FYI.

This story is over 5 years old.

Διασκέδαση

Οι Εργάτες που Ζουν το Καλοκαιρινό τους Όνειρο Καπνίζοντας Χόρτο και Μαζεύοντας Φρούτα

Το River Valley Farm του Καναδά είναι κάτι σαν το Woodstock ή το Coachella των φρουτοσυλλεκτών.
CM
Κείμενο Chris MacArthur

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο VICE US.

Ήταν μια αποπνικτικά ζεστή μέρα στις ηλιοκαμένες όχθες του ποταμού Simikameen, στα νότια της British Columbia του Καναδά. Φωτιές έκαιγαν τα δάση σε βορρά και νότο, δημιουργώντας μια πορτοκαλί ομίχλη η οποία κρεμόταν πάνω από ολόκληρη την κοιλάδα. Κάθισα σε έναν κορμό δέντρου, τελείως «ακουσμένος», παίζοντας ένα banjo και παρακολουθώντας μια αγέλη αδέσποτων σκυλιών να χοροπηδάει στο νερό. Εδώ, στον πρόχειρο καταυλισμό του Dusty και του Dusty (δύο κολλητοί με το ίδιο όνομα), είχα αράξει κι εγώ για να περάσω το απόγευμά μου, πίνοντας ζεστή μπύρα και κάνοντας παρέα με τους εποχικούς εργάτες, που μάζευαν φρούτα στο Keremeos, στην British Columbia.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Patrick (Όλες οι φωτογραφίες είναι του συντάκτη)

O πατέρας μου «δραπέτευσε» από το Keremeos πριν από 15 χρόνια, για να γίνει ένας ερασιτέχνης αγρότης ο οποίος κυνήγησε το όνειρο του να ζήσει μια ζωή χωρίς γείτονες. Συνήθως, οι επισκέψεις στο τσαρδί του πατέρα μου περιλαμβάνουν τις κρισιμότατες καθημερινές επισκέψεις στην κάβα, καθώς και την εβδομαδιαία συμμετοχή μας στη λοτταρία κρεάτων στην Λέχη των Βετεράνων. Αυτή την φορά όμως, κατά την διάρκεια της πρώτης εβδομάδας του Ιουλίου, είπα να σπάσω αυτήν την ρουτίνα και να κάνω κάτι.

Η Elaine και η Daphne

Γνωστό και ως «εκείνο το μέρος που σταματήσαμε για να βάλουμε βενζίνη», το Keremeos είναι γνωστό για τα πλούσια περιβόλια του, τους αχανείς αμπελώνες του και τους αναρίθμητους πάγκους με φρούτα. Ο κάθε ένας από αυτούς είναι βαμμένος πιο καρτουνίστικα από τον προηγούμενο και φαντάζουν να είναι φτιαγμένοι από τους σκηνογράφους της Sesame Street. Αυτό όμως που σου μένει, είναι οι φυσιογνωμίες των εποχικών που εργάζονται στα χωράφια μαζεύοντας φρούτα -οι επονομαζόμενοι «Pickers», με τα ράστα τους, τα θολά τους μάτια και την μόνιμη χαλαρή, χαρούμενη διάθεσή τους, οι οποίοι συρρέουν στην πόλη τους καλοκαιρινούς μήνες. Προερχόμενοι κυρίως από το Κεμπέκ, αυτοί οι πλανόδιοι χίπηδες καταφτάνουν με οτοστόπ από κάθε γωνιά, ψάχνοντας την ευκαιρία να βγάλουν μερικά φράγκα και να τσεπώσουν λίγο «γλυκό» χόρτο από την British Columbia.

Ο Derek

Ξεκίνησα την Τρίτη το πρωί, παίρνοντας μαζί μου την κάμερα, τον εξοπλισμό μου, καθώς και ένας καφάσι Cariboo Lager, ώστε να μπορέσω να κάνω γρήγορα φίλους. Μέχρι το μεσημέρι η θερμοκρασία είχε σκαρφαλώσει στους 33 βαθμούς Κελσίου και οι εξουθενωμένοι εργάτες γύριζαν στον καταυλισμό στις όχθες του ποταμού, μετά την βάρδιά τους που διαρκεί από τις 4 έως τις 11 το πρωί. Το πρώτο ζευγάρι που γνώρισα, μου συστήθηκε ως Lux και Bear. Ήταν και οι δύο από το Μόντρεαλ και έρχονταν στο Keremeos εδώ και χρόνια, μαζεύοντας φρούτα και πουλώντας την τέχνη τους από το φορτηγάκι τους. Η Lux (την οποίο αποκαλούσα συνεχώς Jet κατά λάθος) μόλις είχε κάνει ένα καινούργιο τατουάζ στην πλάτη της, ένα περίτεχνο ροζ δέντρο το οποίο καθόταν ανάμεσα σε διάφορα δαχτυλίδια και σφαίρες. Μου εξήγησε πως το είχε κάνει για να μπορεί να κρατήσει τα τσάκρα της σε ισορροπία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ο Guillaume

Συνέχισα να περπατάω μέσα στον καταυλισμό, ανάμεσα στις φθορίζουσες σκηνές και κρεμασμένα ρούχα. Έφτασα τελικά στο κέντρο του καταυλισμού, έναν μεγάλο ανοιχτό χώρο στον οποίο είχε συγκεντρωθεί μια μεγάλη μάζα ανθρώπων που απολάμβαναν διάφορες χαλαρές δραστηριότητες. Στα αριστερά μου ήταν η «Ιταλική περιοχή», μια ομάδα εργατών με ξυρισμένα κεφάλια, εκ των οποίων κάποιοι έπαιζαν κιθάρα και κάποιοι σκάλιζαν ξύλα. Ο έμπορος χόρτου της περιοχής, ένας έφηβος που έμοιαζε με τον Ozzy Osbourne στα 70s, πέρασε γρήγορα από μπροστά μου καβάλα σε ένα mountain bike, κάνοντας delivery και λαμβάνοντας εντολές. Κάτω από μια αδιάβροχη επιφάνεια στα δεξιά μου, λάμβανε χώρα ένας μαραθώνιος stick 'n' poke τατουάζ. Πέρασα το υπόλοιπο του απογεύματός μου φωτογραφίζοντας πορτραίτα, μέχρι που άρχισα να «σβήνω» από την έκθεση στον ήλιο. Παρά τα καθαρά μου ρούχα και το πρόσφατο κούρεμά μου, προσπάθησα να γίνω κομμάτι του καταυλισμού.

Την επόμενη μέρα, αποφάσισα να εξερευνήσω τους όμορφους δρόμους της κοιλάδας, προσφέροντας και μια υπηρεσία ανεπίσημου «ταξί» σε όποιο άτομο την είχε ανάγκη. Κατέληξα να μεταφέρω πάρα πολλούς εργάτες από και προς τους καταυλισμούς τους, καθώς και από και προς τα διάφορα hot-spots της πόλης (τα πλυντήρια, την κάβα, την γωνιά πίσω από την βιβλιοθήκη όπου μπορούσες να κλέψεις wi-fi). Η ποικιλία των εργατών καλειδοσκοπική. Από το αγγελικό πρόσωπο της 17χρονης κοπέλας με την φανέλα Pokemon και την νέον φούστα, μέχρι τον βρωμερό gutter punk που έμενε κάτω από μια γέφυρα αυτοκινητόδρομου. Οι χαρακτήρες και οι προσωπικότητες ήταν ατελείωτες και συναρπαστικές. Το μέγεθος της όλης σκηνής και του συλλογικού πνεύματος αυτών των ημι-φιλόδοξων φρουτοσυλλεκτών με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι η σημασία του Keremeos, ήταν πολύ μεγαλύτερη από όσο αρχικά είχα σκεφτεί. Συνειδητοποίησα πως εδώ ήταν το Woodstock ή το Coachella των φρουτοσυλλεκτών και πως αυτήν την περίοδο των πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν τα κεράσια.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Εκείνο το απόγευμα, οδήγησα μέχρι το River Valley Farm, έναν μικρό οργανικό δενδρόκηπο στους λόφους που βρισκόταν στα ανατολικά της πόλης. Είχα προγραμματίσει να συναντηθώ ξανά με μια εκλεκτική παρέα υπερενεργητικών Γαλλο-Καναδών εφήβων, τους οποίους είχα συναντήσει νωρίτερα μέσα στην μέρα μου. Για να μπορέσω να τους θυμάμαι –μιας και με τα ονόματα δεν τα πάω και πολύ καλά– τους είχα γράψει όλους πάνω στο χέρι μου: Félix, Gabrielle, Leo, Tristan, Godfrey, Guillaume, Kiki, Félix 2, Charlotte, Patrick, Daphne, Vern.

Ο Jaryd και η Kiki

Το River Valley Farm είναι πραγματικά ένα παραδεισένιο μέρος. Οι εργάτες μένουν σε πανέμορφα αγροτόσπιτα, τα οποία είναι στημένα στην καταπράσινη όχθη του ποταμού. Καθώς έδυε ο ήλιος, ο ουρανός πήρε ένα μαγικό ροζ χρώμα, σαν τα φτερά ενός φλαμίνγκο. Οι Γαλλόφωνοι πόζαραν ενθουσιασμένοι για φωτογραφίες, παλεύοντας όμως ταυτόχρονα και με σύννεφα κουνουπιών που υπήρχαν ολόγυρά τους. Όταν έπεσε η νύχτα, συνέχισα να χρησιμοποιώ τις γνώσεις μου στα Γαλλικά, καθώς με κάλεσαν να μείνω μαζί τους και να παίξουμε ένα drinking game το οποίο αποκαλούσαν Buffalo. Σε μερικές ώρες το ρολόι θα έδειχνε 4 το πρωί και οι εποχιακοί θα επέστρεφαν στην δουλειά, σκαρφαλώνοντας σε σκάλες και γεμίζοντας καλάθια. Μερικοί αποσύρθηκαν στα κρεβάτια τους, αλλά οι περισσότεροι από εμάς μείναμε ξύπνιοι, κατεβάζοντας σφηνάκια, κολυμπώντας γυμνοί και εφευρίσκοντας freestyle ρίμες.

Ο Dusty…

…και ο άλλος Dusty

Η Leo

Ο Vern

Η Charlotte

Η Lux

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.