_AAA7274
Νέα

Οι Τελευταίοι «Καρβουνιάρηδες» Κρατούν Ζωντανή μια Τέχνη που Τείνει να Χαθεί

Οι παραγωγοί ξυλανθράκων στα ορεινά του Σταυρού Θεσσαλονίκης, φτιάχνουν κάρβουνα εδώ κι έναν αιώνα.

Στα ορεινά του Σταυρού Θεσσαλονίκης, στο Σουγλιάνι, όπως ονομάζουν τη μικροκορφή οι ντόπιοι, καπνοί βγαίνουν από εδώ και από εκεί σε ξέφωτα που είναι διασπαρμένα στο βουνό. Τα καμίνια όπου παράγονται κάρβουνα, αυτήν την εποχή έχουν ανάψει για τα καλά και οι καρβουνιάρηδες τρέχουν να προλάβουν τα πρώτα κρύα και τις υγρασίες του χειμώνα. Σ’ έναν τόπο, έτσι διαμορφωμένο, σαν να φτιάχτηκε στα πρότυπα της goth κουλτούρας, με ισχυρή αντίθεση μαύρου και λευκού, έχει ακμάσει μία τέχνη παλιά και εκεί φαίνεται πως χάνεται.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Οι παραγωγοί ξυλανθράκων, φτιάχνουν στον Σταυρό κάρβουνα για έναν αιώνα. Στα μέσα αυτής της περιόδου, η περιοχή είχε το 80% της παραγωγής κάρβουνου σε όλη τη χώρα. «Τώρα μείναμε τέσσερις και άλλοι τέσσερις εργάτες Αλβανοί, επειδή ξέρουν τη δουλειά εδώ και 20 χρόνια. Τώρα παράγουμε το 5%», λέει ο Αντώνης Καρπούζης, ένας από τους καρβουνιάρηδες που απέμειναν. «Πάει πεθαίνει κι αυτή η δουλειά», συμπληρώνει ο Θεόφιλος Κοκορέντζας βγάζοντας κομμάτι κομμάτι τα κουφάρια του ξύλου, τα κάρβουνα, από το σβησμένο καμίνι. Μουτζούρηδες από την κορφή ως τα νύχια.

«Οι παππούδες μας έφεραν την τέχνη από το Κατερλί της Μικράς Ασίας. Κι εκεί ήταν σαν τον Σταυρό, θάλασσα από τη μία, βουνό από την άλλη», αναφέρει ο Αντώνης στο VICE. «Εκεί το είχαν το κάρβουνο για τις ανάγκες του σουλτάνου, τώρα είναι για τις ψησταριές. Η τέχνη του καρβουνιάρη είναι η μοναδική που βασίζεται σε παραδοσιακά μέσα, δεν μπαίνουν μηχανήματα εδώ», συνεχίζει. «Κάποια, τα πολύ μικρά, τα δίνουμε για τα καρβουνάκια στις εκκλησίες και στα νεκροταφεία».

1570704417779-_AAA6711

Τα καμίνια στον Σταυρό ανάβουν μετά τις 15 Σεπτεμβρίου, έχουν απαγορευτεί το καλοκαίρι για τουριστικούς λόγους και όχι για τον κίνδυνο πυρκαγιάς. Οι καρβουνιάρηδες λένε πως «ποτέ δεν άναψε φωτιά στο δάσος από τα καμίνια, αφού τα φυλάγουμε νύχτα μέρα». Πράγματι. Οι καρβουνιάρηδες μένουν στις καλύβες που βρίσκονται δίπλα στα ξέφωτα του βουνού με τα καμίνια. Παρακολουθούν ανά ώρα την πορεία της φωτιάς, που ουσιαστικά δεν ανάβει ποτέ. «Το ξύλο δεν καίγεται, καπνίζεται», εξηγεί ένας παλιός καρβουνιάρης, ο Ζαφείρης Μπακατσαδάκης που σταμάτησε ν’ ασχολείται μετά τους περιορισμούς.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η διαδικασία παραγωγής του κάρβουνου είναι μακρά. Από την τοποθέτηση των ξύλων -κατά κύριο λόγο πουρναριών- χρειάζονται 15 μέρες για να γίνει το κάρβουνο και άλλες πέντε για να «ψηθεί» κάτω από το νάιλον που τοποθετείται στη συνέχεια. «Όλα εδώ γίνονται με υλικά της γης, χώμα, άχυρο, νερό και ξύλο», εξηγεί ο Αντώνης σαν να περιγράφει την έβδομη ημέρα της δημιουργίας. «Και με εργαλεία παλιά, την πηρούνα, το φτυάρι και την τσουγκράνα», επιμένει.

Στα ξέφωτα πάνω στο Σουγλιάνι, ανάβουν τα καμίνια διαδοχικά, το ένα μετά το άλλο. «Η δουλειά είναι δύσκολη», λέει ο Θεόφιλος που 17 χρόνια εργάζεται στα καμίνια. Ο καρβουνιάρης στήνει αριστοτεχνικά τα ξύλα. Τα αγοράζουν από τους δασικούς συνεταιρισμούς, αλλά κυρίως από το Άγιο Όρος, τα μοναστήρια. Στήνοντας το καμίνι, αρχικά μπαίνουν τα μακρύτερα, το ένα δίπλα στο άλλο σε σχήμα πυραμίδας. Πιο πάνω τοποθετούνται τα πιο κοντά. Έτσι «χτίζεται» μία πυραμίδα που μπορεί να φτάσει τα έξι και επτά μέτρα. Στο κέντρο της βάσης της οι καρβουνιάρηδες αφήνουν ένα κενό και στη μία πλευρά, μία πόρτα, ώστε να μπορούν να βάλουν φωτιά. Πάνω στα ξύλα στη συνέχεια απλώνουν άχυρα. Είναι τα στάχυα που μένουν από τα σιτάρια του θέρους. Και τ’ άχυρα τα καλύπτουν με χώμα για να στεγανοποιηθεί. Στόχος είναι η διοχέτευση οξυγόνου να είναι απολύτως ελεγχόμενη. «Αν τ’ αφήσεις, θα γίνουν στάχτη σε μια νύχτα», τονίζει ο Αντώνης. Γι’ αυτό μέρα νύχτα τα προσέχουν.

1570704436037-_AAA6944

Η πορεία καύσης των ξύλων στο καμίνι είναι σαν τελετή, όλα είναι προγραμματισμένα. Ο Μήτσος, που δουλεύει 21 χρόνια στα κάρβουνα, παίρνει ένα μακρύ σίδερο, ίσα με δυόμισι μέτρα. Δένει στην άκρη του ένα σακί που το τυλίγει και το ποτίζει με βενζίνη. «Κέρασέ το να ανάψει καλά», του συστήνει ο Αντώνης. Βάζει τη φωτιά από την «πόρτα» και φτάνει στην καρδιά του καμινιού. Βγάζει το σίδερο και βιαστικά κλείνει την πόρτα με άχυρο και χώμα. Ανεβαίνει μετά στην κορυφή με μια ξύλινη σκάλα που είναι μόνιμα στην πλαγιά του καμινιού. Περιμένει από την τρύπα που άφησε προηγουμένως να βγει ο πρώτος καπνός. «Θα γίνει καρλίκι εδώ πέρα τώρα», λέει ο Αντώνης περιμένοντας το πυκνό ντουμάνι από την αρχική φωτιά. Και μόλις ο καπνός πυκνώνει αμέσως η τρύπα κλείνει.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τις πρώτες μέρες ψηλά στην πυραμίδα, που πλέον έχει γίνει λόφος, ανοίγουν τα φυσέκια, μικρές τρύπες για να βγαίνει σιγά σιγά ο καπνός. Αργότερα, όταν το καμίνι έχει προχωρήσει, τα φυσέκια κλείνουν και ανοίγουν μεγαλύτερες τρύπες πιο κοντά στη βάση. Τα ντίπια. Επιστήμη ολόκληρη. Και όταν βλέπουν πως σε κάποιο σημείο το καμίνι «κάθεται», επειδή κάποια κάρβουνα άρχισαν να γίνονται πιο γρήγορα, έχουν τον τρόπο. Ανοίγουν στην κορυφή μπουγάζια, τρύπες κι αυτές κάθετες, και από εκεί ρίχνουν μικρότερα ξύλα στο εσωτερικό. «Ταΐζουν» το καμίνι για να ισορροπήσει και να συνεχίσει να καίει ομοιόμορφα.

1570704448647-_AAA7182
1570704471444-_AAV6743

Αν χρειαστεί, κάπου-κάπου πιτσιλάνε το καμίνι με νερό. «Το ξύλο έχει την υγρασία του, παίρνει και όση υγρασία χρειάζεται τη νύχτα και γίνεται όπως πρέπει το κάρβουνο», εξηγούν οι καρβουνιάρηδες. Όλα αυτά όταν οι καιρικές συνθήκες είναι ιδανικές. Η βροχή μπορεί να ανατρέψει όλα τα σχέδια, καθώς μετά το κάρβουνο δεν γίνεται καλό. Ο αέρας δημιουργεί άλλα προβλήματα. «Ξέρουμε κι από την πυροσβεστική αν έχει δυνατό αέρα. Πρέπει να το οδηγούμε το καμίνι, στο χέρι μας πάντα», λέει ο Αντώνης. Παντού στο ξέφωτο, ανάμεσα στα πέντε καμίνια που καίνε και τα άλλα τέσσερα λίγο πιο πάνω, διασκορπισμένοι πυροσβεστήρες, αν χρειαστεί. «Μια φορά ένας ξεχάστηκε και έβαλε φωτιά στο καμίνι πριν τις 15 Σεπτεμβρίου. Είδαν τους καπνούς από την Εγνατία νόμισαν ότι καίγεται το δάσος, τρέχαμε με την πυροσβεστική να το σβήσουμε, βάζαμε με τη μάνικα νερό από το μπουγάζι», θυμήθηκε ο καρβουνιάρης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
1570704485671-_AAV6759

Ο τελευταίος νεωτερισμός ήταν το νάιλον, με το οποίο καλύπτεται το καμίνι, αφού κριθεί ότι έγινε και τα ξύλα είναι πλέον κάρβουνα. «Οι Ικαριώτες έφεραν αυτή την τέχνη στον Σταυρό, μάλλον αυτοί ήξεραν καλύτερα, το κάρβουνο βγαίνει μετά πέντε μέρες και είναι γεμάτο», αναφέρει στο VICE ο Αντώνης.

Η μυρωδιά από την κάπνα μένει μέχρι και στο λουρί της φωτογραφική ς μηχανής του Αλέξανδρου Αβραμίδη. Ένα καμίνι από πουρνάρι, είναι έτοιμο. Θεωρείται το καλύτερο ξύλο και στη συνέχεια χρησιμοποιούν και δρυ, που είναι πιο φθηνός. Οι καρβουνιάρηδες βάζουν σε σακιά τα έτοιμα κάρβουνα. Σε κάθε μέγεθος. «Αυτό είναι ιδανικό για την ψησταριά. Και κάνει καλή φωτιά που κρατάει πολύ. Αλλά πρέπει να είναι πουρνάρι. Μου είπε ένας σουβλατζής, έλα να φας κρέας με αυτό το κάρβουνο, περνάει στη γεύση».

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες από τη ζωή των τελευταίων καρβουνάρηδων στα ορεινά του Σταυρού Θεσσαλονικης:

1570704540239-_AAA6791
1570704552653-_AAA7149
1570704563735-_AAA7376
1570704578861-_AAV6309
1570704593401-_AAV6326
1570704627079-_AAV6663
1570704639999-_AAV6801
1570704657385-_AAV6491
1570704667167-_AAV6344