Χατζηκυριάκειο Σημαίνει Ψάρι, Πόρτο Λεόνε και Ρεφρέν του Μπαγιαντέρα

FYI.

This story is over 5 years old.

Ο Οδηγός Πόλης του VICE

Χατζηκυριάκειο Σημαίνει Ψάρι, Πόρτο Λεόνε και Ρεφρέν του Μπαγιαντέρα

Εκεί που κάνει αρχή και τέρμα το 040.

Όταν κάποιος πάρει από το Σύνταγμα το 040, το παλιό πράσινο λεωφορείο, μετά από περίπου μία ώρα θα καταλήξει στην τελευταία στάση, το Χατζηκυριάκειο. Η συνοικία στα νοτιοανατολικά του Πειραιά, με τα δυσδιάκριτα σύνορα, αγκαλιάζεται από την Καλλίπολη, το λιμάνι και τη Βρυώνη. Είναι το βορειοδυτικό άκρο της Πειραϊκής χερσονήσου και ακόμα κι αν χαθείς στα στενά της, προχωρώντας θα καταλήξεις στη θάλασσα. Η γειτονιά πήρε το όνομά της από τον Σμυρνιό ευεργέτη Ιωάννη Χατζηκυριακού, ο οποίος μαζί με τη σύζυγο του, Μαριγώ, ίδρυσαν το 1889 το μεγάλο ορφανοτροφείο για κορίτσια που δεσπόζει στην περιοχή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η πλαϊνή είσοδος του ιδρύματος.

Εκεί από πίσω, ανάμεσα στις ψαροταβέρνες, βρίσκεται το αντίγραφο του λιονταριού του Πειραιά, το πρωτότυπο του οποίου έχει κλαπεί και βρίσκεται στη Βενετία. Το έχεις ακούσει σαν «Πόρτο Λεόνε», όπως λεγόταν παλιά το λιμάνι και σήμερα εκεί φωτογραφίζονται τουρίστες που κατεβαίνουν από τα κρουαζιερόπλοια.

Το λιοντάρι του λιμανιού.

Από το 1924, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, στην περιοχή ξεκίνησαν να εγκαθίστανται πρόσφυγες, δίπλα από τα σπίτια των Δωδεκανήσιων που είχαν φτάσει από τη Ρόδο, την Κάρπαθο, τη Σύμη και το Καστελόριζο, λόγω της ιταλικής κατοχής. Αυτό το κράμα ανθρώπων δημιούργησε μία λαϊκή γειτονιά αρκετά υποβαθμισμένη, συγκριτικά με τον υπόλοιπο Πειραιά, με κακοφτιαγμένους δρόμους και άσχημη και άναρχη οικοδόμηση. Σε αυτούς τους δρόμους, όμως, αυτό που αναπτύχθηκε ήταν το ρεμπέτικο.

Ο Άγειος Νείλος.

Ο Δημήτρης Γκόγκος, ο σπουδαίους αυτός ρεμπέτης με το παρατσούκλι Μπαγιαντέρας, το οποίο πήρε το 1925, όταν διασκεύασε και έπαιξε στο μπουζούκι του κάποια κομμάτια απ' την οπερέτα του Emmerich Kálmán «Η Μπαγιαντέρα», λέγεται ότι έγραψε το τραγούδι «Χατζηκυριάκειο» μέσα στο καφενείο του πατέρα του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, που σήμερα είναι μανάβικο:

Αποβραδίς ξεκίνησα
μ' έναν παλιό μου φίλο
για το Χατζηκυριάκειο
και για τον Άγιο Νείλο.

Εδώ ήταν κάποτε το καφενείο του πατέρα του Παπαμιχαήλ.

Το 1944, η κυρία Μαργαρώ Χανιώτη που είχε έρθει από την Άνω Μερά της Μυκόνου, ξεκινά σε ένα κτίριο του 1927 να σερβίρει τα καλύτερα τηγανητά του λεκανοπεδίου. Οι εργάτες από το λιμάνι, οι εκτελωνιστές, οι κουστουμάτοι, πήγαιναν και έτρωγαν μπαρμπούνι, γαρίδα και καραβίδα από το τηγάνι της. Η φήμη της απλώθηκε παντού και πλέον από την ξακουστή Μαργαρώ έχουν περάσει εφοπλιστές, καλλιτέχνες και πολιτικοί από όλη την Αθήνα. Γύρω από τη Μαργαρώ πλέον θα βρεις τις καλύτερες ψαροταβέρνες, που είναι γεμάτες όποτε κι αν περάσεις.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ένα πρωί, έξω από το καφενείο στη συμβολή των οδών Σοφοκλέους 43 και Σαλαμινομάχων, ένας άνδρας πλησίασε τον ιδιοκτήτη και του έριξε εννέα σφαίρες

Τα επόμενα χρόνια, το Χατζηκυριάκειο εξελίχθηκε στη γειτονιά που κυκλοφορούν τα «κακά» παιδιά με τα παπάκια έξω από τα σχολεία, οι γιάπηδες από τις ναυτιλιακές στις ψαροταβέρνες, οι οπαδοί του Ολυμπιακού στον παλιό σύνδεσμο, τα ναυτάκια στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και οι κοπέλες με το έντονο μακιγιάζ.

Η φημισμένη «Μαργαρώ».

Ένα πρωί, στις 28 Ιουνίου 2007, έξω από το καφενείο στη συμβολή των οδών Σοφοκλέους 43 και Σαλαμινομάχων, ένας άνδρας πλησίασε με απόλυτη ψυχραιμία τον ιδιοκτήτη και του έριξε εννέα σφαίρες. Οι δυο σφαίρες τον βρήκαν στο κεφάλι και μια στον θώρακα. Οι τίτλοι των εφημερίδων έγραφαν για «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» ανάμεσα σε νονούς της νύχτας. Λεγόταν Γιώργος Αυτιάς και διεκδικούσε με δική του ομάδα την ηγεσία στον χώρο της προστασίας στη δυτική Αττική και στον Πειραιά. Το όνομά του ήταν γνωστό ακόμη και στις αλάνες του Χατζηκυριάκειου που παίζουν τα παιδιά και έχαιρε σεβασμού και φόβου, απέχθειες και γοητείας. Για προσωπικότητες σαν κι αυτόν θα ακούσεις πολύ καλά και πολύ κακά. Από τη γειτόνισσά του, πάντως, που έμενε πάνω από το σπίτι του και της άφηνε στο μπαλκόνι χαρτονομίσματα για να τη βγάλει, θα ακούσεις σίγουρα καλά.

Περισσότερες φωτογραφίες παρακάτω.