Γιώργο τι λες εσύ, υπάρχει Θεός;”, ρώτησα. Μου απάντησε: “Ποιος Θεός; Ο Θεός μου τα πήρε όλα. Ό,τι αγάπησα μου το πήρε. Και το παιδί μου και τη γυναίκα μου και με ρωτάς εμένα αν υπάρχει Θεός;”. Μία εβδομάδα μετά πέθανε. Μάθαμε ότι ότι έπαθε εσωτερική αιμορραγία. Δεν έπινε. Το συκώτι του έσκασε από τη μεγάλη πίκρα, τον καημό και τη στεναχώρια. Τον έθαψε ο Δήμος Αθηναίων.

Με τις κόρες του, Φαμπιάνα και Φερνάντα.

Δεν ξέρω τι θα γίνει. Δε βλέπω να καλυτερεύουν τα πράγματα. Έχω ζήσει πια σε τρεις χώρες όπου πήγε το ΔΝΤ και η κρίση μόνο μεγάλωνε. Όπως και η ανεργία. Στην Αργεντινή ακόμη δεν έχουν μειωθεί τα ποσοστά. Στη Βραζιλία ευτυχώς, με τον Λούλα στην κυβέρνηση, τα πράγματα είναι κάπως πιο κοντρολαρισμένα. Στο μεταξύ, έχω έναν φίλο στην Αργεντινή, τον Αλφόνσο -καθηγητής είναι- και όποτε μιλάμε μου λέει: “Τι έγινε Λάμπρο, χάλασε το ξυπνητήρι σας; Τι διάολο πάθατε και δεν κάνετε κάτι στην Ελλάδα; Δεν βλέπετε τι σας κάνουν”. Τον τελευταίο καιρό μια φίλη από το Ρίο με βοηθά να βρω δουλειά εκεί. Από τον Απρίλιο και μετά θα ανοίξουν αρκετά ξενοδοχεία για το Μουντιάλ και μετά το 2016 η Βραζιλία θα έχει Ολυμπιακούς Αγώνες. Έχω στείλει το βιογραφικό μου και περιμένω. Εντάξει, δεν θα πάρω τον παλιό μισθό που έπαιρνα, αλλά αυτό δε με φοβίζει. Εκεί θα μπορώ να βλέπω και την κόρη μου, τη Φερνάντα. Πέρασε στο Πανεπιστήμιο του Σαν Πάολο, -ένα πανεπιστήμιο που συνεργάζεται με το ΜΙΤ. Σπουδάζει ρομποτική. Μιλάμε πότε πότε μέσω skype. Ξέρεις τι μου είπε την τελευταία φορά; “Μπαμπά φτιάχνω μηχανήματα που θα αφήσουν πολύ κόσμο στην ανεργία”. Και με τη Φαμπιάνα, την άλλη κόρη μου, μιλάω συχνά. Δίπλα στο ξενοδοχείο έχει ένα καφέ και με ένα ευρώ μπορώ να έχω ίντερνετ μία ώρα. Η Φαμπιάνα ζει με την γυναίκα μου στην Πορτογαλία. Είναι στην τελευταία τάξη του Λυκείου. Θέλει να γίνει παιδίατρος. Την είδα πριν από ένα χρόνο. Τώρα μου είπε η γυναίκα μου ότι θα μου στείλει εισιτήριο για να πάω να την ξαναδώ. Τι να κάνει κι αυτή, τους έχουν κόψει τα πάντα στην Πορτογαλία, περνά δύσκολα. Τώρα που το σκέφτομαι, τελικά όλη μου η οικογένεια είναι κυνηγημένη από το ΔΝΤ».