Εκείνο το πρωί της Πέμπτης, το κρύο είναι τσουχτερό. Διασχίζοντας με το αυτοκίνητο τους στενούς και κακοτράχαλους χωμάτινους δρόμους που οδηγούν στον καταυλισμό του Σοφού στον Ασπρόπυργο, δεξιά και αριστερά διακρίνει κανείς απέραντες εκτάσεις με σκουπίδια, δομικά υλικά, ξεσκισμένα ρούχα, παλιούς ξεχαρβαλωμένους καναπέδες, λαμαρίνες. Έναν σκουπιδότοπο που απλώνεται, δίχως τελειωμό. Εκεί δεν υπάρχουν σπίτια, παρά μόνο εργοστάσια που χωρίζονται από τον καταυλισμό με ένα αόρατο τείχος. Εκεί, η ζωή δίνει τη θέση της στην εξαθλίωση. Σιγά–σιγά, διαφαίνονται στο βάθος οι πρώτες παράγκες.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στον Ασπρόπυργο η θλίψη σκέπασε τα πάντα
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στα δεξιά της εισόδου βρίσκεται ένα πλαστικό τραπέζι με ένα γαλάζιο τραπεζομάντηλο και παρατημένα ποτήρια με μισοτελειωμένο καφέ. Σε μία παλιά πλαστική καρέκλα, κάθεται μια μορφή που φορά μαύρα ρούχα. Κυρτωμένος και σκυφτός, με τα μάτια καρφωμένα στο έδαφος. Είναι ο Γιάννης Σαμπάνης. Ο πατέρας του 18χρονου Νίκου, που δολοφονήθηκε από 36 σφαίρες αστυνομικών στο Πέραμα.
Το βλέμμα του θολό, ξεχειλίζει με πόνο. Με χαιρετά εγκάρδια. Τα χέρια του είναι σκληρά. Προδίδουν πως είναι άνθρωπος του μόχθου. Ασχολείται με τα παλιοσίδερα στη Νίκαια και το Πέραμα. Κάθομαι απέναντί του. Στην άλλη πλαστική καρέκλα, στην κορυφή του τραπεζιού, βρίσκεται ο θείος του Νίκου, Νεκτάριος. Στον χώρο που λειτουργεί σαν σαλόνι, είναι μαζεμένες τρεις γυναίκες και δύο μικρά παιδιά. Τα παιδιά του Νίκου, δυόμιση χρονών και επτά μηνών. Ο κύριος Γιάννης κάνει τις συστάσεις. Η γυναίκα του και μητέρα του Νίκου, Μαρία, κάθεται κατάχαμα και έχει στην αγκαλιά της το εγγόνι της. Το βλέμμα της αδειανό και καρφωμένο μπροστά. Δεν κοιτάζει κάτι συγκεκριμένο, μοιάζει χαμένη. Στα δεξιά της κάθεται η γιαγιά του Νίκου και στα αριστερά η γυναίκα του, η Τασία, με το δεύτερο παιδί τους στην αγκαλιά. Όλες είναι μαυροφορεμένες. Αποστασιοποιημένες. Σαράντα μέρες από τη δολοφονία του Νίκου, η θλίψη έχει σκεπάσει τα πάντα στο διάβα της.
Κοιτάζω στο βάθος. Εκεί βρίσκεται η κρεβατοκάμαρά του, όπου ένα στρώμα είναι τοποθετημένο πάνω σε μία αυτοσχέδια ξύλινη βάση. Στα αριστερά του χώρου, είναι η κουζίνα. Το βλέμμα μου πάει απευθείας στα λευκά κομμάτια ξύλου που έχουν τοποθετηθεί ψηλά και σχηματίζουν τα ντουλάπια. Σε ένα από αυτά δεσπόζει μια παιδική ζωγραφιά με το όνομα του Νίκου, μέσα σε μία καρδιά.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Είστε δολοφόνοι»
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η φωνή του σπάει. Ανάβει ένα τσιγάρο. «Ας σκίζαν τα λάστιχα, ας τον τραυμάτιζαν στο πόδι. Όχι όμως να τον σκοτώσουν. Αυτοί ήταν δολοφόνοι, ήξεραν ότι είναι Ρομά. Θα ρίξεις μία, δύο φορές. Δεν θα ρίξεις 36 σφαίρες».
«Το παιδί φωνάζει, ζητάει τον πατέρα του»
«Πέθανε άδικα, θέλουμε δικαίωση»
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η μητέρα του, Μαρία, φέρνει έναν λευκό φάκελο. Από μέσα βγάζει φωτογραφίες του Νίκου. Επικρατεί σιγή. Βγαίνουμε έξω, στην είσοδο του σπιτιού. Ο κύριος Γιάννης στέκει σιωπηλός. Τα μάτια του δακρύζουν. Επειδή δεν γνωρίζει εάν η δικαιοσύνη θα έρθει για εκείνους. Τον χαιρετώ.Αποχωρώ από τον καταυλισμό με πικρία. Το αμάξι παίρνει τον δρόμο της επιστροφής. Ο κακοτράχαλος δρόμος μοιάζει ακόμη χειρότερος τώρα. Σε κάθε λακούβα, το αμάξι χοροπηδά. Οι παράγκες σιγά–σιγά χάνονται στο βάθος. Το βάρος ασήκωτο, σχεδόν αβάσταχτο. Η οργή και το μίσος διάχυτα. Και οι ψυχές ζητούν δικαίωση.
Περισσότερα από το VICEΗ Ήβη Αποφάσισε να Γίνει Σεξεργάτρια για να Είναι Αφεντικό του Εαυτού τηςΤι Παρίσια, τι Πατήσια: Η Παράνοια της Αναζήτησης Σπιτιού στην ΑθήναEllinofono Rave: Η Λίστα του Spotify με Rave Anthems Από Βανδή και Ρουβά Μέχρι ΠάμελαΑκολουθήστε το VICE σε Facebook, Instagram και Twitter.