FYI.

This story is over 5 years old.

News

Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ Χαμογελάει στους Πλούσιους.

Πεπεισμένο ότι δεν πέφτει ήδη αρκετό χρήμα στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ ήρθε λίγο πιο κοντά στη νόμιμη διαφθορά.
Matt Taylor
Κείμενο Matt Taylor

Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Τζον Ρόμπερτς χαμογελάει στους πλούσιους. Photo via Flickr user DonkeyHotey

Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ -πεπεισμένο ότι δεν πέφτει ήδη αρκετό χρήμα στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα- έκανε πριν κάποιες μέρες μεγάλη χάρη στους ζάμπλουτους του έθνους. Καθιστώντας έτσι βέβαιο το ότι στο κοντινό μέλλον, η νόμιμη διαφθορά στις εκλογές θα φθάσει σε νέα επίπεδα ρεκόρ.

Με μία απόφαση οριακής πλειοψηφίας λόγω ιδεολογικών διαφορών, που είναι στάνταρ τα τελευταία χρόνια, η συντηρητική πλειοψηφία του δικαστηρίου έκρινε παράνομα τα ομοσπονδιακά όρια για το αθροιστικό ποσό που μπορούν να δωρίσουν οι πολίτες στους υποψήφιους και τις επιτροπές πολιτικής δράσης κατά τη διάρκεια μιας ορισμένης εκλογικής περιόδου. Με αυτό το τρόπο, ανέτρεψαν τον νόμο και δημιούργησαν την παρωδία της ευρέως διαδεδομένης ιδέας ότι η δική τους είναι μια νόμιμη δημοκρατική κοινωνία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η απόφαση ακολουθεί τη στρεβλή παράδοση της διαβόητης διάταξης των Citizens United του 2010, που άνοιξε τις πύλες για εισροή απεριόριστου εταιρικού χρήματος στις αμερικανικές εκλογές και γέννησε αυτό το μοναδικό αμερικανικό τέρας γνωστός ως Super PAC—ομάδες που είναι ελεύθερες να συγκεντρώσουν όσο περισσότερο χρήμα μπορούν από τους πλούσιους. Οι επιτροπές πολιτικής δράσης που αγκαλιάστηκαν πρώτα από τους συντηρητικούς βαρόνους των επιχειρήσεων και ακολούθως από κυνικούς, τρομοκρατημένους Δημοκράτες όπως ο Μπαράκ Ομπάμα, μπορούν να ανιχνευθούν στις σκοτεινές γωνίες του εγκεφάλου του προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Τζον Ρόμπερτς.

«Ο Ρόμπερτς πιστεύει ότι η Πρώτη Τροπολογία προστατεύει τα πάντα εκτός από την πραγματική δωροδοκία και ότι η χρηματική δαπάνη είναι καθαρός λόγος» είπε ο TrevorPotter, πρώην πρόεδρος της Federal Election Commission (Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή) και ιδρυτής του Campaign Legal Center (Νομικό Κέντρο Προεκλογικής Καμπάνιας). [Το 2012, ο Potter βοήθησε τον Stephen Colbert να δημιουργήσει ένα Super PAC, σε ένα σούπερ κόλπο που είχε στηθεί για την τηλεόραση και το οποίο έδειξε στους τηλεθεατές πόσο έχει διαταραχθεί το σύστημα.]

«Το χρήμα στην πολιτική μπορεί κάποιες φορές να προκαλεί αηδία σε κάποιους, ωστόσο αυτό είναι που προστατεύει σθεναρά η Πρώτη Τροπολογία» έγραψε ο Ρόμπερτς εξηγώντας την άποψη του. «Οι δαπάνες μεγάλων ποσών που συνδέονται με τις εκλογές, αλλά όχι με μια προσπάθεια ελέγχου της άσκησης των επίσημων καθηκόντων ενός αξιωματούχου, δεν δίνουν αφορμή για διαφθορά τύπου δούναι και λαβείν. Ούτε και η πιθανότητα, ένα άτομο που ξοδεύει μεγάλα ποσά να μπορεί να συγκεντρώσει επιρροή πάνω σε εκλεγμένους αξιωματούχους ή πολιτικά κόμματα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Με άλλα λόγια, ο Ρόμπερτς πιστεύει ότι η μόνη πιθανή μορφή διαφθοράς είναι το μυθικό σενάριο σύμφωνα με το οποίο δίνεται σε έναν εκλεγμένο αξιωματούχο μια τσάντα με μετρητά σε αντάλλαγμα να ψηφίσει μια νομοθετική διάταξη. Αλλά είναι πολύ πιο συνηθισμένο για τράπεζες, ενεργειακές εταιρείες και άλλα επιχειρηματικά συμφέροντα να χρησιμοποιήσουν τους τεράστιους πόρους τους για να στηρίξουν ολόκληρα κινήματα που φανερά ή σιωπηρά υπερασπίζονται τα συμφέροντα τους. Οι λομπίστες εταιριών δεν δίνουν χρήμα για ψήφους-απειλούν ότι θα υποστηρίξουν τους εκλογικούς αντιπάλους μελών του Κογκρέσου, οι οποίοι ψηφίζουν εναντίον του «σκοπού» τους και πως θα βομβαρδίσουν τους πιο φιλικούς νομοθέτες με ταξίδια για γκολφ σε εξωτικά μέρα και άλλα διάφορα καλούδια, που ανιχνεύονται λιγότερο εύκολα από τα χρήματα. Έπειτα, σύμφωνα με τον Ρόμπερτς, το να κάνει ο ένας στον άλλο χάρη δεν είναι πρόβλημα γιατί το χρήμα είναι λόγος –και οι χαμένοι οι οποίοι δεν το έχουν θα έπρεπε να το βουλώσουν και να μείνουν στο περιθώριο της δημόσιας ζωής.

«Είναι τμήμα μιας βήμα-βήμα προσπάθειας από την πλειοψηφία του Ανώτατου Δικαστηρίου να καταστρέψει ουσιαστικά τους νόμους για τα οικονομικά της προεκλογικής εκστρατείας» είπε ο Fred Wertheimer, ο πρόεδρος του Democracy 21, ενός γκρουπ που τάσσεται κατά της εισροής χρημάτων στην πολιτική.

Η υπόθεση προέκυψε από μία νομική πρόκληση που ξεκίνησε ο επιχειρηματίας Shaun McCutcheon από την Αλαμπάμα, ο οποίος αφού δώρισε $33,000 σε διάφορους υποψηφίους το 2012, αποφάσισε ότι για να κάνει τη φωνή του να ακουστεί έπρεπε να δωρίσει το πατριωτικό ποσό των $1.776 σε ακόμα 12 υποψηφίους –στον καθένα ξεχωριστά. Αυτό θα τον τοποθετούσε συνολικά πάνω από το όριο των $48.000 για δωρεές σε υποψηφίους στη διάρκεια ενός εκλογικού κύκλου, κάτι που επιτρέπεται από τους ομοσπονδιακούς κανονισμούς για τη χρηματοδότηση μιας πολιτικής καμπάνιας (γεγονός που γνώριζε πολύ καλά όταν προσπάθησε να κάνει τη δωρεά, δεδομένου ότι αυτό ήταν ένα συνειδητό βήμα προς την κατάργηση του νόμου). Προσποιούμενος ότι είναι οργισμένος επειδή δεν μπορεί να μιλήσει ελεύθερα μέσω ενός υπερμεγέθους τραπεζικού λογαριασμού, ο McCutcheonείναι σήμερα πεπεισμένος ότι μία νέα μέρα έφθασε για τους τολμηρούς και επιτυχημένους ανθρώπους αυτής της χώρας όπως είναι ο ίδιος.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

«Ελπίζω ότι αυτό θα φέρει περισσότερα χρήματα στην πολιτική» μου είπε με την βαριά νότια προφορά του, όταν του μίλησα τηλεφωνικά. «Υποτίθεται ότι αυτή είναι μια ελεύθερη χώρα. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί κάποιος να θέλει να περιορίσει τη διάδοση ιδεών, ιδιαιτέρως των πολιτικών ιδεών. Μάλλον δεν τους αρέσει η ελευθερία».

«Ελευθερία» εδώ σημαίνει ότι οι 646 Αμερικανοί που έδωσαν σε δωρεές περίπου το ποσό $120.000 συνολικά (σε υποψηφίους και επιτροπές), κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2012, πρόκειται να έχουν πολύ περισσότερη επιρροή στη χώρα από εμάς τους υπόλοιπους που επίσης θα ζούμε εδώ, τα χρόνια που έρχονται. Και η βιομηχανία του lobbying θα γνωρίσει άνθιση γιατί αυτοί οι επαγγελματίες πωλητές επιρροής που προσλαμβάνονται από εταιρίες κι άλλες ομάδες συμφερόντων, και οι οποίοι ήδη αναμένεται να συγκεντρώσουν και να διοχετεύσουν εισφορές σε προεκλογικές καμπάνιες, όπως οποιοσδήποτε άλλος δεν θα υπόκεινται σε έλεγχο ορίων όσο αφορά στην οικονομική προσφορά τους στην πολιτική. Κατά ειρωνικό τρόπο, οι ζωές τους θα μπορούσαν να γεμίσουν με περισσότερο άγχος ακόμα κι αν η κυριαρχία τους στην αμερικανική πολιτική μεγαλώσει.

«Οι λομπίστες θα σκεφτούν ‘Ωχ, όχι, τώρα δεν έχουμε κανένα μέρος να κρυφτούμε’» είπε ο Jeff Connaughton, επανασχολούμενος με το λόμπινγκ στην Ουάσινγκτον και πρώην ανώτατος σύμβουλος του αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν. «Συνήθιζα να ανασαίνω με ανακούφιση [ως λομπίστας] όταν άγγιζα το όριο. Τώρα το σύστημα χρηματοδότησης της πολιτικής καμπάνιας θα ενδυναμώσει τους λομπίστες περαιτέρω και θα τους στριμώξει πιο σκληρά».

Παρά τη δεινή κατάσταση των πραγμάτων -και ίσως επειδή ακούστηκα απελπισμένος- ορισμένοι μεταρρυθμιστές με τους οποίους μίλησα, επέμειναν ότι ακόμα κι αν η απόφαση μπορούσε να βάλει τη βάση για το απόλυτο ξερίζωμα των λίγων εναπομεινάντων νόμων που περιορίζουν την επιρροή του χρήματος στην πολιτική, η Αποκάλυψη δεν πλησιάζει.

«Πριν κόψουμε τις φλέβες μας, υπάρχουν πολιτικές που μπορούν να το αντιμετωπίσουν» είπε ο David Donnelly, εκτελεστικός διευθυντής του ιδρύματος Public Campaign Action Fund, αναφέροντας ότι γίνονται αρκετές  προσπάθειες σε κάποιες πολιτείες να περιοριστεί η πολιτική διαφθορά.

Ο Δημοκρατικός βουλευτής Φλόριντας, Alan Grayson ο οποίος μου είπε ότι είναι «κυριολεκτικά το μόνο μέλος του Κογκρέσου που συγκέντρωσε το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου της προεκλογικής εκστρατείας του από μικρούς δωρητές σε ποσά των $100 ή λιγότερο» εξέφρασε εν μέρει την απορία του με το θράσος των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίοι δεν έχουν ρεαλιστική αίσθηση για το πώς γίνονται οι δουλειές στην αμερικανική πρωτεύουσα.

«Αυτό το μέρος είναι τόσο πλημμυρισμένο στη διαφθορά-είναι βυθισμένο στη διαφθορά όπως ένα σακουλάκι τσαγιού στο νερό» είπε μιλώντας από την πρωτεύουσα. «Υπήρχε ένας Ρωμαίος αυτοκράτορας, ο Καλλιγούλας, ο οποίος διόρισε το άλογο του στη Γερουσία. Σε αυτή τη φάση, το σύστημα έχει γίνει τόσο χάλια που εάν οι αδερφοί Koch διόριζαν το άλογο τους στη Γερουσία, δεν θα υπήρχε καμία διαφορά. Αυτό είναι το σημείο όπου βρισκόμαστε».