H Ζωή Άργησε Λίγο, Αλλά η «Σχεδία» Είχε Σχέδια για Αυτό το Ζευγάρι
Sponsored by ανακύκλωση συσκευών α.ε.

FYI.

This story is over 5 years old.

Be The Difference

H Ζωή Άργησε Λίγο, Αλλά η «Σχεδία» Είχε Σχέδια για Αυτό το Ζευγάρι

Δύο άνθρωποι, δύο ιστορίες και ένα συμπέρασμα: Η αλληλεγγύη έχει νόημα.

Η Δέσποινα και ο Παναγιώτης είναι φαινομενικά δύο εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι και όμως, στον πυρήνα τους ταιριαστοί. Αυτό που μοιράζονται είναι η θέληση και το πείσμα να σταθούν και πάλι στα πόδια τους - όπως και το έκαναν εξάλλου ξεπερνώντας ο καθένας τα δικά του εμπόδια και τους προσωπικούς του δαίμονες.

Ακολουθώντας διαφορετικές διαδρομές στη ζωή, οι δρόμοι τους διασταυρώθηκαν πριν τρία χρόνια, όταν εργάστηκαν προσωρινά ως πωλητές του περιοδικού δρόμου Σχεδία. Συναντηθήκαμε ένα μεσημέρι στο σπίτι όπου συζούν, στους Αμπελόκηπους. Αυτή είναι η ιστορία τους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η ιστορία της Δέσποινας

Γεννήθηκα στη Γερμανία, σε ένα προάστιο λίγο έξω από τη Στουτγκάρδη, από γονείς μετανάστες, που δούλευαν σε ένα εργοστάσιο της AEG και όταν ήμουν περίπου έξι χρονών αποφάσισαν να επαναπατριστούν. Εγκατασταθήκαμε σε μία συνοικία του Πειραιά, όπου νοικιάσαμε σπίτι, αυτό εδώ ήταν πολύ μικρό για να χωρέσει τους γονείς μου, την αδερφή μου και εμένα. Μαζί με τους κουμπάρους τους άνοιξαν κάποια μαγαζιά, ένα ζαχαροπλαστείο, ένα εστιατόριο, ένα βουλκανιζατέρ, αλλά τα πράγματα δεν πήγαν καλά και έπεσαν έξω. Μετά ο πατέρας μου πήγε να δουλέψει σε μία μονάδα επισκευών. Έκλεισε και αυτή η μονάδα, βρέθηκε άνεργος και σε δύσκολη οικονομική κατάσταση.

Παρόλα αυτά, κατάφερα να σπουδάσω. Πήγα στο Ωδείο του Πειραιά, πήρα πτυχίο στην αρμονία, αλλά είχα ένα πρόβλημα με τα χέρια μου, δεν μπορούσα να παίξω πιάνο και τα παράτησα. Είχα περάσει στο τμήμα Ψυχολογίας της Παντείου, σταμάτησα στα δύο χρόνια γιατί δεν με γέμιζε. Μετά πήγα Βοστώνη για σπουδές με υποτροφία σε ένα ιδιωτικό κολλέγιο. Εκεί έμενε η μία μου αδερφή, από τον πρώτο γάμο του πατέρα μου, είχαμε καλές σχέσεις και με φιλοξένησε για ένα διάστημα. Πριν πάω Αμερική είχα ασχοληθεί με την έρευνα αγοράς. Επιστρέφοντας λοιπόν από τη Βοστώνη το 2004 ξαναπήγα στην πολυεθνική που δούλευα και έγινα επόπτρια, με την υπόσχεση της μονιμοποίησης η οποία ποτέ δεν ήρθε και τελικά με απέλυσαν. Μετά ήρθε ο γάμος μου, παντρεύτηκα σε σχετικά μεγάλη ηλικία, στα 39, αλλά δεν κράτησε και πολύ, στα 43 χώρισα με δική μου απόφαση, παρότι ήξερα τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζα, αλλά δεν τσουλούσε η σχέση. Ο πρώην συζυγός μου είχε μία πολύ καλή δουλειά, σε ένα πολύ υπεύθυνο πόστο, έπαιρνε πολύ καλά χρήματα, εγώ πάλι έπαιρνα ένα πολύ μικρό ενοίκιο από μία γκαρσονιέρα η οποία στη συνέχεια ξενοικιάστηκε. Η μαμά μου έφυγε πολύ νωρίς από καρδιά, στα μέσα της δεκαετίας του ‘90, σε πολύ μικρή ηλικία, ο μπαμπάς μου και αυτός έφυγε σχετικά νωρίς, πριν τον γάμο μου, με απανωτά εγκεφαλικά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Μου έχει τύχει να μου δώσουν 20 ευρώ για ένα τεύχος και να τους κυνηγάω για να τους δώσω τα ρέστα. Όλη αυτή η στήριξη με έκανε να καταλάβω πόσο σημαντική είναι η αλληλεγγύη.

Μετά το διαζύγιο, έμεινα ξεκρέμαστη οικονομικά. Έκανα κάποιες προσπάθειες να βρω δουλειά σε κάποια καταστήματα, δεν βρέθηκε κάτι. Έπρεπε να βρω δουλειά, είχα μηδενικό εισόδημα, όμως είχαν αλλάξει τα δεδομένα στην αγορά εργασίας. Δεν είχα το ψυχικό σθένος να ξαναμπώ στη διαδικασία των βιογραφικών. Φοβήθηκα πολλές φορές για τα χειρότερα αν δεν βρισκόταν κάποια διέξοδος.

Μια κοπέλα που γνώριζα δούλευε στη “Σχεδία” και μου είχε πει ότι είναι καλές οι συνθήκες εκεί, υπό την έννοια ότι δεν είσαι όλη τη μέρα κλεισμένη στο σπίτι, βγαίνεις έξω, ξεχνάς τη μελαγχολία σου, και αυτό είναι κάτι πολύ βασικό, έχεις κάτι να δραστηριοποιηθείς και έχεις και ένα εισόδημα. Έτσι τον Οκτώβριο του 2013 ξεκίνησα ως πωλήτρια του περιοδικού. Είχα ανάγκη να ζήσω από αυτό. Δεν θεωρείται επαιτεία. Πολλοί προσπαθούσαν να δώσουν χρήματα, χωρίς να πάρουν το περιοδικο και δεν το δεχόμουν. Μετά από ένα χρόνο με είχαν μάθει, μου έφερναν πράγματα από το σούπερ μάρκετ. Παρόλο που δεν δεχόμουν φιλοδωρήματα και το ήξεραν, έκαναν το εξής: αγόραζαν δύο τεύχη μαζεμένα ή την ώρα που τους έκοβα την απόδειξη και πήγαινα να τους δώσω τα ρέστα, τράβαγαν το χέρι τους και τα άφηναν να πέσουν κάτω και εξαφανίζονταν γιατί ήξεραν ότι αλλιώς δεν θα το έπαιρνα. Μου έχει τύχει να μου δώσουν 20 ευρώ για ένα τεύχος και να τους κυνηγάω για να τους δώσω τα ρέστα. Όλη αυτή η στήριξη του κόσμου με έκανε να καταλάβω πόσο σημαντική είναι η κοινωνική αλληλεγγύη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Από εκεί και έπειτα μπορούσα να εξισορροπώ και να φροντίζω το σπίτι μου, ήμουν εξάλλου μόνη μου, δεν ήθελα κανέναν στη ζωή μου, ήθελα να βρω τον εαυτό μου. Το να έχεις κάποιους ανθρώπους να σε στηρίζουν όπως είχα εγώ τη λογίστριά μου, που είναι πάρα πολύ καλή μου φίλη, που με καθοδηγούσε, μου έφερνε πράγματα, μου συμπαραστεκόταν, είναι πάρα πολύ σημαντικό. Η φαρμακοποιός μου, η γειτονιά μου. Είχα κάποιους ανθρώπους. Μία παθολόγος πολύ φίλη μου η οποία δεν μου έπαιρνε χρήματα για τίποτα. Και όλα αυτά με βοηθούσαν στο να μην έχω έξοδα πολλά και να κάνω και οικονομία. Βέβαια δεν έμπαινε και τίποτα στην άκρη, αλλά τουλάχιστον μπορούσα να πληρώνω το ρεύμα μου, υπήρχε σταθερό τηλέφωνο και internet, νερό, τα τρόφιμά μου, το σούπερ μάρκετ μου δεν μου έλειπε ποτέ. Από το 1,5 ευρώ για κάθε περιοδικό που πουλούσα, υπολόγιζα κάθε μέρα τι θα μου χρειαστεί στο τέλος του μήνα και τα έβαζα στην άκρη. Το έκανα αυτό για τρία χρόνια. Τόσο χρειάστηκα για να μπορέσω να ξαναβρώ τον εαυτό μου, να ανασυγκροτηθώ, να σκληραγωγηθώ, να μάθω να επιβιώνω τελείως μόνη μου.

Είχα σακατευτεί από τόσα πολλά πράγματα, που είχα ακρωτηριαστεί ψυχολογικά. Τώρα, πιστεύω ότι είμαι στην καλύτερη φάση της ζωής μου μετά από πολλά χρόνια.

Είχα και το πλεονέκτημα που δεν έχουν άλλοι άνθρωποι, το να έχεις ένα σπίτι δικό σου. Αυτό το σπιτάκι είναι δικό μου, ήταν από τον παππού μου, πέρασε στον πατέρα μου και μετά σε μένα, το έφτιαξα σιγά σιγά όλο, δεν υπήρχε τίποτα εδώ μέσα και τουλάχιστον δεν δίνω ενοίκιο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Πλέον δουλεύω σε ένα call center, από πέρυσι τον Μάιο. Βρήκα αυτήν τη δουλειά στα 48 μου. Είπα «θα το κάνω», υπάρχει πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, αν δεν πετύχει ότι μπορώ να ξαναγυρίσω στη Σχεδία και να ξαναψάξω κάπου αλλού. Δεν θα μείνω χωρίς εισόδημα. Πρέπει να έχεις δύναμη να μπορείς να παλεύεις, να αντιμάχεσαι, διότι τα μέτωπα είναι πολλά.

Απλώς, ήθελα τον χρόνο μου. Είχα σακατευτεί από τόσα πολλά πράγματα, που είχα ακρωτηριαστεί ψυχολογικά. Τώρα, πιστεύω ότι είμαι στην καλύτερη φάση της ζωής μου μετά από πολλά χρόνια.

Με τον Παναγιώτη γνωριστήκαμε πριν από τρία χρόνια, στη Σχεδία. Μπήκε μία μέρα μέσα, την ώρα που δούλευα, είχαμε την παρουσίαση του καινούργιου τεύχους και είχε μαζευτεί αρκετός κόσμος. Δεν τον πρόσεξα, επειδή συνέχεια έρχονταν καινούργιοι. Με πολιορκούσε έναν χρόνο, όπου πήγαινα. Ερχόταν και με έβρισκε στο πόστο όπου ήμουν και περίμενε να τελειώσω. Ήταν ένα αγρίμι. Μετά από έναν χρόνο ωρίμασαν οι συνθήκες και κάναμε σχέση.

Η ιστορία του Παναγιώτη

Μπήκα μέσα στην αίθουσα και το βλέμμα μου έπεσε κατευθείαν πάνω στη Δέσποινα. Ήταν ένα άτομο που ήξερα εκ των προτέρων ότι άξιζε. Είχα να κάνω σχέση 15-20 χρόνια, μακροχρόνιο δεσμό δεν είχα κάνει ποτέ στη ζωή μου γιατί ήμουν πολλά χρόνια στη χρήση - 40 χρόνια και βάλε. Όταν πήγαμε βόλτα της είπα «πρώτη φορά βγαίνω με γυναίκα να πιω μία πορτοκαλάδα». Μου ήταν όλα πρωτόγνωρα.

Το θέμα για μένα, με όλα αυτά τα χρόνια στη χρήση, είναι ότι μία ζωή έφυγε έτσι. Αλλά παρόλα αυτά το πήρα χαμπάρι, έστω και αργά. Δεν θα ζούσα σήμερα αν δεν το είχα πάρει απόφαση. Είμαι 58 χρονών. Όλοι οι φίλοι τώρα θα ήταν 58, 60, 65, όλοι αυτοί έχουν φύγει εδώ και χρόνια.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Στις 7 Ιανουαρίου έκλεισα τα πέντε χρόνια και μπήκα στα έξι που δεν πίνω τίποτα πλέον. Ήμουν στο 18άνω δύο χρόνια, στο κλειστό πρόγραμμα. Όταν μπήκα ήμουν 53 χρονών. Το ήθελα πραγματικά αν και δυσκολεύτηκα στην αρχή. Μέσα στο πρόγραμμα αισθάνθηκα άνθρωπος, έκλαψα, πρώτη φορά, δεν είχα ξανακλάψει ποτέ στη ζωή μου. Αφού ήμουν σε αφασία.

Μου αρκούν πράγματα πολύ μικρά όπως το να κάτσω με τη Δέσποινα στο μπαλκόνι, γιατί έζησα μία στερημένη ζωή. Πλέον δίνω αξία σε πράγματα που για τον περισσότερο κόσμο δεν έχουν καμία αξία.

Γεννήθηκα στο Γκύζη, από φτωχή οικογένεια, μεροκαματιάρης ο πατέρας μου. Εκείνη την εποχή δεν είχαν χτιστεί ακόμη οι πολυκατοικίες, η γιαγιά μου είχε κότες στην αυλή. Ο πατέρας μου πέθανε πολύ μικρός, στα 45 του, είχε μαγαζί δικό του, ήταν επιπλοποιός.

Μια ευχάριστη στιγμή ως παιδί δεν έζησα, ούτε εγώ, ούτε ο Δημήτρης ο αδερφός μου, που είναι έναν χρόνο πιο μικρός από μένα. Στο σπίτι συνέχεια τσακωμοί, όταν ήμουν 13 χρονών οι γονείς μου χώρισαν και από τότε που την ευθύνη τη δική μου και του αδερφού μου την πήραν ο παππούς και η γιαγιά που μας έκαναν όλα τα χατίρια γιατί δεν ήθελαν να μας λείψει τίποτα, το σπίτι είχε γίνει σαν ξενοδοχείο για μένα. Ό,τι ώρα θέλαμε μπαίναμε, ό,τι ώρα θέλαμε βγαίναμε και κάπως το ένα ποτήρακι έφερε το άλλο και πάει λέγοντας.

Το 1977 έφυγα ως ναυτικός το πρώτο μου ταξίδι, δεν είχα κλείσει καλά-καλά τα 17. Είχα μία πάρα πολύ άσχημη εμπειρία με φίλους και προκειμένου να κάνω κακό, σηκώθηκα και έφυγα. Πήγαμε Νότιο Αφρική, Σενεγάλη, Περσικό, Αίγυπτο. Στα λιμάνια που πιάναμε, πάντα πήγαινα και έπινα μόνος μου, όλοι έβγαιναν να περάσουν καλά, εγώ καθόμουν σε μία γωνία στο μπαρ, κλεισμένος στον εαυτό μου, οι άλλοι διασκέδαζαν, εγώ ήθελα να μείνω μονος μου, δεν ήθελα κανέναν. Είχα φτάσει στο απροχώρητο τελείως, δεν πήγαινε άλλο. Μετά από ένα ατύχημα που είχαμε με το βαπόρι, βρήκαν πάνω μου ποσότητα ουσιών που ειχα για προσωπική μου χρήση, με κατηγόρησαν για κακούργημα, αλλά το ήξεραν, φαινόταν ότι δεν ήμουν έμπορος. Ήμουν σε αυτό το βαπόρι τρία χρόνια, έπαιρνα καλά λεφτά, έγινε το ατύχημα, πέρασα πειθαρχικό και μετά μπήκα στο πρόγραμμα απεξάρτησης. Όταν ήρθε η δικάσιμος ήμουν πλέον καθαρός, είδαν την προσπάθεια που είχα κάνει και με αθώωσαν. Δεν ήταν τόσο το ατύχημα που με συγκλόνισε, απλώς πήρα μία απόφαση εκείνη τη στιγμή μέσα μου και είπα ή θα ζήσεις ή θα πεθάνεις. Άμα θες να πεθάνεις πήγαινε να φουντάρεις από το να ζεις έτσι, άμα θες να ζήσεις τελείωνε με αυτήν την ιστορία. Και το πήρα απόφαση, το ήθελα πραγματικά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η ζωή έχει κι άλλα πράγματα. Άργησα να το καταλάβω, αλλά το κατάλαβα.

Η ουσία είναι όμως ότι όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Καμία σχέση αυτό που αισθανόμουν με το πώς νιώθω τώρα, καμία σχέση ο Παναγιώτης του παρελθόντος με τον τωρινό, με λίγα λόγια βγάζω τον πραγματικό μου εαυτό, γνωρίζω τον εαυτό μου μέρα με τη μέρα και αυτό με ευχαριστεί γιατί βλέπω ότι δεν ήταν τα πράγματα όπως τα είχα πλάσει στη φαντασία μου τόσα χρόνια, δεν ήταν αυτή η ζωή. Η ζωή έχει κι άλλα πράγματα. Άργησα να το καταλάβω, αλλά το κατάλαβα. Όλοι μου οι φίλοι έχουν φύγει από τη ζωή και αυτοί οι τρεις που ζουν, ο ένας μπαινοβγαίνει στα ψυχιατρεία, ο άλλος στις φυλακές και ο τρίτος είναι στους δρόμους.

Στη Σχεδία με σύστησε ο ατομικός μου θεραπευτής. Ήμουν ακόμη στον ξενώνα της επανένταξης. Ήξερε ότι κατευθείαν για δουλειά δεν γινόταν. Κι έτσι πήγα Νοέμβριο του 2014 και τον Ιούνιο του 2016 με κάλεσαν και επέστρεψα στη δουλειά μου. Παίρνω πολύ καλά χρήματα και ταξιδεύω έξι μήνες το χειμώνα και τρεις το καλοκαίρι.

Μου αρκούν πράγματα πολύ μικρά όπως το να κάτσω με τη Δέσποινα στο μπαλκόνι, γιατί έζησα μία στερημένη ζωή, ηθελημένα ουσιαστικά. Πλέον δίνω αξία σε πράγματα που για τον περισσότερο κόσμο δεν έχουν καμία αξία. Απλά, καθημερινά.

Περισσότερα από ανακύκλωση συσκευών α.ε., εδώ.