FYI.

This story is over 5 years old.

Retro

Πίσω στην Εποχή που οι Ελληνίδες Συλλαμβάνονταν Επειδή Φορούσαν Κοντές Φούστες

Η ιστορία του πιο τρελού μέτρου που έχει εφαρμοστεί στην Ελλάδα.

Ένα πρωινό του 1925, η Αριάδνη Σκλιά-Σαχτούρη, μια συντηρητική κυρία με αστική καταγωγή, επισκέπτεται το πρωθυπουργικό γραφείο του συζύγου της, του στρατιωτικού και δικτάτορα Θεόδωρου Πάγκαλου. Προς αρνητική έκπληξή της, η πρώτη κυρία παρατηρεί ότι μια εργαζόμενη του γραφείου φοράει κοντή φούστα, που φτάνει μέχρι τα γόνατά της. Η κυρία Σκλιά-Σαχτούρη εξοργίζεται από την ελεύθερη θέαση των ποδιών της υπαλλήλου και επιπλήττει αυστηρά τους αστυνομικούς, οι οποίοι επιτρέπουν σε γυναίκες να κυκλοφορούν ελεύθερα με προκλητικές φούστες, βάζοντας τον σύζυγό της σε επικίνδυνους πειρασμούς.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Σύμφωνα με τον αστικό μύθο, το παραπάνω συμβάν ήταν η αιτία για να παρθεί ένα από τα πιο περίεργα νομοθετικά μέτρα στην ιστορία του νεοελληνικού κράτους. Στις 30 Νοεμβρίου 1925, ο Θεόδωρος Πάγκαλος έβγαλε διαταγή, με την οποία απαγόρευε σε όλες τις γυναίκες άνω των 12 ετών να φορούν κοντές φούστες, όταν κυκλοφορούν έξω από τα σπίτια τους. Το μέτρο ουσιαστικά απαγόρευε στις γυναίκες να φορούν φούστες που απέχουν περισσότερους από 30 πόντους από το έδαφος, δηλαδή το ύφασμα έπρεπε να καλύπτει τον μηρό και σχεδόν τη μισή γάμπα. Η διαταγή ανέφερε:

«Κατόπιν διαταγής του Προέδρου της Κυβερνήσεως, καταρτίζεται και υποβάλλεται εις το Υπουργείον Εσωτερικών προς έγκρισιν αστυνομική διάταξις, δι’ ης απαγορεύονται αι κονταί φούσται των γυναικών. Το κατώτατον άκρον της φούστας δέον να απέχη από του εδάφους 30 εκατοστά του μέτρου. Εις τον περιορισμόν τούτον υπάγονται άπασαι αι γυναίκες από του 12ου έτους και άνω. Αι παραβάτιδες θα παραπέμπωνται εις το επ’ αυτοφώρω πταισματοδικείον, συνυπεύθυνοι θα είναι και οι γονείς αυτών. Η εφαρμογή θα αρχίση από 15 Δεκεμβρίου».

Το καθεστώς Πάγκαλου έδωσε προθεσμία 15 ημερών, ώστε όλες οι γυναίκες να προετοιμαστούν και να προσαρμόσουν την γκαρνταρόμπα τους στα νέα δεδομένα. Με το πέρας της προθεσμίας, οι δρόμοι της πρωτεύουσας γέμισαν με αστυνομικούς. Τα όργανα της τάξης κουβαλούσαν μαζί τους μεζούρες και έκαναν ελέγχους, για να διαπιστώσουν αν οι κυρίες κυκλοφορούσαν σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο νόμο. Οι έλεγχοι ήταν σχολαστικότατοι και αυστηρότατοι, καθώς στην περίπτωση που κάποια γυναίκα παραβίαζε τον νόμο, συλλαμβανόταν και οδηγούνταν στη δικαιοσύνη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η πρώτη γυναίκα που συνελήφθη ήταν 22 ετών και ονομαζόταν Κατίνα Βογιατζή. Όταν τη σταμάτησαν για έλεγχο, οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι η φούστα της ήταν οκτώ εκατοστά πιο κοντή από το επιτρεπόμενο όριο και έτσι κατέληξε στο εδώλιο. Εκεί έλαβαν χώρα κωμικοτραγικές σκηνές, καθώς η κατηγορουμένη κατέβαζε τη φούστα της, για να απέχει λιγότερο από το έδαφος, την ώρα που ένας αστυνομικός την ανέβαζε και πάλι, για να αποδειχθεί το «έγκλημα». Όσο η φούστα ανεβοκατέβαινε, ο συνήγορος της κατηγορουμένης διαμαρτυρόταν στους δικαστές, καθώς ο αστυφύλακας της θώπευε τα πόδια, στην προσπάθειά του να φέρει τη φούστα στο σωστό ύψος.

Ο τύπος της εποχής έγραψε τον διάλογο μεταξύ της νεαρής Αθηναίας και του δικαστή:

Δικαστής: Μην την τραβάτε, κύριε συνήγορε. Το αδίκημα εβεβαιώθη. Το αμφισβητείτε, δεσποινίς;
Κατηγορουμένη: (γελώντας) Όχι.
Δικαστής: Διατί εφορούσατε κοντήν φούσταν;
Κατηγορουμένη: Δεν το ήξερα. Είχα μάθει ότι η διάταξις είχε καταργηθεί. Δεν διαβάζω, βλέπετε, εφημερίδες.

Τελικά, η 22χρονη καταδικάστηκε σε 24ωρη κράτηση και καταβολή των εξόδων της δίκης. Οι τραγελαφικές εικόνες στα δικαστήρια και τους δρόμους της Αθήνας προκάλεσαν τις αντιδράσεις από την πλευρά των πολιτών. Παρά την επιβολή αυστηρής λογοκρισίας, στο μέτρο του Πάγκαλου αντέδρασαν οι περισσότεροι δημοσιογράφοι, που γέμισαν τις σελίδες των εφημερίδων με σκωπτικά σχόλια για τον στρατιωτικό ηγέτη και το καθεστώς του, το οποίο εκείνη την περίοδο πέρασε τις πιο εξευτελιστικές του ημέρες. Έντονα διαμαρτυρήθηκαν και οι φεμινίστριες, που θεώρησαν το μέτρο περιοριστικό των ελευθεριών των γυναικών, αλλά και οι άνδρες, που δεν ενοχλούνταν τόσο από το μήκος της φούστας των γυναικών τους, όσο από το ότι εκείνες υπόκεινταν στους σωματικούς ελέγχους και τις θωπείες από άλλους άνδρες, τους αστυνομικούς, αλλά και από το γεγονός ότι ξαφνικά έπρεπε να πληρώσουν ράφτες για να μακρύνουν τις φούστες των συζύγων τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Εξαιτίας των παραπάνω αντιδράσεων, το μέτρο καταργήθηκε στις 31 Μαρτίου 1926. Υπάρχει μάλιστα μια ανεκδοτολογική διήγηση για τον τρόπο με τον οποίο ο Έλληνας δικτάτορας αποφάσισε τελικά να αποσύρει το μέτρο του. Σύμφωνα με αυτήν, ο Ιωάννης Καλυβίτης, διευθυντής της νεοσύστατης Αστυνομίας Πόλεων, κλήθηκε στο πρωθυπουργικό γραφείο, όπου ο στρατηγός Πάγκαλος, παρουσία της αυστηρής συζύγου του, ζήτησε από την Αστυνομία να εκδώσει τη διαταγή απαγόρευσης της κοντής φούστας. Μην μπορώντας να δείξει την αντίθεσή του, ο ανώτερος αστυνομικός αποφάσισε να θέσει το μέτρο σε εφαρμογή, προσπαθώντας παράλληλα να σκεφτεί κάτι που θα έκανε τον δικτάτορα να το αποσύρει. Έτσι, επιστράτευσε μέσω του Τμήματος Ηθών τρεις ευπαρουσίαστες ιερόδουλες και συνεννοήθηκε με έμπιστους αστυφύλακές του να τις συλλάβουν εικονικά. Στο μεταξύ, ειδοποιήθηκαν δημοσιογράφοι και φωτογράφοι, για να καλύψουν τις συλλήψεις, με αποτέλεσμα αυτές να πάρουν μεγάλη δημοσιότητα και η κατάσταση να ξεπεράσει το όριο του γελοίου. Τότε, ο Πάγκαλος θορυβήθηκε από την έκταση που πήρε το θέμα και προκειμένου να γλιτώσει την πλήρη γελοιοποίηση του ίδιου και της Ελλάδας διεθνώς, τηλεφώνησε στον αστυνομικό διευθυντή και του ζήτησε να αναστείλει το μέτρο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραπάνω ιστορία έδωσε την έμπνευση για ένα ρεμπέτικο τραγούδι του Γιώργου Μητσάκη, που ξεκινούσε με τον ιστορικό στίχο, «Στην εποχή του Πάγκαλου ήταν μακριές οι φούστες».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ακολουθήστε τον Θοδωρή Χονδρόγιαννο στο Facebook, στο Twitter και στο Instagram.

Περισσότερα από το VICE

Ένας Πρόσφυγας στη Μόρια Φωτογραφίζει την Καθημερινότητά του για Έναν Μήνα και Πρέπει να τη Δεις

Στο Μενίδι η Καθημερινότητα Κυλάει Ανεπηρέαστη από Φόνους, Νόμους και Κανονικότητα

Οι Λαχανόκηποι Είναι η Ξεχασμένη «Ζούγκλα» της Θεσσαλονίκης

Ακολουθήστε το VICE στο Twitter, Facebook και Instagram.